“Το γκέτο της Γάζας και η υπηρεσία της Δύσης”, άρθρο του Tariq Ali, 07/01/2009

Η επίθεση στο γκέτο της Γάζας που σχεδιάσθηκε περισσότερο από έξι μήνες και υλοποιήθηκε την κατάλληλη στιγμή, είχε ως βασικό στόχο να υποβοηθήσει το θρίαμβο συγκεκριμένων κομμάτων στις επερχόμενες εκλογές στο Ισραήλ. Οι νεκροί Παλαιστίνιοι είναι λίγο περισσότερο από βορά για τα εκλογικά κανόνια μιας κυνικής αντιπαράθεσης μεταξύ της Δεξιάς και της Ακροδεξιάς στο Ισραήλ. Η Ουάσιγκτον και οι σύμμαχοί της στην ΕΕ γνώριζαν πολύ καλά την επικείμενη επίθεση στη Γάζα, και όπως στην περίπτωση του Λιβάνου πριν από λίγα χρόνια, κάθονταν και παρακολουθούσαν. Η Ουάσιγκτον, όπως συνηθίζει, κατηγορεί τους Παλαιστίνιους της Χαμάς, με τον Ομπάμα και τον Μπους να τραγουδούν τον ίδιο ύμνο του AIPAC.

 

Οι πολιτικοί της ΕΕ έχοντας παρακολουθήσει την προετοιμασία, την πολιορκία, τη συλλογική τιμωρία που επιβλήθηκε στη Γάζα, τη στοχοποίηση των αμάχων κ.λπ., πείσθηκαν ότι οι επιθέσεις με ρουκέτες ήταν αυτές που «προκάλεσαν» το Ισραήλ, αλλά έκαναν έκκληση και στις δύο πλευρές να τερματίσουν τη βία, με μηδενικά αποτελέσματα. Η σκωροφαγωμένη «μουμπαρική» δικτατορία της Αιγύπτου και οι αγαπημένοι ισλαμιστές του ΝΑΤΟ στην Άγκυρα, απαξίωσαν ακόμα και να προβούν σε μια συμβολική διαμαρτυρία ανακαλώντας τους πρεσβευτές τους από το Ισραήλ. Η Κίνα και η Ρωσία δεν ζήτησαν σύγκλιση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για να συζητηθεί η κρίση.

 

Ως αποτέλεσμα της επίσημης απάθειας, αυτό που θα προκύψει από την τελευταία επίθεση θα είναι η έκρηξη στις μουσουλμανικές κοινότητες σε ολόκληρο τον κόσμο και η αύξηση των προσχωρήσεων σε εκείνες τις οργανώσεις που η Δύση ισχυρίζεται ότι καταπολεμά στον «πόλεμο ενάντια στην τρομοκρατία».

 

Η αιματοχυσία στη Γάζα αναδεικνύει ευρύτερα στρατηγικά ζητήματα και για τις δύο πλευρές – ζητήματα που σχετίζονται με την πρόσφατη ιστορία. Ένα γεγονός που πρέπει να αναγνωρισθεί είναι ότι δεν υπάρχει Παλαιστινιακή Αρχή. Δεν υπήρξε ποτέ. Η Συμφωνία του Όσλο ήταν μια απόλυτη καταστροφή για τους Παλαιστίνιους, δημιουργώντας μια σειρά αποσυνδεδεμένων και φθινόντων παλαιστινιακών γκέτο κάτω από τη μόνιμη επιτήρηση ενός κτηνώδους επικυρίαρχου.

 

Η ΟΑΠ κάποτε ο ενσαρκωτής των ελπίδων των Παλαιστινίων έχει καταντήσει μόνο ένας αποδέκτης των χρημάτων της ΕΕ. Ο ενθουσιασμός της Δύσης για τη δημοκρατία σταματά όταν αυτοί που αντιτίθενται στις πολιτικές της εκλέγονται στην εξουσία.

 

Η Δύση και το Ισραήλ δοκίμασαν τα πάντα για να διασφαλίσουν μια νίκη της Φατάχ. Οι Παλαιστίνιοι ψηφοφόροι αψήφησαν τις ενορχηστρωμένες απειλές και δωροδοκίες της «διεθνούς κοινότητας» σε μια καμπάνια, στη διάρκεια της οποίας τα μέλη της Χαμάς και οι άλλοι διαφωνούντες δέχονταν συστηματικά τις επιθέσεις του ισραηλινού στρατού, φυλακίζονταν, οι αφίσες τους καταστρέφονταν ή κατάσχονταν, αμερικανικά και ευρωπαϊκά κεφάλαια διοχετεύονταν στη Φατάχ και Αμερικανοί γερουσιαστές ανακοίνωναν ότι δεν θα επιτρέπονταν στη Χαμάς να συμμετέχει στις εκλογές. Ακόμα και ο χρόνος διεξαγωγής των εκλογών επιλέχθηκε για να προκαθορισθεί το αποτέλεσμα. Ενώ είχαν προγραμματισθεί για το καλοκαίρι του 2005, αναβλήθηκαν μέχρι τον Ιανουάριο του 2006 για να δοθεί χρόνος στον Αμπάς να διανείμει χρήματα στη Γάζα. Σύμφωνα με τα λόγια ενός αξιωματούχου των μυστικών υπηρεσιών της Αιγύπτου: «[…] Μετά η κοινή γνώμη θα υποστηρίξει την Αρχή ενάντια στη Χαμάς». Η λαϊκή επιθυμία για ξεκαθάρισμα μετά από δέκα χρόνια διαφθοράς, επιθετικότητας και βιαιότητας από τη Φατάχ, αποδείχθηκε ισχυρότερη από όλα αυτά.

