Το Καταστατικό της ΚΟΕ

Α. Καταστατικές Αρχές

Β. Βασικές Έννοιες Λειτουργίας

Α. Καταστατικές αρχές

  1. Η δομή
    1. Τα όργανα

i. Το Συνέδριο, η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη

Το συνέδριο και οι πανελλαδικές συνδιασκέψεις είναι τα ανώτατα καθοδηγητικά όργανα για όλη την οργάνωση. Αυτά τα σώματα συγκαλούνται από το Καθοδηγητικό Όργανο (ΚΟ) με ορισμένη θεματολογία σε καθορισμένο χρονικό διάστημα. Γενικά, τα ανώτατα αυτά όργανα συγκαλούνται σε χρονικά διαστήματα μεγαλύτερα των δύο χρόνων, εκτός και αν συντρέχουν σοβαροί πολιτικοί και οργανωτικοί λόγοι. Ο αριθμός των αντιπροσώπων και ο τρόπος εκλογής τους καθορίζονται από το ΚΟ. Τα μέλη του ΚΟ και της Κεντρικής Επιτροπής Ελέγχου (ΚΕΕ) που δεν έχουν εκλεγεί αντιπρόσωποι παίρνουν μέρος στο σώμα χωρίς δικαίωμα ψήφου. Το πανελλαδικό σώμα:

1. Κρίνει τον απολογισμό του ΚΟ.

2. Αποφασίζει την πολιτική γραμμή, την τακτική και την οργανωτική πολιτική της οργάνωσης.

3. Ψηφίζει ή τροποποιεί καταστατικές αρχές και τρόπους λειτουργίας της οργάνωσης.

4. Ελέγχει το ΚΟ, την ΚΕΕ και τα άλλα καθοδηγητικά όργανα. Οι αποφάσεις του συνεδρίου αποτελούν απόφαση της οργάνωσης υποχρεωτική για όλα τα τμήματα και τα μέλη. Ενάντια στο κύρος τους δεν μπορεί να προβληθεί από κανέναν και με κανένα πρόσχημα καμιά αμφισβήτηση. Οι αποφάσεις μπορούν να ακυρωθούν ή να τροποποιηθούν σε επόμενο συνέδριο.

ii. Το Καθοδηγητικό Όργανο (ΚΟ)

Το Καθοδηγητικό Όργανο καθοδηγεί όλη την ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική δουλειά της οργάνωσης. Εκλέγεται σε συνέδρια ή πανελλαδικά σώματα. Έχει το δικαίωμα πρόσληψης νέων μελών χωρίς να έχουν εκλεγεί και αιτιολογεί την απόφασή του στα ανώτατα όργανα όποτε αυτά συνέλθουν. Σε κάθε ολομέλειά του ελέγχει και αποφασίζει πάνω στη δουλειά της πολιτικής γραμματείας, του γραμματέα και του οργανωτικού γραμματέα. Αποφασίζει και λειτουργεί βοηθητικές πολιτικές και οργανωτικές επιτροπές του.

Αποφασίζει και τοποθετεί τον υπεύθυνο της εφημερίδας καθώς και τους υποψήφιους για δημόσιες αιρετές θέσεις της χώρας. Καθοδηγεί, ελέγχει και αποφασίζει για την οικονομική δουλειά και την περιουσία της οργάνωσης. Εκλέγει πολιτική γραμματεία, γραμματέα και οργανωτικό γραμματέα.

Η πολιτική γραμματεία καθοδηγεί το ΚΟ, ενημερώνει και συνεργάζεται με τα μέλη του στο χρονικό διάστημα ανάμεσα στις ολομέλειές του. Είναι υπεύθυνη για τη σύγκληση της ολομέλειας του ΚΟ μέσα σε χρονικό διάστημα το πολύ 90 ημερών. Ο γραμματέας του ΚΟ συγκαλεί και καθοδηγεί την πολιτική γραμματεία και ελέγχεται από αυτή. Στις περιπτώσεις που είναι αδύνατη η σύγκληση της πολιτικής γραμματείας και στο χρονικό διάστημα μεταξύ των συνεδριάσεών της, έχει απόλυτη πρωτοβουλία έκφρασης και δράσης, για τα οποία κρίνεται από την πολιτική γραμματεία και το ΚΟ, αν αυτό είναι απαραίτητο.

Ο οργανωτικός γραμματέας είναι υπεύθυνος για τα οργανωτικά εντός του ΚΟ και της οργάνωσης, καθώς και για την προώθηση και έλεγχο της οργανωτικής πολιτικής και ανάπτυξης της οργάνωσης. Ελέγχεται από το ΚΟ, όπου απολογίζει και τη δουλειά του. Τα μέλη του ΚΟ πρέπει να έχουν τουλάχιστον 5 χρόνια κομματική ηλικία.

iii. Η Κεντρική Επιτροπή Ελέγχου (ΚΕΕ)

Η Κεντρική Επιτροπή Ελέγχου είναι μια ολιγομελής επιτροπή που ασκεί έλεγχο για πολιτικά και οργανωτικά παραπτώματα, καθώς επίσης για την οικονομική διαχείριση και την περιουσία της οργάνωσης, πάνω στο σύνολο του ΚΟ αλλά και της οργάνωσης.

