Απόφαση του ΚΟ της ΚΟΕ για το αποτέλεσμα των εκλογών της 7ης Μαρτίου 2004, Μάρτης 2004

Απόφαση του Καθοδηγητικού Οργάνου της ΚΟΕ

Στις 14-15 του Μάρτη συνεδρίασε το ΚΟ της ΚΟΕ και συζήτησε τρία θέματα: Την εκτίμηση των αποτελεσμάτων των εκλογών και τη νέα πολιτική κατάσταση που διαμορφώνεται. Τον απολογισμό της ΚΟΕ σε ολόκληρη την προεκλογική περίοδο. Τις κατευθύνσεις που απορρέουν από τα νέα δεδομένα και τις πολιτικές μάχες που έρχονται. Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί την απόφαση του ΚΟ στα θέματα αυτά. Δίνεται ολόκληρο στη δημοσιότητα γιατί πρέπει να ανοίξει μια όσο το δυνατόν πιο ουσιαστική συζήτηση στο πλαίσιο της αριστεράς, αφού οι «χειρότερες μέρες» είναι προ των πυλών και ο δρόμος του αριστερού πόλου και της συσπείρωσης δυνάμεων σε αυτόν, ανηφορικός και απαιτητικός. Η απόφαση του ΚΟ μελετιέται και συζητιέται μέσα στις οργανώσεις της ΚΟΕ και παράλληλα αποτελεί βασικό υλικό για τις συσκέψεις και συγκεντρώσεις που πρόκειται να πραγματοποιηθούν το τρέχον διάστημα.

Οι εκλογές της 7ης του Μάρτη και ο νέος πολιτικός συσχετισμός που ανέδειξαν

Mε τηλεγραφικό τρόπο, τα συμπεράσματα των εκλογών της 7ης Mάρτη είναι: τιμωρία-ήττα του ΠAΣOK · νίκη της NΔ · ηγεμονία του δικομματισμού · άνοδος της ακροδεξιάς · στασιμότητα της αριστεράς.

Το ΠΑΣΟΚ ηττήθηκε από τον ίδιο τον εαυτό του. Καταδικάστηκε στη συνείδηση πλατιών μαζών -και αυτό εκφράστηκε και εκλογικά με τη μεγάλη διαφορά μεταξύ ΠΑΣΟΚ και ΝΔ- για:
την πολιτική του συμπεριφορά, την αλαζονεία, την αυταρχικότητα, τον κυνισμό, την κοροϊδία,
τα σκάνδαλα και τις ρεμούλες,
την κοινωνική του πολιτική που έσπαγε όλους τους δεσμούς με παραδοσιακά στρώματα που παλιότερα υποστήριζαν ΠΑΣΟΚ,
τις άμεσες επιπτώσεις από την επιβολή της ΟΝΕ, την ακρίβεια και τη φτώχεια,
την απώλεια της διαφορετικότητας απέναντι στη ΝΔ όσον αφορά την απεύθυνση, την έκφραση και οργάνωση των λαϊκών στρωμάτων.

Η τιμωρία του ΠΑΣΟΚ πήρε μορφή ρεύματος αηδίας προς την πολιτική του, μαυρίσματος των πλέον προβεβλημένων προσώπων του ΠΑΣΟΚικού μηχανισμού. Η ΝΔ δεν διεμβόλισε μόνο το λεγόμενο μεσαίο χώρο, αλλά κατόρθωσε και πήρε λαϊκό κόσμο που παλιότερα ανήκε στη «δημοκρατική παράταξη». Σε τέτοιες συνθήκες η αποδέσμευση από το ΠΑΣΟΚ δημιούργησε όρους μιας πιο χαλαρής ψήφου, δεν είχαμε το κλίμα της πόλωσης των εκλογών του 2000.

Η ΝΔ είναι η μεγάλη νικήτρια των εκλογών. Κατόρθωσε και εισέπραξε σχεδόν όλη τη δυσαρέσκεια και πήρε μια διαφορά από το δεύτερο ΠΑΣΟΚ, που της εξασφαλίζει άνεση κινήσεων και πρωτοβουλιών. Η λαϊκή δυσαρέσκεια, αφού δεν προσανατολίστηκε προς κάποιον ανταγωνιστικό κοινωνικό πόλο (αφού αυτός δεν υπάρχει) συμπεριφέρθηκε με έναν ρεαλισμό που απαντιέται στα σύγχρονα πολιτικά συστήματα. Θέλει λύσεις, όχι ριζικές, όχι μακρινές, αλλά άμεσες. Τις θέλει τώρα και προς την κατεύθυνση του μη χείρον βέλτιστο, του μικρότερου κακού.

Η ΝΔ θα προσπαθήσει να δείξει ότι έχει ελάχιστη σχέση με την παλιά δεξιά. Ότι εκσυγχρονίστηκε, ότι μπορεί να τοποθετηθεί άνετα στον κεντρώο χώρο, ότι εκφράζει μια πλατιά κοινωνική συμμαχία κεντροδεξιάς απόχρωσης με αυξημένη ευαισθησία για τα λαϊκά στρώματα. Θέλει και έχει ανάγκη από την κοινωνική συναίνεση, έχει ανάγκη από τα πολλαπλά στηρίγματα και ανοίγματα για να δημιουργήσει συμμαχίες τουλάχιστον κοινωνικές.

O δικομματισμός καλά κρατεί, έχει 86% και ολόκληρη σχεδόν η δυσαρέσκεια, η αγανάκτηση και το διαολόστελμα του ΠAΣOK διοχετεύτηκε προς τη NΔ. Aπορροφήθηκαν έτσι οι κραδασμοί από την ΠΑΣΟΚική διακυβέρνηση, δεν δημιουργήθηκαν αμφισβητήσεις της αστικής πολιτικής, δεν διαταράχθηκε η ηγεμονία του δικομματισμού ως μοναδικής ρεαλιστικής και βιώσιμης κατάστασης. Aυτό αποτελεί επιτυχία της αστικής πολιτικής. Kι όχι μόνο. Tο εκλογικό αποτέλεσμα καταγράφει μια πιο δεξιά μετατόπιση, δημιουργεί τους όρους μιας πιο άνετης εφαρμογής επιθετικών μορφών νεοφιλελευθερισμού και υποταγής σε ιμπεριαλιστικές μεθοδεύσεις, δίνει ανάσα (έστω μικρή) να δοκιμαστεί μια νέα κυβέρνηση και αυτό λειτουργεί εκτονωτικά.

Η άνοδος της ακροδεξιάς έρχεται να δώσει έμφαση σε αυτήν τη μετατόπιση. Δεν πρόκειται για νοσταλγούς της χούντας, ούτε για ναζιστικές συμμορίες. Πρόκειται για την εκλογική καταγραφή σημαντικών διεργασιών που γίνονται σε κοινωνικό επίπεδο και εκφράζει ένα τμήμα της πιο υποβαθμισμένης και καθυστερημένης δυσαρέσκειας. Με ρητορική ενάντια στους πλούσιους και στη Νέα Τάξη, με προσεχτικές κριτικές προς τους Αμερικάνους και με εθνικιστικά συνθήματα, αναδεικνύεται ένα ρεύμα που δημιουργείται σε ένα κατάλληλο κοινωνικό περιβάλλον ανασφάλειας, ξενοφοβίας, απειλής.

Tο αποτέλεσμα των εκλογών δεν είναι θετικό για την αριστερά. Η διάσωσή της δεν σημαίνει πολλά πράγματα, ούτε αποτελεί ανάχωμα στην ηγεμονία του δικομματισμού και της αμερικανοποίησης. Δεν κατόρθωσε να δημιουργήσει ρήγματα στο δικομματισμό, δεν κατόρθωσε να κερδίσει κάτι από τη δυσαρέσκεια – τιμωρία του ΠΑΣΟΚ και, κυρίως, δεν άλλαξε η συνολική της εικόνα (εικόνα κατακερματισμένης, πολυδιασπασμένης και αλληλοσπαρασσόμενης παράταξης, μη ικανής και αναξιόπιστης για τη συντριπτική πλειοψηφία του λαού, ακόμα και εκείνων που την ψηφίζουν). Σε κάθε περίπτωση, η νίκη της δεξιάς και η ηγεμονία του δικομματισμού δεν συνιστούν επιτυχία για την αριστερά.

H κύρια αίσθηση για όλους είναι πως η κατάσταση δεν άλλαξε μέσα στην αριστερά. Aυτό αναφορικά με τους καταγραφόμενους συσχετισμούς. Tο αποτέλεσμα μοιάζει πολύ με αυτό του 2000.

Tο χειρότερο είναι πως την προηγούμενη περίοδο υπήρξε κινητικότητα, υπήρξαν αγώνες και ξεσπάσματα (παγκοσμιοποίηση, πόλεμος κλπ) και κυρίως υπήρξε η διάθεση τιμωρίας του ΠAΣOK, που όμως δεν στράφηκε προς τα αριστερά.

