ΦΑΚΕΛΟΣ: Οικονομική κρίση

Ποιο φάντασμα πλανιέται στον κόσμο; του Νίκου Γαλάνη

Α. Αντιμέτωποι με ένα κατ’ εξοχήν πολιτικό ζήτημα

Πάνω στο φόβο, τον πανικό, την αμηχανία και την αδυναμία ειδικοί και "ειδικοί" παντός χρώματος και ιδεολογίας, με πρωταγωνιστές τους υπερασπιστές του συστήματος, κατανάλωσαν και καταναλώνουν –προς χάρη και της επιβεβαίωσής τους– χιλιάδες λέξεις για την ανάγνωση και διάγνωση της κατάστασης, την πληροφόρηση (;) και "προσανατολισμό" της μεγάλης μάζας, που λέγεται λαός. Έτσι λοιπόν σε λίγες μόνο μέρες μάθαμε σειρά οικονομικών όρων και λειτουργιών, ιστορικών στοιχείων για τις κρίσεις (κυριαρχεί αυτή του ’29), τον κεϋνσιανισμό, το νεοφιλελευθερισμό κ.ά. Αισθανθήκαμε μαθητές ή πρωτοετείς φοιτητές σε τμήματα οικονομικής σχολής. Δυστυχώς, σε αρκετές περιπτώσεις, στη γλυκιά παγίδα του διδακτισμού πέφτουν και πάσης φύσεως αριστεροί.

Οι παρακάτω σκέψεις φιλοδοξούν να έχουν μια διαφορετική οπτική, προσπαθώντας να τοποθετήσουν το πρόβλημα κυρίως στην πολιτική του διάσταση. Με βάση αυτή την οπτική πρέπει να συζητήσουμε το κεντρικής σημασίας ζήτημα της κρίσης, για να το αντιμετωπίσουμε πολιτικά, για να υποστηρίξουμε μια πρόταση, ένα σχέδιο, μια κίνηση που να οδηγούν σε μια "υπέρβασή" της. Και σε αυτό το σημείο ας διακινδυνεύσουμε μια εκτίμηση: μπροστά μας, σαν μαρξιστές (;), σαν αντικαπιταλιστές (;), σαν βολονταριστές (;), βρίσκεται μια ευκαιρία. Μια, επικίνδυνη έστω, ευκαιρία.

Το μόνο πραγματικό γεγονός, η μοναδική αλήθεια –υλικότατη και όχι φούσκα–, είναι πως η "μπελ επόκ" του νεοφιλελευθερισμού έλαβε τέλος, πως το μέλλον του βρίσκεται σωριασμένο στο καναβάτσο της ιστορίας. Ωστόσο δεν μπορεί να μας αρκεί αυτό, έτσι απλά, για να αισθανθούμε δικαιωμένοι και ανακουφισμένοι.

Το ζητούμενο και η πραγματική ανησυχία για τον ένα πόλο της ταξικής πάλης είναι το αν θα ξεφύγουμε από τις διαγνώσεις και τα κείμενα (ορισμένα σαφώς είναι χρήσιμα και απαραίτητα) και θα ενώσουμε τις φωνές μας σε μια μόνο φράση. Να δράσουμε επιτέλους! Και ναι, τότε χρειαζόμαστε τους όρους: γνώση, πολιτική γραμμή (συκοφαντημένη και ξεχασμένη λέξη), σχέδιο, πρόγραμμα.

Β. Κρίση του φονταμενταλισμού των αγορών ή κρίση του καπιταλισμού;

Σε παγκόσμιο προπαγανδιστικό επίπεδο, οι αγοραίοι απολογητές της αστικής πολιτικής (ΜΜΕ, πολιτικοί), καλοπροαίρετοι οικονομολόγοι, φανατισμένοι "κοινωνικοί" και οικονομικοί επιστήμονες, προσπαθούν να περάσουν στη λεγόμενη κοινή γνώμη την αντίληψη ότι υπεύθυνοι είναι οι γιάπηδες, οι χρηματιστές, οι τζογαδόροι, οι άπληστοι τραπεζίτες, η κακή οικονομική διαχείριση. Ορισμένοι απ’ αυτούς –οι πιο δημοκρατικοί και προοδευτικοί– φτάνουν να θίξουν το νεοφιλελεύθερο μοντέλο. Εκεί σταματούν συνειδητά ή ασυνείδητα, γιατί αν προχωρήσουν θα φαινόταν η καρδιά και η πηγή του προβλήματος, δηλαδή ο καπιταλισμός. Ωστόσο, εδώ ακριβώς πρέπει εμείς να επιμείνουμε: στο ότι αυτή η κρίση αφορά το καπιταλιστικό σύστημα κι όχι αποκλειστικά και μόνο τη νεοφιλελεύθερη διαχείρισή του. Για να αποδειχθεί παραπάνω, ας πάμε λίγα χρόνια πριν από την εφαρμογή του νεοφιλελευθερισμού, για να δούμε το πώς φτάσαμε στη σημερινή κατάσταση.

Είναι γνωστό ότι μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, λόγω του επάρατου σοσιαλιστικού παραδείγματος (ΕΣΣΔ), του συσχετισμού ταξικής δύναμης (εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα σε ανάπτυξη) και των παραγωγικών αναγκών των χωρών που βρίσκονταν στην καρδιά του καπιταλιστικού και ιμπεριαλιστικού συστήματος (ΗΠΑ, Ευρώπη), η οικονομική και κοινωνική πολιτική που ακολουθήθηκε ήταν ο κεϋνσιανισμός ή, αλλιώς, ο "ενσωματωμένος" φιλελευθερισμός με κυριαρχία του κράτους (κεντρικός ο ρόλος του στη βιομηχανική, κοινωνική, εκπαιδευτική πολιτική, στην υγεία, στην πρόνοια κ.α.).

