Η πολιτική συγκυρία
1. Ενώ η πολιτική ζωή κινείται πλέον στους ρυθμούς της υπόθεσης Novartis, δυο ζητήματα που ταλάνισαν τη χώρα τις τελευταίες βδομάδες καθόλου δεν έχουν κλείσει και παραμένουν ανοιχτά και φλέγοντα, όσο και αν θέλουν κάποιοι να τα «ξορκίζουν». Στο θέμα της ονομασίας της ΠΓΔΜ, τα νέα επεισόδια γράφονται στις αίθουσες της μυστικής διπλωματίας (με διάφορους «λαγούς» να φανερώνουν τι ετοιμάζεται) μετά από τις δύο μεγάλες κινητοποιήσεις που τροποποίησαν χρονοδιαγράμματα και σχεδιασμούς. Στο μέτωπο της τουρκικής επιθετικότητας, τα λόγια των κυβερνόντων περί «εξομάλυνσης» δεν πείθουν και δεν καθησυχάζουν κανέναν, μετά τα σοβαρά γεγονότα στα Ίμια, αλλά και αυτά στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας.
2. Η υπόθεση Novartis βέβαια δεν είναι τόσο ξεκομμένη όσο εκ πρώτης όψης φαίνεται. Μαζί με το υπαρκτό σκάνδαλο που δείχνει το μέγεθος της διαφθοράς και της σαπίλας του πολιτικού κόσμου, συνυπάρχουν τόσο οι πολιτικές επιδιώξεις των «μικροπαικτών» στο εσωτερικό της χώρας, όσο και αυτές των ΗΠΑ στην Ελλάδα και την ευρύτερη περιοχή, αλλά και στο πλαίσιο του οικονομικού πολέμου με την Ε.Ε. Είναι εμφανές ότι στο περιθώριο της υπόθεσης, κυοφορούνται αλλαγές στο πολιτικό σκηνικό, αλλά και αναδιατάξεις και πλασαρίσματα στο οικονομικό πεδίο. Το σταθερό όμως δεδομένο είναι πως ο πολιτικός κόσμος εμπλέκεται σε δυο ειδών βρώμικες δουλειές, από τη μια αυτές που σχετίζονται με τις μίζες και τη διαπλοκή, από την άλλη με την εξυπηρέτηση των ξένων συμφερόντων στα ανοιχτά γεωπολιτικά μέτωπα, με τρόπο τέτοιο που εκθέτει σε κινδύνους τη χώρα.
3. Στο μεταξύ βέβαια συνεχίζεται –παρά τους κυβερνητικούς μύθους– ο οικονομικός στραγγαλισμός της χώρας, διευρύνεται η φτωχοποίηση της κοινωνίας, επιταχύνεται η αρπαγή της λαϊκής περιουσίας και ξεπουλιέται σε εγχώρια ή υπερεθνικά συμφέροντα το σύνολο της δημόσιας περιουσίας. Έχουμε δηλαδή το γενικό ξεπούλημα της χώρας από ένα πολιτικό προσωπικό που συμπεριφέρεται με τυχοδιωκτισμό και πρωτοφανή ραγιαδισμό, ο οποίος ξεκινά από τα οικονομικά, πολιτικά και φτάνει ως τα εθνικά και γεωπολιτικά θέματα.
4. Η περιοχή της Βαλκανικής, όπως και η ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής, έχουν το τελευταίο διάστημα εισέλθει σε έναν νέο γύρο όξυνσης, γεωπολιτικής αστάθειας και πολεμικής απειλής. Βασικές αιτίες για τη διαμορφούμενη κατάσταση είναι ο έλεγχος και η διεκδίκηση περιοχών με φόντο την έντονη δραστηριοποίηση των ΗΠΑ με σκοπό να κερδίσουν χαμένο έδαφος και να επιβάλλουν τις στρατηγικές επιλογές τους, η αντίθεσή τους με τη Ρωσία και η ανάπτυξη μεγαλοκρατικών επιδιώξεων από χώρες της περιοχής. Η διατήρηση και αναζωπύρωση εθνικισμών κάθε είδους, σε συνδυασμό με την αξιοποίηση θρησκευτικών, εθνοτικών ή μειονοτικών ζητημάτων, μπορούν ανά πάσα στιγμή να βάλουν φωτιά στην περιοχή.