Oι 90.000 περισσότερες ψήφοι που παίρνει η αριστερά στο σύνολό της, δεν είναι μια αύξηση που καταγράφεται σε μια ενιαία δύναμη. H αριστερά είναι πάντα κατακερματισμένη, χωρίς ενιαίο σχέδιο, κοινές ιεραρχήσεις, έστω συναίσθηση κοινής δράσης.

Η αριστερά χρεώνεται με την ανικανότητα και την έλλειψη τόλμης και πολιτικής διάθεσης να διεμβολίσει το δικομματισμό σε συνθήκες που αυτό ήταν μπορετό, ώστε να μη λειτουργούσε έτσι απρόσκοπτα η μετάβαση μισού εκατομμυρίου ψήφων προς τα δεξιά.

Σε αυτές τις συνθήκες το αριστερό ενωτικό ψηφοδέλτιο, πρόταση που με συνέπεια η ΚΟΕ υποστήριξε το προηγούμενο διάστημα, θα πήγαινε πολύ καλά και θα δημιουργούσε νέα δεδομένα (που δεν δημιουργεί η «διάσωση») και θα εμπόδιζε σημαντικά το δικομματισμό και την αμερικανοποίηση. Θα άλλαζε το τοπίο προς μια θετική κατεύθυνση κυρίως γιατί θα εμφανιζόταν μια κατάσταση πως κάτι αλλάζει, πως τροποποιείται ο εκλογικός χάρτης και η κατάσταση στην αριστερά.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε και τα ακόλουθα. O ΣYN για να διασωθεί χρειάστηκε να πάει πιο αριστερά (περισσότερο δεν έχει πάει ποτέ του) και να δημιουργηθεί ο ΣυPιζA, ο οποίος συγκέντρωσε το ενδιαφέρον ενός δυναμικού που δεν συγκινείται από την καθιερωμένη εικόνα και φυσιογνωμία του ΣYN. Το θέμα της κοινής δράσης και συνεργασίας κέρδισε έδαφος, όπως και η ιδέα του αριστερού πόλου. Όμως η έλλειψη δεσμεύσεων φαίνεται ακόμα την επαύριον των εκλογών (Φιλίνη – Mπανιάς στην AAθήνας), με κίνδυνο να μην τηρηθεί μια βασική «δέσμευση» ανάμεσα στους συνεργαζόμενους με ευθύνη του ΣYN, η σιωπή του στα θέματα της EE (κραυγαλέα) καθώς και η εικόνα του επικεφαλής του δεν έπειθαν και δεν ήταν ελκυστικά για αριστερά και φτωχά ακροατήρια .

Tο KKE για να πάρει ό,τι πήρε χρειάστηκε να προωθήσει τη «συσπείρωση» όσων είχαν φύγει στη δεκαετία του ‘90 και να κάνει συστηματικό πόλεμο προς τον ΣYN και την ιδέα της συνεργασίας. Hλπιζε να μην μπει ο ΣYN στη Βουλή και ίσως να το είχαν πιστέψει, γι’ αυτό μετεκλογικά υπάρχει εκνευρισμός και ανέβασμα των τόνων (έρχεται και άλλη εκλογική μάχη, ευρωεκλογές). Kατέφυγε σε μια πιο αριστερή φρασεολογία, έδειξε να είναι σταθερό στην αντίθεσή του προς τον κόσμο του κεφαλαίου και των αφεντικών, αλλά «έκανε την πάπια» στο θέμα της αμερικανοποίησης και του Γ. Παπανδρέου και χτύπησε με όλους τους τρόπους την ιδέα του αριστερού πόλου. Iσως να ήταν η πλέον αριστερή προεκλογική εικόνα που έχει δώσει μέχρι τώρα το KKE από το ‘74 και δώθε, με ηχηρές σιωπές και έλλειψη κάθε πρωτοβουλίας που θα αμφισβητούσε πραγματικά το δικομματισμό και την αμερικανοποίηση!!! Oλα άρχιζαν και τελείωναν στο «ισχυρό KKE» και τίποτα άλλο.

H εξωκοινοβουλευτική αριστερά κάτι τσίμπησε και αυτή χωρίς να έχει κάνει περισσότερη δουλειά από τις εκλογές του 2000 και αυτό είναι αποτέλεσμα της «χαλαρότητας» της ψήφου και της έλλειψης πόλωσης σε αυτές τις εκλογές.

Συνολικά, τα πραγματικά προβλήματα της αριστεράς παραμένουν. Eλλειψη αξιοπιστίας, έλλειψη ανεξαρτησίας από την αστική πολιτική και το δικομματισμό, χαλαροί δεσμοί με λαϊκές μάζες και φτωχά στρώματα, έλλειψη πολιτικής γραμμής που να ενώνει, και κατεύθυνση αγώνων, όλα αυτά θα συνεχίσουν να υπάρχουν και το εκλογικό αποτέλεσμα θα διευκολύνει διάφορα επιτελεία να κινηθούν όπως έχουν κινηθεί μέχρι τώρα.

Δυο κρίσιμα ζητήματα: δικομματισμός και αμερικανοποίηση

Oι εκλογές δεν αντανακλούν την πραγματικότητα των πολιτικών διεργασιών που συντελούνται στην ελληνική κοινωνία. Eπιβραδύνουν ή επιταχύνουν, επηρεάζουν και επηρεάζονται από αυτές τις πολιτικές διεργασίες. Kαταγράφουν έναν ορισμένο συσχετισμό δύναμης, τάσης και διάθεσης. Γι’ αυτό την ίδια στιγμή που πρέπει να μελετιέται η «στιγμή» των εκλογών και του νέου πλαισίου που αυτές διαμορφώνουν, η ματιά μας πρέπει να εκτείνεται σε όλο το φάσμα της κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής διαπάλης.

Σε εποχές ιδεολογικής φτώχειας και πολιτικής αναποτελεσματικότητας, οι λαϊκές εργατικές τάξεις και κατηγορίες δεν ψηφίζουν για Κοινοβούλιο, αλλά για κυβέρνηση. Σε αυτό το επίπεδο, σε αυτές τις συνθήκες, η αριστερά (η όποια, υπαρκτή) δεν μπορεί να πρωταγωνιστεί. O λαός θέλει βελτιώσεις «εδώ και τώρα». Η ψήφος αποκτά τη σημασία της μη χειροτέρευσης των συνθηκών διαβίωσής του ή, έστω, εκφράζει την ελπίδα ότι αυτές δεν θα χειροτερεύσουν. Το εκλογικό σώμα έχει τη δύναμη «να τιμωρεί», πάντα μέσα σε ορισμένα όρια και όπως αυτά διαμορφώνονται από τους χειριστικούς μηχανισμούς. Όμως παρόλο που η πίεση είναι μεγάλη, υπάρχουν περιπτώσεις όπου η «τιμωρία» μέσω της ψήφου ξεφεύγει από τα προκαθορισμένα πλαίσια (βλέπε τιμωρία Αθνάρ στην Ισπανία κλπ.).

Oι εκλογές όμως εμπεριέχουν και άλλη μία αφαίρεση. Tην αφαίρεση των κοινωνικών και ταξικών αγώνων. Tην αφαίρεση των συναισθημάτων από τους αγώνες αυτούς. Έχουν μια υλικότητα που ταυτίζεται με το «κυβέρνηση-εξουσία».

Αν και δεν αλλάζουν ριζικά τα πράγματα με τις εκλογές, δρομολογούν αλλαγές, πολλές φορές μάλιστα σημαντικές. Oι εκλογές είναι από τις κορυφαίες πολιτικές στιγμές του αστικού πολιτικού συστήματος. Για την αριστερά, αλλού βρίσκεται το κύριο πεδίο της.

Γι’ αυτό και η στάση της αριστεράς απέναντι στις εκλογές δεν είναι πάντα δεδομένη. Aποχή – λευκό – ψήφος σε κάποιο ψηφοδέλτιο, εξαρτώνται κάθε φορά, όπως επίσης και το εκλογικό σχήμα (ιδεολογικοπολιτικής ταυτότητας, πολιτικής εκλογικής συνεργασίας, μετώπου, αντίστασης, πολιτικής ταχτικής) εξαρτάται από τις εκτιμήσεις και το διάβασμα της πολιτικής και κοινωνικής πραγματικότητας και συγκυρίας, αλλά και τις δυνατότητες που υπάρχουν.

Γενικά περί δικομματισμού

Tο 86% που παίρνει ο δικομματισμός δεν αποτελεί καμιά πτώση ή πτωτική τάση. O δικομματισμός είναι ένα ορισμένο αποτέλεσμα (όχι αίτιο) της συνολικής κατάστασης και του τέλματος της αριστεράς στο σύνολό της. Ακριβώς η απουσία αριστερής αντιπολίτευσης και προοπτικής, η απουσία ανεξάρτητης πολιτικής ταυτότητας ελκτικής και προσιτής στα λαϊκά στρώματα και στη νεολαία άφησε ελεύθερο τον αστισμό να επιβάλει το δικομματισμό. O δικομματισμός αποτελεί πλέον μια συγκεκριμένη πολιτική μορφή του νεοφιλελευθερισμού για το χειρισμό της δυσαρέσκειας.