Κράτος πρόνοιας, κοινωνικό κράτος ήταν οι κεντρικές αναφορές για τη συγκρότηση, ενδυνάμωση και ανάπτυξη του συστήματος. Στα 30 ένδοξα χρόνια ή στην golden age –κατά Χομπσμπάουμ– του καπιταλισμού, άνθισε πολιτικά και κυρίως κυβερνητικά η σοσιαλδημοκρατία, που από καιρό είχε πάρει διαζύγιο και από το λιγοστό μαρξισμό της πάλαι ποτέ Δεύτερης Διεθνούς. Η άνθιση της σοσιαλδημοκρατίας, ωστόσο, υποβοηθήθηκε από τη συνδυασμένη δράση και του "υπαρκτού" σοσιαλισμού και του ευρωκομμουνισμού. Χωρίς αυτή τη βοήθεια η "ανθοφορία" θα ήταν πενιχρή.

Στη δεκαετία του ’70 έχουμε σημαντικές αλλαγές, οι οποίες καθορίζονται από το λαχάνιασμα αυτής της (κεϋνσιανής) διαχείρισης που συντελέστηκε προς τα τέλη της δεκαετίας του ’60. Οι αναδιαρθρώσεις που προωθήθηκαν αποτελούν συνέπειες και φάρμακο συγχρόνως της κρίσης αυτής της καπιταλιστικής διαχείρισης.

Πιο συγκεκριμένα, από το 1971 μέχρι το 1973 οι ΗΠΑ τερματίζουν τη συμφωνία του Μπρέτον Γουντς (σταθερές συναλλαγματικές ισοτιμίες, μετατρεψιμότητα του δολαρίου με βάση το χρυσό), δηλώνοντας μ’ αυτή την πολιτική μια φυγή προς την οικονομική ηγεμονία. Μ’ αυτό τον τρόπο, αυξάνει ταυτόχρονα ο ρόλος του χρηματιστικού κεφαλαίου και των χρηματαγορών που απελευθερώνονται παγκόσμια.

Το 1975 ο Δήμος της Ν. Υόρκης δηλώνει πτώχευση και ιδιωτικοποιείται. Ακολουθούν δεκάδες τράπεζες σε ΗΠΑ, Βρετανία κ.α. Το 1979 ο Βόλκερ, τότε διευθυντής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, ανεβάζει τα επιτόκια στο 20%, εξοντώνοντας τους εργαζόμενους και τις λιγότερο ανταγωνιστικές επιχειρήσεις, ευνοώντας τη μεταφορά κεφαλαίων στο χρηματοπιστωτικό και χρηματιστηριακό πεδίο. Έχουμε μπει στην εποχή της οικονομικής παγκοσμιοποίησης υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ και των οργανισμών τους – ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα, GATT (μετέπειτα ΠΟΕ). Έχουμε μπει για τα καλά στην εποχή του νεοφιλελευθερισμού.

Η στασιμότητα της πραγματικής οικονομίας και ο πληθωρισμός αποτελούν τα κρισιακά προβλήματα της δεκαετίας του ’70. Το μεταπολεμικό οικονομικό-κοινωνικό συμβόλαιο διεμβολίζεται από τον καλπάζοντα στασιμοπληθωρισμό της δεκαετίας του ’70. Οι καινοτομίες και η "νέα οικονομία" με την επιστημονικοτεχνική επανάσταση δεν λύνουν το πρόβλημα της αναπαραγωγής και συσσώρευσης κεφαλαίου. Οι επιχειρήσεις εξαρτώνται ολοένα και περισσότερο από το χρηματοπιστωτικό σύστημα, το οποίο έχει την τάση να διευρύνεται συνεχώς. Αυτή η διαδικασία (στην ουσία κερδοσκοπία μέσα από φούσκες και πυραμίδες) είναι πεπερασμένη, έχει όρια μέσα στο χρόνο.

Ο νεοφιλελευθερισμός, λοιπόν, ήταν η απάντηση στην κρίση της δεκαετίας του ’70, ήταν η αντιμετώπιση της κρίσης συσσώρευσης. Ευνοήθηκε και από τον παγκόσμιο συσχετισμό δύναμης (ενιαίο πλέον σύστημα σε Δύση κι Ανατολή με τη στροφή της Κίνας του Τενγκ, υποχώρηση των εργατικών και νεολαιίστικων κινημάτων, υποχώρηση των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων, και φυσικά κατάρρευση του ανατολικού "σοσιαλιστικού" συνασπισμού κ.ά.). Ο νεοφιλελευθερισμός σήμαινε επίσης και τη συνολική παλινόρθωση της αστικής κυριαρχίας. Η αναδιάρθρωση που έγινε με σημαία τα νεοφιλελεύθερα δόγματα έμοιαζε να καταβροχθίζει όλες τις περιοχές του πλανήτη και να επιβάλλει την "ελευθερία της αγοράς". Σήμερα όλοι ξέρουμε πόσο προσωρινά φάρμακα αποτελούν αυτά στη χρόνια ασθένεια που παρουσιάζει ο καπιταλισμός.

Γ. Κρίση ανώμαλη, ή φυσιολογική κατάσταση του καπιταλισμού;

Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι όλοι οι υμνητές του νεοφιλελευθερισμού έχουν γίνει σήμερα φανατικοί πολέμιοί του. Τους έχει καταλάβει ένας πανικός. Ένας συστημικός πανικός. Ωστόσο το ίδιο ακριβώς σύστημα υποστηρίζουν όταν "κριτικάρουν" το νεοφιλελευθερισμό. Στην υπηρεσία του δουλεύουν, απλώς άλλαξαν ρούχα.

Υπάρχουν όμως και οι σοβαροί υπερασπιστές του συστήματος, που δεν αρνούνται ότι περιοδικά ο καπιταλισμός υφίσταται κρίσεις και υφέσεις. Ωστόσο υποστηρίζουν ότι αυτές είναι ανωμαλίες όχι σύμφυτες με το σύστημα αυτό καθαυτό. Ερμηνεύουν τις "διαταραχές" σαν αποτελέσματα εξωτερικών γεγονότων, ξένων με το σύστημα, ή μιας κακοτυχίας, ή ψυχολογικών ζητημάτων όπως η απληστία και ο φόβος. Στοχεύουν σωστά, στοχεύουν στο μυαλό, στην ιδεολογία του λαού. Επιδιώκουν να δημιουργήσουν μια λαϊκή συναίνεση για το καπιταλιστικό σύστημα, μια λαϊκή ιδεολογία, αν όχι καταφανώς υπέρ του, τότε τουλάχιστον ευνοϊκή, που να επικεντρώνεται στο ότι δεν φταίει ο καπιταλισμός γι’ αυτό και δεν θα πρέπει να θιγεί.

