ΔΙΚΤΥΟ ΚΡΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΔΡΑΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ, τεύχος 6, Φεβρουάριος-Μάρτιος 2009

Image

Ελεύθερη πρόσβαση ή φίλτρο στο 2ο έτος;

Πολλά κόμματα και φορείς φαίνεται να υιοθετούν τη θέση για κάποιου τύπου “ελεύθερη” πρόσβαση στο 1ο έτος στην ανώτατη εκπαίδευση και μετά το ξεκαθάρισμα να γίνεται στο 2ο. Σαν πλεονέκτημα αυτής της θέσης προβάλλεται ότι έτσι θα ξεμπερδεύει το Λύκειο από την εισαγωγή στην τριτοβάθμια και θα ξαναβρεί το χαμένο του ρόλο. Η θέση αυτή προβάλλεται και από δυνάμεις της Αριστεράς.

Παραθέτουμε αποσπάσματα από κείμενο κριτικής που κατέθεσε ο Θοδωρής Αζούδης, εκπαιδευτικός και μέλος του συντονιστικού ΣΥΡΙΖΑ Θεσσαλονίκης, στη θεματική επιτροπή παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ:

“…Είναι ανάγκη η διαμόρφωση ενός κειμένου της θεματικής παιδείας για το σημαντικό θέμα της πρόσβασης[…]

Άξονες ενός τέτοιου κειμένου μπορεί να είναι:

Α. Η σύνδεση του ζητήματος της πρόσβασης, αφενός, με τα αξιακά και στρατηγικά του χαρακτηριστικά και, αφετέρου, με τα προαπαιτούμενά του σε ό,τι αφορά το σύνολο των παρεμβάσεων στη δομή, τη διοίκηση και στο περιεχόμενο όλων των εκπαιδευτικών βαθμίδων. Η ανάδειξη, δηλάδή, του χαρακτήρα του όχι ως αιτήματος τακτικού και συνδιαχειριστικού, αλλά ως αιτήματος που απαιτεί μια συνολικά διαφορετική οργάνωση της παιδείας και της παραγωγής, δηλαδή ένα διαφορετικό κοινωνικό καταμερισμό εργασίας.

Β. Η κριτική μας τοποθέτηση σε όσες προτάσεις περί ελεύθερης πρόσβασης προέρχονται από κέντρα του δικομματισμού και της αστικής συνδιαχείρισης, συνδεδεμένες με το ήδη διαμορφωμένο πλαίσιο της ασκούμενης πολιτικής (εθνικής και διεθνικής).

Γ. Η πολιτική μας τοποθέτηση στο μείζον θέμα του διαλόγου που επιχειρεί η κυβέρνηση […].

Ε. Τα όσα κατακτήσαμε πρόσφατα, καταγραφόμενοι ως δύναμη που συμπορεύεται με το κίνημα, τολμάει να αντιτίθεται στην επιχειρούμενη αστική νομιμότητα και να διαμορφώνει ένα πολιτικό πρόσωπο διακριτό από τους δύο πόλους του δικομματισμού, όχι μόνο δεν είναι διαπραγματεύσιμα, αλλά πρέπει με σαφήνεια να μας καθοδηγήσουν στη διαμόρφωση θέσεων που θα βρίσκονται σε πλήρη αντιστοιχία μαζί τους. […]

Σε ό,τι αφορά την πρόταση που καταθέτει ο ΣΥΝ, προκύπτει και από την προηγούμενη τοποθέτησή μου η άποψη ότι δεν μπορεί να αποτελέσει κοινή τοποθέτηση του ΣΥΡΙΖΑ, και αυτό πιο συγκεκριμένα για τους επιπλέον λόγους:

Α. Από τη στιγμή που τα ΑΕΙ αποφασίζουν για το numerus clausus των δευτεροετών έστω φοιτητών –”Ο αριθμός εισακτέων στο δεύτερο έτος των τμημάτων ΑΕΙ εξαρτάται από τις δυνατότητές τους σε υποδομές και προσωπικό. Τα Τμήματα ΑΕΙ ορίζουν, πριν από τη λήξη του χειμερινού εξαμήνου, τον αριθμό των εισακτέων για το επόμενο ακαδημαϊκό έτος”?–μετατίθεται απλώς σ’ ένα επόμενο στάδιο η κατανεμητική λειτουργία της εκπαίδευσης και οι κοινωνικοί φραγμοί.

Β. Έχει διαπιστωθεί από όλους σχεδόν τους εμπλεκόμενους παράγοντες ότι το μόνο θετικό του συστήματος των πανελλαδικών εξετάσεων ήταν ο αδιάβλητος χαρακτήρας τους (και όχι η αξιοκρατία). Το πλεονέκτημα αυτό, καθόλου ουδέτερο, αλλά βαθιά κοινωνικό και ταξικό, χάνεται από τη στιγμή που ανατίθεται σε φορέα ο οποίος έχει δώσει εκτεταμένα δείγματα γραφής, που πείθουν για τη διάβρωσή του, την ημετεροκρατία και τον κομματισμό.

Γ. Η υλοποίηση της πρότασης συνεπάγεται τη δημιουργία σχολών δύο ταχυτήτων, κλειστού και ανοιχτού αριθμού εισακτέων – “Ο αριθμός εισακτέων στο δεύτερο έτος των τμημάτων ΑΕΙ εξαρτάται από τις δυνατότητές τους σε υποδομές και προσωπικό”1.