Οι εξελίξεις στο Μακεδονικό
5. Το Μακεδονικό ήρθε βεβιασμένα και κατ’απαίτηση των ΗΠΑ και ΝΑΤΟ να κλείσει άλλη μια «εκκρεμότητα» στην περιοχή, που σχετίζεται με την απόσπαση περιοχών από τη ρωσική επιρροή και τη διαμόρφωση ενός ορισμένου δυναμικού στάτους στη Βαλκανική. Η ευκαιρία ήταν μεγάλη καθώς στην ΠΓΔΜ επικράτησε ο εκλεκτός των Δυτικών Ζόραν Ζάεφ και στην Ελλάδα η κυβέρνηση, εκτός από τα συγχαρητήρια των τροικανών για τον ζήλο που επέδειξε στην υλοποίηση των μνημονίων, δηλώνει ότι ενστερνίζεται τις ίδιες αρχές και αξίες με τις ΗΠΑ και τον Ντ. Τραμπ και είναι η πιο δεκτική σε κάθε είδους απαιτήσεις και εξυπηρετήσεις.
6. Η επιδιωκόμενη «επίλυση της εκκρεμότητας» του Μακεδονικού και το περίφημο «παράθυρο ευκαιρίας», δεν συνιστούν ούτε λύση ούτε ευκαιρία προς όφελος της χώρας και της ειρήνης στην περιοχή. Η διατήρηση αλυτρωτικών επιδιώξεων από την πλευρά της ΠΓΔΜ και η αποδοχή από την Ελλάδα του όρου «Μακεδονία» στην ονομασία της γειτονικής χώρας, διατηρεί ενεργούς κινδύνους και απειλές που, κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες, μπορούν να ενεργοποιηθούν. Εδώ είναι Βαλκάνια και η ιστορία πολεμικών συγκρούσεων, επαναχαράξεων συνόρων, διάλυσης χωρών είναι πρόσφατη και οδυνηρή. Οι εθνικισμοί και αλυτρωτισμοί, μαζί με την εμπλοκή μεγάλων και περιφερειακών δυνάμεων που παρεμβαίνουν ενεργά στην περιοχή, αποτελούν πάντα το κατάλληλο υπόστρωμα για νέες καταστροφές.
7. Σε αυτό το περιβάλλον, και ενώ όλα προχωρούσαν εν κρυπτώ και με γοργούς ρυθμούς, ήρθε η ενεργοποίηση του κόσμου με τη συμμετοχή αρκετών εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών στις δύο συγκεντρώσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, για να προκαλέσει πονοκεφάλους στα κομματικά επιτελεία και να οδηγήσει σε νέους χειρισμούς και αναπροσανατολισμούς. Ο κόσμος που συμμετείχε ήθελε στην πλειοψηφία του, να εκφράσει τα πατριωτικά του αισθήματα, να διαμαρτυρηθεί για άλλη μια καθ’ υπόδειξη των ΗΠΑ υποχώρηση, να αντιδράσει στη διαστρέβλωση και με το στανιό ιδιοποίηση της ιστορίας. Ο χαρακτήρας τους δεν ήταν εθνικιστικός και δεν είχε σχέση με την εθνικιστική υστερία του 1992. Τότε βέβαια σύσσωμος ο πολιτικός κόσμος στήριζε ανοιχτά τις συγκεντρώσεις, ενώ τώρα όλοι δήλωναν ότι «δεν γίνεται εξωτερική πολιτική με συλλαλητήρια» για να αναδιπλωθούν βέβαια κάποιοι (Ν.Δ.) μετά τη συγκέντρωση της Θεσσαλονίκης. Είναι δεδομένο ότι ο χαρακτήρας τέτοιων τεράστιων συγκεντρώσεων, των πρώτων μετά το 2015, δεν δίνεται από κάποιες μειοψηφίες ακροδεξιών ή άλλων γραφικών φιγούρων που εσκεμμένα υπερπροβλήθηκαν, αλλά από την ψυχολογία και τις διαθέσεις του κόσμου που μαζικά συμμετέχει.
