“Υπάρχει ελπίδα για την Αριστερά;”

2010_01_28_logo

Άρθρο του Χ. Κατσούλα, στελέχους της ΚΟΕ στον Δρόμο

2010_01_28_logoΗ ανοικτή ομολογία αποτυχίας της κυβέρνησης με τις δηλώσεις Παπακωνσταντίνου δείχνει το μέγεθος του αδιεξόδου. Το γερμανικής έμπνευσης Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας και ο εκβιασμός «επιστροφή στη δραχμή ή πλήρης εξόντωση των εργαζόμενων» φανερώνει τη δεινή θέση της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ: Έχει αποτύχει ακόμη και με τα δικά της μέτρα και τα δικά της κριτήρια. Το πρόβλημά της δεν είναι πλέον μόνο οι κοινωνικές αντιδράσεις. Είναι κυρίως το πλήρες αδιέξοδο του Μνημονίου. Η έμμεση ομολογία πλήρους χρεοκοπίας ανοίγει τον δρόμο των πρόωρων εκλογών.

 

Την ίδια ώρα έχει εμφανιστεί στην κοινωνία ένα μαζικό ρεύμα κοινωνικής ανυπακοής. Εκφράζεται με τις μαζικές διαδηλώσεις εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων, με την οργή ενάντια στους πολιτικούς του δικομματισμού, με την αποστοίχιση από τους παραδοσιακούς κομματικούς μηχανισμούς, με την οξύτητα επιμέρους αγώνων. Αυτός ο ριζοσπαστισμός δεν προοιωνίζεται αυτόματα στροφή προς τα αριστερά. Το χειρότερο είναι πως η Αριστερά απέχει πολύ από το να τον συναντήσει ή να τον εκφράσει. Η ανεπάρκεια σύσσωμων των κομμάτων και των παρατάξεων της Αριστεράς έχει μια και μόνη θετική παρενέργεια: ανοικτά αυτιά, ανοικτά μάτια, πρωτοφανή διαπερατότητα κομμάτων και μηχανισμών. 
Η Αριστερά βρέθηκε απροετοίμαστη μπροστά στην κρίση, θεωρώντας (ένα μεγάλο τμήμα της) τη χρεοκοπία ως πρόσχημα για τη νεοφιλελεύθερη επίθεση. Σάστισε από την κλίμακα των κοινωνικών αντιδράσεων. Σήμερα αρκείται σε ταμπούρωμα ενόψει ενδεχόμενων πρόωρων εκλογών και σε μεγάλο βαθμό αρνείται να ξεφύγει από δόγματα και πρακτικές της προηγούμενης περιόδου.

Τα ελλείμματα της Αριστεράς φανερώθηκαν εκκωφαντικά στην τελευταία απεργία. Από την αδυναμία να υποστηριχτεί πολιτικά και οργανωτικά μια άλλη κατάληξη της απεργιακής διαδήλωσης. Ένα πολιτικό κέντρο που θα ομονοούσε και θα συντόνιζε, ίσως να έδινε άλλη προοπτική. Αντ’ αυτού είχαμε αμηχανία, εμπάθεια και τέτοιες επιθέσεις που στέλνουν τις επιχειρούμενες επανεκκινήσεις στον κάλαθο των αχρήστων. 

Τα κενά μεγεθύνονται κάθε φορά που δεν υπάρχει σαφής και οργανωμένη απάντηση στο «τώρα τι κάνουμε». Τονίζονται όσο δεν οικοδομείται ένα κεντρικό και ενιαίο πολιτικό ρεύμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς που να στοχεύει στην πτώση της κυβέρνησης και του Μνημονίου. Αυτός είναι ο κεντρικός στόχος της περιόδου. Αυτή είναι η απαραίτητη προϋπόθεση αλλαγής. 

Η ίδια η πραγματικότητα σπρώχνει την ανάγκη της ενότητας. Την ίδια ώρα που η υπαρκτή ιστορία έχει τραυματίσει έως και ευτελίσει την ιδέα της ενότητας στην Αριστερά. 
Η κρίση και η χρεοκοπία έχουν αλλάξει συθέμελα την αστική πολιτική και τον τρόπο άσκησής της. Έχουν δημιουργήσει νέα κόμματα και νέες συμμαχίες στην υπηρεσία της τρόικας. 