Στην ΚΕΕ είναι δυνατό να απευθυνθεί με οποιονδήποτε τρόπο κάθε μέλος της οργάνωσης, τοποθετώντας τα προβλήματα-παραπτώματα που αφορούν την οργάνωσή του. Στην ΚΕΕ έρχονται όλες οι υποθέσεις που αφορούν πάσης φύσεως παραβάσεις καταστατικού και πολιτικής λειτουργίας, πολιτικά παραπτώματα, αλλά και συστάσεις γύρω από τρόπους συμπεριφοράς και τρόπους ζωής για όλα τα μέλη της οργάνωσης. Αυτή εξετάζει αυτά τα ζητήματα με όποιον τρόπο επιλέξει, αποφασίζει και προτείνει στα καθοδηγητικά όργανα μέτρα για την κάθε υπόθεση, ελέγχει και επανεξετάζει την εν γένει συμπεριφορά των στελεχών ή μελών που απέναντί τους έχουν παρθεί μέτρα, και εισηγείται αντίστοιχα προς τα καθοδηγητικά όργανα. Τα μέλη της ΚΕΕ πρέπει να έχουν τουλάχιστον 10 χρόνια κομματική ηλικία.

iv. Τα Κεντρικά Καθοδηγητικά Γραφεία

Τα γραφεία πόλης ή περιφερειών καθοδηγούν την πολιτική και οργανωτική δουλειά των αντίστοιχων οργανώσεών τους. Εκλέγονται τουλάχιστον κάθε δύο χρόνια στη σύσκεψη πόλης ή περιφέρειας που αποφασίζει για τον πολιτικό και οργανωτικό προγραμματισμό της οργάνωσης. Το πανελλαδικό γραφείο εργαζομένων είναι υπεύθυνο για τον πολιτικό και συνδικαλιστικό προσανατολισμό στους χώρους των εργαζομένων. Εκλέγεται από σύσκεψη που πραγματοποιείται τουλάχιστον κάθε τρία χρόνια και που αποφασίζει τις κεντρικές πολιτικές κατευθύνσεις. Η καθοδηγητική ευθύνη του οργάνου ανήκει στο ΚΟ.

Το πανελλαδικό γραφείο σπουδάζουσας νεολαίας είναι υπεύθυνο για τον πολιτικό προσανατολισμό και τις κατευθύνσεις για το χώρο της σπουδάζουσας νεολαίας. Εκλέγεται από σύσκεψη, συνέρχεται και αποφασίζει τουλάχιστον τρεις φορές το χρόνο και οι αποφάσεις του εγκρίνονται από το ΚΟ.

v. Η εφημερίδα Αριστερά!

Η εφημερίδα Αριστερά! είναι το κεντρικό όπλο της οργάνωσής μας. Είναι το σημαντικότερο άψυχο εργαλείο για την εξάπλωση των ιδεών και της πολιτικής της οργάνωσης. Ελέγχεται από το ΚΟ μέσω του υπευθύνου της. Η συντακτική ομάδα αποτελείται από μέλη της οργάνωσης, καθώς και από συναγωνιστές που έχουν τις ικανότητες και επιθυμούν η Αριστερά! να γίνει πιο δυνατή, πιο πλατιά, πιο μαζική, να γίνει μια πραγματικά αριστερή και μάχιμη εφημερίδα.

 

  1.  
    1. Οργανώσεις – Πυρήνες

i. Οργάνωση Πόλης και Περιφέρειας

Οι οργανώσεις πόλης και περιφέρειας είναι το ενδιάμεσο πολιτικό-οργανωτικό επίπεδο της οργάνωσης. Αυτές οι οργανώσεις εκλέγουν καθοδηγητικό γραφείο και προγραμματίζουν τη δράση τους εξειδικεύοντας και εμπλουτίζοντας τις κεντρικές πολιτικές κατευθύνσεις και τακτικές της οργάνωσης (αποφάσεις σωμάτων, ΚΟ) μέσα από συσκέψεις που πραγματοποιούνται τουλάχιστον κάθε δύο χρόνια.

ii. Οργάνωση Βάσης

Η οργάνωση βάσης (ΟΒ) είναι η ψυχή της οργάνωσης. Αποτελείται από τουλάχιστον 2 πυρήνες το πολύ των 6 μελών και καθοδηγείται από ολιγομελές γραφείο, το οποίο εκλέγεται στη Γενική Συνέλευση της ΟΒ. Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να σχηματιστεί κι από έναν πυρήνα. Το γραφείο έχει διάρκεια ενός χρόνου, εκλέγει γραμματέα και μέσα σε αυτό ενεργοποιείται ένας τουλάχιστον οργανωτικός υπεύθυνος (ΟΥΠ) και ένας οικονομικός υπεύθυνος. Η ύπαρξη του οργανωτικού και οικονομικού υπεύθυνου είναι απαραίτητη σαν διακριτοί και υπεύθυνοι ρόλοι μέσα στην ΟΒ και το γραφείο της. Η εκλογή του γραφείου της ΟΒ επικυρώνεται από το γραφείο πόλης. Σε περίπτωση αντίθεσης, το θέμα παραπέμπεται στο ΚΟ (οργανωτικό γραμματέα) και στην ΚΕΕ, αν είναι απαραίτητο.

Οι οργανώσεις αυτές (ΟΒ) λειτουργούν και δραστηριοποιούνται στις συνοικίες, στις γειτονιές, στους κλάδους εργαζομένων ή σε καθορισμένα από την οργάνωση σύνολα εργαζομένων ή νεολαίας. Οι ΟΒ συνδέουν την οργάνωση απευθείας με τους εργαζόμενους, τη νεολαία, την εργατική τάξη, το λαό. Τα καθήκοντά τους είναι:

1. Η μελέτη και επεξεργασία για την προβολή της πολιτικής γραμμής με τον πιο μαζικό, λαϊκό και προσιτό τρόπο και την πιο άμεση μορφή έκφρασης μέσα στις εργαζόμενες μάζες και τη νεολαία. Η πλατιά και μαζική προώθηση των ιδεών του κομμουνισμού, η αντιπαράθεση με την ιδεολογία του κεφάλαιου και των κοινωνικών σχέσεων που αυτό δημιουργεί και επιβάλλει με την ιδεολογία και τον πολιτισμό του καπιταλισμού.

2. Η οργανωτική αύξηση των δυνάμεων της οργάνωσης (ΟΒ). Η δημιουργία νέων πυρήνων και η συνολική ανάπτυξη της οργάνωσης. Η φροντίδα για την πολιτική και κομμουνιστική διαπαιδαγώγηση, για την ουσιαστική ενσωμάτωση των νέων μελών.

3. Η δημιουργία και λειτουργία πλατιών και στενών συλλογικών συμμετοχικών σχημάτων που προωθούν την ενεργοποίηση του λαού και αυξάνουν τη φωνή και τη δύναμη της οργάνωσης. Η ανάπτυξη της βοήθειας των προοδευτικών ανθρώπων στην υπόθεσή μας.

