“Έκλεισε” η αγωνιστική περίοδος της ΠΟΣΔΕΠ, του Ν.Κ.

Πραγματοποιήθηκε στις 6-8 Μαρτίου το 9ο Συνέδριο της ΠΟΣΔΕΠ, της Ομοσπονδίας των πανεπιστημιακών καθηγητών.

Η ΠΟΣΔΕΠ τα τελευταία τέσσερα χρόνια αποτέλεσε ένα παράδειγμα αγωνιστικού συνδικάτου: κατάφερε να φέρει στο προσκήνιο τα οξύτατα προβλήματα της ανώτατης εκπαίδευσης, συμπορεύτηκε με το φοιτητικό κίνημα στους αγώνες της περιόδου 2006-2008 και συνέβαλε στην ανατροπή της αναθεώρησης του άρθρου 16 του Συντάγματος.

Επιπλέον, η ηγεσία της ΠΟΣΔΕΠ, όπως εκφράστηκε από τους Λ. Απέκη και Γ. Μαΐστρο, αλλά και γενικότερα από τη Συσπείρωση Πανεπιστημιακών, κατάφερε να αναδείξει ένα πρότυπο πανεπιστημιακού δάσκαλου που υπερασπίζεται το δημόσιο πανεπιστήμιο, στέκεται δίπλα στο φοιτητικό κίνημα και δεν συναλλάσσεται με τις εξουσίες μέσα κι έξω από το πανεπιστήμιο.

Με το 9ο Συνέδριο, αυτή η περίοδος έκλεισε για την ΠΟΣΔΕΠ. Ήδη αρκετές εβδομάδες πριν μια σειρά εκδοτικά συγκροτήματα (Αλαφούζος, Λαμπράκης) είχαν ξεκινήσει λυσσαλέα επίθεση εναντίον της ΠΟΣΔΕΠ και της ηγεσίας της, και είχαν διατυπώσει ρητά το στόχο της “ανακατάληψης της ΠΟΣΔΕΠ”. Το ιδεολόγημα που δικαιολογούσε αυτή την “αναγκαιότητα” ήταν ότι η απερχόμενη ηγεσία δεν καταδίκαζε ρητά τη βία στα πανεπιστήμια, ότι δεν επεδίωκε καμιά αλλαγή στο πανεπιστήμιο γιατί ήταν “βολεμένη”, κ.λπ.

Φορείς της “ανακατάληψης” ήταν η ΚΙΠΑΝ (παράταξη του ΠΑΣΟΚ) και η ΑΡΜΕ (ανανεωτική πτέρυγα του ΣΥΝ) σε συνεργασία με μικρότερες κινήσεις δεξιών καθηγητών. Η πλέον ενθουσιώδης απ’ όλες αυτές ήταν η ΑΡΜΕ. Το μέτωπο των παραπάνω παρατάξεων πλειοψήφησε και θα αποτελέσει τη νέα ηγεσία.

Η Συσπείρωση πέρασε στην αντιπολίτευση, χάνοντας κάποιες από τις δυνάμεις της, αλλά καταφέρνοντας να εκλέξει 8 μέλη στη νέα Διοικούσα Επιτροπή.

Οι εξελίξεις αυτές δεν αποτελούν έκπληξη. Ήδη μετά την αποτροπή της συνταγματικής αναθεώρησης, τα ερωτήματα –πώς συνεχίζεται ο αγώνας εναντίον της αναδιάρθρωσης στα πανεπιστήμια, πώς αντιμετωπίζεται ο “νόμος Γιαννάκου” που άρχισε να εφαρμόζεται– δεν μπόρεσαν να απαντηθούν με ενιαίο και αποτελεσματικό τρόπο από το κίνημα των πανεπιστημιακών (αλλά ούτε και των φοιτητών). Επιπλέον, η συντηρητική αναδίπλωση μερίδας των πανεπιστημιακών απέναντι σε ορισμένες πρακτικές του φοιτητικού κινήματος δημιούργησε πρόσφορο έδαφος στην ΑΡΜΕ και την ΚΙΠΑΝ να προπαγανδίσουν την ανάγκη “αλλαγής σελίδας” στον πανεπιστημιακό συνδικαλισμό. Η κρίση αυτή δεν άφησε ανεπηρέαστη και τη Συσπείρωση. Η μη συμμετοχή του Απέκη και του Μαΐστρου στα ψηφοδέλτιά της αποτελεί χαρακτηριστικό, αλλά όχι το μόνο, δείγμα της κρίσης της Συσπείρωσης, κρίση που μάλλον θα ενταθεί παρά θα υποχωρήσει.

Ωστόσο, η πραγματικότητα επιμένει: το Συνέδριο δεν ψήφισε ούτε απολογισμό, ούτε προγραμματισμό δράσης. Ο στόχος των “ανακαταληψιών” ήταν να πάρουν τη διοίκηση, ούτως ώστε να διαπραγματευτούν με πιο “σοβαρό και υπεύθυνο” τρόπο με την τωρινή ηγεσία του ΥΠΕΠΘ και με την αυριανή ΠΑΣΟΚική ηγεσία – όπως πολλοί από αυτούς ευελπιστούν.

Η πραγματικότητα επίσης είναι ότι στα επόμενα 5 χρόνια περίπου το 40% των υπηρετούντων μελών ΔΕΠ των κεντρικών πανεπιστημίων θα συνταξιοδοτηθεί. Με ποιους όρους και σε ποιο πανεπιστήμιο θα δουλεύουν όσοι θα τους αντικαταστήσουν; Με την ευέλικτη κακοπληρωμένη εργασία του “407” σε ένα πανεπιστήμιο υποχρηματοδοτούμενο και στα όρια της κατάρρευσης;

Σ’ αυτά και σε πολλά άλλα ερωτήματα η νέα ηγεσία της ΠΟΣΔΕΠ ούτε θέλει, ούτε μπορεί να απαντήσει. Οι πανεπιστημιακοί που θέλουν να αντισταθούν στη νεοφιλελεύθερη επίθεση δεν μπορεί παρά να συγκροτηθούν στα ευρύτερα δυνατά μέτωπα. Τα κόμματα, οι απόψεις και τα πρόσωπα θα κριθούν από τη συμβολή τους σε αυτό.

Ν.Κ.