“ΕΞΙ ΣΗΜΕΙΑ ΓΙΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟ”: ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΝΕΟ ΤΟΠΙΟ, 03/10/2007

ΕΞΙ ΣΗΜΕΙΑ ΓΙΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟ

1. Γιατί δεν μειώθηκε ο δικομματισμός όσο θα έπρεπε ή όσο θα ήταν δυνατό μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές;

Την τελευταία τριετία ήταν ορατή μια λαϊκή δυσαρέσκεια που διογκωνόταν διαρκώς. Στις εκλογές είχαμε μια μερική αποδέσμευση από το δικομματισμό, αλλά όχι την έκφραση μιας συνειδητής αντίθεσης σ’ αυτόν.

Αυτό είναι θετικό καταρχήν, αλλά δεν είναι μόνιμο. Το χτύπημα του νεοφιλελευθερισμού και δικομματισμού θα ήταν μήνυμα στην ίδια την αστική τάξη και στους πολιτικούς εκπροσώπους της, αν ο δικομματισμός γκρεμιζόταν στο 70%. Για να γίνει όμως κάτι τέτοιο δεν αρκούν οι «φυσικές» (ταξικές) καταστροφές.

Η αριστερά δεν κερδίζει από τη λογική του «ώριμου φρούτου» (αν και το ΚΚΕ έπαιξε αυτό το παιχνίδι την τριετία), γιατί τέτοιο κέρδος είναι προσωρινό και εύκολα ανατρέψιμο. Οι αλλαγές στους πολιτικούς συσχετισμούς έχουν άμεση σχέση με τους κοινωνικούς συσχετισμούς. Όμως τέτοιες αλλαγές προϋποθέτουν:

1) Κοινωνικές και πολιτικές συγκρούσεις και αγώνες με μικρά και μεγάλα αποτελέσματα (και η έννοια «αποτέλεσμα» είναι διαφορετική, όχι ταυτόσημη –πάντα- με την έννοια «νίκη»). Για παράδειγμα, αποτέλεσμα είναι η αύξηση της αξιοπιστίας της αριστεράς μέσα στους κοινωνικούς χώρους, η τροποποίηση του συσχετισμού δύναμης μέσα σ’ αυτούς τους χώρους.  

2) Χρόνο και μονιμότητα για να εξελιχθούν οι απόψεις και οι πρακτικές, για να εξεταστούν από τις μάζες η ειλικρίνεια, η διαφορετικότητα, η χρησιμότητα. Η αντιστροφή του τρόπου σκέψης των μαζών (με ή χωρίς δυσαρέσκεια) απαιτεί χρόνο και συνολικότητα.

3) Συγκρότηση και διαμόρφωση ιδεολογικού και πολιτικού ρεύματος που στις σημερινές συνθήκες πρέπει να είναι συνολικά αντιθετικό. Ρεύμα που να εξασκεί επιρροή, να έχει αποδεικτικό λόγο, να προδιαγράφει προοπτική ή τουλάχιστον να αποδεικνύει ότι έχει κατευθύνσεις και προσανατολισμό αναζήτησης μιας εφικτής διαφορετικότητας. Το «υπό δοκιμή» του Αλαβάνου έτσι μπορεί να νοηθεί, δίνοντας μια ορισμένη κατεύθυνση. Να βαθύνει η αντίθεση με το δικομματισμό και το νεοφιλελευθερισμό σε όποια μορφή αυτός εμφανιστεί (ο νεοφιλελεύθερος δικομματισμός μπορεί να μετασχηματιστεί σε νεοφιλελεύθερο διπολισμό).

Ο κόσμος της δυσαρέσκειας σήμερα βλέπει, αντιλαμβάνεται, νιώθει τις συνέπειες της πολιτικής του νεοφιλελευθερισμού, αλλά δεν συνειδητοποιεί ακριβώς την πολιτική και τις εκφράσεις του, με αποτέλεσμα να είναι ευάλωτος στις αλλαγές μορφής και έκφρασης του νεοφιλελευθερισμού. Για να είναι αποτελεσματικός ο αγώνας ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό έχει σημασία και η ιδεολογία και στρατηγική (το αδύνατο κομμάτι του ΣΥΝ) και η πολιτική (το αντιφατικό ακόμα κομμάτι του ΣΥΝ). Το χτύπημα της αγοράς, της αγοραίας ηθικής (αρχές και αξίες), της αγοραίας πολιτικής, του αγοραίου πολιτισμού και παιδείας, πρέπει να γίνει και με επιθετικούς – όχι φοβικούς όρους. Το πρόταγμα του ανθρώπου και του σοσιαλισμού σε σχέση και αντίθεση με το πρόταγμα της αγοράς και του καπιταλισμού, και η αντιπαράθεση των δύο κόσμων: αυτού που εκπροσωπεί και θέλει η αριστερά και αυτού που εκπροσωπεί και θέλει η αστική τάξη και το σύστημά της, είναι πλέον επίκαιρο. Στη θέση του νεοφιλελευθερισμού πρέπει να αντιπαρατεθούν οι θέσεις του σοσιαλισμού. Η εναλλακτική λύση είναι μόνο ο σοσιαλισμός. Σε εθνικό, ευρωπαϊκό, οικουμενικό επίπεδο.

