Τοποθέτηση της Κ.Ο.Ε. για τις αυτοδιοικητικές εκλογές του Οκτωβρίου 2023.

Το γενικό τοπίo 

Οι επερχόμενες αυτοδιοικητικές εκλογές γίνονται μέσα σε ένα κλίμα βουβό, χωρίς καμιά ουσιαστική συζήτηση και αντιπαράθεση για τα σοβαρά και επίδικα θέματα,  παρ’ όλο που περισσότεροι από 150.000 συμπολίτες μας είναι υποψήφιοι πανελλαδικά, στους συνδυασμούς που θα λάβουν μέρος σε αυτές.  Η σιωπή αυτή σχετίζεται με την αίσθηση ματαιότητας που κυριαρχεί στις μέρες μας, και τις χαμηλές προσδοκίες των πολιτών.  Ακουμπά στην αίσθηση που δημιουργείται από τις αλλεπάλληλες πυρκαγιές  και πλημμύρες που καταστρέφουν την χώρα αν και οι ΟΤΑ συνδέονται άμεσα με τις, ανύπαρκτες, πολιτικές προστασίας των δασών και πρόληψης πυρκαγιών, όπως και των απαραίτητων αντιπλημμυρικών έργων και θα ήταν δικαιολογημένη μια αντίστοιχη δημόσια συζήτηση.

Η έλλειψη κάθε συζήτησης σχετικά με τις δημοτικές εκλογές είναι σκόπιμη – μεθοδευμένη από τα συστημικά πολιτικά κόμματα. Οι κυβερνήσεις των τελευταίων χρόνων με τη νομοθεσία τους έχουν συστηματικά υποβαθμίσει το θεσμό της Τοπικής Αυτοδιοίκησης όσο αφορά τη σχέση της με τους πολίτες και τις δυνατότητες παρέμβασης στα τοπικά προβλήματα. Ταυτόχρονα ο θεσμός έχει αναβαθμιστεί σημαντικά σε σημασία όσα αφορά την εμπλοκή μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων.

Η σιωπή που επιβάλλεται γύρω από τα θέματα που απασχολούν τους ΟΤΑ και περισσότερο της τοπικές κοινωνίες μαζί με την ανούσια και απονευρωμένη υπερπροβολή κομματικών υποψηφίων Περιφερειαρχών και Δημάρχων μεγάλων πόλεων αποτελεί προϋπόθεση για την καλλιέργεια μια γενικής αδιαφορίας και απαξίωσης του θεσμού που θα επιτρέψει αύριο να μετατραπεί σε χαλαρή ψήφο χαμηλών προσδοκιών και εν τέλει υποστήριξης όσων έχουν σοβαρότατες ευθύνες για το τέλμα στο οποίο είναι βυθισμένοι Δήμοι και Περιφέρεις.

Σε ένα δυσμενές θεσμικό πλαίσιο 

Οι δημοτικές και περιφερειακές εκλογές διεξάγονται σε ένα όλο και πιο αρνητικό θεσμικό πλαίσιο. Αλληλοδιάδοχες τροποποιήσεις των νόμων που διέπουν τις λειτουργίες των 2 βαθμών  της Αυτοδιοίκησης και οι αλλαγές στους αντίστοιχους εκλογικούς νόμους που θέσπισαν οι κυβερνήσεις των τελευταίων χρόνων συνέβαλαν ουσιαστικά στην υποβάθμιση κάθε έννοιας δημοκρατικού και – πολύ περισσότερο – κοινωνικού ελέγχου.

Στοιχειώδης κανόνες δημοκρατίας, συμμετοχής των πολιτών, ενεργοποίησης της τοπικής κοινωνίας και αναλογικής εκπροσώπησης της στα συμβούλια καταργούνται. Όσες τέτοιες λειτουργίες συνεχίζουν να υπάρχουν ( επιτροπές διαβούλευσης κλπ) παίρνουν τυπικό χαρακτήρα και απαξιώνονται συστηματικά. Ακόμα και αυτά τα δημοτικά και περιφερειακά συμβούλια έχουν όλο και πιο τυπικό ρόλο στη λειτουργία τους την ίδια στιγμή που κρίσιμες αποφάσεις παίρνονται σε ειδικές επιτροπές και συμβούλια ( οικονομική επιτροπή, επιτροπή ποιότητας ζωής, διοικούσα επιτροπή) όπου οι διοικήσεις έχουν απόλυτο έλεγχο.