Δ. Η αποσύνδεση του πτυχίου από τα επαγγελματικά δικαιώματα και την εργασιακή προοπτική είναι εντελώς αντίθετη με τη λογική μας, όπως αυτή κατατίθεται στο τετρασέλιδο.

Ε. Ρευστοποιώντας τις τετραετείς σπουδές –”Συγκεκριμένα, προτείνουμε την ελεύθερη πρόσβαση στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση με την δημιουργία κοινών ανά γνωστικό πεδίο προγραμμάτων πρώτου έτους σπουδών, που αναπτύσσονται σε εθνικό δίκτυο και υποστηρίζονται από τα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ της χώρας”²–διακινδυνεύει την υλοποίηση της Μπολόνια (πιστωτικές μονάδες, τριετείς σπουδές, λογική κατάρτισης) και τη σύμπλευσή μας με τις προτάσεις του ΠΑΣΟΚ.

ΣΤ. Η παραπαιδεία δεν αντιμετωπίζεται, αλλά μετατίθεται από το Λύκειο στο πανεπιστήμιο, με αποτέλεσμα τη γιγάντωση των ήδη λειτουργούντων πανεπιστημιακών φροντιστηρίων.

Ζ. Με δεδομένο τον προϋπολογισμό για την εκπαίδευση και τις υπάρχουσες υποδομές, διακινδυνεύει την υποβάθμιση των ΑΕΙ.

Η. Μετά το πρώτο κατοχυρωμένο έτος σπουδών στη σχολή προτίμησης –”Η επιτυχής φοίτηση σε αυτό το πρώτο έτος Ανώτατης Εκπαίδευσης υπολογίζεται στην ελάχιστη προβλεπόμενη διάρκεια για την απόκτηση πτυχίου Πανεπιστημίου ή ΤΕΙ”²– και την αδυναμία εισόδου στο δεύτερο, θα γεμίζουν τα κολέγια με φοιτητές, βορά στην ελεύθερη αγορά, που θα υπολείπονται πια μόνο τρία έτη από το πτυχίο που επέλεξαν.

Θ. Δεν αντιμετωπίζει τα ιδεολογήματα της αξιοκρατίας και της ανταγωνιστικότητας. Αυτή καθαυτή η επιλογή της πρώτης προτίμησης –”Όλοι ανεξαίρετα οι απόφοιτοι του Λυκείου, ανεξάρτητα από το βαθμό του απολυτηρίου τους και το έτος αποφοίτησής τους, έχουν δικαίωμα εγγραφής στο πρώτο έτος ανώτατης εκπαίδευσης του γνωστικού πεδίου της προτίμησής τους”²– είναι βαθιά ταξική και συμπυκνώνει την κατανεμητική λειτουργία των δύο προηγούμενων εκπαιδευτικών βαθμίδων.

Ι. Διατηρείται η βαθύτατα ταξική διάκριση σε πανεπιστημιακή και επαγγελματική-μεταλυκειακή εκπαίδευση, ΑΕΙ και ΤΕΙ, αναπαράγοντας έτσι τον αστικό κοινωνικό καταμερισμό εργασίας.

Συμπερασματικά, η πρόταση του ΣΥΝ, ενώ δεν προωθεί κανένα από τα στρατηγικά ζητούμενα της ριζοσπαστικής Αριστεράς, όπως αυτά αναλύονται στο τετρασέλιδο και τα 10 σημεία (καταπολέμηση κοινωνικών φραγμών, διάκριση σε χειρωνακτική-πνευματική εργασία, διευθύνοντες και διευθυνόμενους, εκπαίδευση και έρευνα για τις ανάγκες της εργασίας, πρότυπο πολυδιάστατου πολίτη), αντίθετα υποτιμώντας το κατεξοχήν θέμα των κοινωνικών και πολιτικών συσχετισμών –”Τη θέση αυτή ο ΣΥΝ εξακολουθεί με ακόμη μεγαλύτερη βεβαιότητανα προτείνει στην ελληνική κοινωνία, επειδή θεωρεί ότι αποτελεί έναν εφικτό στόχο”²– διακινδυνεύει να μας εγγράψει ως συνδιαχειριστές της κρίσης.

Εξάλλου, η δημόσια εκφώνηση μιας τέτοιας τοποθέτησης, ανεξάρτητα από προθέσεις και πρόνοιες, μας συγκαταλέγει στις δυνάμεις του διαλόγου, με αποτέλεσμα τη ρευστοποίηση των κατακτήσεών μας κατά την προηγούμενη περίοδο, που ήταν βασικά δύο: η εμπέδωση μιας αντισυστημικής-κινηματικής ταυτότητας και η διακριτότητά μας από τους δύο πόλους του δικομματισμού, τόσο στο επίπεδο του προγράμματος όσο και κύρια στο καθημερινό πεδίο της κοινωνικής διαπάλης. […]

Θοδωρής Αζούδης, εκπαιδευτικός

(1) “Ελεύθερη πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση” του Νίκου Θεοτοκά

(2) 26/02/2007 “Προτάσεις για την ελεύθερη πρόσβαση στα πανεπιστήμια και την κατάργηση των πανελλαδικών εξετάσεων” ιστοσελίδα ΣΥΝ