4. Η καθημερινή φροντίδα και η ανάπτυξη ενδιαφέροντος για τη μόρφωση πάνω στα ζητήματα της κομμουνιστικής κοσμοαντίληψής μας. Το προχώρημα, το βάθεμα και η ανάπτυξη της διαπαιδαγώγησης, ιδιαίτερα στη νεολαία, αλλά και στην υπόλοιπη οργάνωση.

5. Ο απολογισμός της δραστηριότητας και η εξαγωγή συμπερασμάτων από όλη την εμπειρία της πολιτικής και οργανωτικής πρακτικής της ΟΒ, η διόρθωση λαθών και η κάλυψη ελλείψεων και αδυναμιών.

Ανώτατο όργανο της ΟΒ είναι η Γενική Συνέλευση. Εκεί συζητιούνται και αποφασίζονται τα ζητήματα της πολιτικής γραμμής και τακτικής. Η ΟΒ συνεδριάζει ανά 15νθήμερο ή το πολύ ανά μήνα. Απολογισμός και κριτική πάνω σε αυτά τα ζητήματα συνολικά γίνεται τουλάχιστον 4 φορές το χρόνο μέσα σε Γενική Συνέλευση.

iii. Πυρήνας

Οι πυρήνες της ΟΒ είναι τα κύτταρα της οργάνωσης. Δημιουργούνται από 3 τουλάχιστον μέλη και δεν ξεπερνούν τα 6. Λειτουργούν με έναν πολιτικοοργανωτικό υπεύθυνο. Οι πυρήνες μεριμνούν για την πρακτική δουλειά και για τη μαζική οργανωτική δουλειά, κινούνται σε καθημερινό επίπεδο πάνω στις χαραγμένες από τις ΟΒ πολιτικές κατευθύνσεις και εξειδικεύσεις και εφαρμόζουν με ενεργητικό τρόπο στο δικό τους αντικείμενο και χώρο τις αποφάσεις της ΟΒ στο χρονικό διάστημα μεταξύ δύο Γενικών Συνελεύσεων.

Οι πυρήνες δραστηριοποιούνται με στόχο την ανάπτυξη και αύξηση της οργανωτικής δύναμης της οργάνωσης μέσα από τη συγκεκριμένη πολιτική δραστηριότητα και συσχέτισή τους στους συγκεκριμένους μαζικούς ή κοινωνικούς χώρους ευθύνης τους.

Υπάρχουν επίσης πολιτικοσυνδικαλιστικές επιτροπές στο χώρο της σπουδάζουσας νεολαίας, οι οποίες δραστηριοποιούνται μέσα στους δικούς τους μαζικούς χώρους, αλλά δεν έχουν ΟΒ. Η οργάνωση βάσης τους βρίσκεται στη συνοικία ή στην περιφέρεια ή σε κλάδους εργαζομένων.

 

  1. Τα μέλη
    1. Ποιος και γιατί μπορεί να οργανωθεί στην ΚΟΕ

Μέλος της οργάνωσης είναι όποιος δέχεται τις ιδεολογικές και πολιτικές της θέσεις (ταυτότητα) και τις καταστατικές της αρχές λειτουργίας, ανήκει σε οργάνωση βάσης, δραστηριοποιείται για την εφαρμογή των αποφάσεών της και συνεισφέρει με τη μηνιαία συνδρομή του.

Μέλος γίνεται όποιος εθελοντικά το επιθυμεί. Προηγείται επιχειρηματολογημένη πρόταση τουλάχιστον 2 μελών πυρήνα της οργάνωσης, που εκτίθεται στον πυρήνα. Η θετική απόφαση του πυρήνα μεταφέρεται στον οργανωτικό υπεύθυνο (ΟΥΠ) της οργάνωσης βάσης και από εκεί στο γραφείο. Η θετική απόφαση του γραφείου κοινοποιείται στο υπό οργάνωση μέλος μέσω του ΟΥΠ, ο οποίος του εξηγεί με αναλυτικό τρόπο τη λειτουργία της οργάνωσης και τον τρόπο δραστηριοποίησης των μελών της.

Για έξι μήνες το νέο μέλος θεωρείται ότι βρίσκεται υπό δοκιμασία. Αυτό σημαίνει ότι συνεργάζεται μόνιμα μαζί του ο υπεύθυνος του πυρήνα, φροντίζοντας για τη διαπαιδαγώγησή του και για την παραπέρα επεξήγηση του τρόπου δραστηριότητας και λειτουργίας. Το νέο μέλος πρέπει να έχει συγκεκριμένα καθήκοντα και να εμπλέκεται άμεσα στην πρακτική και μαζική δουλειά.

Μετά το εξάμηνο παρουσιάζονται στο γραφείο της ΟΒ δύο εκθέσεις. Μία του νέου μέλους και μία του πυρήνα που ανήκει το νέο μέλος. Μετά ο ΟΥΠ του γραφείου συζητά τις παρατηρήσεις και εκτιμήσεις της οργάνωσης προς το νέο μέλος με στόχο το βάθεμα της σχέσης της οργάνωσης με το μέλος, την ενίσχυση της θέλησής του, τη δραστηριοποίησή του με νέα καθήκοντα και ευθύνες.

Τα μέλη που προτείνουν για οργάνωση νέο μέλος είναι υπεύθυνα για τις συστάσεις που δίνουν και τις εκτιμήσεις που έχουν για το υποψήφιο μέλος. Οφείλουν να το γνωρίζουν ικανοποιητικά στις βασικές του απόψεις και πρακτικές στα ιδεολογικά, πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα σε μια περίοδο τουλάχιστον μερικών μηνών.

  1.  
    1. Καθήκοντα του μέλους

Το μέλος της οργάνωσης συμμετέχει σε όλες τις δραστηριότητές της, φροντίζει να συμβάλλει στην προώθηση και επεξεργασία της πολιτικής γραμμής, πασχίζει για την οργανωτική ανάπτυξη και αύξηση της οργάνωσης, συμμετέχει στις Γενικές Συνελεύσεις της ΟΒ του και δουλεύει καθημερινά σε πυρήνα της ΟΒ. Το μέλος της οργάνωσης οφείλει:

• Να ανεβάζει το ιδεολογικό και πολιτικό του επίπεδο μέσα από τη συμμετοχή σε τέτοιου είδους συλλογικές διαδικασίες, αλλά και κυρίως μέσα από την αυτομόρφωση στις περιοχές του επαναστατικού μαρξισμού.