Η κλιμάκωση της τουρκικής επιθετικότητας
8. Όλοι –εκτός ίσως από κάποια πολιτικά επιτελεία– αντιλαμβάνονται ότι το θέμα της Μακεδονίας δεν είναι μια ξεκομμένη εκκρεμότητα που χρονίζει και πρέπει «επιτέλους να λυθεί», αλλά εγκυμονεί κινδύνους μέσα σε ένα περιβάλλον στο οποίο με όλο και πιο επιθετικό και επεκτατικό τρόπο προβάλλονται αμφισβητήσεις της εδαφικής ακεραιότητας και κυριαρχίας της χώρας. Προεξάρχουσα φυσικά είναι η απειλή της Τουρκίας η οποία διεξάγει ήδη έναν πόλεμο στα νοτιοανατολικά της και οι αυξανόμενες προκλήσεις, φραστικές και στρατιωτικές, σε Αιγαίο, Θράκη και Κύπρο, δείχνουν κλιμάκωση που οδηγεί σε πολύ επικίνδυνες εξελίξεις. Θα πρέπει να θεωρηθεί δεδομένο ότι ο συνδυασμός της υπερδραστηριοποίησης των ΗΠΑ με την κλιμάκωση της τούρκικης επιθετικότητας, είναι που οδηγεί σε απρόβλεπτες εξελίξεις στην περιοχή και φέρνει την απειλή του πολέμου όλο και πιο κοντά μας.
9. Το πρόσφατο επεισόδιο στα Ίμια αποδεικνύει περίτρανα πόσο αστήρικτοι ήταν οι ισχυρισμοί ότι η Τουρκία όντας απασχολημένη στα ανατολικά της σύνορα, δεν πρόκειται να τραβήξει τα πράγματα στα άκρα με την Ελλάδα. Αποδεικνύει επίσης ότι ο ανταγωνισμός και οι κόντρες της Τουρκίας με τη Δύση, καθόλου δεν την οδηγούν σε απόσυρση των επεκτατικών της διεκδικήσεων. Αντίθετα, η ιδιότυπη σημερινή κατάσταση με την Τουρκία να βρίσκεται διαρκώς στο μεταίχμιο σχετικά με το αν θα είναι ή όχι «σύμμαχος» της Δύσης, συντηρεί ένα συνεχές παζάρι και κάνει πιθανά διάφορα σενάρια ανταλλαγμάτων και κινήσεων «κατευνασμού». Οι εξελίξεις στη Συρία προσφέρονται, από αυτή την άποψη, για πλήθος χρήσιμων συμπερασμάτων. Ο τουρκικός επεκτατισμός, που είναι εμπρηστής πολέμου σε όλη την ευρύτερη περιοχή, αποτελεί συστατικό στοιχείο της σύγχρονης πολιτικής της Άγκυρας και αυτό σημαίνει ότι το μέτωπο διαρκών αξιώσεων προς την Ελλάδα δεν πρόκειται να κλείσει.
10. Η πολιτική του «εξευμενισμού» που ασκούν τις τελευταίες δεκαετίες οι κυβερνήσεις στην Αθήνα και σήμερα φανατικά αυτή των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, ανοίγει διαρκώς την όρεξη του τουρκικού πολιτικοστρατιωτικού κατεστημένου και φέρνει όλο και πιο κοντά τα επόμενα επεισόδια που κινδυνεύουν πλέον να είναι «θερμότερα» από ποτέ. Μόνο μια αποφασιστική πολιτική υπεράσπισης της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας, στενά δεμένη με έναν διαφορετικό άξονα προτεραιοτήτων στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, θα μπορούσε να βάλει φραγμό στον τουρκικό επεκτατισμό.
