Αντώνης Νταβανέλλος, Γραμματεία ΣΥΡΙΖΑ, ΔΕΑ
Η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη της 27, 28, 29 Νοέμβρη αποτελεί κρίσιμο σταθμό για τον ΣΥΡΙΖΑ. Το ενωτικό εγχείρημα της ριζοσπαστικής Αριστεράς βρίσκεται μπροστά στην πρόκληση να μετατραπεί από χαλαρή εκλογική και πολιτική συμμαχία σε ένα σχηματισμό ανώτερου επιπέδου παρέμβασης, σε έναν ενιαίο πολιτικό οργανισμό, χωρίς ασφαλώς να τεθεί σε αμφισβήτηση η ιδεολογική και οργανωτική αυτοτέλεια των συνιστωσών του. Αυτό θα κριθεί από κάποιες σοβαρές πολιτικές και οργανωτικές επιλογές.
Η Συνδιάσκεψη πρέπει, καταρχήν, να συζητήσει πολιτικά. Τα “κεκτημένα” του ΣΥΡΙΖΑ –δέσμευση στην ανατροπή του νεοφιλελευθερισμού, απόρριψη της κεντροαριστεράς και του κυβερνητισμού– πρέπει να επιβεβαιωθούν. Όμως, κυρίως πρέπει να συζητηθεί η νέα κατάσταση, ο ρόλος της Αριστεράς στην περίοδο διακυβέρνησης από το ΠΑΣΟΚ. Κατά τη γνώμη μας, αυτό σημαίνει την επιλογή της αριστερής αντιπολίτευσης: την αναφορά στις ανάγκες του κόσμου μέσα στην κρίση, την προσπάθεια αυτές να εκφραστούν σε αιτήματα και πολιτική, τη δέσμευση για ανατροπή της νεοφιλελεύθερης στρατηγικής που αποτελεί πλαίσιο και “οδηγό” και για την κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου. Δεν θα πρέπει να εγκλωβιστούμε σε μια πολιτική “προγραμματικής” αντιπολίτευσης, που σημαίνει την αναζήτηση ενός κεϋνσιανού “κοινού τόπου”, όπου –τάχα– θα μπορούν να είναι ικανοποιημένοι και οι καπιταλιστές (μέσα από τη διασφάλιση της ανάπτυξης) και οι εργαζόμενοι (μέσα από την υπόσχεση για βελτιώσεις στην καθημερινότητά τους…). Αυτός ο “τόπος” είναι απλά ανύπαρκτος και η αναζήτησή του είναι δεξιόστροφη, πιέζει την Αριστερά για σύγκλιση με τη σοσιαλδημοκρατία. Η κρίση δημιουργεί μια σκληρή πραγματικότητα που κάνει αναγκαίες διλημματικές επιλογές. Αυτό δεν σημαίνει απόρριψη της διεκδίκησης “μεταρρυθμίσεων”. Αντίθετα, σημαίνει σταθερή, πεισματική και συγκεκριμένη διεκδίκηση μεταρρυθμίσεων, αλλά με κριτήριο τις ανάγκες και τα αιτήματα του κόσμου και όχι τον σεβασμό στα πλαίσια (όπως το Σύμφωνο Σταθερότητας) ή τις κατευθύνσεις της κυρίαρχης οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής (φλεξικιούριτι, περικοπές κοινωνικών δαπανών, προτεραιότητα δημοσιονομικής σταθερότητας κ.λπ.). Τέτοιες μεταρρυθμίσεις είναι, για παράδειγμα, η διεκδίκηση ουσιαστικών αυξήσεων στους μισθούς και τις συντάξεις, η διεκδίκηση “αορίστου χρόνου” για όλους τους συμβασιούχους, η απαίτηση για μαζικές προσλήψεις στα νοσοκομεία και στα σχολεία, η πάλη για απαγόρευση των απολύσεων κ.λπ. Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να προσπαθήσει να αναδειχθεί ως πολιτικός εκφραστής της αντίστασης των εργαζόμενων και της νεολαίας στην κυρίαρχη πολιτική μέσα στην κρίση.
Αυτή η πολιτική είναι αδύνατον να ξεδιπλωθεί ειλικρινά, χωρίς στρατηγική αναφορά: Χωρίς τον συνολικό αντικαπιταλισμό, τη διεκδίκηση της εναλλακτικής λύσης του σοσιαλισμού. Αριστερά άοπλη στο επίπεδο των συνολικών ιδεών απλώς δεν μπορεί να οικοδομηθεί. Αυτή την πολιτική και ιδεολογική βάση θα πρέπει ενισχύσουμε στην Π.Σ.
