ΔΙΚΤΥΟ ΚΡΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΔΡΑΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ, τεύχος 7, Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2009

Image

Η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών στον αστερισμό της κρίσης

Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, από τη στιγμή της ανάληψης των καθηκόντων της, προσπαθεί να παρουσιάσει ένα διαφορετικό πρόσωπο εξουσίας, με συντονισμένη προσπάθεια να αποδείξει ότι αποτελεί μια τομή σε σχέση με αυτό που παρέδωσε η κυβέρνηση Καραμανλή, όταν ξεσπούσε ένα καινούριο σκάνδαλο κάθε εβδομάδα. Μια τέτοια εικόνα είναι αναγκαία, προκειμένου να προχωρήσουν οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στο δημόσιο τομέα.

Αλλά αυτές τις μεταρρυθμίσεις πρέπει να τις κάνει μέσα σε ένα περιβάλλον οικονομικής κρίσης. Η κυβέρνηση γνωρίζει ότι είναι αναγκασμένη να προχωρήσει σε λύσεις που θα οδηγήσουν σε περικοπές των εισοδημάτων των εργαζομένων και σε αυξήσεις των έμμεσων φόρων. Γνωρίζει, όμως, και ότι μια ευθεία επίθεση, όπως η εφαρμογή της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών, μπορεί να αποτελέσει τη θρυαλλίδα μιας γενικότερης έκρηξης, όπως έχει δείξει το παρελθόν, από το Δεκέμβρη του 2008, μέχρι τις αλλαγές επί Κοντογιαννόπουλου και Αρσένη.

Αν η κυβέρνηση ήθελε, θα μπορούσε με τον “αέρα” της πρόσφατης λαϊκής εντολής να βάλει σε λειτουργία το υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο. Αντίθετα, δρα κατευναστικά και προτιμά να μεταθέσει τη λύση, προετοιμάζοντας το έδαφος, ώστε αυτή να γίνει πράξη με όρους ιδεολογικής ηγεμόνευσης και κυριαρχίας, παρά να προβεί σε μια βεβιασμένη απόπειρα σήμερα.

Ποια είναι, επομένως, η πολιτική που θα ακολουθήσει η κ. Διαμαντοπούλου;

Να βάλει στο παιχνίδι τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς. Να γίνουν οι εργαζόμενοι οι φορείς του “νέου” και του “ανοικτού” σχολείου, που επαγγέλλεται η αστική τάξη. Να μετατραπούν σε κυνηγούς κεφαλαίων, που θα χρηματοδοτήσουν το σχολείο τους, και, επομένως, να αυξήσουν το εισόδημά τους, όχι μέσα από την αύξηση του μισθού τους αλλά διαμέσου άλλων πηγών. Οι μισθοί θα παραμείνουν χαμηλοί και οι όποιες αυξήσεις δεν πρόκειται να ανατρέπουν την εισοδηματική πολιτική της εκάστοτε κυβέρνησης. Μπορεί όμως ένας εργαζόμενος ή μια ομάδα εκπαιδευτικών ακόμα κι ένας σύλλογος καθηγητών ή δασκάλων να γίνουν κατά τι “πλουσιότεροι” κυνηγώντας προγράμματα και προθεσμίες. Ο ανταγωνισμός μεταξύ των εργαζομένων έρχεται στην επιφάνεια και διαλύει ακόμα και τα όποια συντεχνιακά χαρακτηριστικά μπορεί να διατηρεί ο εκπαιδευτικός κόσμος. Η αξιολόγηση και η πασοκική της εκδοχή, η λογοδοσία, θα έρθουν σαν φυσιολογικό επακόλουθο αυτής της ηγεμονίας του ανταγωνισμού.

Κρίσιμο στοιχείο για την επίτευξη ενός τέτοιου στόχου αποτελεί η αποκέντρωση, κυρίως με την ευελιξία του αναλυτικού προγράμματος και, αργότερα, με τη μεταφορά αρμοδιοτήτων, σχετικών με τις εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών, προς τους δήμους, τις νομαρχίες και τις περιφέρειες. Δεν είναι τυχαίο ότι η κ. Διαμαντοπούλου, τόσο στα πρόσφατα συνέδρια της ΔΟΕ και της ΟΛΜΕ όσο και στις προγραμματικές δηλώσεις και στις συναντήσεις της με τα συνδικάτα της εκπαίδευσης, τονίζει ότι αυτή είναι η προτεραιότητα της κυβέρνησης. Ένα ευέλικτο και αποκεντρωμένο αναλυτικό πρόγραμμα είναι περισσότερο προσαρμόσιμο στη λογική της διαφοροποίησης των εκπαιδευτικών. Η αντιπαράθεση ανάμεσα σε δασκάλους και καθηγητές ακόμα και διπλανών σχολείων θα επιφέρει συγκρούσεις υπόγειες, που θα εκδηλώνονται με έναν έντονο ανταγωνισμό σε έπαθλα και διακρίσεις της “δικής μας επιχείρησης”. Το πνεύμα του σχολείου που μοιράζει τα κέρδη στους δικαιούχους εκπαιδευτικούς θα αρχίσει να γίνεται πραγματικότητα.