2. Ο Συνασπισμός και τα βάρη του

Ιδεολογικά ο ΣΥΝ εμφανίζει έναν ριζοσπαστικό ουμανισμό. Αυτό δεν συνιστά επαρκή ιδεολογική αντεπίθεση-αντιπαράθεση στην καπιταλιστική νεοφιλελεύθερη ιδεολογία Πιο πολύ επικοινωνιακά –και επομένως συγκυριακά– δείχνει να έχει αποτελέσματα, ενώ πολιτικά είναι επιρρεπής σε κεντροαριστερές εκφράσεις και πολιτικές (όπως «ανάπτυξη με ανθρώπινο πρόσωπο» κλπ).

Η πολιτική φυσιογνωμία και πρακτική του ΣΥΝ την τελευταία 15ετία ήταν ο βασικός λόγος που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ξεπέρασε το 6% ή δεν πλησίασε το ποσοστό του ΚΚΕ. Ο «φιλοπασοκισμός» του μέσα στους μαζικούς κοινωνικούς χώρους κυρίως, αλλά και στην κεντρική πολιτική σκηνή δευτερευόντως, δημιούργησε βάρη τέτοια που δεν επέτρεψαν στον ΣΥΡΙΖΑ να εκτιναχτεί σε ψηλότερα ποσοστά (αυτό ακριβώς το παρελθόν του ΣΥΝ χρησιμοποιήθηκε τόσο από το ΚΚΕ όσο και από το ΠΑΣΟΚ).

Το δεύτερο στοιχείο είναι ο φιλοευρωπαϊσμός του. Η θετική στάση που είχε ο ΣΥΝ απέναντι στη συνθήκη του Μάαστριχτ και η σημερινή έλλειψη αυτοκριτικής γι’ αυτό, μειώνουν την αξιοπιστία της αντινεοφιλελεύθερης πρακτικής του ΣΥΝ (και αυτό χρησιμοποιήθηκε δεόντως από το ΚΚΕ). Αντινεοφιλελεύθερη κατεύθυνση σημαίνει παράλληλα και αντιευρωπαϊκή κατεύθυνση (γι’ αυτό και πρέπει να επισημαίνεται η διαφορά ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ).

Η ατολμία της ηγετικής του ομάδας (συμπεριλαμβανομένου του Αλαβάνου) για ρήξεις και τομές στο πολιτικό προφίλ του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και το πολιτικό έλλειμμα του τρόπου διαχείρισης της δυσαρέσκειας (πχ «αναιμική» καταγγελία της κυβέρνησης για την τραγωδία των πυρκαγιών), στη λογική «να μη μας σαρώσει το ΠΑΣΟΚ», ήταν και είναι μια λογική αιχμαλωσίας και αυτοπεριορισμού στο 5-7%.

Ο ΣΥΝ φοβάται και παίζει αμυντικά και τέτοιος θα είναι για μεγάλο χρονικό διάστημα. Σ’ αυτή του την αντίφαση θα υπάρχει πολιτικό κενό και χώρος για τις υπόλοιπες δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ.

3. Μία και μοναδική αστική στρατηγική

Δεν υπάρχει από μόνη της εναλλακτική αστική οικονομική και κοινωνική πολιτική.

Στη δεκαετία του ‘80 υπήρχαν δύο διακριτές στρατηγικές διαχείρισης του συστήματος. Μία της ΝΔ και μία του ΠΑΣΟΚ. Στη δεκαετία του ‘90 έχουν γίνει σημαντικές αλλαγές, παγκόσμια και ελλαδικά, που δημιούργησαν «μεταλλάξεις» και μετασχηματισμούς και στο ελλαδικό πολιτικό σκηνικό.