Την ίδια στιγμή όλο και περισσότερες αρμοδιότητες της Κεντρικής Διοίκησης περνούν στους Δήμους χωρίς να συνοδεύονται από τους αντίστοιχους οικονομικούς πόρους. Οι Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης όλο και περισσότερο βυθίζονται σε οικονομική δυσπραγία, όλο και περισσότερο δυσκολεύονται από την έλλειψη προσωπικού και την απαγόρευση προσλήψεων. Οι περισσότερες τοπικές διοικήσεις διαμαρτύρονται υποκριτικά για αυτές τις εξελίξεις. Ταυτόχρονα τις ενστερνίζονται και τις αξιοποιούν ως  πρόσχημα για να αυξήσουν δημοτικούς φόρους και τέλη. Όσο μειώνονται οι κεντρικοί πόροι προς τους ΟΤΑ τόσο αυξάνονται οι ανταποδοτικές υπηρεσίες των Δήμων, υπηρεσίες που κανονικά είναι υποχρεωμένοι να προσφέρουν δωρεάν στους πολίτες. Ταυτόχρονα πολλοί Δήμοι  συγκροτούν Ανώνυμες Εταιρείες, ελεγχόμενες από της διοικήσεις, ώστε μέσω αυτών να ιδιωτικοποιούν σημαντικό τμήμα των υπηρεσιών τους όπως η επίβλεψη των τεχνικών έργων, η αποκομιδή των απορριμμάτων, η φύλαξη δημοτικών χώρων κλπ.

Οι τάσεις αυτές βρίσκονται σε πλήρη αντιστοιχία με το νέο εκλογικό νόμο για την Τοπική αυτοδιοίκηση που θέσπισε η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Σύμφωνα με αυτόν επανέρχεται το όριο του 3% ως προϋπόθεση εκπροσώπησης ενός συνδυασμού στα Δημοτικά ή Περιφερειακά Συμβούλια. Ταυτόχρονα προβλέπεται ότι για την εκλογή δημάρχου ή περιφερειάρχη απαιτείται μόνο το 43% +1 ψήφος  καταργώντας έτσι το δεύτερο γύρο μεταξύ των δύο πρώτων συνδυασμών όταν δεν εξασφαλίζεται πλειοψηφία του 50% συν 1 ψήφοι. Μάλιστα προβλέπεται ότι ο συνδυασμός που πλειοψηφεί με το 43% εκλέγει τα 2/3 των μελών του αντίστοιχου συμβουλίου ώστε να εξασφαλίζεται η «απρόσκοπτη» διοίκηση του οργάνου. Προβλέπεται ακόμα η σημαντική αύξηση του αριθμού των υποψηφίων μελών των δημοτικών και περιφερειακών συμβουλίων με αντίστοιχη αύξηση των σχετικών παράβολων συμμετοχής. Όλες αυτές οι ρυθμίσεις αναμφίβολα καθιστούν πιο δύσκολη την συμμετοχή μικρών αυτοδιοικητικών σχημάτων στις εκλογές και παράλληλα καθιστούν πιο δυσχερή την δυνατότητα τελικής εκλογής τους.

Ενεργοποίηση και εμπλοκή μεγάλων οικονομικών συμφερόντων

Οι Περιφέρειες κυρίως και οι μεγάλοι Δήμοι έχουν μετατραπεί σε υποδοχείς ευρωπαϊκών προγραμμάτων μεγάλου οικονομικού ενδιαφέροντος. Τα προγράμματα αυτά έχουν αυστηρούς περιορισμούς ως προς τα έργα που χρηματοδοτούνται ( πράσινη ανάπτυξη, ψηφιακή μετάβαση κλπ) και ελέγχονται ασφυκτικά από την Κεντρική διοίκηση. Το γεγονός αυτό έχει κινήσει το ενδιαφέρον μεγάλων οικονομικών συμφερόντων που επιχειρούν να ελέγξουν τους κοινοτικούς πόρους ή άλλα επενδυτικά προγράμματα με απευθείας έλεγχο των διοικήσεων των ΟΤΑ.