Η στάση μας και η Αριστερά
11. Η ΚΟΕ απέναντι σε όσα συμβαίνουν, εξακολουθεί και έχει τη δική της ανεξάρτητη γνώμη και στάση και είναι αυτονόητο ότι δεν επηρεάζεται από οποιουδήποτε είδους πιέσεις, επιθέσεις ή «πεσίματα». Αναδεικνύει καταρχάς ως βασικό κίνδυνο για τη χώρα και τον λαό, δίπλα στην οικονομική ασφυξία που επιβάλλουν οι Δυτικοί, τον τουρκικό επεκτατισμό. Στο θέμα της Μακεδονίας, μέσα σε αυτό το περιβάλλον, δεν κατήγγειλε –όπως έκανε το σύνολο σχεδόν της Αριστεράς– αλλά παρακολούθησε τις μεγάλες συγκεντρώσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Η στάση της αυτή δεν την έφερε απέναντι σε μια μαζική κίνηση κόσμου που είχε θετικά χαρακτηριστικά. Η στάση αυτή της ΚΟΕ βασίζεται στην επιλογή της να αναλύει τη συγκεκριμένη κάθε φορά κατάσταση και να μην εγκλωβίζεται σε στερεότυπα, ευκολίες και επιλογές που κυριαρχούν στην Αριστερά απομακρύνοντάς την από τις λαϊκές ανησυχίες, από την ίδια την ιστορία της και τη φύση της και αφήνουν μια τόσο σοβαρή υπόθεση στη διαχείριση αντιδραστικών και σκοταδιστικών κύκλων. Στα πρόσφατα συλλαλητήρια, οι υπαρκτές αρνητικές πλευρές δεν έδωσαν τον τόνο και η παρουσία φασιστικών δυνάμεων που ήθελαν να καπηλευτούν την κατάσταση ήταν αναιμική και δεν βρήκε μαζική αποδοχή. Η μονταζιέρα του Μαξίμου και ένας τυφλός, ασυνάρτητος και αποπολιτικοποιημένος «αντιφασισμός» ήταν που μεγέθυνε τέτοιες πλευρές, δεν είδε την ουσία της κίνησης του κόσμου και έγινε τελικά ο καλύτερος ντελάλης της ακροδεξιάς.
12. Σήμερα, είναι σαφές ότι επιβεβαιώνονται οι εκτιμήσεις που είχαν από καιρό διατυπωθεί από τον χώρο της ΚΟΕ, ότι οι περιπλοκές στα γεωπολιτικά ζητήματα και όχι άλλου είδους γεγονότα, θα καθορίσουν πρώτα απ’ όλα τις εξελίξεις στη χώρα. Έχει κάθε δικαίωμα να έχει κανείς άλλες εκτιμήσεις, θα πρέπει όμως να τοποθετηθεί τουλάχιστον τίμια και να απαντήσει σε ορισμένα υπαρκτά ερωτήματα: Πώς αξιολογεί και τι θέση έχει για τα συγκεκριμένα γεωπολιτικά ζητήματα; Πώς αξιολογεί και τι στάση έχει απέναντι στον εθνικισμό και αλυτρωτισμό γειτονικών χωρών; Πώς τοποθετείται απέναντι στις συγκεκριμένες επιδιώξεις των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στην περιοχή; Τι στάση έχει και που διαφωνεί, αν διαφωνεί τελικά, με την κυβέρνηση και την εξωτερική της πολιτική; Η σιωπή απέναντι σε όλα αυτά είναι δυστυχώς χαρακτηριστική σχεδόν σε όλους τους χώρους της Αριστεράς. Είναι όμως δεδομένο ότι κανείς δεν μπορεί σήμερα να πει ή να κάνει κάτι ουσιαστικό, μένοντας στο έδαφος αποκλειστικά των στενά εσωτερικών και οικονομικών ζητημάτων. Όπως συνέβη μετά το 2010, έτσι και σήμερα, οι κάθε είδους «πρωτοπορίες» βρίσκονται και πάλι πολύ πιο πίσω από τον λαό, παραμένοντας προσκολλημένες σε έναν ιδιότυπο «οικονομισμό», ενώ ο περισσότερος κόσμος με το δικό του κριτήριο αντιλαμβάνεται το πιο συνολικό και πιο σύνθετο πρόβλημα της χώρας.