Οι βάσεις άλλαξαν: α) Ο συσχετισμός δύναμης τροποποιήθηκε παγκόσμια. Η κατάρρευση του «υπαρκτού» σηματοδότησε εξελίξεις και στο κοινωνικό πεδίο. β) Η οικονομική κρίση ή -αν θέλουμε- η κρίση του μοντέλου οικονομικής συσσώρευσης των 30 «ένδοξων χρόνων» (κεϋνσιανισμός) καθόρισε ένα νέο παγκόσμιο οικονομικό μοντέλο, τον φιλελευθερισμό.

Το πολιτικό αλληλεπίδρασε και επηρέασε το οικονομικό και το αντίστροφο. Σήμερα στην Ελλάδα έχουμε ένα δικομματισμό των όμοιων κομμάτων. 

ΝΔ και ΠΑΣΟΚ είναι όμοια κόμματα στην πολιτική τους. Κατά την οχταετία Σημίτη το ΠΑΣΟΚ «εκσυγχρονίστηκε» σε μια νεοφιλελεύθερη πολιτική και πρακτική, χάνοντας έτσι τη διακριτότητά του με την καθαρόαιμη δεξιά.

Σήμερα αναζητείται η αιτία της εκλογικής του συρρίκνωσης. Το προβαλλόμενο από τη λεγόμενη κοινή γνώμη (δηλ. τα ΜΜΕ) σαν πρόβλημα αρχηγού δεν είναι πειστικό. Είναι εύκολο, υπαρκτό, αλλά δευτερεύον το επιχείρημα ότι «δεν τραβάει το παιδί».

Το κύριο και γενικό ζήτημα είναι τούτο. Δεν μπορεί να υπάρξει εναλλακτική σοσιαλδημοκρατική πολιτική γιατί η «βάση» της, η οικονομία, ακολουθεί το νεοφιλελεύθερο μοντέλο συσσώρευσης (λιγότερες κοινωνικές δαπάνες, λιγότερο κράτος και απορρύθμιση, ιδιωτικοποιήσεις, ελαστικοποίηση, ανασφάλιστη εργασία και απασχόληση, αύξηση έμμεσης φορολογίας, μηδενισμός/συρρίκνωση του κόστους εργασίας). Δεν υπάρχει μια άλλη οικονομική πολιτική ή καλύτερα δεν είναι εφικτή μια διαφορετική οικονομική πολιτική στις συνθήκες της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και των υπερεθνικών ολοκληρώσεων. Μπορούμε να φανταστούμε μια Ελλάδα με τους παραδοσιακούς όρους της σοσιαλδημοκρατίας (κοινωνικό κράτος, κοινωνικά και εργασιακά δικαιώματα κλπ) σε μια νεοφιλελεύθερη Ευρώπη και σε ένα ανταγωνιστικό διεθνές καπιταλιστικό περιβάλλον;

Θα κατασκευάσει εφεδρείες η αστική τάξη; Έχει ανάγκη από μια εναλλαγή χωρίς κινδύνους; Γενικά η αστική τάξη έχει ανάγκη από εφεδρείες. Ειδικά όταν κινδυνεύει η εξουσία της, όταν δηλαδή οι πολιτικοί συσχετισμοί επιβάλλουν λύσεις.

Αν λοιπόν αναπτυχθούν κινήματα με πολιτική συνείδηση, αν συγκροτηθούν κόμματα ή μέτωπα με ανατρεπτικές διαθέσεις, αν το σύστημα κινδυνεύσει, τότε ίσως «ελευθερωθεί» χώρος για σοσιαλδημοκρατικές προσπάθειες και πολιτικές.

Η αστική τάξη έχει φτιάξει ένα πολιτικό σύστημα όπου σημαντικό στοιχείο του είναι η χειραγώγηση των μαζών που γίνεται πρωτίστως, ιδεολογικά και πολιτικά, από τα ΜΜΕ που βρίσκονται στα χέρια ή στη διαχείριση της μεγαλοαστικής τάξης. Θέλει όμως και τα πολιτικά κοινοβουλευτικά της υποκείμενα, καθώς και ένα πολιτικό σύστημα δικομματικό -ή μελλοντικά διπολικό- που να την προστατεύει.

Απ’ αυτή την άποψη, η αντιπαράθεση μέσα στο ΠΑΣΟΚ μεταξύ «κεντροδεξιάς» και «κεντροαριστεράς» έχει ενδιαφέρον για το προς τα πού θα πάει η αστική πολιτική και το τι «νέο» θέλει να φτιάξει η αστική τάξη σαν εναλλακτική λύση. Πρέπει να ενδιαφέρει και την αριστερά στο μέτρο που απελευθερώνει αριστερές συνειδήσεις και δυνάμεις.