Ουσιαστικά όμως τις τελευταίες δεκαετίες ο καπιταλισμός βρίσκεται σε μια διαδικασία δίνης, σε ένα διαρκή φαύλο κύκλο. Αυτό ακριβώς είναι που δεν ομολογείται από τους υμνητές και απολογητές του: ότι η κρίση δεν είναι μια ασθένεια, αλλά ένα χαρακτηριστικό του, μια κανονική, μόνιμη, διαρκής σχέση με τον εαυτό του. Η κρίση είναι μέσα στα γονίδια του καπιταλισμού.

Ο κεϋνσιανισμός υμνήθηκε, δοξάστηκε, εφαρμόστηκε με αυτή ή τις άλλες παραλλαγές του για τρεις δεκαετίες περίπου μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όταν εξαντλήθηκε, όταν αποδείχτηκε λανθασμένος (δεκαετία ’70), τότε οι φιλόσοφοι, οι οικονομολόγοι (νομπελίστες Φρίντμαν και Χάγεκ) και οι πολιτικοί της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης ύμνησαν την απελευθέρωση των αγορών και την ανέδειξαν σαν βασικό μοχλό της κινητικότητας του κεφαλαίου, σαν αναγκαίο όρο για τη χρηματοπιστωτικοποίηση και την παγκοσμιοποίηση της καπιταλιστικής οικονομίας. Η καταπολέμηση της στασιμότητας ή του στασιμοπληθωρισμού σήμαινε για τον καπιταλισμό ανάπτυξη του χρηματοπιστωτικού τομέα (τράπεζες, χρηματιστήριο, ασφαλιστικοί και επενδυτικοί οργανισμοί). Αποδεικνύεται ότι υπάρχει και λειτουργεί μια σχέση εξάρτησης. Η αδυναμία διεύρυνσης της παραγωγής οδηγεί το κεφάλαιο σε άλλες σφαίρες, αυξάνει ολοένα και περισσότερο την αυτονόμηση του χρηματοπιστωτικού τομέα από την παραγωγή.

Δικαιώνεται ο Μαρξ που έγραψε ότι: "Η τράπεζα και η πίστη γίνονται έτσι ο αποτελεσματικός τρόπος για να οδηγηθεί η καπιταλιστική παραγωγή πέρα από τα δικά της όρια και ένας από τους αποτελεσματικότερους φορείς των κρίσεων και της απάτης".

Αυτό ακριβώς έγινε σήμερα στις συνθήκες του νεοφιλελευθερισμού και της παγκοσμιοποίησης, όπου το τεχνητό της οικονομικής ανάπτυξης (δανεισμός και πτώση επιτοκίων) δημιούργησε έναν ωκεανό χρεών με πολλά και επικίνδυνα πελάγη.

Το κεντρικό πρόβλημα είναι ότι από τη μια είχαμε διόγκωση του χρηματοπιστωτικού τομέα, σε συνδυασμό με το ταυτόχρονο τέλος της διεύρυνσης και της κερδοφορίας του κεφαλαίου, και, από την άλλη, τη στασιμότητα της παραγωγικής οικονομίας.

Κλοπή και απάτη είναι τα χαρακτηριστικά του χρηματοπιστωτικού συστήματος – αεροπλανάκια, πυραμίδες, επιθετικά προϊόντα, τζόγος, καζίνο, δομημένα ομόλογα, Hedge Funds και μια σειρά "καινοτομίες" που βραβεύονταν από τις ακαδημίες (Νόμπελ) και εξαργυρώνονταν με παχυλούς μισθούς στα λεγόμενα golden boys. Ο νεοφιλελευθερισμός διακρίνεται από την αρπαγή, την ιδιωτικοποίηση, είναι κλεψιά. Στην Ελλάδα εμφανίστηκε σαν εκσυγχρονισμός (ΠΑΣΟΚ) και μεταρρυθμίσεις (ΝΔ).

Η "δημιουργική καταστροφή" (προσφιλής έκφραση του Σουμπέτερ) είναι χαρακτηριστικό του καπιταλισμού, αλλά σήμερα νομιμοποιούμαστε να μιλάμε πλέον μόνο για καταστροφή. Καταστροφή σε μια σειρά τομείς της καθημερινής ζωής του πλανήτη. Είπαμε και ξαναλέμε: η κρίση δεν είναι απλά ένα οικονομικό γεγονός, η κρίση αφορά τα πάντα (την οικονομία, το περιβάλλον, την ίδια την εξέλιξη του ανθρώπου).

Τέτοια όμως ήταν, είναι και θα είναι –ως το τέλος του σήμερα– η λειτουργία του καπιταλιστικού συστήματος. Αυτή είναι η δομή του, αυτές είναι οι αντιφάσεις του, αυτή ακριβώς η ανωμαλία του είναι η κανονική του κατάσταση. Από τα τέλη της δεκαετίας του ’70 έχουμε σειρά ανωμαλιών για το σύστημα: 122 επεισόδια συστημικών τραπεζικών κρίσεων συνέβησαν σε 93 χώρες και 51 διασυνοριακές κρίσεις καταγράφηκαν σε 51 χώρες. Βραζιλία, ΝΑ Ασία ("τίγρης" ως το 1997), Ρωσία, Τουρκία, Μεξικό, Αργεντινή (2001), η πτώχευση και κατάρρευση της ENRON (2001) και της WORLD COM, η κρίση των χρηματιστηρίων το 1987, η κρίση των αποταμιεύσεων και των δανείων (1989), η φούσκα της νέας οικονομίας-παραγωγής που θα ήταν και ο στυλοβάτης της άυλης οικονομίας… Μαύρη Δευτέρα, Μαύρη Παρασκευή… δεν υπάρχει μέρα που οι ίδιοι οι καπιταλιστές να μην την έχουν βαφτίσει μαύρη!