• Να αγωνίζεται μαχητικά και αποφασιστικά ενάντια στις πολιτικές και πρακτικές αλλά και τους μηχανισμούς της Νέας Τάξης Πραγμάτων, της ΕΕ, του κεφάλαιου, της αστικής πολιτικής και του κράτους της, ενάντια σε κάθε μορφής αντίδραση, να έχει εμπιστοσύνη στο λαό και στους εργαζόμενους καθώς και στα κινήματά τους, να αντιπαρατίθεται με στόχο να πείσει τα αντίπαλα ιδεολογικοπολιτικά ρεύματα.

• Να ανήκει στο σωματείο του, στο σύλλογό του, σε μορφές λαϊκής οργάνωσης, και να παίρνει πρωτοβουλίες οικοδόμησης τέτοιων μορφών λαϊκής οργάνωσης και ενεργοποίησης εκεί όπου δεν υπάρχουν.

• Να υπερασπίζεται χωρίς ταλαντεύσεις την ενότητα της οργάνωσης τόσο στις εσωτερικές της διαδικασίες όσο και απέναντι σε κάθε είδους προκλήσεις και επιθέσεις που πιθανόν να πραγματοποιούν η αστική πολιτική και τα παρακλάδια της.

• Να σέβεται τη διαφορετικότητα της γνώμης των άλλων συντρόφων, να κριτικάρει με αδιαλλαξία τη διαφορετικότητα-ατομικότητα στη δράση και την πράξη.

• Να προβάλλει με τόλμη και ψυχραιμία τις αδυναμίες, τις ελλείψεις, τα λάθη των συντρόφων, να ασκεί κριτική στην καθοδήγηση.

• Να αντιπαλεύει τον ατομισμό, το εγώ, την ιδιοτέλεια, την παθητικότητα, τον τοπικισμό, τις «ιδιαιτερότητες», τη σιωπή απέναντι στα πολιτικά και οργανωτικά προβλήματα, το φιλελευθερισμό.

• Να γνωρίζει και να μαθαίνει ακατάπαυστα τη ζωή και τους αγώνες των κατευθυνόμενων μαζών, να γνωρίζει τη ζωή και τα προβλήματα αλλά και τις μικρές αντιστάσεις στις λαϊκές συνοικίες, στους χώρους δουλειάς, να πηγαίνει προς τις εργαζόμενες μάζες, να διδάσκεται από τις αγωνιστικές τους εμπειρίες, να συμμετέχει στους αγώνες τους.

• Να κρατάει τακτική επαφή με τουλάχιστον 5 άτομα αριστερά, προοδευτικά, να ενημερώνει και να ενημερώνεται, να προσπαθεί να τα κινητοποιήσει και ενεργοποιήσει. Εφημερίδα, σχήματα, εκδηλώσεις (πολιτικές ή κοινωνικές), αγωνιστικές κινητοποιήσεις, τηλέφωνα κλπ, αποτελούν απλές μορφές επαφής.

  1.  
    1. Δικαιώματα του μέλους

Το μέλος της οργάνωσης παίρνει μέρος στις εκλογές των καθοδηγητικών οργάνων και εκλέγεται σε αυτά, συμμετέχει ισότιμα στις Γενικές Συνελεύσεις της ΟΒ, στα πανελλαδικά σώματα, λέει ελεύθερα τη γνώμη του για το κάθε ζήτημα μέσα σε όλες τις διαδικασίες της οργάνωσης.

Το μέλος μπορεί να απευθύνεται με όποιον τρόπο επιλέγει αυτό (προφορικό ή γραπτό) για ζητήματα που τον απασχολούν και δεν λύνονται στην ΟΒ του σε οποιοδήποτε ανώτερο καθοδηγητικό όργανο της οργάνωσης που ανήκει. Η απεύθυνση μπορεί να αφορά και το ΚΟ, να κάνει κριτική σε απόφαση της καθοδήγησης, να θέτει ζητήματα προς εξέταση στην ΚΕΕ.

Μέλη ή στελέχη ή όργανα που σταματούν ή σιωπούν ή καταπνίγουν την κριτική μέλους θεωρείται ότι δημιουργούν προβλήματα στην ενότητα και λειτουργία της οργάνωσης, κρίνονται άμεσα από την ΚΕΕ και παίρνονται οργανωτικά μέτρα απέναντί τους, που είναι δυνατό να φτάσουν έως την καθαίρεση και απομάκρυνσή τους.

  1.  
    1. Οργανωτικά μέτρα – αποχώρηση

Μέτρα που φτάνουν έως την απομάκρυνση μέλους από την οργάνωση παίρνονται από τη Γενική Συνέλευση της ΟΒ κατόπιν πρότασης που κάνει η ΚΕΕ, που εξετάζει τα παραπτώματα, τις παραβάσεις του καταστατικού ή ό,τι άλλο πολιτικό και οργανωτικό πρόβλημα έχει δημιουργηθεί από το μέλος. Στη συζήτηση του θέματός του το μέλος παρευρίσκεται στη συνεδρίαση της ΚΕΕ και εκθέτει ελεύθερα τη γνώμη του.

Η αποχώρηση ή απομάκρυνση δεν σημαίνει διάλυση οποιασδήποτε πολιτικής και οργανωτικής σχέσης με την οργάνωση. Σημαίνει ότι για ένα χρονικό διάστημα, που εξαρτάται από τις ανατροπές, από την έμπρακτη ή όχι αυτοκριτική, οι σχέσεις προσδιορίζονται έξω από τις εσωτερικές οργανωμένες διαδικασίες και πλαίσια, αλλά δεν σταματούν να καθορίζουν καθήκοντα και πρακτική δουλειά με στόχο την επανένταξή του.

