Η εκπαίδευση και το εκπαιδευτικό κίνημα στην Πορτογαλία
Στις αρχές της προηγούμενης χρονιάς, στην Πορτογαλία, αναπτύχθηκε ένα από τα μεγαλύτερα κινήματα στο χώρο της εκπαίδευσης στην Ευρώπη. Επιδιώξαμε και καταφέραμε να έρθουμε σε επαφή (ηλεκτρονική και ζωντανή) με δύο εκπροσώπους του κινήματος αυτού. Την Anna Gaspar, πρόεδρο του συνδικάτου FEN-Prof, ενός από τα δύο μεγάλα συνδικάτα της Πορτογαλίας στο χώρο της εκπαίδευσης, και τον Miguel Reis, εκπρόσωπο του Κινήματος για τα Δημόσια Σχολεία στην Πορτογαλία, που είναι ένα από τα μαζικότερα ανεξάρτητα κινήματα που αναπτύχθηκαν την περίοδο των κινητοποιήσεων αυτών. Στις επαφές αυτές συζητήσαμε αρκετά τόσο για τις ίδιες τις κινητοποιήσεις όσο και για τη γενικότερη κατάσταση στην εκπαίδευση. Παρακάτω παρουσιάζουμε κάποιες από τις εικόνες και τα στοιχεία, τις βασικές διαπιστώσεις και τα συμπεράσματα που αποκομίσαμε από τις επαφές αυτές.
Η κατάσταση στην εκπαίδευση στην Πορτογαλία
Σε πληθυσμό 10.000.000, υπάρχουν 1.000.000 αναλφάβητοι ηλικιών κυρίως άνω των 40. Η κύρια αιτία είναι η φτώχεια που υπήρχε στην Πορτογαλία και ότι το σχολείο ήταν φασιστικό-αυταρχικό και προοριζόταν για την ελίτ.
Σήμερα, ένας στους δύο γονείς μαθητών είναι άνεργος και πολλοί γονείς μένουν μακριά από τις οικογένειές τους λόγω εργασίας. Αυτό φέρνει αίσθημα μοναξιάς και ανασφάλειας στην οικογένεια και στα παιδιά. Αυτό, μαζί και με τα οικονομικά προβλήματα και το γεγονός ότι πολλά παιδιά εργάζονται, οδηγεί τους μαθητές να εγκαταλείπουν το σχολείο. Σ’ αυτές τις συνθήκες, το σχολείο τους μοιάζει πολύ θεωρητικό και δεν τους ελκύει, αφού γονείς και μαθητές πιστεύουν ότι δεν τους προσφέρει ουσιαστικά εφόδια για αποκατάσταση.
Η βία στα σχολεία είναι, επίσης, αρκετά έντονο φαινόμενο. Η διδασκαλία των τεχνών (που έχει μεγάλη σημασία σε κοινωνίες με βία και εγκληματικότητα) υποβαθμίζεται. Στα περισσότερα σχολεία δεν διδάσκονται καθόλου. Πρόσβαση στις τέχνες έχει μόνο η ελίτ, με αποτέλεσμα η νεολαία να στρέφεται μαζικά σε πολιτισμικά σκουπίδια.
Δημοκρατία στα σχολεία
Σταθμός στη σύγχρονη ιστορία της Πορτογαλίας αλλά και του εκπαιδευτικού κινήματός της ήταν η πτώση της χούντας και το κίνημα που αναπτύχθηκε τότε. Οι πιο καλές σύγχρονες παραδόσεις αλλά και κατακτήσεις του κινήματος αυτού έχουν τις ρίζες τους και τις αναφορές τους σ’ αυτή την περίοδο. Σε αντιπαράθεση με τους διορισμένους διευθυντές της χούντας, για παράδειγμα, έχει κατακτηθεί το σχολείο να διευθύνεται από μια επιτροπή εκλεγμένη από εκπαιδευτικούς, μαθητές και το μη εκπαιδευτικό προσωπικό του σχολείου. Στην επιτροπή συμμετέχουν μέλη και από τις τρεις προηγούμενες κατηγορίες.
