Τοποθέτηση της ΚΟΕ στο Πανελλαδικό Συντονιστικό του Σύριζα, 2/6/2011

2011_05_28_athens_min

2011_05_28_athens_minΑυτό που είναι σήμερα κεντρικό είναι το κίνημα στις πλατείες, η ορμητική εισβολή του λαού στην πολιτική ζωή του τόπου. Η 25η Μάη επηρεάζει καθοριστικά το τι λέμε και το τι κάνουμε και επηρεάζει καθοριστικά και τις κεντρικές πολιτικές εξελίξεις. Επομένως η οποιαδήποτε επανεκκίνηση του Σύριζα δεν μπορεί να γίνει έξω από την πραγματικότητα, έξω από το πραγματικό, μαζικό κίνημα. Την περίοδο αυτή η εσωστρέφεια είναι αδιανόητη. Το κεντρικό καθήκον είναι η ενίσχυση του κινήματος. Την 4η Συνδιάσκεψη και τον χρόνο διεξαγωγής της πρέπει να τα εκτιμήσουμε ξανά, αφού έχουν διαφανεί οι εξελίξεις και αφού το σύνολο των δυνάμεών μας συνεισφέρει θετικά στο κίνημα των πλατειών.

Ζούμε ένα συνταρακτικό ξέσπασμα του λαού και της νεολαίας. Αυτό το ξέσπασμα εκδηλώθηκε έξω από τις διαδικασίες της αριστεράς και των συνδικάτων. Απέκτησε διάρκεια και γιγαντώθηκε παρά την επιφυλακτικότητα, την γκρίνια και την απαξίωση που εκφράστηκαν από κάθε λογής πολιτικά υποκείμενα. Επομένως οι βεβαιότητες για το πώς ξεσπούν τα μεγάλα κινήματα ας επανεξεταστούν. Αν οι αγανακτισμένοι κουνάνε το δάχτυλο προς την αριστερά –δικαίως ή αδίκως- εμείς δεν επιτρέπεται να κουνάμε το δάχτυλο στους αγανακτισμένους.

Το ξέσπασμα του λαού που ζούμε αυτές τις μέρες έχει ορισμένα στοιχεία:

Πρώτον στοχοποιεί αποφασιστικά και στο σύνολό του το πολιτικό σύστημα. Είναι ευθεία βολή και καταγγελία, ένα δριμύ κατηγορώ στη Βουλή, στους θεσμούς, στο πολίτευμα, σε όλο το πολιτικό σύστημα της διαπλοκής και της χρεοκοπίας. Αυτό παίρνει μπάλα και την αριστερά. Αν δεν κατανοήσουμε αυτό το γεγονός δεν μπορούμε να κάνουμε ούτε μισό βήμα μπροστά.

Δεύτερον το κίνημα αυτό απαιτεί πραγματική δημοκρατία. Κατανοεί ότι η σημερινή λειτουργία της δημοκρατίας είναι νοθευμένη, κάλπικη, η λαϊκή κυριαρχία έχει καταλυθεί. Απαξιώνει τη Βουλή όχι γιατί θέλει χούντα ή γιατί επιδιώκει αντιδημοκρατικές εκτροπές, αλλά ακριβώς γιατί υπερασπίζεται τη δημοκρατία που απαξιώνεται μέσα στο ίδιο το Κοινοβούλιο.

Τρίτον, καταλαβαίνει ότι η εθνική αξιοπρέπεια έχει τσαλαπατηθεί. Ανεμίζει την ελληνική σημαία, και αυτό δεν είναι δείγμα εθνικοφροσύνης ή ακροδεξιού δακτύλου, αλλά υπεράσπισης του δικαιώματος μιας χώρας να μην είναι μπανανία της τρόικας και των αγορών.

Τέταρτον, είναι ακηδεμόνευτο κίνημα, έχει ισχυρό βαθμό αυτονομίας από τις πολιτικές και συνδικαλιστικές οργανώσεις. Και αυτό εξηγείται. Ο κόσμος ίσως βαρέθηκε να περιμένει έναν τέτοιο ξεσηκωμό από την αριστερά ή τα συνδικάτα. Η ζωή δεν περιμένει, εξελίσσεται με τους δικούς της ρυθμούς και τα δικά της βήματα και αυτά πρέπει να τα αναγνωρίσουμε και να τα σεβαστούμε.