Σε περίπτωση εθελοντικής αποχώρησης μέλους από την οργάνωση, αυτό οφείλει να εκθέσει με σαφήνεια τους λόγους αποχώρησης, να παραδώσει ό,τι υλικό έχει στα χέρια του, να προσδιορίσει το αν και ποιες σχέσεις θέλει να έχει με την οργάνωση. Η ΟΒ του αποχωρούντος μέλους εκφέρει άποψη για τις επιλογές και πρακτικές του, την οποία και του ανακοινώνει.

  1.  
    1. Τα στελέχη

Κάθε μέλος της οργάνωσης μπορεί να προταθεί, αυτοπροταθεί και εκλεγεί σε καθοδηγητικά όργανα. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να έχει ολοκληρωθεί το εξάμηνο του δόκιμου μέλους, και ένας επιπλέον χρόνος στην πολιτική πρακτική και οργανωτική δουλειά. Τα στελέχη είναι το προωθητικό στοιχείο ή και, αντίθετα, το στοιχείο καθυστέρησης και υποχώρησης της οργάνωσης. Τα στελέχη οφείλουν να νιώθουν προσωπικά υπεύθυνα όχι μόνο για την οργάνωση βάσης που καθοδηγούν, αλλά και για τους γενικούς πολιτικούς κι οργανωτικούς προσανατολισμούς της οργάνωσης. Οφείλουν να εκπαιδεύουν και να αναδεικνύουν νέα στελέχη, γιατί αυτό αποδεικνύει την υπευθυνότητά τους στην οργάνωση, να βρίσκονται κοντά και να είναι αλληλέγγυοι απέναντι στα μέλη που καθοδηγούν στην πρακτική και οργανωτική τους δουλειά για να πετύχουν πιο αποτελεσματική καθοδήγηση. Οφείλουν να μάχονται την παθητικότητα, το σάπισμα και το τέλμα καταστάσεων που μπορούν να τους παρουσιαστούν ατομικά ή στην οργάνωση, για να μην μπορεί έτσι να αναπτυχθούν η ανευθυνότητα, η απειθαρχία, η γραφειοκρατία, η ρουτίνα.

Τα στελέχη πρέπει να δοκιμάζονται μέσα στο μαζικό κίνημα και την οργάνωση, να ενισχύουν τον έλεγχο της οργάνωσης, να επεξεργάζονται μια ορθή πολιτική και οργανωτική γραμμή, να ενδιαφέρονται για τη μελέτη, να αποφεύγουν το διανοουμενιτισμό, να ενισχύουν και να εφαρμόζουν την πολιτική ενότητα εντός της οργάνωσης που καθοδηγούν, να θέτουν ορθά και να γνωρίζουν πολύ καλά τις προτεραιότητες και τις ιεραρχίες της δουλειάς, να παίρνουν στα χέρια τους και όχι να αποφεύγουν τα πιο δύσκολα προβλήματα, να σχηματίζουν την κοσμοαντίληψή τους μελετώντας την πραγματικότητα και τον ιστορικό υλισμό, να διατυπώνουν μια πολιτική γραμμή, προτάσεις και πρακτικά μέτρα και βήματα προς υλοποίηση.

 

Β. Βασικές έννοιες λειτουργίας

  1. Ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός
    1. Κύρος και αυτονομία

Με γενικούς όρους, ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός είναι η εφαρμογή, σε τρόπο οικοδόμησης και δράσης της κομμουνιστικής οργάνωσης ή του κομμουνιστικού κόμματος, των αρχών του κύρους και της αυτονομίας. Μιλώντας για το κύρος εννοούμε από τη μια το κύρος των ιδεών που δημιουργούν κεντρική δύναμη σε σχέση και αντιπαράθεση με την αστική πραγματικότητα (μηχανισμοί ιδεολογικοί, πολιτικοί, κατασταλτικοί) και από την άλλη το κύρος της εξουσίας που αναπτύσσει, προβάλλει, επεξεργάζεται και προσπαθεί για την εφαρμογή αυτών των ιδεών (ιδεολογικών, πολιτικών, οργανωτικών), δηλαδή μιλάμε για τη διαφύλαξη των καθοδηγητικών οργάνων. Μιλώντας για την αυτονομία αναφερόμαστε στη δυνατότητα των μελών να λένε τη γνώμη τους. Η εφαρμογή και των δύο αρχών συνεπάγεται τη δημιουργία κατάστασης όπου τα μέλη να είναι σε θέση (να τους έχει δημιουργηθεί και να έχουν δημιουργήσει την ικανότητα) να πουν τη γνώμη τους, συμμετέχοντας ενεργητικά στη διαμόρφωση των αποφάσεων. Αυτό βρίσκεται σε διαλεκτική ενότητα με τη δημιουργία τέτοιας κατάστασης όπου οι αποφάσεις εφαρμόζονται χωρίς να ανατρέπονται στην πράξη από την αδιαφορία είτε από κάθε είδους υπονόμευση, όπου οι αποφάσεις δεν παραγράφονται.

  1.  
    1. Δυσφημίσεις του Δημοκρατικού Συγκεντρωτισμού

Ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός είναι κακοχαρακτηρισμένος από αναθεωρητές, αναρχικούς και αστούς. Οι αναθεωρητές-ρεβιζιονιστές μετέτρεψαν το δημοκρατικό συγκεντρωτισμό σε παρωδία δημοκρατίας και ικανότητας μελών, και το συγκεντρωτισμό σε γραφειοκρατία. Οι αναρχικοί, λόγω της αντιοργανωτικής πρόληψης και αντίληψης και χωρίς να αντιλαμβάνονται το στοιχείο της δύναμης και του κύρους, κατά συνέπεια της καθοδήγησης και των οργάνων της, διολισθαίνουν στον ατομισμό, αγνωστικισμό και διαλυτισμό-ανοργανωσιά, ενώ οι αστοί βάλλουν κατά του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού γιατί αυτός ήταν το καθοριστικό σημείο οικοδόμησης των κομμουνιστικών κομμάτων της ανατροπής, της επανάστασης, της νέας πολιτικής εξουσίας.