Έτσι Περιφέρεις και μεγάλοι Δήμοι  έχουν μετατραπεί σε πεδίο παρέμβασης και άμεσου ελέγχου τους από εκπροσώπους μεγάλων οικονομικών και επιχειρηματιών συμφερόντων. Τα όσα συμβαίνουν και σχεδιάζονται στην περιφέρεια Αττικής και ιδιαίτερα στον Πειραιά, στο Βόλο, στη Νέα Φιλαδέλφεια, αποτελούν την κορυφή του παγόβουνου. Ουσιαστικά κάθε μεγάλη πόλη της χώρας αποτελεί πεδίο ανταγωνισμού και ελέγχου μεταξύ οικονομικών παραγόντων.

Τα κυρίαρχα πολιτικά κόμματα προσφέρουν στηρίξεις με κριτήρια επιχειρηματικής διαπλοκής και αντίστοιχου χρωματισμού του εκλογικού χάρτη. Άλλωστε δεν κρύβουν ότι οι ΟΤΑ αποτελούν μορφές διοίκησης ανάλογες με εκείνες των Ανώνυμων Εταιρειών.

Με αυτά τα κριτήρια ανακοινώνονται υποψηφιότητες. Και αντίστοιχα με τέτοια κριτήρια καταγράφονται μετακινήσεις υποψηφίων σε συνδυασμούς.

Σε κάθε περίπτωση η Τοπική Αυτοδιοίκηση αντιμετωπίζεται ως «υποπροϊόν» της κεντρικής πολιτικής αντιπαράθεσης με έντονη οσμή εσωκομματικών ανταγωνισμών και αντιπαραθέσεων.

Αναγκαία μια οπτική για την Αυτοδιοίκηση

Χωρίς αμφιβολία υπάρχουν σημαντικά κενά, ίσως και πλήρη απουσία, μιας θεωρίας, ενός σχεδίου και ενός οράματος για το τι θα μπορούσε να είναι ή να μετασχηματιστεί ο θεσμός της Αυτοδιοίκησης. Και βέβαια απουσία κάθε προσπάθειας και κάθε διαλόγου για να αντιμετωπιστούν αυτά τα κενά.

Υπάρχει η ανάγκη να προσδιοριστεί τι είναι σήμερα η Τοπική Αυτοδιοίκηση. Και σε αυτή τη βάση να διερευνηθούν δρόμοι και αιτήματα σύνδεσης του θεσμού με τα μεγάλα προβλήματα του τόπου, με το υπαρξιακό ερώτημα για τη χώρα, με πολιτειακά προτάγματα στα πλαίσια μιας διαφορετικής πορείας της χώρας και της κοινωνίας.

Η Τοπική Αυτοδιοίκηση αποτελεί θεσμό με μακρές ιστορικές ρίζες. Άλλοτε σαν κοινότητες και κοινοτισμός άλλοτε σαν πραγματική βαθμίδα και τοπική οργάνωση της κοινωνίας και της οικονομίας έπαιξε σημαντικό ρόλο στην επιβίωση και της χώρας και των πολιτών της. Από τα «ερείπια» αυτής της ιστορικής πορείας αντλεί, ως ένα βαθμό, και σήμερα τις όποιες δυνατότητες και ενδιαφέρον.

Η Τοπική Αυτοδιοίκηση αποτελεί τυπικά θεσμό ενασχόλησης, αναμέτρησης και επίλυσης τοπικών προβλημάτων.  Στα «λόγια» βέβαια γιατί στην πράξη η έννοια της «αυτοδιοίκησης» έχει υποχωρήσεις σημαντικά τόσο που να μοιάζει σχήμα οξύμωρο. Ο Μ. Γλέζος την χαρακτήριζε «ετεροδιοίκηση» και ίσως ο χαρακτηρισμός να ήταν επιεικής, σίγουρα δεν φτάνει.

