Συνδέεται (και πώς) η μνήμη της εξέγερσης του 1973 με τα σημερινά πολιτικά, κοινωνικά και εθνικά επίδικα;
Το Πολυτεχνείο ήταν ένα συμβάν που άλλαξε την πορεία της χώρας. Η μεταπολίτευση, όποτε ερχόταν, θα ήταν πολύ διαφορετική χωρίς την εξέγερση του 1973. Κανείς από τον πολιτικό κόσμο της εποχής, τα κόμματα και τις οργανώσεις, δεν είχε στο μυαλό του μια εξέλιξη σαν του Πολυτεχνείου, κανείς δεν το «παρήγγειλε», δεν το σχεδίασε.
Το Πολυτεχνείο επηρέασε ολόκληρη την ελληνική κοινωνία και άλλαξε συνειδήσεις. Ήταν ο «τρόπος», η μορφή που εφευρέθηκε για να αποκτήσει φωνή ο αγωνιζόμενος κόσμος, να σπάσουν στεγανά και να ξεπεραστούν όρια, να εκφραστούν διαθέσεις και πόθοι του λαού. Απομόνωσε το χουντικό καθεστώς και τους νατοϊκούς προστάτες του. Συνετέλεσε, μαζί με την τραγωδία-προδοσία στην Κύπρο, σε μια εκτεταμένη ριζοσπαστικοποίηση που σημάδεψε τις εξελίξεις στα χρόνια μετά το 1973-74.
Το Πολυτεχνείο απέτρεψε την επαναφορά μιας «κανονικότητας». Αντίθετα, τηρουμένων των αναλογιών, η είσοδος στη «μεταμνημονιακή εποχή» με όρους ήττας και «αριστερής» διαχείρισης, οδήγησε στη σημερινή «κανονικότητα», στην ολική επαναφορά του πολιτικού συστήματος και της δικής του σικέ «πολιτικής γεωγραφίας».
Το 1973 οι φοιτητές άνοιξαν έναν δρόμο, κηρύσσοντας πολιτικό αγώνα ενάντια στη χούντα και τους Αμερικάνους, και φώτισαν από μια σκοπιά το πολιτικό πρόβλημα της εποχής τους. Ας αναρωτηθούμε: Σήμερα, κατά πόσο ο γιορτασμός του Πολυτεχνείου ακουμπά τα σύγχρονα προβλήματα της κοινωνίας και της χώρας ή δείχνει, έστω και αφηρημένα, οποιονδήποτε δρόμο για την επίλυσή τους;
Η απάντηση είναι αρνητική. Παρόλο που και σήμερα το Πολυτεχνείο εξακολουθεί να αποτελεί αναφορά για χιλιάδες ανθρώπους, ο καθιερωμένος τρόπος του γιορτασμού και της διαδήλωσης, ο πολιτικός λόγος και τα απαράλλαχτα συνθήματα, η μερική «αλήθεια» του κάθε μπλοκ, οι περιφρουρήσεις και οι «στρατοί» κάθε είδους, η γενική ατμόσφαιρα που επικρατεί, δεν έχουν κάτι επίκαιρο, φρέσκο και ελπιδοφόρο.
Έτσι, το Πολυτεχνείο μπαίνει σήμερα σε κάθε λογής «μουσεία», ακόμα κι από όσους φωνάζουν το αντίθετο. Πολύς θόρυβος, μεγάλα λόγια, κανένας ουσιαστικός προσανατολισμός. Και επειδή τίποτα δεν είναι ακριβώς «ουδέτερο», όλα τείνουν να αθροίζονται τελικά στον κεντροαριστερό «αντιδεξιό» πόλο και μέσω αυτού να ενσωματώνονται στον συστημικό διπολισμό.
Το οξυμένο κοινωνικό ζήτημα και η διαπλοκή του με το εθνικό, το πολιτικό σύστημα ως όργανο καταβύθισης, η μεταδημοκρατία και ο «μεταμοντέρνος» διαλυτισμός, οι γεωπολιτικές αναστατώσεις και απειλές, ο τούρκικος επεκτατισμός ως εχθρός των λαών της περιοχής και της χώρας, το προσφυγικό ως συνολικό ζήτημα και εργαλείο γεωπολιτικής. Αυτά συνθέτουν ένα συνολικό πλέγμα ζητημάτων και απαιτούν αντίστοιχες πολιτικές διεξόδου. Πόσο απασχολούν;
Ο τρόπος με τον οποίο ασκείται η πολιτική σε επίσημους και «ανεπίσημους» χώρους, και ο γενικευμένος αποπροσανατολισμός που κυριαρχεί, συσκοτίζουν την ανάγνωση της σημερινής πραγματικότητας αλλά και την υπέρβασή της. Ο τρόπος για να εκφραστούν οι σημερινές διαθέσεις και ανάγκες αναζητείται ξεπερνώντας αυτά τα όρια. Ο αγώνας πράγματι συνεχίζεται, είναι αγώνας για κοινωνική χειραφέτηση, για εθνική και πανανθρώπινη ελευθερία.