Υπάρχουν όμως εξαιρέσεις, που ο καπιταλισμός να είναι έξω από το στάδιο της κρίσης και της στασιμότητας; Ναι, υπάρχουν, και το έχει δείξει η ιστορία του. Εξαιρέσεις αποτελούν για τον μονοπωλιακό καπιταλισμό οι διαδικασίες συσσώρευσης και ανάπτυξης της πραγματικής οικονομίας και παραγωγής. Οι τέτοιες εξαιρέσεις στο σημερινό στάδιο του καπιταλισμού αφορούν: 1) Μεγάλες τομές (καινοτομίες, ανακαλύψεις κ.ά.) στην επιστήμη, την τεχνολογία και την τεχνική, που δημιουργούν νέα προϊόντα, που τροποποιούν την παραγωγική και οικονομική δραστηριότητα. 2) Την προετοιμασία για πόλεμο, που σημαίνει τεράστιες δαπάνες για διόγκωση της στρατιωτικής βιομηχανίας με σκοπό την πολεμική διαδικασία και την εξάπλωση σε νέα εδάφη-αγορές, προετοιμασία που δημιουργεί μια τεχνητή ζήτηση ("Θαύμα Σαχτ" στη ναζιστική Γερμανία). 3) Τον πόλεμο σε παγκόσμιο επίπεδο, που σημαίνει καταστροφή, αλλά συνεπάγεται και ανοικοδόμηση, άρα συσσώρευση-ανάπτυξη μετά την καταστροφή. Όλα βέβαια τα παραπάνω αφορούν τις "πρωτοπόρες" ιμπεριαλιστικές δυνάμεις του καπιταλισμού – όχι τις ενδιάμεσες, ούτε τις εξαρτώμενες.

Όμως ποιο είναι το δομικό πρόβλημα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής; Ποιο είναι το θεμελιακό "λάθος" του, η αντίφασή του; Ο καπιταλισμός για να υπάρξει χρειάζεται –γι’ αυτό και τις δημιουργεί συνεχώς– την ανισότητα και την εκμετάλλευση. Αυτό ακριβώς το αποτέλεσμα και θεμέλιος λίθος του είναι που δημιουργεί και το πρόβλημα της "κατάρρευσής" του.

Η ηθική της πολιτικής οικονομίας του καπιταλισμού είναι το κέρδος, η ίδια του η ζωή είναι το κέρδος, και πιο συγκεκριμένα το κυνηγητό του κέρδους, το κυνηγητό του υπερκέρδους. Αν ο καπιταλισμός δεν πραγματοποιεί κέρδη, δεν διευρύνεται, δεν αναπτύσσεται – και τότε έχει πρόβλημα. Δεν τον ενδιαφέρουν οι άνθρωποι, αλλά τα κέρδη του. Όμως δεν μπορεί να παραχθεί κέρδος αν οι καταναλωτές (εργαζόμενοι, εργατική τάξη) δεν έχουν χρήματα. Ο καπιταλισμός δεν μπορεί να δανείσει –το κάνει μόνο σαν τοκογλύφος– αν δεν τα πάρει πίσω. Αυτό ακριβώς συνέβη στις μέρες μας, σαν αποτέλεσμα μια μακροχρόνιας διαδικασίας (υπερδανεισμού και υπερκερδών αλλά ταυτόχρονα έντονης ανισότητας και εκμετάλλευσης) που τερματίστηκε λόγω της τέτοιας εκρηκτικής εμφάνισης των αντιφάσεων του συστήματος. Σε αυτή την περίπτωση εμφανίζονται με τραγικό τρόπο οι θεμελιώδεις αντιφάσεις του.

Δ. Οι συνέπειες, οι λύσεις, οι ουτοπίες…
Επιστροφή στον Κέυνς ή στον Μαρξ;

Βρισκόμαστε μπροστά σε μια γενική καπιταλιστική κρίση που αφορά πλέον: 1) το σύνολο των διεθνών καπιταλιστικών και ιμπεριαλιστικών σχέσεων, 2) τις ταξικές κοινωνικές σχέσεις, 3) την κρίση ηγεμονίας των ΗΠΑ, 4) την κρίση υπερεθνικών ολοκληρώσεων, όπως η ΕΕ, 5) την κρίση της παγκοσμιοποίησης, 6) την κρίση των σχέσεων ανθρώπου-φύσης με τα γνωστά τεράστια προβλήματα περιβάλλοντος και κλίματος, 7) την κρίση ηθικής και αξιών. Πρόκειται σε τελευταία ανάλυση για μια γενική πολιτική κρίση. Βρισκόμαστε, χωρίς υπερβολή, σε μια ιστορική καμπή της ανθρώπινης εξέλιξης και ιστορίας.

Η γενική κρίση μοιάζει να παραπέμπει σε κατάρρευση – αλλά δεν είναι κατάρρευση. Αποτελεί ωστόσο μοχλό αλλαγών και αναδιαρθρώσεων.

Το βάθος χρόνου της εξέλιξης της κρίσης έχει μεγάλη σημασία, γιατί μπορεί να πολλαπλασιάζει τους συστημικούς κινδύνους ή τις τυχοδιωκτικές-καταστροφικές πολιτικές.

Σήμερα δίνονται λύσεις που αφορούν στο σύνολό τους την αγωνιώδη προσπάθεια προστασίας του χρηματοπιστωτικού τομέα. Είναι φανερό πως οι λύσεις αυτές βρίσκονται στην ίδια νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση. Επιλέγεται η επιβίωση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και όχι η επιβίωση των λαϊκών στρωμάτων. Ξανά συγκέντρωση κεφαλαίου στα χέρια των λίγων. Αυτός ο φαύλος κύκλος, παρόλο που εμφανίζεται σαν βραχυπρόθεσμη λύση, στην ουσία επιταχύνει, βαθαίνει, και επεκτείνει την κρίση. Είναι δικαιολογημένοι όλοι όσοι εκτιμούν ότι η κρίση είναι εκτός ελέγχου. Δεν γνωρίζουν ούτε το πότε, ούτε το πώς θα την σταματήσουν.

