Αποκρυπτογραφώντας το χτύπημα στη Βομβάη, του Μάνλιο Ντινούτσι

Ο μεγάλος τζόγος της Ασίας

Η μάχη της Βομβάης, όποιο κι αν είναι το παρασκήνιο των επιθέσεων, εντάσσεται στο πλαίσιο μιας διευρυμένης πολιτικής, οικονομικής και στρατιωτικής συνεργασίας ανάμεσα σε πολλούς εταίρους, όχι μόνο ανάμεσα σε Ινδία και Πακιστάν, αλλά και Ηνωμένες Πολιτείες, Ρωσία και Κίνα. Το βασικό διακύβευμα είναι η Κεντρική Ασία, περιοχή με εξαιρετική γεωστρατηγική σημασία για τον έλεγχο του πετρελαίου της Κασπίας και των "διαδρόμων της ενέργειας".

Επίκεντρο είναι το Αφγανιστάν, όπου επιχειρούσε για δέκα χρόνια ο σοβιετικός στρατός. Εκεί το 2001 έσπευσαν τα βορειοαμερικανικά στρατεύματα, επισήμως για να αντιμετωπίσουν τους Ταλιμπάν και να συλλάβουν τον Μπιν Λάντεν. Όμως με πραγματικό στρατηγικό στόχο να εγκατασταθούν σε μια θέση-κλειδί στο καινούργιο σκηνικό που δημιουργήθηκε στην Ασία μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ, και την άνοδο της κινεζικής και της ινδικής δύναμης. "Είναι πιθανόν ένας νέος στρατιωτικός αντίπαλος με τρομερά ενεργειακά αποθέματα να αναδειχτεί στην περιοχή", προειδοποιούσε ένα επίσημο ανακοινωθέν του Πενταγώνου, μια εβδομάδα πριν την εισβολή στο Αφγανιστάν.

Αυτός ο στρατηγικός στόχος επιβεβαιώθηκε και από τον νεοεκλεγέντα βορειοαμερικανό πρόεδρο Μπάρακ Ομπάμα, που ανάγγειλε πως θέλει να "αποχωρήσει από το Ιράκ" και "να επικεντρωθεί στο σωστό πολεμικό πεδίο που είναι το Αφγανιστάν και το Πακιστάν". Βλέπουμε έτσι να θεωρείται πεδίο μάχης και το Πακιστάν, που θεωρείται από την Ουάσιγκτον ανυπόληπτος σύμμαχος, οι μυστικές υπηρεσίες του οποίου υπάρχει υποψία πως έχουν σχέσεις με τους Ταλιμπάν.

Όταν τον Ιανουάριο του 2008 οι ΗΠΑ ζήτησαν από τον τότε πρόεδρο του Πακιστάν Μουσάραφ να τους επιτρέψει να κυκλοφορούν ελεύθερα κοντά στα σύνορα με το Αφγανιστάν, αυτός τους αρνήθηκε. Την ίδια απροθυμία φαίνεται να δείχνει και ο σημερινός πρόεδρος Ζαρνταρί, πιεζόμενος από την κοινή γνώμη της χώρας.

Η κατάσταση περιπλέχθηκε περισσότερο με την απόφαση της Ουάσιγκτον να συσφίξει τις σχέσεις της με την Ινδία, για να εμποδίσει την προσέγγισή της με τη Ρωσία και την Κίνα. Σε αυτό το πολιτικό σχέδιο εντάσσεται η συμφωνία που εγκρίθηκε στις 2 Οκτώβρη από τη Γερουσία, με την οποία οι ΗΠΑ "εγκρίνουν" τη χρήση πυρηνικών όπλων από την Ινδία, που ποτέ δεν συμμετείχε στο Σύμφωνο για τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων, επιτρέποντάς της έτσι να διατηρεί οκτώ στρατιωτικούς πυρηνικούς αντιδραστήρες, χωρίς κανένα διεθνή έλεγχο. Αυτό ωθεί το Πακιστάν, που επίσης δεν συμμετείχε ποτέ στο Σύμφωνο για τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων, να επιταχύνει το στρατιωτικό πυρηνικό του πρόγραμμα. Με αποτέλεσμα και οι δύο χώρες μαζί να έχουν σήμερα περίπου 110 πυρηνικές κεφαλές και τη δυνατότητα να κατασκευάσουν πολύ περισσότερες.

Στο πλαίσιο αυτό μπαίνουν στο παιχνίδι η Ρωσία και η Κίνα, ανταγωνιζόμενες τις ΗΠΑ.

Το Σεπτέμβρη επιβεβαιώθηκε η είδηση πως η Ρωσία θα εφοδιάσει την Ινδία με ένα αεροπλανοφόρο και 16 Mig-29, ενώ ταυτόχρονα η ρωσοϊνδική joint-venture κοινοπραξία BrahMos Aerospace ανήγγειλε πως θα αυξήσει την παραγωγή υπερηχητικών πυραύλων αέρος-αέρος που μπορούν να φέρουν συμβατικές και πυρηνικές κεφαλές.

Αντίθετα, η Κίνα έχει συνάψει στενές σχέσεις με το Πακιστάν: στις 18 Οκτώβρη ανακοινώθηκε πως ο πρόεδρος Ζαρνταρί, επισκεπτόμενος το Πεκίνο, υπέγραψε 12 συμφωνίες, σε μια από τις οποίες η Κίνα αναλαμβάνει την κατασκευή δύο ακόμη πυρηνικών αντιδραστήρων στο Πακιστάν. Η Κίνα εξάλλου θα εφοδιάσει το Πακιστάν με καταδιωκτικά JF-17, με ρωσικούς κινητήρες, και με την έγκριση της Μόσχας.

Στον "πόλεμο των πετρελαιαγωγών" συμμετέχει και το Ιράν, σχεδιάζοντας έναν αγωγό φυσικού αερίου που θα διασχίζει το Πακιστάν και θα μεταφέρει ιρανικό αέριο στην Ινδία.

Με την πίεση των ΗΠΑ, η Ινδία δεν έχει συμφωνήσει ακόμη με αυτό. Αλλά το Ιράν δήλωσε ότι από τις 11 Οκτώβρη, είναι έτοιμο να ξεκινήσει την κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου (που θα κοστίσει 7,5 δισ. δολάρια) μέχρι το Πακιστάν, περιμένοντας τη συναίνεση της Ινδίας, κάτι που φαίνεται δύσκολο σήμερα, ειδικά μετά τις επιθέσεις στη Βομβάη.

Μάνλιο Ντινούτσι
Δημοσιογράφος στην ιταλική εφημερίδα
"Il Manifesto"