4 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ ΤΟ ΙΡΑΚ ΟΙ ΗΠΑ ΣΤΟΧΟΠΟΙΟΥΝ ΚΑΙ ΤΟ ΙΡΑΝ, του Γ.Τ.

4 χρόνια μετά το Ιράκ, οι ΗΠΑ στοχοποιούν και το Ιράν

του Γ. Τ.

Οι προσπάθειες της αμερικανικής ηγεσίας να καθησυχάσουν για την πρόθεσή της να επιτεθεί αργά ή γρήγορα στο Ιράν μάλλον δεν πείθουν κανέναν. Οι μαζικές επιθέσεις ενάντια στη σιιτική παράταξη το τελευταίο διάστημα στο Ιράκ (σε βαθμό που όμοιό του δεν είχαμε ξαναδεί), οι κατηγορίες ενάντια στο Ιράν για προμήθεια οπλισμού υψηλής τεχνολογίας σε Iρακινούς αντάρτες δίπλα στο πρόβλημα με τα πυρηνικά του, και κυρίως η φιλολογία μέσα στις ίδιες τις ΗΠΑ – όλα δείχνουν ότι οι ΗΠΑ επιταχύνουν στην προοπτική ενός χτυπήματος.

Η όξυνση της αντιπαράθεσης με τους Δημοκρατικούς γύρω από μια ενδεχόμενη επίθεση επιβεβαιώνει ότι εκτός από τον καπνό υπάρχει και φωτιά. Το πώς, τι έκταση θα έχει και από ποιον ακριβώς θα πραγματοποιηθεί είναι δύσκολο να πούμε. Το σενάριο μιας επίθεσης από το Ισραήλ με την τεχνολογική υποστήριξη και εντολή των ΗΠΑ –όπως έγινε και με τον πρόσφατο πόλεμο στο Λίβανο–, είναι και αυτό μια πιθανότητα. H μόνη αιτία που δεν αποτελεί λόγο πολέμου είναι η φημολογούμενη επιδίωξη «υστεροφημίας» από τον Μπους μετά το φιάσκο του Ιράκ. Περισσότερη σημασία έχει λοιπόν να δούμε τα αντικειμενικά δεδομένα μιας τέτοιας προοπτικής.

Το Ιράν παραμένει ο σημαντικότερος περιφερειακός ανταγωνιστής της πολιτικής των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή. Διαδραματίζει ρόλο στην ευρύτερη περιοχή και κυρίως σε Λίβανο, Αφγανιστάν και Ιράκ, στο τελευταίο ταυτόχρονα σε ανταγωνισμό κα συνεργασία με τις ΗΠΑ. Μετά την επέμβαση στο Ιράκ είναι ο μόνος μη ελεγχόμενος προμηθευτής πετρελαίου στην περιοχή. Τέλος, η απειλή απόκτησης πυρηνικών όπλων σε ένα ορατό μέλλον δεν αφορά μόνο τη δική του άμυνα αλλά ανοίγει την πόρτα για την απόκτηση πυρηνικών όπλων και από άλλες δυνάμεις της περιοχής.

Η διέξοδος από την κρίση του Ιράκ, η προώθηση γενικότερα του σχεδίου της Μεγάλης Μέσης Ανατολής και ειδικά του ελέγχου του πετρελαίου, απαιτούν για τις ΗΠΑ ένα «άλλο» Ιράν από το σημερινό, ή έστω ένα Ιράν κουτσουρεμένο σε κάτι από τα παραπάνω. OI απόπειρες περιορισμού τόσο της Χεσμπολάχ στον Λίβανο όσο και της ιρανικής επιρροής στο Ιράκ, σε αυτή την κατεύθυνση κινούνται. Ακόμη και το διαφαινόμενο σχέδιο τριχοτόμησης του Ιράκ, αν δεν πρέπει να καταλήξει στην ενδυνάμωση του κύριου εχθρού για τις ΗΠΑ, του Ιράν, πρέπει να γίνει με όρους διαφορετικούς από το σημερινό συσχετισμό δύναμης. Βέβαια σε μια τέτοια προοπτική είναι ακόμη η Συρία και η Τουρκία που εμπλέκονται στο αδιέξοδο της αμερικανικής πολιτικής, ωστόσο είναι κυρίως το Ιράν στην παρούσα φάση που αποτελεί το αγκάθι στο μάτι της τελευταίας. Μέχρι σήμερα η ιρανική ηγεσία μόνο αδρανής δεν έχει μείνει σε αυτή την αμερικανική επιθετικότητα, αντιδρώντας έντονα στον Λίβανο και «με μέτρο» στο Ιράκ, ενώ γύρω από το πυρηνικό της πρόγραμμα ακολουθεί την τακτική της παρέλκυσης.

Ο πόλεμος στο Λίβανο ανέδειξε μια Χεσμπολάχ ισχυρότερη από πριν, που επιπλέον δημιουργεί σημαντικά προβλήματα σε κάθε επιδίωξη να διευθετηθεί το ζήτημα εξουσίας στο Λίβανο χωρίς να τη λογαριάζουν. Οι βόμβες που κάθε τόσο δολοφονούν φιλοδυτικούς πολιτικούς φαίνεται να εξυπηρετούν μονάχα τα σχέδια όσων θέλουν με κάθε μέσο να αποτρέψουν μια διαπραγμάτευση κυβέρνησης και Χεσμπολάχ, και αυτό είναι σημάδι αδυναμίας παρά δύναμης. Από την άλλη, η πρόσφατη συμφωνία Χαμάς-Φατάχ στη Μέκκα φαίνεται να αποδέχεται ένα συσχετισμό που ΗΠΑ και Ισραήλ θέλουν με κάθε τρόπο να ανατρέψουν.

Όλα αυτά σημαίνουν ότι όσο προχωρά η αμερικανική πολιτική στη Μέση Ανατολή, τα αδιέξοδα που συσσωρεύονται μοιάζουν να ζυγίζουν όλο και περισσότερο από τα κέρδη. Και η επέκταση του πολέμου καθίσταται σε αυτές τις περιπτώσεις μια μόνιμη φυγή προς τα μπρος.