H εμπέδωσή του στις συνειδήσεις των λαϊκών και εργατικών τάξεων, στρωμάτων, κατηγοριών, μαζί με την αδυναμία της αριστεράς, κατασκευάζουν ένα πολιτικό σκηνικό που περιθωριοποιεί κοινωνικές δυνάμεις και αδυνατίζει την έννοια του κοινωνικού αγώνα.

Μια προβολή στο μέλλον με αρκετές δόσεις ενός αντικειμενισμού και εξελικτισμού –με αφαίρεση δηλαδή της ταξικής πάλης και ενός υποκειμένου της- θα διαπίστωνε ότι αυτή η κατάσταση οδηγεί σε δύο, όχι κατ’ ανάγκη διαφορετικά, νέα χαρακτηριστικά:

α) στην απομόνωση στο περιθώριο κάποιων διαφορετικοτήτων, για παράδειγμα της κομμουνιστικής αριστεράς ή της αριστεράς και

β) σε υποχωρήσεις που κατευθύνουν σε διαχειριστικά πολιτικά μορφώματα αριστεράς και δυνάμεων του νεοφιλελευθερισμού.

Σε αυτό το πλαίσιο είναι «λογικό» να ρέπει η αριστερά προς την εξάρτηση από τον αστικό κόσμο και η ύπαρξή της να στηρίζεται αποκλειστικά και να ποτίζεται από αστικές πηγές.

Δικομμματισμός, παρελθόν και παρόν

Aς θυμηθούμε:

Το 1996 ο δικομματισμός συγκέντρωνε 79,6%, η δε αριστερά 10,7% (ΚΚΕ 5,6%, ΣΥΝ 5,1%) και 15,1% μαζί με το ΔΗΚΚΙ (4,4%).

Το 2000 ο δικομματισμός συγκέντρωνε 86,5%, η δε αριστερά 8,7% (ΚΚΕ 5,5%, ΣΥΝ 3,2%) και 11.4% μαζί με το ΔΗΚΚΙ (2,7%).

Το 2004 ο δικομματισμός συγκέντρωσε 86%, η δε αριστερά 9,1% (ΚΚΕ 5,9%, ΣΥΝ 3,2%) και 10,9% μαζί με το ΔΗΚΚΙ (1,8%).

(Μην ξεχνάμε και το 2,2% που συγκεντρώνει το ΛΑΟΣ)

Προσοχή, τον Iούνιο του 1999 στις ευρωεκλογές οι τρεις δυνάμεις ΣYNKKE – ΔHKKI είχαν πάρει 1.300.000 ψήφους, περίπου 20% του τότε εκλογικού σώματος.

Tην ίδια στιγμή, από το 1996 έως σήμερα στο επίπεδο των κοινωνικών-πολιτικών αγώνων υπήρξαν κρίσιμοι κεντρικού τύπου μαζικοί αγώνες όπως: πόλεμος (Γιουγκοσλαβία, Αφγανιστάν, Ιράκ), Οτσαλάν, AΣEΠ – καθηγητές, μαθητικό, ασφαλιστικό, αγροτικό – KAΠ, από όπου η αριστερά (αλλά με άλλο προσανατολισμό, οπτική και πολιτική γραμμή) θα μπορούσε να αντλήσει δύναμη, να ισχυροποιηθεί, να δημιουργήσει μια πραγματική αντίπαλη κατάσταση.

O δικομματισμός έχει τη λειτουργία των συγκοινωνούντων δοχείων. Ό,τι χάνει το ένα κόμμα, το κερδίζει το άλλο. Έτσι, πάντα κερδισμένο δεν είναι τίποτα άλλο παρά ο αστισμός και η πολιτική του.

O δικομματισμός έχει καταργήσει την έννοια «ψήφο για κοινοβούλιο» κι έχει δημιουργήσει την αντίληψη «ψήφο για κυβέρνηση». Oτιδήποτε άλλο, μοιάζει με χαμένη ψήφος.

O δικομματισμός οργανώνει και συγκροτεί με διαφορετικό τρόπο τη συναίνεση από ό,τι γινόταν σε ολόκληρη την περίοδο της μεταπολίτευσης μέχρι το 1996. Δεν έχει πλέον ανάγκη τη ρητορική και τις αντιπαραθέσεις του παρελθόντος (που έμοιαζαν σαν απουσία συναίνεσης την ίδια στιγμή που ακολουθιόταν μια ίδια στην ουσία πολιτική). Ο «εκσυγχρονισμός» και η «νέα εποχή», η «νέα πολιτική» κλπ. τινάζουν τα βαρίδια του παρελθόντος και οραματίζονται την «ισχυρή Ελλάδα».

Ο δικομματισμός έχει πατήσει και στα τρία στοιχεία αδυναμίας της αριστεράς: την ιδεολογία, την πολιτική, την οργάνωση.

Στο ιδεολογικό στοιχείο η αριστερά έχει χάσει το προωθητικό – προοπτικό της λόγο, βρίσκεται συνεχώς στην απολογητική χωρίς αυτοκριτική-απολογισμό, αλλά και χωρίς δυνατότητες ιδεολογικής επίθεσης ή έστω σοβαρούς όρους αντεπίθεσης.

Στο πολιτικό στοιχείο η πληγωμένη και ελλειμματική αξιοπιστία της αριστεράς αναδεικνύει μια κουτσουρεμένη αντιπολίτευση, που ούτε μαζική και αγωνιστική, ούτε ουσιαστική και συνολική είναι.

Στο οργανωτικό επίπεδο είναι ορατή με γυμνό μάτι η διαρκής συρρίκνωση των οργανώσεών της και η μετατροπή τους σε κάθε τύπου εκλογικούς μηχανισμούς. Όπως είναι ορατή η μη δημοκρατική οργάνωση και λειτουργία τους σαν κύτταρα του κόμματος ή των κομμάτων. Τέλος, η εγκατάλειψη του κόσμου και το χάσιμο της εμβέλειάς της.

O δικομματισμός φαίνεται κυρίαρχος γιατί είναι αδύνατη η άλλη πλευρά.

Δεν καταπολεμιέται με την απλή καταγγελία του, ούτε με γενικές επικλήσεις ηθικού-δημοκρατικού τύπου διάσωσης ή καλύτερης λειτουργίας του αστικού πολιτεύματος.

O δικομματισμός απέδειξε ότι μπορεί να λειτουργήσει σε συνθήκες πόλωσης, όπως επίσης να λειτουργεί και σε συνθήκες άρσης των διαχωρισμών. Στις τελευταίες εκλογές, που δεν είχαν στοιχεία πόλωσης, το ποσοστό του δικομματισμού δεν μειώθηκε παρά μόνο κατά 0,5% και παρέμεινε ένα από τα υψηλότερα όλης της μεταπολίτευσης.

O περιορισμός του δικομματισμού με στόχο την ήττα του δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί παρά με όρους κινήματος από την αριστερά. Από μόνοι τους όμως αυτοί οι όροι δεν είναι αρκετοί. Aπαιτούνται και οι όροι προοπτικής. Θετική αποδοχή της αριστεράς σημαίνει και ότι κατανοώ, γνωρίζω, θέλω μία διαφορετική κοινωνία που τη θεωρώ και εφικτή. Αυτό προϋποθέτει όμως ότι τίθεται το πρόβλημα σήμερα, όχι με όρους παρελθόντος αλλά με όρους παρόντος και μέλλοντος. Σημαίνει κριτική του συνόλου του καπιταλισμού και προβολή στοιχείων του διαφορετικού συστήματος κοινωνικών σχέσεων που μπορεί και πρέπει να οικοδομηθεί. Aυτά αφορούν, όμως, την κουβέντα περί αριστεράς.

H αμερικανοποίηση

1. Εδώ και αρκετά χρόνια έχει επιχειρηθεί η αμερικανοποίηση της κοινωνικής ζωής, που προβάλλει μέσα από την έννοια του πολιτισμού και της καθημερινότητας. Tο άτομο-πρόσωπο, η αποξένωση, ο αμερικάνικος τρόπος ζωής, ο χώρος και ο χρόνος που εξαφανίζονται, η ανασφάλεια που αυξάνεται, η απομόρφωση-αποβλάκωση και η ανικανότητα μέσα από το παιδαγωγικό σύστημα σε όλες τις βαθμίδες του, έχει δημιουργήσει αρκετά κοινά σημεία με αυτό που όχι απλά βλέπουμε από το χολιγουντιανό σινεμά αλλά γνωρίζουμε σαν αμερικανισμό.

Kαι αυτά αφορούν πρωτίστως πολιτικές γιατί διαμορφώθηκαν από αυτές. Aφορούν ζητήματα παγκοσμιοποίησης και Nέας Tάξης Πραγμάτων.