Στο ΠΑΣΟΚ έχει χαθεί η δυνατότητα και ικανότητα υποδοχής και ενσωμάτωσης της όποιας ριζοσπαστικοποίησης, έχει χαθεί η επαφή με τη νεολαία και τα λαϊκά φτωχά στρώματα της πόλης και της υπαίθρου. Ο κόσμος του, η βάση του, πέρα από κάποια γενικά ιστορικά αντιδεξιά χαρακτηριστικά (κυρίως στους πάνω από 45 χρόνων) έχει διαπαιδαγωγηθεί μέσα στη σύγχρονη πολιτική του ΠΑΣΟΚ. Η διακριτότητα ΠΑΣΟΚ/ΝΔ αφορά -στην καλύτερη περίπτωση- το νεοφιλελευθερισμό «με δημοκρατικό και ανθρώπινο πρόσωπο» από τη μια και τον άγριο νεοφιλελευθερισμό από την άλλη. Τα διαφορετικά σημεία αφορούν την ένταση και ποσότητα, το χρόνο και τους ρυθμούς της επίθεσης, τη δυνατότητα και ικανότητα συμμαχιών που θα δυσκολεύουν ανατρεπτικές εξελίξεις για το πολιτικό σύστημα.

4. Η κοινωνική πόλωση

Η συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφάλαιου και οι ιδιωτικοποιήσεις του κρατικού τομέα έχουν σαν αποτέλεσμα τη μισθωτοποίηση και την κοινωνική υποβάθμιση ενδιάμεσων κοινωνικών στρωμάτων. Στους κρίσιμους τομείς της οικονομίας της Ελλάδας (οικοδομή, τουρισμός, υπηρεσίες, εμπόριο, μεταφορές) παρατηρείται μία διαρκής συμπίεση των μικροαστικών στρωμάτων, κάτι που επηρεάζει και ορισμένα χαμηλά μεσοστρώματα, με αποτέλεσμα να απονομιμοποιείται σε μαζική κλίμακα το νεοφιλελεύθερο δόγμα «οι ικανοί θα κερδίζουν».

Η κοινωνική πόλωση θα αυξάνει (ίσως να ξαναθυμηθούμε την «προφητεία» του Κομμουνιστικού Μανιφέστου). Στον ένα πόλο θα αθροίζονται και θα στοιβάζονται φτωχοί και νεόπτωχοι, αποκλεισμένοι και υποβαθμισμένοι, δηλαδή η συντριπτική πλειοψηφία. Και ταυτόχρονα θα ανοίγει ακόμα περισσότερο η κοινωνική ψαλίδα μεταξύ φτωχών και πλουσίων.

Στο κέντρο των εξελίξεων θα βρίσκεται μια μεγάλη μάζα εργαζομένων με νέες εργασιακές σχέσεις και με μια απάνθρωπη καθημερινή ζωή. Και το κρίσιμο ερώτημα για μας είναι: Ποιος και πώς θα εκπροσωπήσει πρώτος πολιτικά αυτό το υποκείμενο.

5. ΛΑΟΣ: Ένα ακροδεξιό νεοφιλελεύθερο και επικίνδυνο κόμμα που χρειάζεται αντιπαράθεση

Το ΛΑΟΣ εκφράζει μικροαστικά στρώματα που υποβαθμίστηκαν και υποβαθμίζονται και ανήκουν στην αντικομμουνιστική δεξαμενή της δεξιάς, αλλά εκφράζει και νεολαιίστικα κομμάτια των αποκλεισμένων και χωρίς προοπτική εργαζόμενων ή ανέργων. Εκφράζει και μικροαστούς νοικοκυραίους που αναζητούν ησυχία, τάξη και ασφάλεια. Τα υψηλά ποσοστά σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Πειραιά, σε αντίθεση με τα χαμηλά ποσοστά στην επαρχία, επιβεβαιώνουν τα παραπάνω. Το ΛΑΟΣ αποτελεί μια συμπληρωματική δύναμη στη ΝΔ και στο νεοφιλελευθερισμό, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί αποφασιστικά σε κρίσιμες στιγμές.