Το αμερικάνικο όνειρο αποδείχνεται αμερικάνικος εφιάλτης. Μέσα στους τελευταίους 9 μήνες στις ΗΠΑ έχουν χαθεί 800.000 θέσεις εργασίας, οι πραγματικοί μισθοί δεν έχουν αυξηθεί από την αρχή της προεδρίας Ρήγκαν, το 15% του πληθυσμού είναι βουλιαγμένο από την πειρατεία των ενυπόθηκων δανείων, ενώ η κατανάλωση βρίσκεται σε ρυθμούς μόνιμου limit down (όπως η Wall Street και όλα τα "μπουρδέλα" του καπιταλισμού).

Στην Ευρώπη της "ευημερίας" και του "πολιτισμού" σήμερα έχουμε: Ιταλία 2.000.000 άνεργοι, στη Γαλλία 2.000.000 επίσης, στη Γερμανία επίσημα 8%, στην Ισπανία 12%, ενώ η κατανάλωση καταρρέει και η ημιαπασχόληση αυξάνεται. Τα λουκέτα και η ανεργία είναι ο πρώτες ορατές συνέπειες, μόνο που είναι πολύ νωρίς για να μετρήσουμε τα εκατομμύρια Ευρωπαίων ανέργων που θα δημιουργηθούν. Ήδη οι αυτοκινητοβιομηχανίες Peugeot, Citroen, Renault, Fiat, Mercedes αρχίζουν τις μαζικές περικοπές στην παραγωγή, την κατάργηση θέσεων εργασίας, την "τεχνητή" ανεργία (περιοδικό κλείσιμο εργοστασίων). Η αυξανόμενη φτώχεια με την καθίζηση των μισθών, τον επαπειλούμενο μελλοντικό πληθωρισμό (μια ορισμένη πολιτική "αντιμετώπισης" της κρίσης), τη μειωμένη κατανάλωση και ζήτηση, τη δυστυχία, την πείνα, είναι ορισμένες συνέπειες. Η αύξηση της εγκληματικότητας και του ρατσισμού θα πηγαίνει μαζί με την απώλεια του αυτοσεβασμού και της αλληλεγγύης. Αυτή βέβαια είναι η μία εικόνα, η μία ανάγνωση. Κάθε γενική και μεγάλη κρίση είναι σαν το καπάκι του τσουκαλιού, εκτονώνει τεράστια ενέργεια, λανθάνουσα και μη. Αποδεσμεύει διάφορες συμπεριφορές, τόσο συντηρητικές όσο όμως και ανατρεπτικές. Δημιουργεί φόβο και πανικό σπρώχνοντας στη συντηρητικοποίηση μεγάλες μάζες, αλλά κάτω από όρους και προϋποθέσεις (συνειδητή και σχεδιασμένη παρέμβαση της Αριστεράς) απελευθερώνει μορφές αγώνα και οργάνωσης, είναι δυνατό να δημιουργήσει νέα πολιτικά υποκείμενα, ενώνει δυνάμεις εντός της εργατικής τάξης και των εργαζομένων, ακόμα και μεταξύ κοινωνικών, ταξικών κατηγοριών (μικροαστοί, μεσοαστοί) και καθαρόαιμων δυνάμεων της εργατικής τάξης και της νεολαίας. Στην κρίση χάνουν τόσο οι μικροκαπιταλιστές και οι "αποτυχημένοι" καπιταλιστές όσο και, πολύ περισσότερο, οι συνήθως μη έχοντες και εκμεταλλευόμενοι.

Στο στόχαστρο βρίσκονται οι νέες γενιές εργαζομένων, αυτές που δεν βλέπουν μόνο το μέλλον τους χωρίς προσδοκίες, αλλά βλέπουν και το όποιο παρόν τους να καταστρέφεται. Η γενική κρίση δημιουργεί ένα επικίνδυνο κοκτέιλ τόσο για τον καπιταλισμό (αντισυστημικές δυνάμεις) όσο όμως και για την εργατική τάξη (πείνα, έλλειψη νερού, τροφής, δημιουργία θανατηφόρων επιδημιών κ.λπ.). Οι πειρατές της οικονομίας, οι θιασώτες πολιτικοί της "δημιουργικής καταστροφής", μπορούν να ελπίζουν σε μια αύξηση των εξοπλισμών, πυρηνικών και συμβατικών, σε μια πολεμική περιπέτεια παγκόσμιας διάστασης για να ξαναρχίσει ο νέος κύκλος συσσώρευσης του κεφαλαίου. Πάντως πιο κοντινός φαίνεται να ‘ναι ένας πόλεμος ιδεών και πολιτικής πρακτικής. Επιστροφή στον Κέυνς, ή το φάντασμα του Μαρξ τριγυρίζει στον πλανήτη;

Καταρχάς αναζητείται εκείνος ο αστείος προφήτης Φουκουγιάμα μαζί με όλους όσους στελεχώνουν ένα πελώριο μηχανισμό προπαγάνδας από το ‘91 έως σήμερα για να αποδείξουν το τέλος της ιστορίας, το τέλος της δυνατότητας αλλά και ικανότητας των ανθρώπων να αλλάζουν τη ζωή τους. Όλοι αυτοί που στοιχημάτιζαν υπέρ του αθάνατου και μοναδικού καπιταλισμού τώρα τρέχουν να τον σώσουν, ψελλίζοντας συνέχεια κάτι περί λάθους και απληστίας. Πάνω στον πανικό, να και ο νέος Λάζαρος, ο Κέυνς. Τον επαναφέρουν σαν ένα χρήσιμο εργαλείο, μόνο που αυτή η επαναφορά είναι μια ακόμα ουτοπία. Η χρησιμοποίησή του είναι ένας χειρισμός απέναντι στους λαούς, βοηθάει στην ανάσταση της νεκρής σοσιαλδημοκρατίας ή της ακίνδυνης και χρήσιμης για το σύστημα Αριστεράς. Ας δούμε όμως γιατί είναι ουτοπία.