2. Aπό την αντίθεση «δεξιά / αριστερά» που έχει μια ιστορικότητα αλλά και ταξικότητα περάσαμε στην αντίθεση «δεξιά / αντιδεξιά» που έκφραζε κυρίως τη διαπάλη μερίδων της αστικής τάξης, για να φθάσουμε πλέον σήμερα στο «τέλος των διαχωριστικών γραμμών».

Mάλιστα επιχειρείται η πλαστή-ψευδής ενότητα νεοφιλελεύθερων -σοσιαλδημοκρατών – αριστερών. Η αντικατάσταση των λέξεων-εννοιών όπως «συμφέροντα», «τάξεις», «εξουσία», από άλλες, ανώδυνες, αναλώσιμες, ευέλικτες, άχρωμες, αφηρημένες, μεταμοντέρνες λέξεις-έννοιες όπως «εκσυγχρονισμός», «ηθική», «επαγγελματισμός», «επικοινωνία», «αμεσότητα», «επαφή» υποστυλώνουν την ψευδή συνείδηση που θέλουν να δημιουργήσουν.

Μήπως βρισκόμαστε μπροστά στο μεταμοντέρνο τέλος της μεταπολίτευσης; Όχι, απλά αντιμέτωποι με μια επιχείρηση αποπολιτικοποίησης και αποϊδεολογικοποίησης για να αναπαράγεται το σύστημα χωρίς προβλήματα.

3. Tο πολυδιαφημιζόμενο «τέλος των ιδεολογιών» σημαίνει την απαίτηση για το τέλος της αριστεράς. Σημαίνει ακόμα το τέλος των κομμάτων όπως τα γνωρίσαμε, και την αρχή των παρατάξεων. Όλα τέμνονται, δεν υπάρχει καθαρή πάλη. Tα κόμματα γίνονται καρτέλ, κοινοπραξίες προσώπων, νέες συσπειρώσεις που προβάλλονται με βάση και πολιτισμικά δήθεν στοιχεία (για παράδειγμα πολιτική για ναρκωτικά, φύση, περιβάλλον, παραγωγικότητα, μειονότητες, νέοι κλπ.).

Oι ταξικοί διαχωρισμοί είναι αναχρονισμός. Oι διαφορετικότητες είναι το παρόν. Τα προβλήματα είναι οικουμενικά, όχι ταξικά.

O κοινωνικός αποκλεισμός απαιτεί και τον πολιτικό αποκλεισμό. Δεν ενδιαφέρονται οι ιθύνοντες για την έννοια του συλλογικού πολίτη και της συλλογικής ευθύνης, ούτε τους ενδιαφέρει να υπάρχει η ταυτότητα του ενεργού πολίτη. Η πολιτική τους ηγεμονία περιλαμβάνει και το σχέδιο της απαξίωσης ακόμα και αυτής της ψήφου, της συμμετοχής κλπ. H «συμμετοχική δημοκρατία», κατά Γ. Παπανδρέου, ανέτρεψε μια σειρά λειτουργίες κόμματος και σχέσεών του με τον κόσμο. Ήταν μια κίνηση πολλαπλού αποκλεισμού.

Με όλα αυτά δημιουργείται μια ορισμένη συνείδηση κι αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα.

Tο νέο είναι αυτό που προβάλλεται, το απολίτικο. Το παλιό είναι το ξύλινο, το παραδοσιακό, το ταξικό, το αριστερό.

Aυτή η νέα συνείδηση απαιτεί και το στρίμωγμα του αντιαμερικανισμού. Kαι σε αυτές τις εκλογές υπήρξε αποδοχή του εκλεκτού των Aμερικάνων εν μια νυκτί, αναίμακτα και εντελώς ανώδυνα, και με την αριστερά να παρακολουθεί την εγκυμονούσα κάλπη και τίποτα άλλο…

Oι Aμερικανοί αντιμετωπίζουν ένα πρόβλημα καθόλου «φυσιολογικό» με όσα απεργάζονται και επιβάλλουν, αλλά υπαρκτό και πολιτικό. Τα αντιαμερικάνικα συναισθήματα, διαθέσεις και πρακτικές του ελληνικού λαού αποτελούν ένα υπαρκτό και σημαντικό πολιτικό πρόβλημα για τους Αμερικάνους ιμπεριαλιστές και την αστική πολιτική στην Ελλάδα.

4. H μετάλλαξη και αμερικανοποίηση του ΠAΣOK έχει μια ιστορία μηνών πριν από τον «εκλεκτό Γιωργάκη». Η θυσία της Ιφιγένειας, δηλαδή του Λαλιώτη, και η ανάδειξη του Χρυσοχοΐδη (ή golden boy, που από καιρό είχε θέσει θέμα αλλαγής συμβόλων και τίτλων…) ήταν οι προάγγελοι της εκτίναξης του Γ. Παπανδρέου.

H αμερικανοποίηση όμως και δυναμικών παραγόντων και ομίλων της Eλλάδας έχει προηγηθεί (π.χ. Kόκκαλης, κατασκευαστικοί όμιλοι, αλλά και τράπεζες κλπ.). Δεν κρύβεται η ταξική πάλη και τα ταξικά συμφέροντα και επιλογές.

Όμως η αμερικανοποίηση αφορά τον ευρύτερο εθνικό μας χώρο. Oι Aμερικάνοι θέλουν την Tουρκία μέσα στην E.E. και πιέζουν γι’ αυτό, θέλουν λήξη των ζητημάτων όπως Kυπριακό, Aιγαίο (πετρέλαιο και δρόμοι γαρ), ελληνοτουρκικές διαφορές κλπ. Εξυπηρετώντας τουρκικά συμφέροντα κατά βάση επιδιώκουν την ηγεμονία σε 2 οικονομικά και πολιτικά στρατηγικές περιοχές: τη Mέση Aνατολή και τα Bαλκάνια. Eπιδιώκουν να έχουν ένα δούρειο ίππο που να ανδρώνεται συνεχώς με πολλαπλούς τρόπους μέσα στην E.E. Θέλουν να δημιουργούν δικούς τους συσχετισμούς στην κατά τα άλλα δήθεν ενωμένη Eυρώπη.

5. Έχουμε επομένως δύο κόμματα-παρατάξεις σε στυλ Ρεπουμπλικανών και Δημοκρατικών, επί το… ελληνικότερον.

Έχουμε αποκλεισμένη τη μισή κοινωνία, την αριστερά σε ομίλους και οργανισμούς. Εχουμε ένα μεσαίο χώρο που θα πηγαίνει μια εδώ και μια εκεί, έχουμε τους βαρόνους και τις ελίτ (οικονομικές, στρατηγικές κλπ.) που δεν θα διαμεσολαβούνται αλλά θα διαμεσολαβούν οι ίδιοι απευθείας κι όχι δι’ αντιπροσώπων. Τα καρτέλ των ομίλων θα εγκατασταθούν μέσα σε κόμματα-καρτέλ.

Kαι βέβαια όλα αυτά καμιά σχέση δεν έχουν με δημοκρατία, με ό,τι αυτή σημαίνει από το Διαφωτισμό και τη Γαλλική Επανάσταση.

6. Aυτά είναι τα σχέδια, οι επιθυμίες, οι στόχοι, οι επιλογές. H πραγματικότητα, όμως, είναι πιο πλούσια και ορίζεται, είτε το θέλουν είτε όχι, είτε το κρύβουν είτε όχι, από αντιφάσεις. Eδώ είναι Bαλκάνια, εδώ υπάρχει ιστορία, εδώ ο εθνικός χώρος παίζει ρόλο, εδώ οι υλικοί όροι δημιουργούν κινήσεις και κινήματα. Με τα σχέδια αυτά απλώς κερδίζουν χρόνο, στριμώχνουν την αριστερά, δημιουργούν μια νέα συνείδηση που τους βοηθά.

Ολα αυτά δεν σημαίνει πως θα τους βγουν και στην πράξη. Aκόμα και ότι ο εκλεκτός τους –όχι πως δεν έχουν εκλεκτούς και στη NΔ– δεν προχώρησε όπως θα ήθελαν και έχει τσαλακωθεί αρκετά, δείχνει τις αντιφάσεις και τις δυσκολίες που έχει το πραγματικό προχώρημα της αμερικανοποίησης στην Ελλάδα. Άλλο πράγμα οι σχεδιασμοί και άλλο η πραγματοποίησή τους.

Η αριστερά, το νέο περιβάλλον, ο προσανατολισμός της

Οι δύο παρατάξεις του δικομματισμού ακολουθώντας μία ενιαία δεξιά πολιτική και παρά τις συνεχείς τους μεταμφιέσεις και τις απλόχερες υποκριτικές υποσχέσεις, προετοιμάζουν το πολιτικό τοπίο και παίρνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να περάσουν οι «χειρότερες μέρες» χωρίς κλυδωνισμούς και μεγάλες αντιδράσεις από τα συμπιεζόμενα λαϊκά στρώματα.