Οι ΟΤΑ λοιπόν είναι θεσμός, είναι ταυτόχρονα γραφειοκρατική λειτουργία, είναι μορφή εξουσίας τοπικής ή υπερτοπικής , είναι συνέχεια και ταυτόχρονα εξάρτημα της κεντρικής εξουσίας και ουσιαστικά μια από τις μορφές της κρατικότητας. Όλες οι νομοθετικές ρυθμίσεις που σχετίζονται με το πλαίσιο λειτουργίας των δύο βαθμών των ΟΤΑ, συμπεριλαμβανομένων των εκλογικών νόμων, ενίσχυσαν αυτά τα χαρακτηριστικά των ΟΤΑ και αποδυνάμωσαν όσα σχετίζονταν με τις δυνατότητες κοινωνικής συμμετοχής, ελέγχου και βέβαια με το αίτημα της Δημοκρατίας.

Δεν είναι μόνο οι αλλαγές του θεσμικού πλαισίου. Οι ΟΤΑ και κυρίως οι περιφέρειες και οι μεγάλοι Δήμοι, όπως ήδη επισημάνθηκε, μετατράπηκαν σταδιακά σε υποδοχείς μεγάλων κεφαλαιακών ροών, και έτσι ο έλεγχος τους πήρε κομβικές διαστάσεις μετατρέποντας τους ΟΤΑ σε πεδίο παρέμβασης και ανταγωνισμού μεγάλων επιχειρηματικών και οικονομικών συμφερόντων. Τα σημάδια της παρακμής που απορρέουν από αυτές τις εξελίξεις είναι ορατά  και όχι μόνο στις πόλεις κλειδιά της επιχειρηματικής παρέμβασης.

Την ίδια στιγμή οι ΟΤΑ αποτελούν μορφές οργάνωσης λαού σε τοπική βάση.  Η ύπαρξη σημαντικών τοπικών κινημάτων με διαφορετική θεματολογία (περιβαλλοντολογικά, ανεμογεννήτριες, ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία, πολιτιστικά, κατάσταση σχολείων και δημοτικών υποδομών έλλειψη ελεύθερων χώρων κλπ ) παίζουν ανασχετικό ρόλο στην προσπάθεια μετατροπής των ΟΤΑ σε Ανώνυμες Εταιρείες.

Η εγγύτητα αυτής του θεσμού των ΟΤΑ πρώτου βαθμού με τους κατοίκους είναι σημαντικός παράγοντας που επιδρά στους σχεδιασμούς και τις προθέσεις της τοπικής εξουσίας σε σχέση με άλλες κεντρικότερες. Το γεγονός αυτό επιτρέπει στους Δήμους να διατηρούν, παρά τους σχεδιασμούς, μια μορφή «αυτονόμησης» συγκριτικά με την κεντρική εξουσία. Από αυτή την αυτονόμηση προκύπτει κατ΄ επέκταση ένα ευνοϊκό περιβάλλον παρέμβασης.  Οι Δήμοι κυρίως των μεσαίων και πιο μικρών πόλεων και οι διοικήσεις τους, ακόμα και από τους πιο συντηρητικούς – αντιδραστικούς κύκλους, δεν έχουν καταφέρει ακόμα να «αυτονομηθούν» πλήρως από τους πολίτες τους. Ακόμα και στους πολύ μεγάλους Δήμους η λειτουργία «τοπικών συμβουλίων» παρότι αποδυναμωμένων βρίσκονται σε μια ορισμένη συνάφεια με τις γειτονιές και την τοπική κοινωνία. Οι κοινωνικές σχέσεις σε αυτές τις περιστάσεις, οι γνωριμίες, οι δυνατότητες πιο απρόσκοπτης επαφής με τους τοπικούς άρχοντες δημιουργούν ειδικούς όρους που επιτρέπει στους πολίτες να ασκούν επιρροή και να διατηρούν σημαντικές δυνατότητες διαμεσολάβησης στις τοπικές διοικήσεις. Την ίδια στιγμή η άμεση επαφή  και η γνώση των «μικρών» τοπικών προβλημάτων  δημιουργούν καλύτερους όρους ενασχόλησης και συμμετοχής των δημοτών.