Κεϋνσιανισμός και Νιου Ντιλ αλά Ρούσβελτ σημαίνουν: 1) ποσοστώσεις στην παραγωγή, περιορισμό της σε όγκο, 2) περιορισμό της διάρκειας εργασίας, 3) αύξηση μισθών, 4) μεγάλα έργα υποδομής, 5) σύστημα κοινωνικής προστασίας (σύνταξη, επιδόματα), 6) καθορισμό κατώτατου μισθού και ωρών εργάσιμης βδομάδας.

Δεν υπάρχει πουθενά ούτε γραπτό, ούτε συζήτηση γύρω από τέτοιου είδους πολιτικές και προγράμματα, παρά μόνο η επίκληση του κεϋνσιανισμού, που στάθηκε βέβαια ικανή να χαρίσει το φετινό Νόμπελ στον κεϋνσιανό Πολ Κρούγκμαν. Δεν υπάρχουν όχι από έλλειψη νοημοσύνης και εμπειρίας, αλλά λόγω του συγκεκριμένου διεθνούς οικονομικού-πολιτικού πλαισίου που έχει δημιουργηθεί.

Είναι δυνατόν, αλήθεια, σήμερα να υπάρξει ένας καθοδηγούμενος διεθνής κεϋνσιανισμός; Θα ανατραπούν δηλαδή οι ευνοϊκές συνθήκες για το διεθνικό ή εθνικό κεφάλαιο; Διότι, για να εφαρμοστεί ένας κεϋνσιανισμός απαιτείται: 1) να αμφισβητηθεί η διαδικασία –που χαρακτηρίζεται και αντικειμενική– της ιμπεριαλιστικής και καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης, 2) να αναζητηθεί μια νέα μορφή κράτους έξω από τα όρια της παγκοσμιοποίησης, 3) να υπάρξει μια οικονομία έξω από τη διεθνοποιημένη οικονομία, δηλαδή έξω από τα όρια του ανταγωνισμού που επέβαλαν όλες αυτές οι ρυθμίσεις στη σχέση κεφαλαίου-εργασίας, 4) να πραγματοποιηθούν θεσμικές δομικές αλλαγές στην εθνική οικονομία, στην κοινωνία, στις διεθνείς σχέσεις, στο σύνολο δηλαδή των καπιταλιστικών σχέσεων.

Για παράδειγμα, η νομισματική πολιτική θα βρίσκεται στα χέρια της ΕΕ ή στη δικαιοδοσία του ελληνικού κράτους, γνωστού όντος ότι σήμερα όλες οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες αποτελούν αποκλειστική αρμοδιότητα της ΕΕ; Θα υπάρξει δηλαδή πολιτική που θα επιβάλλει σοβαρούς περιορισμούς στο κεφάλαιο για να μην καταφύγει σε χώρες όπου η εργασία είναι φτηνή και σε συνθήκες εργασίας χωρίς έλεγχο; Το δίκαιο, η χρηματοπιστωτική και νομισματική πολιτική ανήκουν αποκλειστικά στη δικαιοδοσία της ΕΕ, στη λογική της ελεύθερης κίνησης του κεφαλαίου και του ανταγωνισμού. Άρα μπορεί η κάθε βιομηχανία να μεταφέρεται και να εγκαθίσταται εδώ ή εκεί.

Γιατί όμως να υποχωρήσει-αλλάξει έτσι απλά ο καπιταλισμός; Απειλείται συστημικά με ανατροπή; Εδώ ακριβώς –στο ζήτημα των συσχετισμών δύναμης– βρίσκεται και ο δεύτερος λόγος για την εφαρμογή κεϋνσιανών πολιτικών. Ο κεϋνσιανισμός ήταν επιπλέον η αναγκαία για την επιβίωσή του απάντηση του καπιταλισμού μπροστά: 1) στο επικίνδυνο και αντίπαλο για το σύστημα παράδειγμα της ΕΣΣΔ (για παράδειγμα στην κρίση του ’29 οι ρυθμοί ανάπτυξης και ευημερίας στην ΕΣΣΔ καλπάζουν), 2) στο ρωμαλέο εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, που είχε την πλειοψηφία και μπορούσε να ανατρέψει το σύστημα. Ο κεϋνσιανισμός στην ουσία ήταν ένα συμβόλαιο, μια διαπραγμάτευση μεταξύ εργατικής τάξης και κεφαλαίου με συμβολαιογράφο τη σοσιαλδημοκρατία.

Για να εφαρμοστεί λοιπόν σήμερα ο κεϋνσιανισμός προϋποθέτει ανατροπή στο συσχετισμό δύναμης, προϋποθέτει να "πειραχτεί" η εκμεταλλευτικότητα, η ανισότητα, η ανταγωνιστικότητα, η ηθική και το συμφέρον του καπιταλισμού, να ανατραπούν οι δομές και οι μηχανισμοί του.

Ο κεϋνσιανισμός για τον οποίο κάνουν λόγο σήμερα οι υποστηρικτές του συστήματος παραπέμπει σε έναν κρατικό παρεμβατισμό-κρατισμό, όπου κρατικές δαπάνες και ελλείμματα αυξάνουν για να κοινωνικοποιηθούν οι ζημιές της "ιδιωτικής" πρωτοβουλίας. Είναι ένας κεϋνσιανισμός ελλιπής, ξεδοντιασμένος – ωστόσο αναγκαίος προσωρινά για τις ανάσες του συστήματος. Στην καθαρή ουτοπία του κεϋνσιανισμού, μήπως πρέπει να ανατρέξουμε στον πάντα δικαιωμένο –και σήμερα πάλι επίκαιρο– Μαρξ για να δούμε μια ρεαλιστική και απελευθερωτική ουτοπία; Γιατί στο ερώτημα του τίτλου πρέπει να απαντήσει και η Αριστερά. Το ζητούμενο είναι πώς θα το κάνει και με ποια αποτελέσματα.