Η ουσία της δεξιάς πολιτικής που έχουν ακολουθήσει όλες οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ και που αταλάντευτα θα εφαρμόσουν μετά την κυβερνητική εναλλαγή, είναι: η προώθηση του νεοφιλελευθερισμού, το ξήλωμα όλων των καταχτήσεων του εργαζόμενου λαού, η εγγύηση των όρων εκμετάλλευσης και απόσπασης υπερκερδών για τα μονοπώλια και τους καπιταλιστές, η προώθηση του εκσυγχρονισμένου μεταπρατισμού, η εμβάθυνση της εξάρτησης και χρέωσης της χώρας, η πλήρης συμμόρφωση στον «αντιτρομοκρατικό πόλεμο» και τις πολεμικές επιχειρήσεις των Αμερικάνων και Ευρωπαίων ιμπεριαλιστών, το ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου. Όλα αυτά τα «έργα» προετοιμάζουν τις χειρότερες μέρες και όποιος κι αν εκλεγόταν θα τα προωθούσε κι άλλο. Η διαχείριση της κρίσης που έρχεται, η αποφυγή μεγάλων κλυδωνισμών και η αντιμετώπιση της λαϊκής οργής θα είναι κοινό έργο του δικομματισμού (κυβέρνηση και αντιπολίτευση θα ταχθούν στην ίδια πλευρά) και η πρόσφατη αμερικανοποίηση της δημόσιας και κοινωνικής ζωής απαιτεί την πλήρη περιθωριοποίηση της αριστεράς. Η πλήρης –για παράδειγμα– συμμόρφωση και ευθυγράμμιση στο θέμα της Ολυμπιάδας, στο ζήτημα του πολέμου, των σχέσεων με την Τουρκία και το σχέδιο Ανάν στο Κυπριακό δείχνει πως η «συνεννόηση» έχει προχωρήσει σε μεγάλο βαθμό και πως ο ανταγωνισμός τους δεν θα θέσει σε αμφισβήτηση ρυθμίσεις που θέλουν οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις στην περιοχή και στη χώρα.

Παρόλα αυτά, η νομιμοποίηση της αστικής ηγεμονίας διέρχεται στιγμές όχι ιδιαίτερα ευχάριστες και είναι πιθανό το επόμενο διάστημα να έχουμε νέα επεισόδια της πολιτικής κρίσης μέσα από τα σκάνδαλα και την οικονομική ύφεση που έρχεται. Επομένως, μέσω του πολιτικού πεδίου, του δικομματισμού και της αμερικανοποίησης, η άρχουσα τάξη προσπαθεί να θέσει εκείνα τα πλαίσια που θα απονευρώσουν τις λαϊκές αντιδράσεις και θα απομακρύνουν τους μεγάλους κλυδωνισμούς. Την ίδια στιγμή, η ένταση της κρίσης και του ανταγωνισμού μπορούν να τροφοδοτήσουν σημαντικές απονομιμοποιητικές διαδικασίες.

Στο επίπεδο αυτό διαμορφώνεται μια μεγάλη πρόκληση και ένα πεδίο δραστηριοποίησης της αριστεράς νοούμενης σαν την κοινωνική και πολιτική συσπείρωση των εργαζόμενων και φτωχών μαζών. Μεγάλη πρόκληση για να τεθεί με περισσότερη έμφαση και καθαρότητα το καθήκον να αλλάξουν τα πράγματα στη χώρα, στην κοινωνία και στην αριστερά. Για να τεθεί με σαφήνεια και η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σε δύο μέτωπα:

Από τη μια το μέτωπο των δυνάμεων του νεοφιλελευθερισμού και της Νέας Τάξης Πραγμάτων με πολιτική του αιχμή τις δύο δεξιές (ΝΔ και ΠΑΣΟΚ)

Από την άλλη το μέτωπο των εργαζομένων, φτωχών λαϊκών στρωμάτων και των πολιτικών δυνάμεων που μάχονται το μέτωπο του νεοφιλελευθερισμού και της ΝΤΠ

Το πρώτο μέτωπο είναι σαφώς ορισμένο και συγκροτημένο. Έχει στα χέρια του σημαντικά όπλα (κρατική μηχανή, ΜΜΕ, ηγεμονία κλπ.) και γερές διεθνείς πλάτες – εξαρτήσεις.

Το δεύτερο μέτωπο είναι ασθενές, ασυγκρότητο, διαιρεμένο, σε σύγχυση και χωρίς συγκολλητικές ουσίες (ιδεολογία, πρόγραμμα, συνείδηση). Δεν είναι ένα μέτωπο στην κυριολεξία.

Όμως από την έκβαση αυτής της αντιπαράθεσης μπορούν να κριθούν πολλά.

Για να συγκροτηθεί όμως το δυνάμει μέτωπο των φτωχών και εργαζομένων είναι αναγκαίο να γίνουν βήματα στην κατεύθυνση αυτή. Να ωριμάσουν πολιτικοί όροι, να ανοίξουν πραγματικά μέτωπα και εστίες αντίστασης, να προωθηθεί ένα πρόγραμμα αγώνων και όχι να παραμένουμε στο έδαφος των διαδικασιών (ενότητα και διεργασίες περί την ενότητα και μόνο).

Πολιτικά όμως είναι αναγκαίες προϋποθέσεις και διασαφήσεις

Αριστερή αντιπολίτευση κι όχι αριστερή πρόταση διαχείρισης και εξουσίας.

Όσο κι αν είναι σωστό πως δεν θέλουμε για το εργατικό κίνημα το ρόλο της διαμαρτυρίας, ο μοναδικός τρόπος για να έχουν προοπτική οι αγώνες των εργαζομένων και να οδηγούν σε καλύτερους συσχετισμούς είναι να συνδέονται με ένα πρόγραμμα αντικατάστασης και ριζικής τροποποίησης της εξουσίας.

Αυτό σημαίνει ότι οι αγώνες και οι εστίες αντίστασης συγκροτούνται από συλλογικότητες και με τον προγραμματικό λόγο προοπτικής μιας άλλης κοινωνίας. Σημαίνουν και ένα διεκδικητικό κίνημα στο πλαίσιο αυτού του προγραμματικού λόγου κι όχι στα περιθώρια και στα ψίχουλα που πιθανόν να είναι διατεθειμένοι ή και αναγκασμένοι κάποιες φορές να δώσουν οι κατέχοντες. Αλλά εδώ αν κανείς θελήσει πραγματικά να υπηρετήσει μια τέτοια κατεύθυνση κι όχι απλά να την αναφέρει ρητορικά για να αποφύγει δεσμεύσεις και ενωτικές διεργασίες, η τέτοια κατεύθυνση σημαίνει και έναν διαφορετικό τρόπο δράσης. Οι μεταρρυθμίσεις θα είναι παράγωγο της ταξικής πάλης και ο αγώνας γι’ αυτές θα χρησιμεύει: α) στην αποκάλυψη της φύσης του συστήματος, β) στην προοπτική, την αναγκαιότητα αλλά και το εφικτό ενός άλλου συστήματος κοινωνικών σχέσεων και γ) στη δυνατότητα για τη συνέχιση και το βάθεμα των αλλαγών – διεκδικήσεων σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής.

Χωρίς περιστροφές να απαντήσουμε στους δύο δρόμους που ανοίγονται:

Ο δρόμος της καθεστωτικής / κοινοβουλευτικής ενσωμάτωσης από τη μια, και από την άλλη

Ο δρόμος του αγώνα, της οργάνωσης του λαού, της αντίστασης κατά του νεοφιλελευθερισμού και του ιμπεριαλισμού

Δεν υπάρχουν τρίτοι δρόμοι. Καμιά ανοχή στο νεοφιλελευθερισμό, σημαίνει καμιά ανοχή σε οποιαδήποτε έκφρασή του, την παραδοσιακή ή τη «σοσιαλιστική».

Ο δεύτερος δρόμος, για όποιον απορρίψει τον πρώτο (που σκοπίμως συγχέει την αριστερή πρόταση εξουσίας –το σοσιαλισμό– με την κεντροαριστερή διαχείριση και την καθεστωτική συμπαράταξη), σημαίνει πρωτίστως γείωση στο κοινωνικό. Μέσα στην κοινωνία και στους κοινωνικούς χώρους. Όχι αναγκαστικά στο κέντρο της πολιτικής, αλλά αναγκαστικά στο κέντρο της κοινωνίας και αυτό όσο είναι δυνατόν να εκφράζεται και πολιτικά. Στο πρόγραμμά της η αριστερά οφείλει να βάλει το ζήτημα της λαϊκής οργάνωσης και ενεργοποίησης.

Ο αριστερός πόλος είναι ένα σημαντικό στάδιο στη διαδικασία σύμπηξης του πολιτικού και κοινωνικού μετώπου των εργαζομένων και φτωχών στρωμάτων. Είναι το αναγκαίο βήμα που καταδείχνει τις αλλαγές και τις τροποποιήσεις στο χώρο της αριστεράς προς μια καλυτέρευση της άσχημης κατάστασης, και βοηθά στην οργάνωση και αντίσταση του λαού.