Επιπλέον, το διδακτικό έργο σε κάθε σχολείο διευθύνεται από τις επιτροπές τομέων. Σε κάθε σχολείο υπάρχουν τρεις τομείς για τρία βασικά γνωστικά πεδία (θετικές επιστήμες, φυσικές επιστήμες, ανθρωπιστικές επιστήμες). Κάποιοι συνάδελφοι που ανήκουν σε έναν τομέα αναλαμβάνουν εκ περιτροπής, για μία χρονιά, να είναι μέλη της επιτροπής κι έτσι ασκούν κάποιο διοικητικό έργο. Αυτή η κυκλική εναλλαγή λειτουργεί και σε άλλες αρμοδιότητες στη σχολική ζωή. Με αυτόν τον τρόπο, κάθε συνάδελφος θα περάσει με εναλλαγή από διάφορα πόστα (διοικητικά, επιστημονικά, εκπαιδευτικά και άλλα) για τα οποία και μοριοδοτείται.
Κατακτήσεις – Ενότητα του κλάδου
Μετά το ’89, το κίνημα κατέκτησε ενιαίο τρόπο διορισμού των καθηγητών (4ετές πτυχίο και παιδαγωγικά μαθήματα στο τελευταίο έτος σπουδών, αν θέλει κάποιος να γίνει εκπαιδευτικός). Πάγιο αίτημα του κινήματος είναι όλοι οι εκπαιδευτικοί να έχουν τον ίδιο μισθό και την ίδια εξέλιξη.
Πριν εφαρμοστεί ο νόμος της κυβέρνησης για την αξιολόγηση, κάθε καθηγητής ανά τρία χρόνια έκανε 50 ώρες σεμινάρια και μετά έκανε έκθεση αυτοαξιολόγησης με βάση το έργο που είχε κάνει (εκπαιδευτικό, ερευνητικό, επιστημονικό, εκπαιδευτικό κ.λπ.) για να αλλάξει μισθολογικό κλιμάκιο.
Στην Πορτογαλία υπάρχουν 14 ενώσεις (ομοσπονδίες) εκπαιδευτικών. Οι δύο μεγαλύτερες είναι η FEN Prof, η οποία πρόσκειται στην αριστερά, και η FNE, που πρόσκειται στη δεξιά και υποστηρίζει τα ιδιωτικά σχολεία ενάντια στα δημόσια.
Εισαγωγή της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών:
Το ποτήρι ξεχειλίζει
Το βασικό ζήτημα που οδήγησε στις κινητοποιήσεις είναι ο νόμος για την αξιολόγηση – ένα ακόμα βήμα από τη σοσιαλιστική κυβέρνηση στην κατεύθυνση της διάλυσης του δημόσιου σχολείου.
Οι καθηγητές διαχωρίζονται σε δύο βασικές κατηγορίες: τους απλούς καθηγητές και τους κύριους (βασικούς) καθηγητές (titulage). Για να γίνει κάποιος βασικός καθηγητής, πρέπει να έχει μαζέψει μόρια από διοικητικές και επιστημονικές εργασίες και επιπλέον να είναι στο τελευταίο (10ο) μισθολογικό κλιμάκιο. Αυτό σημαίνει πρακτικά πως η δεύτερη κατηγορία είναι εντελώς μειοψηφική. Από αυτούς τους βασικούς καθηγητές θα διορίζονται (με βάση το νέο νόμο) οι διευθυντές, οι οποίοι μπορούν να ασκούν αξιολόγηση ανεξάρτητα αν έχουν λιγότερα προσόντα ή κατάρτιση από συναδέλφους που δεν έχουν φτάσει στο τελευταίο μισθολογικό κλιμάκιο.
Η αξιολόγηση, έτσι όπως ορίστηκε με το νόμο και όπως εφαρμόστηκε, συνάντησε την οξεία κριτική του κινήματος, παρόλο που διαφημίστηκε και στηρίχτηκε από την κυβέρνηση σαν το φάρμακο για όλα τα προβλήματα της εκπαίδευσης, σαν η ευκαιρία να αξιολογήσει η κοινωνία και οι γονείς-μαθητές τα σχολεία και τους εκπαιδευτικούς. Η αξιολόγηση δεν ήταν αντικειμενική, γιατί στηριζόταν μόνο στη βαθμολογία των μαθητών και στον αριθμό των μαθητών που εγκαταλείπουν το σχολείο, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις κοινωνικές και οικογενειακές συνθήκες (περιοχή, οικονομική κατάσταση κ.λπ.).