Ε. Επίθεση στην καρδιά του κτήνους. Επίθεση σοσιαλισμού. Η Αριστερά: πρόθεση, πρόγραμμα και προοπτική

Συμπληρώνονται 160 χρόνια από τότε που ο Μαρξ και ο Ένγκελς έγραψαν το Κομμουνιστικό Μανιφέστο. Η αξία του Κομμουνιστικού Μανιφέστου μπορεί να τροφοδοτεί σήμερα μια νέα και επίκαιρη πολιτική πρακτική για την Αριστερά. Και αυτό όχι αντιγράφοντας, χωρίς να υπολογίζονται δηλαδή οι συνθήκες, αλλά αντλώντας από το επαναστατικό πνεύμα και τη μέθοδό του. Το πρώτο και κύριο που πρέπει να κάνουμε πολιτικά, αφορά το "προλετάριοι όλων των χωρών ενωθείτε". Είναι αναγκαίο όσο ποτέ άλλοτε σήμερα να γίνει αυτό, τόσο εθνικά, όσο και διεθνικά.

Το δεύτερο στοιχείο της ανάλυσης και του επαναστατικού πνεύματος του Μανιφέστου αφορά την κεντρική πολιτική θέση του, που είναι ότι ο καπιταλισμός είναι ιστορικά πεπερασμένος, ότι εκτός από κακός και εκμεταλλευτικός είναι και ανατρέψιμος. Αυτό προκύπτει από την ανάλυση της κοινωνικής εξέλιξης και τον αποφασιστικό ρόλο της ταξικής πάλης σε αυτήν. Το τρίτο στοιχείο αφορά την ανάγκη και τη συγκεκριμενοποίηση ενός προγράμματος ανατροπής του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής (δεύτερο μέρος του Μανιφέστου). Το τέταρτο στοιχείο αφορά την προτροπή "είναι καιρός πια οι κομμουνιστές να εκθέσουν ξάστερα μπροστά σε όλο τον κόσμο τον τρόπο που αντικρίζουν τα πράγματα, τους σκοπούς και τις προτάσεις τους".

Η κρίση αποτελεί γιορτή για τους οικονομολόγους, αλλά και μια επικίνδυνη ευκαιρία για τη μαρξιστική Αριστερά, για την αντικαπιταλιστική Αριστερά. Αντί να σχολιάζουμε τα περί κρίσης, αντί να δουλέψουμε με την ιδεολογία του πανικού (συντηρητικοποίηση, φασισμός), αντί να θεωρούμε συλλήβδην ότι ο καπιταλισμός θα ξεπεράσει την κρίση δημιουργικά ή καταστροφικά, αντί να συνεχίζουμε να υπερτιμάμε τον αντίπαλο, καλό θα ήταν να βαδίσουμε σε μια γραμμή εκμετάλλευσης της κρίσης. Πρώτα και κύρια ιδεολογικά, που σημαίνει επίθεση σοσιαλισμού. Ποιες συνθήκες ευημερίας και δημοκρατίας δημιουργεί ο καπιταλισμός; Ποιο μοντέλο ανάπτυξης και εξέλιξης του ανθρώπου υποστηρίζει; Ποια η ηθική του, ποια η προοπτική του; Ο καπιταλισμός είναι αναχρονισμός. Αυτό είναι εξαιρετικά επίκαιρο, και οφείλουμε να το τονίζουμε διαρκώς, συνεχώς και με κάθε ευκαιρία.

Δεύτερον, σε επίπεδο πολιτικής πράξης λόγου και δράσης: Θα αφήσουμε το σύστημα να αναρρώσει δημιουργώντας τους μηχανισμούς και τις πολιτικές ανάρρωσης, θα του δώσουμε χρόνο, θα το υποβαστάξουμε; Ή θα οξύνουμε τις αντιθέσεις και τα προβλήματά του; Θα παγώσει η σκέψη, ή πρέπει να σκεφτούμε επαναστατικά; Δηλαδή, θα βαδίσουμε μπροστά και ανατρεπτικά ή θα βρεθούμε στα συντεταγμένα και συμφωνημένα, άρα και στην προσπάθεια για ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο υπό την καπιταλιστική ηγεμονία σε παγκόσμια και εθνική κλίμακα;

Ο σημαντικότερος πολιτικός αγώνας για τον επαναστατικό μαρξισμό είναι η επιλογή ενός άλλου συστήματος, του πραγματικά εναλλακτικού, του σοσιαλισμού. Η πολιτική στο προσκήνιο, σημαίνει σήμερα να κατανοήσουμε πως η καπιταλιστική λύση σε μια κρίση είναι η επίθεση εναντίον της εργατικής τάξης και των εργαζομένων και ότι η σοσιαλιστική λύση απαιτεί αργά ή γρήγορα να γίνει επίθεση κατά του ίδιου του συστήματος. Πρέπει να κατανοήσουμε ότι σήμερα τίποτα δεν είναι όπως χθες, και αύριο τίποτα δεν θα ’ναι όπως σήμερα.