Με αυτές τις προϋποθέσεις πρέπει να προχωρήσει η συζήτηση για τα “οργανωτικά”. Ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα πρέπει και μπορεί να αποκτήσει δομές και θεσμούς αυτοπροσδιορισμού.
Βασικό “κύτταρο” δεν μπορεί παρά να είναι οι Τοπικές Επιτροπές. Σε ένα βαθμό ήδη υπάρχουν από την 1η Π.Σ. Όμως η σταθεροποίηση και η ανάπτυξή τους δεν μπορεί να επαφίεται στη διάθεση και την αντοχή του κόσμου της ενωτικής και ριζοσπαστικής Αριστεράς. Είναι ζήτημα συνειδητής προσπάθειας, δράσεων, πολιτικού προγραμματισμού. Στην κατεύθυνση αυτή είναι αναγκαίο να κατοχυρωθεί η έννοια του “μέλους”. Κατά τη γνώμη μας αυτό αφορά όσους και όσες δέχονται την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, συμμετέχουν στις Τοπικές Επιτροπές, εγγράφονται σε ενιαία μητρώα μελών και δέχονται ως σύμβολο αυτής της συμφωνίας την ενιαία “κάρτα μέλους” του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή η περιγραφή ορίζει δικαιώματα και υποχρεώσεις: την εκλογή τοπικών ηγεσιών, την απόφαση για τοπικά πολιτικά ζητήματα, την εκλογή (ή την ανάδειξη) αντιπροσώπων για πανελλαδικά σώματα (ή όργανα) που θα διαμορφώνουν σταδιακά τη φυσιογνωμία του σχήματος. Ως τέτοια έχουν ήδη προταθεί η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη και ένα Πανελλαδικό Συντονιστικό, πυκνότερης λειτουργίας, που θα κρίνει γενικές πολιτικές κατευθύνσεις και θα λειτουργεί ως σημείο αναφοράς (και λογοδοσίας) της Συντονιστικής Γραμματείας. Η τελευταία δεν μπορεί παρά να συνεχίσει να λειτουργεί με τη γενική μέθοδο της συναίνεσης και το κριτήριο του πλουραλισμού. Η ωρίμανση μετά από πολλά χρόνια συνεργασίας μπορεί να εκφραστεί με την αποδοχή ενισχυμένης πλειοψηφίας όπου η συναίνεση δεν εξασφαλίζει έγκαιρες αποφάσεις.
Μας κάνει ιδιαίτερη εντύπωση η κάθετη άρνηση αυτής της κατεύθυνσης από την Ανανεωτική Πτέρυγα του ΣΥΝ (με τα ξερά “όχι” που διατυπώνει το κείμενο Λυκούδη). Μια τάση που διακρίνεται για τη διάχυση ιδεών και τακτικής όταν συζητά με τη σοσιαλδημοκρατία, εμφανίζεται άτεγκτη στο ζήτημα της κομματικής αυτονομίας, όταν συζητά με τον κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ. Εντύπωση επίσης προκαλεί η στάση της πλειοψηφούσας ηγετικής ομάδας του ΣΥΝ, που αρνείται να συγκρουστεί με αυτόν το δεξιόστροφο συντηρητισμό και εμποδίζει –ελάχιστες εβδομάδες πριν την Π.Σ.– τη λήψη ουσιαστικών αποφάσεων, βάζοντας σε δοκιμασία όλο το εγχείρημα. Στις συνελεύσεις των Τοπικών Επιτροπών και στην ίδια την Π.Σ. οι αντιρρήσεις αυτές θα πρέπει να πιεστούν για να καμφθούν.
Υπάρχουν κάποιες αποφάσεις της 1ης Π.Σ. που –καθόλου τυχαία– έμειναν στα χαρτιά: πλουραλισμός στα ΜΜΕ, ενιαίο Γραφείο Τύπου, περιοδικό ΣΥΡΙΖΑ. Πρέπει να γίνουν άμεσα βήματα υλοποίησης τους. Θα είναι μια συγκεκριμένη απόδειξη ότι ξεπερνιέται μια αντίληψη που περιόριζε τον ΣΥΡΙΖΑ σε χαλαρή εκλογική συμμαχία και ότι γίνονται βήματα στην κατεύθυνση συγκρότησης ενός ενωτικού σχήματος δράσης της ριζοσπαστικής Αριστεράς.