Οι τάσεις αυτές έχουν την ρίζα του όχι μόνο στις μορφές κράτους και στον τρόπο χωρισμού σε δήμους, νομούς, περιφέρειες, αλλά αντανακλούν σε έναν βαθμό και αγώνες και μορφές συμμετοχής με ιστορικές καταβολές (από τα κοινά, τις κοινότητες κλπ) ως τις πιο σύγχρονες..

Τα δεδομένα αυτά, αναπτυγμένα σε διαφορετικούς βαθμούς κατά πόλη και περιοχή επιτρέπουν να ειδωθεί η παρέμβαση στους ΟΤΑ υπό ένα διαφορετικό πρίσμα.

Παρά τις δυσκολίες της περιόδου η παρέμβαση στην αυτοδιοίκηση με μια οπτική που αντιλαμβάνεται τα τοπικά προβλήματα και την τοπική κοινωνία σαν μια αδιάσπαστη ενότητα και αναδεικνύει την σημασία της δημοκρατίας και της συμμετοχής ως κρίσιμο στοιχείο της παρέμβασης συνεχίζει να προσφέρει δυνατότητες και να έχει ενδιαφέρον.

Με αυτή την έννοια δημοτική παρέμβαση δεν είναι απλά η ανάδειξη τοπικών προβλημάτων και οι προσπάθειες επίλυσης τους. Ο Δήμος είναι περισσότερο ή μπορεί να αποτελέσει το χώρο συνάντησης τοπικών προβλημάτων με τις γενικότερες ανάγκες της ύπαρξης της χώρας.  Σε τελική ανάλυση υπάρχει μια διασύνδεση του ζητήματος με αυτό που θα λέγαμε “Πολιτεία” και οργάνωσή της υπό άλλους όρους, όπου μορφές συμμετοχής και δημοκρατίας με συμμετοχή των πολιτών κι όχι απλά κατοίκων – ψηφοφόρων θα έδιναν άλλη διάσταση.

Η στάση της Αριστεράς 

Η Αριστερά δεν ασχολείται με αυτά τα θέματα. Αδιαφορεί, τα εμπαίζει.

Το ΚΚΕ αντιλαμβάνεται την παρέμβαση στους ΟΤΑ ως «συμπλήρωμα» και υποπροϊόν της κεντρικής του πολιτικής παρέμβασης. Διακηρύσσει ότι «δεν υπάρχουν τοπικά προβλήματα μόνο κεντρικά προβλήματα με τοπική έκφραση». Αρκείται σε μια πολιτικά ανώδυνη και γενικόλογη  «αντικαπιταλιστική» κριτική παραπέμποντας τις όποιες λύσεις στα τοπικά προβλήματα στο μέλλον «όταν επιλυθεί το πρόβλημα της κεντρικής διακυβέρνησης της χώρας».

Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει προσχωρήσει πλήρως στην αστική πολιτική για το θεσμό. Με το νομοθετικό του έργο συνέβαλε καθοριστικά στον εκφυλισμό των δυνατότητων του θεσμού. Η σημερινή πολιτική ανάδειξης υποψηφιοτήτων υπακούει περισσότερο στη λογική εκλογικής διάσωσης και δημιουργίας εντυπώσεων μπροστά στη μάχη της διαδοχής. Οι τοπικές του οργανώσεις πλήρως αποδυναμωμένες αδυνατούν, πέρα από υποκριτικές φωνές, είναι στενά συνδεδεμένες με τα κυβερνητικό έργο του παρελθόντος και σήμερα με τα κέντρα κομματικής δύναμης. Σε κάθε περίσταση αδυνατούν να αντιληφθούν ή να υπηρετήσουν μια διαφορετική πορεία για το θεσμό

Από την πλευρά της οι υπόλοιπες δυνάμεις και σχήματα της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς αντιλαμβάνονται τους ΟΤΑ ως χώρους έκφρασης ενός ανύπαρκτου αντικαπιταλιστικού κινήματος. Διαθέτουν μικρή γείωση με τις τοπικές κοινωνίες και προβλήματα και ουσιαστικά αδιαφορούν για αυτό. Αρκούνται σε μια εκλογική καταγραφή  και σήμερα καταφέρνουν να παρουσιάσουν ένα ενωτικό σχήμα που παραμένει δέσμιο μικροπολιτικών αντιπαραθέσεων των συνιστωσών του και εγκλωβισμένο στις ιδεολογικές προκαταλήψεις του χώρου .