 

Ο εκλογικός θρίαμβος της Χαμάς αντιμετωπίσθηκε ως δυσοίωνο σημάδι ενός αναδυόμενου φονταμενταλισμού και ως ένα χτύπημα στις προοπτικές ειρήνης με το Ισραήλ, από τους κυβερνήτες και τους δημοσιογράφους του ατλαντικού κόσμου. Ασκήθηκαν άμεσες οικονομικές και διπλωματικές πιέσεις προκειμένου η Χαμάς να εξαναγκασθεί να αποδεχθεί τις ίδιες αυτές πολιτικές που είχαν ηττηθεί στις εκλογές…

 

…Η πραγματική κατηγορία της ΕΕ και των ΗΠΑ εναντίον της Χαμάς είναι ότι αρνήθηκε να αποδεχθεί τη συνθηκολόγηση των Συμφωνιών του Όσλο, και απέρριψε κάθε επόμενη προσπάθεια από την Τάμπα μέχρι τη Γενεύη, για να περάσουν τα καταστροφικά αιτήματα της Δύσης στους Παλαιστίνιους. Από τότε, η προτεραιότητα της Δύσης ήταν να κάμψει αυτήν την αντίσταση. Η περικοπή της χρηματοδότησης στην Παλαιστινιακή Αρχή είναι ένα βασικό όπλο για να υποχρεωθεί η Χαμάς σε υποταγή. Το άλλο είναι η διεύρυνση των προεδρικών εξουσιών του Αμπάς –ο οποίος επιλέχθηκε δημόσια για αυτή τη θέση από την Ουάσιγκτον, όπως και ο Καρζάι στην Καμπούλ– εις βάρος του Νομοθετικού Συμβουλίου.

 

Δεν έγιναν σοβαρές προσπάθειες διαπραγμάτευσης με την εκλεγμένη παλαιστινιακή ηγεσία. Αμφιβάλλω αν η Χαμάς θα υποτάσσονταν γρήγορα στο Ισραήλ και στη Δύση, αλλά αυτό δεν θα ήταν πρωτοφανές. Η προγραμματική κληρονομιά της Χαμάς παραμένει υποθηκευμένη στην πιο θανάσιμη αδυναμία του παλαιστινιακού εθνικισμού: στην πεποίθηση ότι οι πολιτικές της επιλογές είναι είτε η πλήρης απόρριψη της ύπαρξης του Ισραήλ ή η αποδοχή των διαμελισμένων υπολειμμάτων του 1/5 της χώρας. Από τον φαντασιακό μαξιμαλισμό του πρώτου μέχρι τον παθητικό μινιμαλισμό του δεύτερου, η απόσταση είναι ελάχιστη, όπως έχει δείξει η ιστορία της Φατάχ. Το τεστ για τη Χαμάς δεν αφορά το αν είναι υποταγμένη στις επιθυμίες της Δύσης, αλλά το αν μπορεί να σπάσει αυτή την παραλυτική παράδοση. Λίγο μετά τη νίκη της Χαμάς ρωτήθηκα από έναν Παλαιστίνιο τι θα έκανα αν ήμουν στη θέση τους. Η απάντησή μου ήταν: «Διαλύστε την Παλαιστινιακή Αρχή και αποβάλετε τις λανθασμένες πεποιθήσεις». Για να γίνει αυτό θα πρέπει το εθνικό ζήτημα των Παλαιστινίων να τεθεί στην κατάλληλη βάση μαζί με την απαίτηση ότι η χώρα και οι πόροι της θα διαμοιρασθούν εξίσου, σε αναλογία με τους δύο πληθυσμούς οι οποίοι είναι ίδιου μεγέθους – όχι 80% για τον έναν και 20% για τον άλλον, μια δυσαναλογία που κανένας λαός που σέβεται τον εαυτό του δεν θα την αποδέχονταν ποτέ μακροχρόνια. Η μόνη αποδεκτή εναλλακτική είναι ένα ενιαίο κράτος και για τους Ισραηλινούς και για τους Παλαιστίνιους, στο οποίο δεν θα υπήρχαν οι υπερβολικές αξιώσεις του σιωνισμού.

 

Δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Και οι Ισραηλινοί ίσως θα πρέπει να σκεφθούν τους ακόλουθους στίχους από τον Έμπορο της Βενετίας του Σαίξπηρ, τους οποίους έχω ελαφρώς μεταβάλλει:

 

Είμαι Παλαιστίνιος. Δεν έχει ο Παλαιστίνιος μάτια; Δεν έχει ο Παλαιστίνιος χέρια, όργανα, ανάστημα, αισθήσεις, συμπάθειες, πάθη; Δεν τρέφεται με την ίδια τροφή, δεν πληγώνεται με τα ίδια όπλα, δεν παθαίνει τις ίδιες αρρώστιες, δεν γιατρεύεται με τα ίδια μέσα, δεν ζεσταίνεται δεν κρυώνει το ίδιο το χειμώνα και το καλοκαίρι, όπως κι ο Εβραίος; Αν μας τρυπήσετε δεν ματώνουμε; Αν μας γαργαλίσετε δεν γελάμε; Αν μας φαρμακώσετε δεν πεθαίνουμε; Κι αν μας αδικείτε να μην εκδικηθούμε; Αν σας μοιάζουμε σ’ όλα τ’ άλλα, θα σας μοιάσουμε και σ’ αυτό. Την κακουργία που μου μαθαίνετε θα τηνε κάνω εγώ και θα μου στοιχίσει, αλλά εγώ θα το καλυτερέψω το μάθημα.