  1.  
    1. Όρος ύπαρξης, λειτουργίας και αποτελεσματικής δράσης της οργάνωσης

Ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός είναι μέρος της θεωρίας της κομματικής οικοδόμησης. Είναι η κατοχύρωση της λειτουργίας της οργάνωσης. Είναι η διαρκής μάχη-αγώνας και προϋπόθεση για την επίτευξη της θεωρίας της κομμουνιστικής οργάνωσης και του κόμματος. Είναι ο αναγκαίος όρος για να αντιπαραταχθεί ουσιαστικά και με αποτελεσματικότητα μια κεντρική δύναμη απέναντι στη δύναμη του κράτους και της εξουσίας της πολιτικής και της ιδεολογίας της αστικής τάξης. Είναι η απαραίτητη προϋπόθεση που ενώνει όλες τις μερικές, τοπικές προσπάθειες σε μια κοινή δουλειά. Η αποτελεσματικότητα, οι στόχοι και οι σκοποί, η αύξηση της εμβέλειας και της δύναμης μιας κομμουνιστικής οργάνωσης ή ενός κομμουνιστικού κόμματος περνάει μέσα από:

1. Ενιαία δράση προς τα έξω.

2. Ουσιαστική συμμετοχή στην επεξεργασία, διαμόρφωση-αφομοίωση της στρατηγικής, της πολιτικής γραμμής και της τακτικής.

3. Ουσιαστικό έλεγχο των μερών, των μελών και στελεχών της οργάνωσης. Ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός επιζητεί τη συνεχή κατοχύρωσή τους, προσπαθεί και αποκρυσταλλώνει σχέσεις και δεσμούς που συνδέουν πολιτικές σχέσεις, που συνδέουν οργάνωση-σκοπούς-πραγματικότητα.

Ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός απαντά στο ερώτημα: Ποιος είναι ο εσωτερικός συνεκτικός κρίκος που προσδίδει δύναμη και κύρος στις ιδέες, στο πρόγραμμα, στους φορείς των ιδεών για την επίδραση της οργάνωσης στο συσχετισμό δύναμης; Αφορά, λοιπόν, τις εσωτερικές πολιτικές σχέσεις της οργάνωσης με τις μάζες και την πραγματικότητα, αφορά την πραγματική κίνηση, τους ζωντανούς οργανισμούς. Ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός δεν είναι μορφή, όροι, οδηγίες, κανόνες, καταστατικό, ενότητα της δημοκρατίας και του συγκεντρωτισμού ή της δημοκρατικής αρχής και της γραφειοκρατίας. Δεν είναι μόνο μέθοδος διοίκησης, τεχνική άσκησης εξουσίας. Ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός:

1. Αποτελεί μια αδιάκοπη προσαρμογή της οργάνωσης στην πραγματική κίνηση, στην πραγματικότητα, στους συσχετισμούς μέσα στις μάζες.

2. Είναι ένας συγκερασμός, μια σύνθεση των παρακινήσεων-προτροπών-απαιτήσεων από τα κάτω με την εντολή από τα πάνω.

3. Είναι ένα αδιάκοπο μάζεμα και καταχώρηση των στοιχείων που δημιουργούνται από την κίνηση μέσα στις μάζες, που πραγματοποιείται μέσα στο πεδίο και στο πλαίσιο ενός μηχανισμού και μιας λειτουργίας καθοδήγησης και διεύθυνσης.

4. Εξασφαλίζει τη συνέχιση και τη συσσώρευση εμπειριών με στόχο την αξιολόγηση, επεξεργασία και τον τελικό μετασχηματισμό τους σε πολιτική γνώση και άποψη. Η σκέψη ωθεί στην πραγματικότητα, αλλά και η πραγματικότητα ωθεί στη σκέψη.

5. Αποτελεί το απαραίτητο στοιχείο που αδιάκοπα ενώνει, εξετάζει, ερευνά και συνθέτει σχέσεις όπως θεωρία-πράξη, καθοδήγηση-βάση, οργάνωση-μάζες, εθνική-διεθνική οπτική.

  1. Στράτευση – Ενότητα – Πειθαρχία
    1. Η στράτευση

Για την κομμουνιστική οργάνωση, η έννοια της στράτευσης αφορά από τη μια την εθελοντική αποδοχή της κομμουνιστικής κοσμοαντίληψης, της πολιτικής γραμμής που επιδιώκει μετασχηματισμούς και μετατροπές (ιδεολογικό και πολιτικό πρόγραμμα της οργάνωσης), και από την άλλη αφορά την αφιέρωση σε μια σταθερή και καθημερινή συνεργασία για να εκτελεστεί το πολιτικό πρόγραμμα. Μιλάμε για την εθελοντική στράτευση που καθοδηγείται από μια ορισμένη συνείδηση. Η εθελοντική στράτευση είναι η ενότητα αυθορμητισμού, συνειδητής ρύθμισης και αλληλεγγύης. Η στράτευση αυτή σημαίνει ότι χάνεται η ατομικότητα μπροστά στη συλλογικότητα. Σημαίνει διαφορετικές, ανώτερες απαιτήσεις για το άτομο-προσωπικότητα. Δεν χάνεται η ελευθερία, αλλά η ατομικότητα. Εκτός αν ελευθερία θεωρείται η αστική αντίληψη του απομονωμένου ανθρώπου που συνίσταται στον εγωισμό, ελευθερία που θεμελιώνεται στην έλλειψη ουσιαστικής αλληλεγγύης και επικοινωνίας και πάνω στην ανελευθερία των άλλων.