Δυστυχώς δεν φαίνεται να προκύπτει προοπτική εξόδου από το σημερινό τέλμα.

Υπάρχει διέξοδος και που πρέπει να αναζητηθεί; 

Δεν χωρά αμφιβολία ότι το κλίμα είναι δυσμενές. Σφραγίζεται από την οπισθοχώρηση του λαϊκού παράγοντα και τις χαμηλές προσδοκίες των πολιτών/ δημοτών. Καθορίζεται αρνητικά από το θεσμικό πλαίσιο της λειτουργίας των ΟΤΑ  που συρρικνώνει σημαντικά τις όποιες δυνατότητες του θεσμού και δυσκολεύει τις προσπάθειες ενδυνάμωσης μιας νέας συνείδησης και μιας νέας κοινωνικής συμμετοχής.

Την ίδια στιγμή η ύπαρξη τοπικών κινημάτων και πολύμορφων προσπαθειών σε πολλές γωνιές της χώρας, ανθρώπων και συλλογικοτήτων που αγαπούν και μοχθούν για την τοπική αυτοδιοίκηση και τα εσωτερικά κενά και αντιφάσεις που σχετίζονται με τις σχέσεις τοπικής – κεντρικής διοίκησης συνιστούν ευκαιρίες και κρύβουν δυνατότητες.

Όλα αυτά αποτελούν αφετηρίες, για όσους θέλουν, να αποκτηθούν δεσμοί και σχέσεις με τις κοινωνίες και να διαμορφωθούν, έστω και μικρές, περιφερειακές εστίες συμμετοχής, δράσης, συζήτησης.

Άλλωστε και η δική μας συλλογικότητα έχει σοβαρή εμπειρία από την συμμετοχή της σε αντίστοιχες προσπάθειες στο παρελθόν. Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Νίκαια, Πετρούπολη, Μεσολόγγι, Καστόρι Σπάρτης, Γαλάτσι…

Οι δυνατότητες  πολλαπλασιάζονται αν η παρέμβαση αυτή σχετίζεται ή γίνεται σε συνεργασία με δημοτικά σχήματα που εκπροσωπούνται σε δημοτικά συμβούλια και έχουν αυτή την οπτική παρέμβασης.  Αυστηρή προϋπόθεση παραμένει η συνεχής προσπάθεια απόκτησης επαφών , η γνώση των τοπικών προβλημάτων και η αναζήτηση λύσεων που εμπεριέχουν στοιχεία προγραμματικών κατευθύνσεων, η επαφή και συνεργασία με τοπικά κινήματα, η πρόταξη του αιτήματος της δημοκρατίας και της συμμετοχής.

Όλοι γνωρίζουμε ότι στις περισσότερες περιοχές της χώρας συνεχίζουν να υπάρχουν άνθρωποι και σχήματα που πονούν τον τόπο τους και ασχολούνται με την αυτοδιοίκηση. Άνθρωποι και σχήματα με σημαντική προσφορά, με σημαντική εμπειρία σε στενή επαφή με τοπικές κινήσεις, πρωτοβουλίες ή κινήματα.

Θα ήταν διαφορετική η εικόνα αν τα σχήματα αυτά έβρισκαν τρόπους να επικοινωνήσουν μεταξύ τους, να ανταλλάξουν εμπειρίες, να συντονίσουν την δράση τους.

Η αναζήτηση τέτοιων σχημάτων, η συμμετοχή μας σε αυτά, η αλληλογνωριμία και η αποκατάσταση σχέσεων αποτελεί κρίσιμο διακύβευμα, ίσως το μοναδικό, αυτών των εκλογών από την πλευρά μας και από την σκοπιά  των αναγκών και των συμφερόντων των απλών πολιτών.