Τυνησία, μια ακόμη υποδειγματική “δημοκρατία”, του Ερρίκου Φινάλη

Μεθαύριο θα πραγματοποιηθούν προεδρικές εκλογές στην Τυνησία – μια χώρα 11 εκατομμυρίων κατοίκων λίγο μεγαλύτερη σε έκταση από την Ελλάδα, που βρίσκεται στο βορειότερο άκρο της Αφρικής, μεταξύ Αλγερίας και Λιβύης. Η Τυνησία, πρώην γαλλική αποικία, κέρδισε την ανεξαρτησία της το 1956. Και έκτοτε γνώρισε μόνο δύο προέδρους: τον Μπουργκίμπα και τον Μπεν Αλί. Ο δεύτερος ήταν στρατηγός και υπουργός του Μπουργκίμπα, αλλά το 1987 έκανε το λεγόμενο “ιατρικό πραξικόπημα”: έβαλε γιατρούς να εξετάσουν τον Μπουργκίμπα και να αποφανθούν ότι πρέπει να… ξεκουραστεί. Έκτοτε τον διαδέχθηκε με τις ευλογίες των ΗΠΑ, της Γαλλίας και της ΕΕ – ο Σαρκοζί πρόπερσι χαιρέτισε τη “δημοκρατική πορεία” του Μπεν Αλί, ενώ και ο Μπερλουσκόνι τον αποκάλεσε “δημοκράτη φίλο”. Τόσο δημοκράτης που τις τελευταίες εκλογές του 2004 τις κέρδισε με… 95,5%!

Η Δύση κάνει τα στραβά μάτια μπροστά στη γενικευμένη καταστολή και στις χιλιάδες των πολιτικών κρατουμένων, όπως και την απαγόρευση οιουδήποτε κόμματος τολμήσει να ασκήσει κριτική στον Μπεν Αλί – τον “πιστό σύμμαχο” που ακολουθεί αδιαμαρτύρητα τη γραμμή των ΗΠΑ και της ΕΕ και επιτρέπει στις αμερικάνικες και ευρωπαϊκές πολυεθνικές να αλωνίζουν στην Τυνησία. Ο ίδιος ο Μπεν Αλί, που ξεκίνησε από αξιωματικός, έχει σήμερα προσωπική περιουσία που ανέρχεται σε 5 δισεκατομμύρια δολάρια (ενώ το ετήσιο κατακεφαλήν ΑΕΠ των υπηκόων του ανέρχεται σε 2.599 ευρώ…), και η σύζυγός του μεταξύ άλλων κατέχει τη μοναδική ιδιωτική αεροπορική εταιρία και το μοναδικό ιδιωτικό ραδιοτηλεοπτικό σταθμό της χώρας. Το πιο απίθανο είναι ότι το 2002 η “συνταγματική μεταρρύθμιση”, που χαιρετίστηκε από την Ουάσιγκτον και τις Βρυξέλλες ως “βήμα εκδημοκρατισμού”, περιλάμβανε ισόβια ασυλία για τον Μπεν Αλί και ολόκληρη την οικογένειά του!

Διαφθορά και καταστολή αποτελούν, λοιπόν, σήμα κατατεθέν της “δημοκρατίας” της Τυνησίας, ήδη από την εποχή της ανεξαρτησίας. Τα θύματα της χούντας μετριούνται σε χιλιάδες, ιδίως από το 1978, οπότε πνίγηκε στο αίμα η πρώτη γενική απεργία, έως την πρόσφατη εξέγερση των μεταλλωρύχων στην επαρχία Γκάφσα: ο επίσημος απολογισμός μιλά για 6 νεκρούς και 42 βαριά τραυματίες από τα πυρά της αστυνομίας, και πάνω από 200 καταδικασμένους σε πολύχρονες ποινές για “ανατρεπτική δραστηριότητα”. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο Χαμά Χαμάμι (βλέπε φωτό), γενικός γραμματέας του εκτός νόμου Κ.Κ. Τυνήσιων Εργατών (PCOT), έχει περάσει 10 χρόνια στην παρανομία κι άλλα 10 στη φυλακή, ενώ μια ακόμη οργάνωση μαρξιστικής-λενινιστικής καταγωγής, το Δημοκρατικό Πατριωτικό Κόμμα Εργασίας (PTPD), καθημερινά αντιμετωπίζει διώξεις και φυλακίσεις.

Ο Χαμά Χαμάμι μίλησε στις 25/9 στο αραβικό τηλεοπτικό κανάλι Αλ Τζαζίρα, καταγγέλλοντας την κοροϊδία των “εκλογών” και καλώντας σε μποϊκοτάζ – για να προπηλακιστεί βίαια, τόσο αυτός όσο και η γυναίκα του, από δεκάδες ένστολους αστυνομικούς. Υπενθύμισε ότι η χώρα λεηλατείται από το στενό περιβάλλον του ισόβιου προέδρου Μπεν Αλί και από 3.000 δυτικές εταιρίες, τη στιγμή που η συντριπτική πλειοψηφία στενάζει ακόμα περισσότερο λόγω της κρίσης. “Ο Μπεν Αλί και η κλίκα του απολαμβάνουν την προστασία των ΗΠΑ, της Γαλλίας, της Ιταλίας και των υπόλοιπων δυτικών κυβερνήσεων, κι όλοι αυτοί δεν θέλουν τη δημοκρατία ώστε να συνεχίσουν να καταληστεύουν το λαό μας”, τόνισε ο παλαίμαχος κομμουνιστής ηγέτης, ενώ κάλεσε τη διεθνή κοινή γνώμη να απαιτήσει την απελευθέρωση των χιλιάδων συνδικαλιστών, δημοκρατών και νεολαίων που σαπίζουν στις φυλακές. Πάντως το καθεστώς και οι υψηλοί προστάτες του δεν φαίνεται να ανησυχούν: τα διεθνή ΜΜΕ φροντίζουν να μην ακούγεται τίποτα αρνητικό για την “πλέον υποδειγματική δημοκρατία της Βόρειας Αφρικής”.

Ερρίκος Φινάλης