Στην πράξη. παρουσιάστηκαν έντονες αδικίες στην αξιολόγηση και διαφορετικά κριτήρια από περιοχή σε περιοχή. Αυξήθηκε δραματικά η γραφειοκρατία στα σχολεία, καθώς για να βγει η αξιολόγηση, απαιτούνταν τεράστιος όγκος αναφορών και εκθέσεων και πολύς χρόνος για συναντήσεις, με αποτέλεσμα ο καθηγητής να μην έχει ουσιαστικό χρόνο στο σχολείο να προσεγγίσει τα παιδιά. Αυτού του τύπου η αξιολόγηση προήγαγε τον ανταγωνισμό ανάμεσα στους συναδέλφους, αφού κάθε αξιολογητής έχει συμφέρον να αξιολογήσει αρνητικά το συνάδελφο για να μη διεκδικήσει αργότερα τη διευθυντική του θέση. Μία από τις βασικές στοχεύσεις της αξιολόγησης ήταν και η εξοικονόμηση πόρων για την κυβέρνηση, αφού ήταν στενά συνδεδεμένη και ανέκοπτε την ομαλή μισθολογική ανέλιξη.
Παράλληλα με το θεσμό του διορισμένου διευθυντή, η κυβέρνηση χτυπά τη δημοκρατία στα σχολεία, γιατί ο διευθυντής θα διορίζει παράλληλα καθηγητές σε όλες τις διοικητικές θέσεις (επιτροπές κ.λπ.). Το βασικό επιχείρημα είναι ότι είναι απαραίτητο ένα πρόσωπο που θα είναι η βιτρίνα του σχολείου, για να απαντάει στα κρούσματα βίας και στα υπόλοιπα προβλήματα της εκπαίδευσης.
Η απάντηση των εκπαιδευτικών
Κάποια σωματεία κινήθηκαν αμέσως με την κατάθεση του νόμου από την κυβέρνηση. Αλλά η έκρηξη έγινε όταν η αξιολόγηση άρχισε να εφαρμόζεται. Εκεί ο εκπαιδευτικός κόσμος κατάλαβε την αδικία και την κοροϊδία στην πράξη. Αυθόρμητα γεννήθηκαν πολλά ανεξάρτητα κινήματα. Κάποια είχαν σχέση με συνδικάτα και κάποια όχι. Έγιναν πολλές κατά τόπους πορείες, που χτυπήθηκαν από την αστυνομία. Στις 8 Μαρτίου 2008, έγινε η μεγάλη πορεία στη Λισαβόνα με 100.000 άτομα (τα 2/3 του συνόλου των εκπαιδευτικών της χώρας). Οι κινητοποιήσεις συνεχίστηκαν κάθε Δευτέρα, με παραστάσεις έξω από δημόσια κτίρια και το υπουργείο. Ευαισθητοποιήθηκαν και πολλές προσωπικότητες (μέχρι και η σύζυγος του δημάρχου της Λισαβόνας).
Όλη αυτή η τεράστια πίεση που δημιουργήθηκε ανάγκασε την κυβέρνηση να αναστείλει την εφαρμογή του νόμου και να ορίσει διαπραγματεύσεις με τα συνδικάτα.
Το εκπαιδευτικό κίνημα στην Πορτογαλία καταγράφει μία από τις σημαντικότερες νίκες και, μάλιστα, για ένα θέμα αιχμής που προωθείται πανευρωπαϊκά και συντονισμένα από τα επιτελεία της Ε.Ε. Ο αγώνας αυτός δεν έκλεισε ακόμα και σίγουρα αξίζει να μελετηθεί τόσο από την πλευρά των πρακτικών και των μορφών οργάνωσης όσο και από την πλευρά της πολιτικής απάντησης στα κυβερνητικά σχέδια. Εξάλλου, τα ίδια δεν προσπαθούν να περάσουν περίπου και στην Ελλάδα;
Ανδρέας Στυλιανού, Μεσολόγγι