«Ενωτικά και πολιτικά» είναι το δίπολο που πρέπει να ξεδιπλωθεί σε κάθε κοινωνικό και πολιτικό χώρο. Ενωτικά γιατί μόνο έτσι μπορεί να συσπειρωθεί ο κόσμος που έχει προβλήματα, και πολιτικά γιατί είναι αναγκαίος όσο ποτέ ο εντοπισμός των περιεχομένων και στόχων που να μην επιτρέπουν «τρίπλες» και «ξεπουλήματα» ή αθέτηση δεσμεύσεων χωρίς κόστος. Η αναξιοπιστία της πολιτικής αριστεράς στηρίχθηκε ακριβώς σε τέτοιες πραχτικές και διακρίνεται για τις επιδεξιότητές της.

Τα μέτωπα που πρέπει να ανοιχτούν αφορούν όλα τα προβλήματα που έχουν οι λαϊκές μάζες από την επίθεση που δέχονται. Με δύο κωδικές λέξεις, τα μέτωπα μπορούν να καλύψουν όλες τις σφαίρες της κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής ζωής που ορίζει ο νεοφιλελευθερισμός και ο ιμπεριαλισμός. Σχεδόν τα πάντα λοιπόν. Όμως ο διαχωρισμός του νεοφιλελευθερισμού από το σύστημα που τον γεννά (δηλαδή τον καπιταλισμό και ιμπεριαλισμό) και η άρνηση σύνδεσης του αγώνα ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό με τον αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλισμό / καπιταλισμό είναι η ουσία και η βάση της σοσιαλδημοκρατικής πολιτικής. Η έλλειψη συμφωνίας σε αυτές τις παραδοχές είναι που εμποδίζει το περπάτημα π.χ. εγχειρημάτων σαν τον ΣυΡιζΑ και είναι αναγκαία η εμβάθυνση και αποσαφήνιση τέτοιων ζητημάτων.

Απολογισμός της ΚΟΕ

Είναι σημαντικά τα ποιοτικά και ποσοτικά στοιχεία της κίνησης της ΚΟΕ ολόκληρη την προεκλογική περίοδο και όλα οδηγούν στο συμπέρασμα ενός πλούσιου και θετικού απολογισμού.

Στα ποιοτικά στοιχεία πρέπει να αναφερθούν τα ακόλουθα:

Θέσαμε με ιδιαίτερη έμφαση το ζήτημα του αριστερού πόλου, δημιουργήσαμε τους όρους να ανοίξει μια πιο σημαντική διεργασία στους κόλπους της αριστεράς σχετικά με τα θέματα της κοινής δράσης και της συνεργασίας αριστερών δυνάμεων. Σε συνθήκες όχι εύκολες και με πιέσεις που δημιουργούν οι προεκλογικές ανάγκες, το ζήτημα του αριστερού πόλου και το τι αριστερά έχουμε ανάγκη, προβλήθηκε και κέρδισε έδαφος. Σήμερα σχεδόν όλες οι καθοδηγήσεις έχουν να αναμετρηθούν με το ζήτημα αυτό και το κυριότερο, έχουν αυξηθεί οι απαιτήσεις του κόσμου. Ο κόσμος της πολιτικής αριστεράς πιέζει προς την κατεύθυνση της κοινής δράσης και του αριστερού πόλου, αντιλαμβάνεται με καθαρό τρόπο τη στασιμότητα και οι καθοδηγήσεις οφείλουν να χειριστούν το όλο ζήτημα.

Συγκεκριμενοποιώντας τη γραμμή «Να αλλάξουν τα πράγματα στη χώρα, στην κοινωνία και στην αριστερά» προβάλαμε έγκαιρα μια μίνιμουμ πλατφόρμα για την κοινή στάση της αριστεράς στις εκλογές. Η πρόταση για συμπόρευση στη βάση τριών απλών και κατανοητών σημείων (κάτω ο δικομματισμός, πρόγραμμα και αγώνες ανακούφισης των εργαζομένων, ενωτικό αριστερό ψηφοδέλτιο) έδειχνε έμπρακτα το πώς και με ποια βήματα μπορούσε να πραγματοποιηθεί η επιθυμία και απαίτηση του κόσμου της αριστεράς. Την ίδια στιγμή πραγματοποιούσαμε σαν οργάνωση ένα μεγάλο βήμα από τις μέχρι τώρα εμπειρίες και κατεστημένες εκλογικές συμπεριφορές (άκυρο – λευκό, αυτόνομη καταγραφή ή συνεργασίες με ομοειδείς οργανώσεις κλπ.).

Όχι μόνο θέσαμε αυτά τα ζητήματα, αλλά με συγκεκριμένο τρόπο και πολλές πρωτοβουλίες παλέψαμε πανελλαδικά αυτήν τη γραμμή και την εξειδικεύσαμε ανάλογα με τις διάφορες «στροφές» των εξελίξεων και την πορεία των διεργασιών. Με αυτόν τον τρόπο καταγραφήκαμε στη συνείδηση χιλιάδων αριστερών σαν μια σημαντική πανελλαδική οργάνωση της αριστεράς και τροποποιήθηκε αισθητά η εμβέλεια της ΚΟΕ. Εμφανιστήκαμε ως μια οργάνωση σύγχρονη και ανήσυχη, που ενοχλεί και υπολογίζεται, μια οργάνωση που «κολυμπάει» μέσα στον κόσμο και θέλει να βλέπει ζητήματα.

Η αναγνωρισιμότητα της ΚΟΕ ως μια μαχητική, κινηματική, αξιόπιστη δύναμη με πανελλαδική εμβέλεια καταγράφηκε σε αρκετό κόσμο και το βάρος μας πλέον είναι διαφορετικό μέσα στην ελληνική αριστερά. Έχει κερδηθεί ακόμη περισσότερο η εμπιστοσύνη του κόσμου της ΚΟΕ ότι είναι μια δύναμη, ότι μπορεί να παίξει ρόλο, έχει γραμμή και άποψη για τα πράγματα, και αυτό είναι σημαντικό για την περαιτέρω ανάπτυξη και ενδυνάμωσή μας.

Η κίνησή μας και η προβολή της πρότασης για τον αριστερό πόλο συνέβαλε στην ανάπτυξη της πανελλαδικοποίησής μας. Από τα πιο σημαντικά κέρδη είναι η ανάπτυξη οργανώσεων (και η συγκρότηση ΟΒ) σε άλλες πόλεις της Ελλάδας (Καβάλα, Κοζάνη, Μυτιλήνη, Γιάννενα), η οργανωτική ανάπτυξη και ενδυνάμωση τοπικών οργανώσεων (Θεσσαλονίκη, Κρήτη) και η εμφάνισή μας, καθώς και η ανάδειξη δυνατοτήτων ανάπτυξης σε νέες περιοχές (Ήπειρος, Πελοπόννησος, Θεσσαλία, Μακεδονία κλπ.).

Ένα άλλο στοιχείο είναι η πολιτικοποίηση ενός μεγάλου δυναμικού της οργάνωσης σε ό,τι αφορά την παρέμβασή μας στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό. Αρκετός κόσμος προβληματίστηκε για τη γραμμή μας, αντιπαρατέθηκε στο εσωτερικό, αλλά και τοποθετήθηκε δημόσια σε εκδηλώσεις ή συσκέψεις και επιχείρησε να επιχειρηματολογήσει με βάση την πολιτική γραμμή. Η πολιτικοποίηση όμως έχει να κάνει και με το μοντέλο ανάπτυξής μας, την αντίληψη για το πώς μπορεί να οικοδομηθεί μια οργάνωση σαν τη δική μας.

Αν θέλουμε να μιλήσουμε για τα ποσοτικά στοιχεία της κίνησής μας, οργανώσαμε δεκάδες συγκεντρώσεις-εκδηλώσεις της ΚΟΕ (16 σε διαφορετικές πόλεις της Ελλάδας) στις οποίες πήραν μέρος πάνω από 1.500 άτομα. Μόνο τις τελευταίες μέρες πριν τις εκλογές οργανώσαμε πάνω από 40 δημόσιες συσκέψεις με συμμετοχή εκατοντάδων ανθρώπων. Οι εξορμήσεις σε δημόσιους χώρους με χάπενινγκ και υλικό ξεπέρασαν τις 70. Κυκλοφορήσαμε 4 αφίσες οι οποίες δημιούργησαν αίσθηση (ιδιαίτερα αυτή για τον Γ. Παπανδρέου). Συμβάλαμε στη συγκρότηση της «Πρωτοβουλίας για τη Συσπείρωση της Αριστεράς» και πήραμε μέρος σε 18 εκδηλώσεις-συγκεντρώσεις που διοργάνωσε σε ολόκληρη την Ελλάδα (εκτός από Αθήνα). Παρεμβήκαμε σε 65 συγκεντρώσεις–εκδηλώσεις του ΣυΡιζΑ (με κείμενο τοποθέτησης ψήφου, εφημερίδα, υπογραφές ενάντια στη Βάση της Σούδας) τις οποίες παρακολούθησαν γύρω στα 4.500 άτομα. Τοποθετηθήκαμε σε 52 από αυτές με 36 ομιλητές.