Ο “κακός” εκπαιδευτικός, ο “τεμπέλης” εργαζόμενος που αδιαφορεί για την επιτυχία ενός τέτοιου σχολείου, που δεν συναισθάνεται τον ιερό σκοπό του νέου σχολείου, που αδιαφορεί στη σύνδεση σχολείου και τοπικής κοινωνίας, που δεν είναι αρκούντως ευέλικτος, που συμπεριφέρεται “παράξενα” προς τους κακούς μαθητές, θα μετατρέπεται σε αποδιοπομπαίο τράγο. Η αξιολόγηση καλά θα κάνει να τον τοποθετήσει στη θέση που του αρμόζει, με χαμηλό εισόδημα ή και σε κάποιο υποβαθμισμένο σχολείο της επαρχίας ή των δυτικών συνοικιών.

Τα υποβαθμισμένα σχολεία θα τυχαίνουν της ανάλογης προσοχής του υπουργείου και της τοπικής αυτοδιοίκησης. Δηλαδή, θα υποβαθμίζονται ακόμα περισσότερο, μέχρι να γίνει μια συνολική ανατροπή με το κλείσιμό τους, το διώξιμο όλων των εκπαιδευτικών και την πρόσληψή τους, ώστε να μπουν ξανά στο παιχνίδι του ανταγωνισμού. Πρακτική που ήδη εφαρμόζεται στην Αγγλία από την κυβέρνηση των Εργατικών.

Με βάση τα παραπάνω αποτελεί λανθασμένη πολιτική η στόχευση στην αξιολόγηση με λογικές του παρελθόντος. Δεν πρόκειται να δούμε ένα στρατό αξιολογητών, που θα ελέγχουν την παραμικρή κίνηση και δραστηριότητα. Αντιλήψεις που συνδέουν την αξιολόγηση με τους επιθεωρητές μιας άλλης εποχής δεν βοηθούν στο να κατανοήσουμε με τι έχουμε να αναμετρηθούμε. Η υπουργός μίλησε καθαρά για “κίνητρα και επιβράβευση αυτών που ξεχωρίζουν”. Το “κίνητρο” θα είναι ο τροφοδότης της αξιοκρατίας και η “επιβράβευση αυτών που ξεχωρίζουν” ο σκοπός της λογοδοσίας αυτών που υστερούν.

Θα υπάρξει αντιπολίτευση σε αυτή την πολιτική;

Ο πρωθυπουργός αλλά και η υπουργός δεσμεύτηκαν στη Βουλή για αύξηση στην παιδεία κατά 1 δισ. ευρώ κάθε χρόνο, ανεξάρτητα από τα ελλείμματα και τα χρέη της χώρας. Όμως, στις συναντήσεις της με τα συνδικάτα, η κ. Διαμαντοπούλου δεν λέει κουβέντα για αυξήσεις στους μισθούς. Αντίθετα, είναι κάθετη όταν τονίζει ότι όλα τα επιπλέον χρήματα θα δοθούν σε υποδομές. Επομένως, η κυβέρνηση δεν έχει να προσφέρει τίποτα προς τους εργαζόμενους. Μπορεί, όμως, να πετάξει ένα κοκαλάκι, που θα τρέξουν να το πιάσουν πολλοί. Και εδώ θα έχει συμμάχους τον υποταγμένο συνδικαλισμό, τις ηγεσίες στις ομοσπονδίες. Αυτοί θα συνδράμουν για να γίνει το κοκαλάκι το σύμβολο μιας άλλης εποχής. Δεν είναι τυχαία η τοποθέτηση του κ. Μανιάτη της ΠΑΣΚ στη συνάντηση με την υπουργό, όπου της διαμήνυσε να κινηθεί με βάση τις αποφάσεις του 6ου και 8ου Συνεδρίου της ΟΛΜΕ.

Η Αριστερά θα απεμπλακεί από το παιχνίδι του δικομματισμού ή θα συνεχίσει τον αδιέξοδο, ιδιότυπο εμφύλιο πόλεμο, αδιαφορώντας για τις ανάγκες των εκπαιδευτικών και του λαού και υπερασπιζόμενη τον κομματικό μικρόκοσμό της;

Η αξιολόγηση και η λογοδοσία, στην οποία θα έχουν λόγο όλοι (μαθητές, γονείς, τοπική κοινωνία), αποτελεί κεντρική επιλογή της κυβέρνησης. Η Αριστερά πρέπει να απαντήσει δημιουργώντας τις δικές της συμμαχίες μέσα στους μαθητές, στους γονείς, στους εργαζόμενους. Αυτοί που πρέπει να λογοδοτήσουν είναι ο δικομματισμός και οι κυβερνήσεις του. Βασικό στοιχείο μιας πολιτικής που διακηρύσσει ότι “δεν πρέπει να πληρώσει την κρίση ο λαός” δεν μπορεί να είναι το να αξιολογηθούν οι εργαζόμενοι αλλά με πιο σωστό τρόπο.

Βύρων Λάμπρου, Καβάλα

Image