13. Επί της ουσίας, το πρόβλημα της Αριστεράς είναι ακόμα βαθύτερο και σοβαρότερο. Στη συντριπτική της πλειοψηφία, έχει συνταχθεί με το στρατόπεδο της παγκοσμιοποίησης. Από τη μια, αναγορεύει τον «εθνολαϊκισμό» ως μέγιστο εχθρό και από την άλλη έχει κάνει τον δικαιωματισμό και τον καπιταλιστικό κοσμοπολιτισμό υπέρτατες αρχές. Έτσι, έχει ξεχάσει τελείως τον αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλισμό και τις υπερεθνικές ελίτ που απεργάζονται αλλαγές συνόρων, διάλυση χωρών και μετακινήσεις πληθυσμών. Τοποθετείται λες και πρόκειται για δευτερεύοντα ή ανύπαρκτα θέματα, ξεχνώντας τι έγινε στην περίπτωση της Γιουγκοσλαβίας. Η κυβερνητική της εκδοχή βέβαια (ο ΣΥΡΙΖΑ) παίρνει ενεργά μέρος στην υπηρέτηση των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών και είναι από τους καλύτερους φίλους των Αμερικάνων στην περιοχή, όπως δήλωσε πρόσφατα και ο πρέσβης των ΗΠΑ στη χώρα μας.
Συμπερασματικά
14. Οι έντονες εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή πυροδοτούνται από δυο κυρίως παράγοντες: Την έντονη παρέμβαση μιας υπερδύναμης (ΗΠΑ) με σκοπό να διευθετήσει μια σειρά ζητήματα προς όφελός της και την κλιμάκωση της επιθετικότητας μιας μεγάλης περιφερειακής δύναμης (Τουρκία) που επιδιώκει με κάθε τρόπο να αναβαθμίσει τη στρατηγική της θέση.
Στις συνθήκες αυτές, ο κίνδυνος πολεμικών επεισοδίων είναι παρών και καθόλου δεν ωφελεί να κλείνει κανείς τα μάτια. Το συνολικό ζήτημα της χώρας δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί αφαιρώντας αυτή την πλευρά.
Σε χώρες που μετατρέπονται σε σύγχρονες ημι-αποικίες και βρίσκονται στη δίνη γεωπολιτικών αναστατώσεων, ο αγώνας για εθνική και λαϊκή κυριαρχία αποτελεί προαπαιτούμενο επιβίωσης. Χωρίς αυτή, δεν μπορούμε καν να συζητήσουμε για δημοκρατία, ελευθερία και δικαιοσύνη, ούτε για πολιτική διέξοδο, στρατηγική μετάβασης και ριζικό κοινωνικό μετασχηματισμό.
Το εθνικό συνδέεται με το κοινωνικό ζήτημα και πρέπει να αντιπαρατεθεί με σύγχρονους όρους, από τη μια μεριά στον επιβαλλόμενο νεοραγιάδικο κοσμοπολιτισμό και από την άλλη στον τυχοδιωκτικό, πατριδοκάπηλο εθνικισμό.
Μια πολιτική ειρήνης και φιλίας των λαών της περιοχής, προϋποθέτει την καταπολέμηση κάθε λογής εθνικισμών και αλυτρωτισμών και την απελευθέρωση της περιοχής από την ομηρεία των επιδιώξεων των μεγάλων δυνάμεων.
Σε αυτή την προσπάθεια, ο ελληνικός λαός είναι μόνος και ο μόνος που μπορεί να πάρει πάνω του τις τύχες της χώρας και να αποσοβήσει ακόμα χειρότερες εξελίξεις.
ΚΟΕ, 23/02/2018