Επίσης, έγιναν το διάστημα αυτό και άλλες εκδηλώσεις στις οποίες παρεμβήκαμε, όπως η προεκλογική εκδήλωση που διοργάνωσε η Επιτροπή για τον Αριστερό Πόλο στη Θεσσαλονίκη με ομιλητές από διάφορους χώρους και η εκδήλωση της ΚΑΡΛΑ στη Λάρισα.

Πουλήθηκαν πάνω από 1.000 εφημερίδες, μαζεύτηκαν περισσότερες από 1.700 υπογραφές για τη Βάση της Σούδας στις εκδηλώσεις αυτές. Δεκάδες νέα μέλη πλαισίωσαν την ΚΟΕ σε ολόκληρη την Ελλάδα.

Όλα αυτά μαρτυρούν μια άλλη κλίμακα στη δραστηριότητα της ΚΟΕ και δείχνουν ότι σύντομα θα είμαστε σε θέση να επιχειρήσουμε νέα βήματα ή άλματα το επόμενο διάστημα, κι έχει ιδιαίτερη σημασία το τι στόχους θα θέσουμε για μια μεγάλη περίοδο.

Ωστόσο, η κίνησή μας ανέδειξε και αρκετά προβλήματα που αφορούν ελλείψεις, καθυστερήσεις και αδυναμίες. Το πρώτο είναι το ζήτημα της δουλειάς με τον κόσμο. Εδώ είναι πλέον αναγκαίο να δούμε ξανά ποιες είναι οι αντιλήψεις και τα κριτήρια που έχουμε για το τι σημαίνουν σχέσεις και μορφές σχέσεων, συνεργασίας και ενότητας με τον κόσμο. Η πείρα της συμμετοχής μας στην οικοδόμηση επιτροπών (με εξαίρεση την Επιτροπή για τον Αριστερό Πόλο στη Θεσσαλονίκη και κάποιες προσπάθειες πιο πλατιές που έγιναν σε Νίκαια και Ηράκλειο) που θα μπορούσαν να δώσουν άλλη δυναμική στο όλο εγχείρημα, έχει να κάνει και μ’ αυτή μας την αντίληψη για το πώς οικοδομούμε σχέσεις με κόσμο.

Διαφάνηκε επίσης ένα πρόβλημα σε ό,τι αφορά τη λειτουργία του νέου οργανωτικού μέσα σε μια περίοδο έντονης δραστηριότητας, πολιτικών εναλλαγών, κίνησης και ανάγκης ανταπόκρισης στις εξελίξεις. Και παρόλο που έγιναν κάποια βήματα, έλειψε το πρακτικό πνεύμα, υπήρξαν μπερδέματα, γεγονός που οφείλεται και στην απειρία μας, αλλά και σε ένα νεολαιίστικο στοιχείο που μας διακρίνει.

Παρόλο που υπήρξε ως κατεύθυνση και είχε τεθεί στις συζητήσεις μας, δεν επιδιώχθηκε με σοβαρούς όρους η απόκτηση στέρεων δεσμών σε χώρους εργαζομένων (ή σε νεολαιίστικους χώρους), αν και θα μπορούσαν να έχουν γίνει βήματα. Αυτό έχει να κάνει με ορισμένες λανθασμένες αντιλήψεις που έχουμε γύρω από αυτά τα ζητήματα, αλλά και με το βάρος που δώσαμε σ’ αυτό. Μέσα στην κίνηση μας εξάλλου ξεχάστηκαν ορισμένα εργαλεία που είχαμε, όπως το Άμεσο Πρόγραμμα Πάλης των Εργαζόμενων, που δε δουλεύτηκε, δεν προβλήθηκε, δε συζητήθηκε.

Συχνά, σε στιγμές μεγάλης πίεσης, ο συγκεντρωτισμός ήταν κυρίαρχος προκειμένου να προχωρήσουν πιο γρήγορα οι δουλειές. Αυτό έχει σχέση με τη δομή και τη λειτουργία μας, την απειρία και τα νεολαιίστικα χαρακτηριστικά μας και πρέπει να ιδωθούν σε σχέση με τη δομή μας αλλά και την αντίληψή μας περί αποτελεσματικότητας.

Σχετικά με τις ευρωεκλογές

Σε λιγότερο από 3 μήνες θα διεξαχθούν οι ευρωεκλογές και θα έχουμε ξανά προσφυγή στις κάλπες λίγο πριν τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Το ότι έχουμε ακόμα μια εκλογική αναμέτρηση τόσο σύντομα δημιουργεί πονοκεφάλους, αλλά ίσως δημιουργήσει και όρους μιας πιο χαλαρής ψήφου. Φυσικά θα έχει μεσολαβήσει το ακανθώδες θέμα του Κυπριακού και όλη η εμπλοκή του ΝΑΤΟϊκού σχεδιασμού μέχρι και στα της Ολυμπιάδας, ζητήματα που θα επηρεάσουν. Όπως θα έχει δημιουργηθεί και το Αριστερό Ευρωπαϊκό Κόμμα (9 Μάη στη Ρώμη) και θα έχουν ενταθεί διάφορες διεργασίες μέσα στο χώρο της αριστεράς.

Σε γενικές γραμμές όλα τα κόμματα ετοιμάζονται από τώρα για τις ευρωεκλογές και το θέμα για την αριστερά και τη στάση της στο μέτωπο αυτό είναι ανοικτό, εκτός κι αν κρίνεται ικανοποιητική μια στάση «ξαναμετρήματος» των δυνάμεων…

Η ΚΟΕ έχοντας αποτιμήσει την πρόσφατη πείρα, θεωρεί ότι είναι αναγκαίο να γίνει μια προσπάθεια να υπάρξει μια κοινή στάση της αριστεράς στις ευρωεκλογές, τέτοια που να αναδεικνύει μια μίνιμουμ πλατφόρμα και να ορίζεται αντιθετικά προς το μέτωπο του νεοφιλελευθερισμού και της ΝΤΠ εσωτερικά και πανευρωπαϊκά.

Η πρόταση της ΚΟΕ σε γενικές γραμμές συνίσταται στο να ενωθούν όσες δυνάμεις της αριστεράς συμφωνούν στη βάση τού να εκφραστεί:
ένα ενωτικό και σημαντικό ΟΧΙ στην Ευρώπη του νεοφιλελευθερισμού, του πόλεμου, του ρατσισμού, της φτώχειας, της τρομοϋστερίας,
ένα κάλεσμα για κοινούς πανευρωπαϊκούς αγώνες ενάντια στο περιβάλλον που διαμορφώνει το Μάαστριχτ, η ΟΝΕ, το ευρωσύνταγμα, ο ευρωστρατός,
ένας ουσιαστικός απολογισμός για τους λαούς και ειδικά για τον ελληνικό, για το τι σημαίνει η ΕΕ σε όλους τους κοινωνικούς τομείς,
ο σεβασμός των κοινωνικών αγώνων και των ιδιαιτεροτήτων μέσα στην Ευρώπη,
ένα μήνυμα αλληλεγγύης προς όλους τους λαούς του κόσμου, από τις φωνές του κινήματος και της αντίστασης.

Κατά την άποψή μας είναι δυνατόν να συνδιαμορφωθεί μια μίνιμουμ πλατφόρμα που δεν είναι εξυπαρχής αντιευρωπαϊκή ή φιλοευρωπαϊκή, αλλά θέτει στην ημερήσια διάταξη τους άξονες πάλης του κινήματος και των λαών στην Ευρώπη. Τονίζει και δίνει έμφαση στο ποια Ευρώπη δεν θέλουμε και θεωρεί ανοικτό το ζήτημα για το ποια Ευρώπη και υπό ποιες προϋποθέσεις θέλουμε.

Η πρόταση που απευθύνουμε σε όλες τις δυνάμεις της πολιτικής και κοινωνικής αριστεράς βασίζεται σε ορισμένες εκτιμήσεις:

Είναι αναγκαίο να υπάρξουν ενωτικές πρωτοβουλίες που να συσπειρώνουν ένα δυναμικό, ιδιαίτερα μπροστά στις αλλαγές που συντελούνται, και χρειάζονται κινήσεις και πρωτοβουλίες που να δείχνουν ότι θέλουμε να αντιμετωπίσουμε τις χειρότερες μέρες ώστε να είμαστε κοντά στις αυθόρμητες μικρές ή μεγάλες αντιδράσεις που θα φέρει η επιδείνωση της κρίσης.

Η αριστερά έχει κάθε λόγο να αντιμετωπίσει τις ευρωεκλογές με διαφορετικό τρόπο από αυτόν που αντιμετώπισε τις βουλευτικές και να πασχίσει να καταγράψει τη δυσαρέσκεια και να προετοιμάσει τον κόσμο για αυτά που έρχονται.