Η εθελοντική στράτευση σημαίνει συνειδητή υπαγωγή στη συλλογική συνειδητή θέληση. Η εθελοντική στράτευση βρίσκεται σε μια δυναμική που καθορίζει την πράξη και καθορίζεται από τη συγκρότηση και ανάπτυξη της συνείδησης. Η κατάκτηση της στράτευσης είναι μια διαδικασία, δεν είναι μια στιγμή. Η συνολική στράτευση του μέλους, της προσωπικότητας στο σύνολό της, δημιουργεί τους όρους και τις προϋποθέσεις για την ουσιαστική πραγματική και ενεργητική πρακτική συμμετοχή και συμπεριφορά στα γεγονότα, στην πραγματικότητα. Η κομμουνιστική οργάνωση μπορεί να αποκτηθεί και κατακτηθεί μόνο με τον αγώνα για τη συνολική στράτευση, η οποία κατακτάται από την εμπειρία, τη γνώση, τη συνείδηση για την αναγκαιότητα και ορθότητα αυτού του τύπου της μορφής σχέσεων, ένωσης, οργάνωσης. Η εσωτερική ζωή της κομμουνιστικής οργάνωσης είναι ένας αδιάκοπος αγώνας ενάντια στην καπιταλιστική κληρονομιά της. Γιατί πάνω στους ανθρώπους-μέλη και στις σχέσεις τους είναι αποτυπωμένη και βαθιά χαραγμένη όλη η κουλτούρα, ο πολιτισμός, ο τρόπος σκέψης και η ιδεολογία του καπιταλισμού.

  1.  
    1. Η ενότητα

Η ενότητα της κομμουνιστικής οργάνωσης είναι ο αναγκαίος όρος για την αποτελεσματικότητα, για την εμφάνιση της δύναμής της. Ενότητα για τη συγκέντρωση και συνένωση της δράσης, όχι στον κατακερματισμό δυνάμεων και στην αναντιστοιχία λόγων-έργων. Η ενότητα απαιτείται στα ζητήματα της πολιτικής γραμμής και δράσης, στα ζητήματα της τακτικής. Η ενότητα δημιουργεί και το κλίμα, την ατμόσφαιρα που κάνει δυνατή μια δραστήρια και ενεργητική παρέμβαση για την τροποποίηση των συσχετισμών. Η ενότητα βοηθά στην οικονομία δυνάμεων, στη δράση και στην αντοχή, συλλογική και ατομική. Ενότητα, λοιπόν, σημαίνει ενιαία πολιτική, ενιαία δράση, αλληλεγγύη. Απαραίτητο οξυγόνο της ενότητας είναι η ελευθερία συζήτησης και κριτικής. Ενότητα στη δράση και ενιαία πολιτική δεν σημαίνουν ότι δεν επιτρέπονται οι επιμέρους διαφωνίες, ότι πρέπει να υπάρχει μία και μοναδική άποψη. Ενότητα στη δράση δεν σημαίνει άρνηση της ποικιλομορφίας, των τρόπων έκφρασης των ιδιαιτεροτήτων με βάση τις συνθήκες.

  1.  
    1. Η πειθαρχία

Η ιδεολογική και πολιτική διαπάλη, όμως, δεν μπορεί και δεν πρέπει να παρεμποδίζει τη συμμετοχή στην πρακτική πολιτική και οργανωτική δουλειά. Ο βαθμός οργανωτικότητας της κομμουνιστικής οργάνωσης αφορά κι ένα άλλο εξίσου σημαντικό στοιχείο, την πειθαρχία. Οι απαραίτητοι όροι της πειθαρχίας είναι οι εξής:

1. Η αφοσίωση των μελών στο σκοπό και στους στόχους της οργάνωσης με τη συνείδηση της πρωτοπορίας των κομμουνιστικών ιδεών, της ορθότητας της πολιτικής γραμμής. Η αφοσίωση των μελών στην υπόθεση αλλαγής των συσχετισμών δύναμης με ενόραση την επαναστατική αλλαγή της κοινωνίας. Η αφοσίωση που συνεπάγεται την αντοχή, τη μαχητικότητα, την αυτοθυσία.

2. Σχέσεις οργάνωσης-μαζών που αφορούν και προϋποθέτουν ικανότητα σύνδεσης, προσέγγισης, πλησιάσματος αλλά και συγχώνευσης με τους εργαζομένους και τη νεολαία. Σχέσεις που τείνουν να αφουγκράζονται και να καταγράφουν τη συνείδηση των λαϊκών μαζών και την αντίστασή τους.

3. Ορθότητα και δοκιμασία πολιτικής καθοδήγησης που την πραγματοποιεί η καθοδήγηση προς την οργάνωση και αυτή την προσπαθεί μέσα στις μάζες. Αυτές οι τελευταίες είναι και ο μοναδικός δείκτης της ορθότητας. Η πειθαρχία βρίσκεται σε διαλεκτική ενότητα με την οργανωμένη δυσπιστία της οργάνωσης προς όλα τα τμήματά της. Με άλλα λόγια, έλεγχος σε όλα και σε όλους. Το καταστατικό είναι η οργανωμένη δυσπιστία του συνόλου της οργάνωσης στο μέρος. Οι αποφάσεις του κάθε τμήματος, της κάθε ΟΒ υπόκεινται στη λογοδοσία μπροστά στην οργάνωση. Υπάρχει η υποχρέωση να ακολουθούμε, σαν μέλη ή μέρη, έναν επίσημα αποφασισμένο και καθορισμένο δρόμο (καταστατικό) για να εκφραστεί η έλλειψη εμπιστοσύνης, για να εξασφαλιστεί η εφαρμογή απόψεων και επιθυμιών που απορρέουν από αυτή την έλλειψη εμπιστοσύνης. Από την ανεξέλεγκτη εμπιστοσύνη πρέπει να περάσουμε στη συνειδητή άποψη της οργάνωσης, της τήρησης υπεύθυνων και επίσημων καθορισμένων τρόπων έκφρασης, ελέγχου και εμπιστοσύνης. Πειθαρχία των κατώτερων οργάνων στα ανώτερα, του μέρους στο σύνολο, της μειοψηφίας στην πλειοψηφία, του ατόμου στη συλλογικότητα, του ατόμου στις αποφάσεις, στην πράξη και τη δράση. Πειθαρχία ύστερα από τη διαπάλη ιδεών, απόψεων, ιδεολογικών, πολιτικών και οργανωτικών. Αυτή είναι η εγγύηση ενάντια στη διάσπαση, το διαλυτισμό, τη λήψη οργανωτικών μέτρων (απομάκρυνση-διαγραφή). 