Η γραμμή εκμετάλλευσης της κρίσης πρέπει να περιλαμβάνει διάφορα στάδια, με τις κλιμακώσεις και τα ιδιαίτερα χτυπήματά της, αλλά θα στοιχίζεται σε ορισμένες κατευθύνσεις: 1) Να αντεπιτεθεί ιδεολογικά, προπαγανδίζοντας το εφικτό που λέγεται σοσιαλισμός. 2) Να συγκεντρώσει δυνάμεις επίθεσης στο σύστημα κι όχι μόνο στην κακή του διαχείριση. 3) Να πάρει την ηγεμονία στην εργατική τάξη και ιδιαίτερα στο νεανικό της τμήμα. 4) Να ενώσει τους εργαζόμενους σε μια γραμμή διεκδίκησης και αναχώματος στη λαίλαπα της ανεργίας, της διαίρεσης, του ρατσισμού. 5) Να οικοδομεί συνεχώς ένα πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και στόχων που να οδηγεί σε σοσιαλιστικούς δρόμους. Μέσα σε αυτό να περιλαμβάνεται άμεσο πρόγραμμα διεκδικήσεων για να μην πληρώσουν τα βάρη της κρίσης οι εργαζόμενοι. 6) Να τροποποιεί τη λαϊκή συνείδηση, ξεκινώντας από την οικοδόμηση της αντικαπιταλιστικής κουλτούρας και την προσπάθεια προετοιμασίας –μέσα και από την αναγκαία αυτοκριτική– αποδοχής του οράματος του σοσιαλισμού. 7) Να τελειώνει –αποκαλύπτοντάς τες– με τις μεταρρυθμιστικές αυταπάτες, τις κεϋνσιανές ουτοπίες, τη σοσιαλδημοκρατική επιστροφή. Ούτε συζήτηση για συμμαχίες-συνεργασίες με τις δυνάμεις του "αυτορυθμιζόμενου", "δημοκρατικού" καπιταλισμού. Στην ελληνική πραγματικότητα, για παράδειγμα, αυτό σημαίνει διαρκή αποκάλυψη των πολιτικών του ΠΑΣΟΚ και του κρατικού παρεμβατισμού και αποδόμηση χωρίς ταλαντεύσεις κάθε πρότασης συνεργασίας. Καμία υποτίμηση της δυνατότητας να πρωταγωνιστήσει –χωρίς δεκανίκια– η αντικαπιταλιστική αντιιμπεριαλιστική Αριστερά στις συνθήκες της γενικής κρίσης. Ο στόχος πρέπει να είναι καθαρός και σταθερός. Να χτυπήσουμε το κτήνος στην καρδιά του. Σε αυτές τις συνθήκες επανακαθορίζεται η Αριστερά. Προσανατολίζεται διαφορετικά, όχι όπως πριν, αλλάζει η ίδια, άμεσα, όχι σε βάθος χρόνου. Θα δημιουργηθούν απαιτήσεις για νέες μορφές οργάνωσης και δημιουργίας μετώπων, ενότητας και πάλης τέτοιες που να αντιστοιχούν στις συνθήκες αντιμετώπισης της γενικής κρίσης. Από αυτόν τον πλούτο πρέπει να αντλήσει η Αριστερά.

Νίκος Γαλάνης


Ορισμένες προτάσεις γύρω από το πρόγραμμα

  1. Διεθνιστικές πρωτοβουλίες για να δημιουργηθούν πρόγραμμα και κινήματα αντιπαράθεσης με τις λύσεις που δίνει ο καπιταλισμός στο χώρο της Ευρώπης. Να στοχοποιηθούν το ΔΝΤ, ο ΠΟΕ, η Παγκόσμια Τράπεζα.
  2. Έξω η Ελλάδα από την ΟΝΕ, κατάργηση του συμφώνου σταθερότητας, άρνηση όλων των συνθηκών και του κοινοτικού δικαίου.
  3. Έξω η Ελλάδα από το ΝΑΤΟ. Στοχοποίησή του και διεθνιστική συνεργασία με τους λαούς και τα κινήματα Μεσογείου-Βαλκανικής. Να κλείσουν άμεσα οι βάσεις του και τα στρατηγεία του.
  4. Ενάντια στον πόλεμο, την κατοχή, τις πολεμικές προετοιμασίες, τους εξοπλισμούς. Καμιά στρατιωτική δαπάνη για εξοπλιστικά προγράμματα.
  5. Δυνάμωμα και αριστερή διεύρυνση του ενωτικού εγχειρήματος του ΣΥΡΙΖΑ. Ενότητα των δυνάμεων της αντιιμπεριαλιστικής και αντικαπιταλιστικής Αριστεράς. Διαρκής πρόσκληση και πρόκληση προς το ΚΚΕ και τις οργανώσεις της επαναστατικής Αριστεράς.
  6. Ενότητα εργαζομένων, ανέργων, μεταναστών. Κοινή οργάνωσή τους και αλληλεγγύη.
  7. Να πέσει από την Αριστερά και τα κινήματα η κυβέρνηση της ΝΔ.
  8. Δημόσιες δαπάνες για παιδεία, υγεία, πρόνοια. Αύξηση των δημοσίων επενδύσεων σε έργα υποδομής.
  9. Επιστροφή στο δημόσιο των τομέων επικοινωνιών, ενέργειας, μεταφορών, ενημέρωσης.
  10. Έξω από το χρηματιστήριο τράπεζες, οργανισμοί κοινής ωφέλειας, μεταφορές, βαριά βιομηχανία.
  11. Εθνικοποίηση χωρίς αποζημίωση των τραπεζών και δημιουργία ενός ενιαίου τραπεζικού φορέα. Ένας ασφαλιστικός κρατικός οργανισμός.
  12. Μια νέα οργάνωση, ένας άλλος προσανατολισμός συνδικάτων, τοπικής αυτοδιοίκησης, συνεταιρισμών, κράτους, συνδεδεμένος με ένα διαφορετικό μοντέλο ανάπτυξης, προσανατολισμένο στις ανάγκες της συντριπτικής πλειοψηφίας, κοινωνικά δίκαιο και ελεγχόμενο, οικολογικά συμβατό και ισορροπημένο.
  13. Πλήρης χωρισμός κράτους-εκκλησίας. Δήμευση ακινήτων, αγρών, οικοπέδων υπέρ δημοσίου, ανέργων, αστέγων, φτωχών, άκληρων.
  14. Αύξηση της άμεσης φορολόγησης στο πολυεθνικό και εθνικό μεγάλο κεφάλαιο, αύξηση μισθών και συντάξεων.
  15. Λιγότερη δουλειά, δουλειά για όλους.
  16. Οικοδόμηση αγροτικού τομέα, προσανατολισμένου να ικανοποιήσει τις ανάγκες των κατοίκων της Ελλάδας. Έξω η Ελλάδα από την ΚΑΠ.

Είναι βέβαιο ότι κάποιοι θα σκεφτούν ότι όλα τα παραπάνω είναι ανέφικτα. Δεν θα διαφωνούσαμε, αν πραγματικά δεν πιστεύαμε ότι ένα φάντασμα τριγυρίζει πάνω από τον κόσμο. Θα άξιζε τον κόπο αυτοί οι διαφωνούντες να (ξανα)μελετούσαν το πρόγραμμα του κομμουνιστικού κινήματος στα 1848, όπως είναι γραμμένο στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο. Τότε βρισκόμασταν στην αυγή ενός επαναστατικού κύκλου. Σήμερα βρισκόμαστε στο τέλος του "τέλους" του κομμουνισμού.