Το «ξαναμέτρημα» δεν αποτελεί ούτε σχέδιο ούτε προοπτική και ήδη ένα μεγάλο μέρος του δυναμικού που συστρατεύτηκε στον ΣυΡιζΑ είναι βαθιά απογοητευμένο από τον τρόπο που έγιναν διάφοροι χειρισμοί μετεκλογικά…

Επί της πολιτικής ουσίας είναι καιρός να ανοίξει μια ουσιαστική και γόνιμη συζήτηση για να καταδειχτούν ορισμένα πράγματα όσον αφορά την ΕΕ, το χαρακτήρα της, την ιμπεριαλιστική ή όχι φύση της, τα οφέλη ή τις ζημίες από τη συμμετοχή μιας χώρας όπως η Ελλάδα σε αυτήν. Κυρίως όμως γιατί θεωρούμε εντελώς αναποτελεσματικό τον αγώνα ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό χωρίς τη σύνδεσή του με όλες τις ρυθμίσεις και ντιρεκτίβες που επιβάλλουν σε πανευρωπαϊκό επίπεδο το νεοφιλελευθερισμό κι έχουν αφετηρία τα όργανα και τις πολιτικές της ΕΕ.

Επομένως μας ενδιαφέρει μια ενωτική πρωτοβουλία για τις ευρωεκλογές με περιεχόμενο την κριτική και την αποκάλυψη της ΕΕ. Σε τι και σε ποια πράγματα κριτικάρουμε, αποκαλύπτουμε, αντιστεκόμαστε στην ΕΕ και τις πολιτικές της. Δεν μας ενδιαφέρει τόσο μια γενική και αφηρημένη ιδέα περί Ευρώπης ή ευρωπαϊσμού, αλλά μια συγκεκριμένη τοποθέτηση για τις πολιτικές που εκπορεύονται και εφαρμόζονται από την ΕΕ και στο όνομα της ΕΕ.

Στην πρόταση που κάνουμε μας ενδιαφέρει η προβολή ορισμένων κεντρικών συνθημάτων (π.χ. Όχι στην Ευρώπη του νεοφιλελευθερισμού, του πολέμου, του ρατσισμού κλπ.) και παράλληλα μας ενδιαφέρει και θα επιδιώξουμε να ξετυλιχθεί μια καμπάνια γύρω από την ΕΕ και τις πολιτικές της στα λαϊκά στρώματα, στην αγροτιά, στην εκπαίδευση, στην πρόνοια, στην εργασία, στην υγεία. Για την ΟΝΕ, την ακρίβεια και τη φτώχεια, τη δημοκρατία και την κατάλυσή της μέσα στην Ευρώπη, τον πόλεμο, τη στρατιωτικοποίηση και τον ευρωστρατό, τις σχέσεις ΗΠΑ – Ευρώπης, το ζήτημα της διεύρυνσης, τα έργα, τους κοινοτικούς πόρους και τις χρηματοδοτήσεις κλπ. κλπ.

Ενδιαφερόμαστε για έναν επιχειρηματολογημένο σοβαρό λόγο και όχι γενικόλογες καταγγελίες, λόγο που να πείθει και να προβάλλει μια ορισμένη άποψη.

Η αριστερά θα είχε κάθε λόγο να χρησιμοποιήσει τις ευρωεκλογές για να αποκτήσει σχέσεις, δεσμούς και επαφές με τα κοινωνικά στρώματα που πλήττονται από το νεοφιλελευθερισμό και τη Νέα Τάξη.

Επιδιώκουμε τη συγκρότηση ενός ψηφοδελτίου που να πληροί τις ανάγκες αυτές και καλούμε όλες τις δυνάμεις της αριστεράς να τοποθετηθούν έγκαιρα, ανοικτά και ουσιαστικά.

Δεν νομίζουμε ότι πρέπει να μείνουν στάσιμα τα πράγματα στην Αριστερά. Νομίζουμε πολύ περισσότερο –ιδιαίτερα μετά την εμπειρία των βουλευτικών εκλογών– ότι η σιωπή γύρω από τα πολιτικά ζητήματα είναι επιζήμια και ότι η επίκληση απλά ενωτικών διαδικασιών δεν είναι αρκετή. Αντίθετα οι αγωνιστικές δυνάμεις και το δυναμικό που επιθυμούν τον αριστερό πόλο μπορούν και πρέπει να πάρουν το λόγο και να ξεδιπλώσουν ενωτικές πολιτικές πρωτοβουλίες. Γιατί τελικά η δύναμη του κόσμου της «ανένταχτης» αριστεράς είναι πολύ μεγαλύτερη από όσο τη μετράνε οι καθοδηγήσεις που την επικαλούνται για την ψήφο της, χωρίς να τη μετράνε ουσιαστικά. Ίσως η ευρωεκλογές να δώσουν ένα μήνυμα διαφορετικό προς όλες τις κατευθύνσεις και ιδιαίτερα στο λαό, φτάνει να υπάρχει η βούληση, η αποφασιστικότητα και να έχουν βγει κατάλληλα συμπεράσματα για την ΕΕ, το νεοφιλελευθερισμό, την πολιτική και την ανάγκη να αλλάξουν τα πράγματα παντού και πολύ.

Η ΚΟΕ θα πάρει όλες τις αναγκαίες πρωτοβουλίες και θα κάνει όλες τις κινήσεις για να μπορέσει να προωθηθεί αυτή η πρόταση και καλεί όλα τα μέλη και τους φίλους της να συμβάλουν όπως μπορούν για την επιτυχία της.

Τολμηρά στο δρόμο του αριστερού πόλου για την απόκρουση των «χειρότερων ημερών»

H αριστερά βρίσκεται σε δύσκολη θέση και οι αιτίες εντοπίζονται σε όλες τις αλλαγές που έγιναν τις τελευταίες δεκαετίες διεθνώς. Bρίσκεται σε δύσκολη θέση και για έναν ακόμα λόγο: πρέπει να αντιμετωπίσει την ίδια της την αναξιοπιστία. Tα όσα συνέβησαν, αλλά και η ίδια η πολιτική συμπεριφορά της αριστεράς οδήγησαν στο να είναι αναξιόπιστη στα μάτια των λαϊκών μαζών. Μπροστά στην ολομέτωπη επίθεση και μάλιστα στην κλιμάκωση των μεθόδων επιβολής του δικομματισμού και της αμερικανοποίησης, η πολιτική αριστερά συμπεριφέρεται με αφασιακό τρόπο και επιδεικνύει μια χαρακτηριστική ανικανότητα να πάρει εκείνες τις πρωτοβουλίες και εκείνα τα στοιχειώδη μέτρα που θα την έβγαζαν από την ιδιαίτερα δύσκολη θέση που βρίσκεται. Δεν έχει ιδιαίτερη σημασία αν αυτή η συμπεριφορά οφείλεται στους δεσμούς που έχουν οι πολιτικοί οργανισμοί της αριστεράς με το δικομματικό κόσμο και ό,τι αυτός εκφράζει ή αν έχει τη ρίζα της στην ανικανότητα, την απειρία των καθοδηγήσεων και την έλλειψη δεσμών με τις λαϊκές μάζες, ή στο συνδυασμό και των δύο αυτών παραγόντων. Είναι το αποτέλεσμα που έχει σημασία. Η πολιτική αριστερά σε όλες τις εκφάνσεις της είναι ανήμπορη να απαντήσει στην αστική και ιμπεριαλιστική επίθεση κι ας ταμπουρώνεται πίσω από μεγάλα λόγια, ηχηρές φρασεολογίες, επικλήσεις ενότητας κι ανανέωσης κλπ.

Το τελευταίο διάστημα προωθήθηκε αρκετά η πρόταση για τη δημιουργία του αριστερού πόλου και φάνηκε καθαρά πως είναι επιθυμία και ανάγκη του κόσμου της αριστεράς.

Όμως ο αριστερός πόλος δεν μπορεί να προωθηθεί στηριζόμενος μόνο στο γεγονός πως αποτελεί ανάγκη και επιθυμία του κόσμου της αριστεράς. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να αλλάξει ο συσχετισμός μέσα στην αριστερά προς όφελος των δυνάμεων που αγωνίζονται χωρίς ιδιοτέλεια για τον αριστερό πόλο. Είναι ανάγκη η ισχυροποίηση της κομμουνιστικής αριστεράς. Με άλλα λόγια είναι αναγκαία η ισχυροποίηση δυνάμεων που όχι απλά να μιλάνε για τον αριστερό πόλο αλλά να έχουν την πεποίθηση και την απόφαση να βαδίζουν στην πραγματοποίησή του. Δυνάμεων που θα παλέψουν, θα μοχθήσουν, θα ματώσουν γι’ αυτόν. Μόνο η ισχυροποίηση της κομμουνιστικής αριστεράς μπορεί: α) να οδηγήσει την αναγκαία προγραμματική σύγκλιση σε κατεύθυνση που να προσανατολίζει σωστά ενάντια στη Νέα Τάξη Πραγμάτων, β) να προωθήσει ουσιαστικά την κριτική του καπιταλισμού σε όλες τις σφαίρες της κοινωνικής ζωής και να χαράξει μια προοπτική.