 

  1. Κριτική – αυτοκριτική, Απόφαση – Έλεγχος
    1. Κριτική και αυτοκριτική

Η κομμουνιστική οργάνωση κρίνεται από το μόνιμο μετασχηματισμό της σε σχέση με την πραγματικότητα και τους σκοπούς της. Η κριτική και η αυτοκριτική είναι το δίπολο που εξασφαλίζει ότι οι ιδεολογικές, πολιτικές και οργανωτικές απόψεις, οι θέσεις και η ταυτότητα της οργάνωσης, αντιστοιχούν στη συγκεκριμένη πραγματικότητα, δίνουν απαντήσεις, ωθούν στην παραπέρα ανάπτυξή τους. Η κριτική και η αυτοκριτική ωθούν σε μια πιο σωστή καθοδήγηση, σε μια πιο σωστή γραμμή και πολιτική λειτουργία, στο μετασχηματισμό της «ανθρώπινης φύσης» των μελών και στελεχών, σε μια καλύτερη πρακτική δουλειά.

Η κριτική και η αυτοκριτική σημαίνουν βελτίωση, σημαίνουν συνεχή προσπάθεια προσέγγισης και σχέσης με την πραγματικότητα. Απαραίτητος όρος τους είναι η ανάλυση σε βάθος των λαθών, αδυναμιών, ελλείψεων. Η απλή υπόθεση ότι η επιτυχία ή η αποτυχία προξενήθηκαν από «λάθος» ή από την ικανότητα των ανθρώπων δεν μπορεί να παρουσιάσει καμιά γόνιμη άποψη για τη μελλοντική δράση. Κριτική σημαίνει να αναλύω τα δεδομένα, τις εκτιμήσεις, τους στόχους που τέθηκαν, την οργανωτική πολιτική που είχα, την τακτική και την πράξη. Αυτά σε πρώτο επίπεδο. Σε δεύτερο επίπεδο αναλύω ικανότητες, κινήσεις και πρακτικές ανθρώπων. Αυτή η διαδικασία συγκροτεί και διαπαιδαγωγεί. Κριτικάρω απόψεις-αντιλήψεις, και αυτό είναι το κεντρικό, που θα δώσει αποτελέσματα, και, όχι χωρίς αξία αλλά σίγουρα δεύτερον, κριτικάρω πρόσωπα που έχουν την ευθύνη της πράξης τους. Κριτική δεν σημαίνει απόρριψη και απαξίωση. Κριτική δεν σημαίνει οργανωτικά μέτρα, προσβολή ή, σε πιο συλλογικό επίπεδο, προβλήματα και δυσκολίες στην ενότητα της οργάνωσης (διασπάσεις, αποχωρήσεις κλπ). Κριτική δεν σημαίνει αγώνας για να βρούμε το δίκιο μας, ούτε επίθεση για την προσωπική μας δικαίωση ενάντια σε κάποιον άλλον.

Αυτοκριτική σημαίνει ανάλυση σε βάθος των προβληματικών σημείων που οδήγησαν σε αυτή την πρακτική, σημαίνει τοποθέτηση βημάτων μετασχηματισμού και ανατροπής, σημαίνει προσπάθεια οικοδόμησης διαφορετικής αντίληψης, μεθόδου και, κατά συνέπεια, και πρακτικής.

Η κριτική πρέπει να γίνεται πιο αυστηρή στα στελέχη και στα παλιότερα μέλη, οφείλει να είναι πολύπλευρη και εξαντλητική στα κεντρικά λάθη, αδυναμίες και ελλείψεις της οργάνωσης, οφείλει να οδηγείται σε συγκεκριμένες αποφάσεις-βήματα-μέτρα. Η κριτική πρέπει να οδηγεί σε μια νέα ενότητα. Η κριτική-ενότητα-κριτική είναι μια κομμουνιστική αρχή, αρκεί βέβαια να μην μετατρέπεται σε τυπική ενότητα, σε εύθραυστη ειρήνη.

  1.  
    1. Απόφαση και έλεγχος

Το δίπολο κριτική-αυτοκριτική είναι συνδεδεμένο με το δίπολο απόφαση-έλεγχος. Οι ουσιαστικές πολιτικές αποφάσεις πρέπει να είναι αποτέλεσμα αναλυτικής συζήτησης και σύνθεσης, σαφούς τοποθέτησης (με ή χωρίς ψηφοφορία) από το κάθε μέλος. Οι αποφάσεις πρέπει να είναι συγκεκριμένες, ακριβείς, σύντομες, κωδικές. Οι αποφάσεις να είναι τέτοιες που να μην χωρούν πολλές ερμηνείες, να οριοθετούνται χρονικά, να μπορούν να ελεγχθούν. Οφείλουν να περιλαμβάνουν τα μετρήσιμα αποτελέσματα ή εκτίμηση-πλάνα για τα αποτελέσματα. Κάθε απόφαση για να στέκεται και για να μπορεί να γίνεται η αξιολόγησή της πρέπει να συνοδεύεται από τα οργανωτικά μέτρα που θα επιτρέπουν την υλοποίησή της. Το πιο κρίσιμο μέρος είναι ο καθορισμός της ευθύνης, του ποιος έχει την ευθύνη (υπεύθυνος) για την εφαρμογή της. Τα λάθη στις αποφάσεις αδυνατίζουν το συλλογικό πνεύμα. Δημιουργούν προβλήματα στην πειθαρχία και είναι σε θέση, από τη μια να οικοδομήσουν διαλυτικές συνήθειες για την εσωτερική λειτουργία της οργάνωσης (αποφάσεις που δεν παίρνονται σοβαρά, εφαρμόζονται οι μισές και επιλεκτικά), και από την άλλη να οδηγούν σε αναποτελεσματική και μη σταθερή πολιτική δουλειά.

Ο έλεγχος αφορά τη συνολική εκτέλεση της απόφασης. Πολλές από τις ελλείψεις και ανεπάρκειες της οργάνωσης οφείλονται στην κακή οργάνωση του ελέγχου εκτέλεσης. Ο έλεγχος εξασφαλίζει ότι τα γεγονότα εξελίσσονται σύμφωνα με το σχεδιασμό και τις πρακτικές οδηγίες της ΟΒ και των τμημάτων της. Ο έλεγχος απαιτεί μηχανισμούς, διαδικασίες, ανθρώπους που τον διευκολύνουν.