Ανάποδα, στην Αριστερά μοιάζει να υπάρχει ακινησία. Το «νέο» αναζητείται και δεν βρίσκεται. Βεβαιότητα για προηγούμενα σχήματα, ακόμη κι αν διαψεύστηκαν. Επιμονή σε κομματικά σχέδια και στοιχήσεις, ακόμη κι αν είναι απολύτως διαπερατές. Επάρκεια και αυτοπεριχαράκωση. «Καθάρισμα» των διπλανών. Πολλές βεβαιότητες. Συγχύσεις και αντιφατικότητες. Και φυσικά, νυν υπέρ πάντων η επικείμενη εκλογική μάχη.

Στα χαρτιά θα συμφωνήσουν όλοι ότι η κυβέρνηση πρέπει να πέσει και το Μνημόνιο να φύγει. Στην πράξη, ο αγώνας αυτός εκχωρείται στο συνδικαλιστικό κίνημα. Τα μεγάλα ραντεβού του κινήματος εξακολουθούν να εξαγγέλλονται από μια συνδικαλιστική ηγεσία που έχει περάσει με εξόφθαλμο τρόπο στην απέναντι όχθη. Περιμένουμε από τις ηγεσίες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ να οδηγήσουν τον αγώνα για να πέσει η κυβέρνηση; Περιμένουμε ακόμη και από θετικές κατακτήσεις στο επίπεδο του συντονισμού συνδικάτων και σωματείων την πολιτικοποίηση των επιμέρους αγώνων, τη σύνδεση όλης της αγωνιζόμενης κοινωνίας; Τα κόμματα παραχώρησαν τον πολιτικό αγώνα στον συνδικαλισμό.

Οι απεργίες θα μπορούσαν να μετατραπούν σε πολιτικές απεργίες. Τα ίδια τα συνθήματα των απεργών άλλωστε, δευτερευόντως αφορούν τις συνδικαλιστικές διεκδικήσεις. Κυρίως στοχεύουν την κυβέρνηση, το Κοινοβούλιο, την κατάλυση της λαϊκής κυριαρχίας, την ψευδεπίγραφη δημοκρατία. Από όλους τους πόρους της κοινωνίας αναβλύζει η ανάγκη του κεντρικού πολιτικού αγώνα και η Αριστερά δεν μπορεί ή δεν θέλει να σηκώσει το γάντι.

Κι όμως αυτή η κυβέρνηση μπορεί να πέσει. Ο βαθμός σταθερότητάς της μέρα τη μέρα μειώνεται. Από τους ωμούς εκβιασμούς των δανειστών. Από τις άκομψες διαταγές της γερμανοκρατούμενης ευρωζώνης. Από το πρωτοφανές αδιέξοδο της μέχρι τώρα πορείας. Από τις εσωτερικές αντιθέσεις και έριδες. Από την πρωτόγνωρης κλίμακας αναζήτηση του «άλλου», του «κανένα από ΠΑΣΟΚ – Ν.Δ.».

Η Αριστερά οφείλει να σταθεί γενναία και αυτοκριτικά. Να κατανοήσει ότι τον καιρό της κρίσης οι επάρκειες και τα εκλογικά ταμπουρώματα περιττεύουν, αν δεν ζημιώνουν. Να αναγνωρίσει ότι οι νέοι καιροί απαιτούν και νέα εργαλεία. Ότι σε καιρούς που η ίδια δεν ανταποκρίνεται, θα λάμπουν είτε γραφικές καταστάσεις, είτε εν συγχύσει συσπειρώσεις με άρωμα ακροδεξιάς. Όσοι υπηρετήσουν αποφασιστικά το κοινωνικό μέτωπο απελευθέρωσης και διεξόδου, θα μπορούσαν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των καιρών.

Μπορεί να συγκροτηθεί μέτωπο από την αριστερά του ΠΑΣΟΚ μέχρι την αριστερά της Αριστεράς; Αν το ερώτημα αφορά τρόπους ηγεμονίας σε εκλογικά σχήματα, η ιδέα θα συγκινήσει λίγους και θα κινήσει ακόμα λιγότερους. Αν ανάποδα αφορά αυτό που σήμερα έχει ανάγκη ο ελληνικός λαός, μια πλατιά μετωπική συγκρότηση με ειλικρινή στόχο την ανατροπή της κυβέρνησης του Μνημονίου, είναι δυνατή. 

Σε κάθε περίπτωση οφείλουμε να στηρίξουμε την ανοιχτή συζήτηση, τις διεργασίες και την ώσμωση ανάμεσα σε δυνάμεις της Αριστεράς, με συνείδηση των καθυστερήσεων και των δυσκολιών, με εμπιστοσύνη στη δύναμη του αυτονόητου.