Το πρόγραμμα Καρατζαφέρη που «εξαφανίστηκε» πριν τις εκλογές ανέφερε για το ξεπούλημα του δημόσιου τομέα, τη διάσωση του 2% των δασών (μιας και αναγνωρίζει μόνο τους εθνικούς δρυμούς σαν δασικές περιοχές), την επιδότηση κατά 50% των εφοπλιστών για τη ναυπήγηση πλοίων. Ο Βορίδης, ο Πλεύρης και άλλα «παιδιά» πολιτεύτηκαν με ακραία εθνικιστικά – ρατσιστικά – ξενοφοβικά συνθήματα. Ο φασισμός βρήκε κοινοβουλευτική φωνή, μπορεί και κρύβεται, και είναι δυνατόν να αναπτυχθεί. Απαιτείται συγκεκριμένη αντιπαράθεση, ιδεολογική και πολιτική, μαζί του. (Πχ για το βιβλίο της ΣΤ΄ Δημοτικού χρειαζόταν χτύπημα των εθνικιστικών – «πατριωτικών» – θρησκευτικών απόψεων που προβάλλονταν).

6. Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ – Η ΚΟΕ

Στροφή στην κοινωνία. Επικαιρότητα του σοσιαλισμού.

Η αριστερά στην Ελλάδα δεν θα αναπτυχθεί αν δεν απευθυνθεί με σύγχρονους, ανεξάρτητους, δικούς της όρους και τρόπους εκεί όπου δημιουργείται ο μαζικός κοινωνικός πόλος των νέων εργαζόμενων, των υποβαθμισμένων μικροαστών, των φτωχών κλπ.

Αυτός ο κοινωνικός πόλος πρέπει να εκφραστεί έξω και ενάντια στα ΜΜΕ και σε ό,τι αυτά παράγουν. Αυτός ο πόλος είναι αποκλεισμένος, φιμωμένος και υπόκειται σε έναν «φιλευσπλαχνικό» κοινωνικό ρατσισμό. Πρέπει να συγκροτηθεί αντίπαλα με τον μειοψηφικό πόλο που σήμερα κυβερνά-εξουσιάζει. Η συγκρότησή του με σκοπό τη σύγκρουση και όχι τον συμβιβασμό πρέπει να γίνει με όρους ιδεολογικούς, πολιτικούς, πρακτικούς. Με επιμονή.

Ο κοινωνικός διχασμός-πόλωση πρέπει να αντιστοιχηθεί με πολιτική πόλωση-σύγκρουση.

Η κομμουνιστική αριστερά και η ΚΟΕ σαν συνιστώσα της πρέπει να δουλέψει γι’ αυτό:

– δημιουργώντας δύναμη μετρήσιμη και αποτελεσματική κυρίως και πρωτίστως μέσα στους μαζικούς χώρους και ειδικά στους νέους εργαζόμενους,

– διεκδικώντας στις συνεργασίες και συμμαχίες πρωταγωνιστικό ρόλο, συγκροτώντας και οικοδομώντας την κομμουνιστική αριστερά (μέσα και από την αντιπαράθεση με το ΚΚΕ και την εξωκοινοβουλευτική αριστερά),

– ανοίγοντας το θέμα Σοσιαλισμός όχι μόνο με όρους αυτοκριτικής, αλλά κυρίως με όρους άλλου τρόπου σκέψης, άλλων αρχών, άλλου πλαισίου για την κοινωνική οργάνωση.

Η ΚΟΕ οφείλει να δουλέψει την ταχτική και την στρατηγική της μέσα και έξω από την ελληνική αριστερά, αυτόνομα, ανεξάρτητα, αλλά και μετωπικά για:

– τη ριζοσπαστικοποίηση και την ώθηση του ΣΥΡΙΖΑ σε αριστερές θέσεις και κυρίως πρακτικές σε πραγματικά κινήματα, σε αποτελεσματική κίνηση μέσα στα λαϊκά στρώματα και στους νέους εργαζόμενους,

– τη σύνδεση της αναγκαίας ταχτικής της ενότητας με την επείγουσα, απαραίτητη και χρήσιμη συγκρότηση της κομμουνιστικής αριστεράς και της αντεπίθεσης σοσιαλισμού σαν εφικτής προοπτικής.

Η διεκδίκηση στο μαζικό κίνημα που θα στοχεύει σε ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις, οφείλει να δένεται με την προβολή και την προοπτική της λαϊκής χειραφέτησης. Η υπεράσπιση των ζωτικών λαϊκών συμφερόντων και η λαϊκή άμυνα πρέπει να συνδέεται με μια άλλη εφικτή κοινωνική οργάνωση και καθημερινή ζωή.

ΙΔΟΥ Η ΡΟΔΟΣ ΙΔΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΠΗΔΗΜΑ

Νίκος Γαλάνης