Η αριστερά αυτά τα στοιχεία δεν τα είδε, δεν τα αξιολόγησε. Η ελληνική σημαία μυρίζει εθνικισμό, η αντιπολιτική και αντικοινοβουλευτική διάθεση θεωρείται άδικη για την αριστερά έως και ύποπτη ακροδεξιάς εκτροπής, η απαίτηση για πραγματική δημοκρατία φαίνεται μικρό πράγμα μπροστά στις μεγάλες αφηγήσεις της αριστεράς για την οικονομική κρίση, κι όταν ξέσπασε αυτό το κίνημα, η αριστερά ήταν απέξω.

Όμως εδώ κι έναν χρόνο αυτά τα στοιχεία είναι υπαρκτά. Δεν τα βλέπαμε γιατί δεν θέλαμε να τα δούμε. Κι ας μην δικαιολογηθούμε ως αριστερά από την εμπλοκή ορισμένων κομματιών ή μελών που χωρίς να περιμένουν κομματικές ανακοινώσεις έγιναν οργανικό κομμάτι του κινήματος.
Αυτά τα στοιχεία είναι παρόντα σε κάθε κινητοποίηση εδώ και ένα χρόνο. Από τις 5 Μάη του 2010 μέχρι τις 25 Μάη του 2011, είτε οι γενικές απεργίες, είτε επιμέρους κινητοποιήσεις και κινήματα καθορίστηκαν από αυτά τα στοιχεία. Το παλλαϊκό φάσκελο στη Βουλή, το “κλέφτες – κλέφτες”, το “φύγετε”, η ελληνική σημαία, η δημοκρατία, κλπ υπάρχουν σε κάθε βήμα που έκανε το μαζικό κίνημα εδώ και ένα χρόνο.

Θα μπορούσαμε λοιπόν να τα πάρουμε υπόψη, δεν τα πήραμε. Σήμερα χρειάζεται σεμνότητα και αυτοκριτική.

Αν πάμε στην πλατεία Συντάγματος και τους πούμε ότι η αριστερά είναι ελπίδα, δεν θα πείσουμε κανένα.

Αν δεν πάρουμε υπόψη τη γενικευμένη στοχοποίηση του πολιτικού συστήματος συνολικά, αν δεν πάρουμε υπόψη ότι η αριστερά είναι μέρος της κρίσης του πολιτικού συστήματος, αν δεν πάρουμε υπόψη ότι οι πλατείες επικοινωνούν πολύ περισσότερο τη Σπίθα παρά με την αριστερά, τότε έχουμε χοντρό πρόβλημα. Και οι πλατείες επικοινωνούν με τη Σπίθα όχι γιατί κρατάει την ελληνική σημαία, αλλά γιατί η Σπίθα μοιάζει έξω από το πολιτικό σύστημα και η αριστερά μοιάζει μέσα και απαξιώνεται.

Τι θα ενισχύσουν πολιτικά οι πλατείες; Αυτό είναι που πρέπει σήμερα να μας προβληματίσει. Τι θα μπορούσε να γίνει σε μια άλλη κατεύθυνση;

Ας αφήσουμε την αντιπαράθεση για το αν η πλατεία Συντάγματος μπορεί να γίνει πλατεία Ταχρίρ και τον τρόπο που εκφράστηκε αυτή η αντιπαράθεση. Ας ξεχάσουμε επίσης ότι η πρόταση για αποχώρηση των βουλευτών της αριστεράς από ένα Κοινοβούλιο που τσαλακώνει το ίδιο το Σύνταγμα, είχε τεθεί εδώ και ένα χρόνο. Ας ξεχάσουμε τέλος ότι το να “είναι ο λαός κάθε μέρα στις πλατείες είναι το μόνο γεγονός που δεν μπορεί να αψηφήσει μια κυβέρνηση”. Αυτά τα πράγμα είχαν τεθεί καιρό πριν. Δεν έχει σημασία όμως το παρελθόν.

Σήμερα τα περιθώρια στενεύουν. Εκλογικά μπορεί να κερδίζουμε από μια γενικευμένη αντιμνημονιακή διάθεση. Δεν αποτελούμε όμως την ελπίδα, δεν καταγράφουμε δυναμική.

Το ερώτημα είναι αν στον Σύριζα θα υπάρξει μια διαδικασία που να επιτρέπει την επί της ουσίας συζήτηση αυτών των θεμάτων. Για παράδειγμα η πρόταση για την προσωρινή αποχώρηση των βουλευτών της αριστεράς από τη Βουλή δεν αντιμετωπίζεται με γενικές αναφορές για το αν πρέπει η αριστερά να είναι και μέσα στους θεσμούς. Δεν είναι ιδεολογική διαμάχη, αυτό έχει λυθεί εδώ και έναν αιώνα. Είναι πολιτική παρέμβαση στη συγκεκριμένη σημερινή πραγματικότητα που θα αντιστοιχούσε ή έστω θα επιχειρούσε να αντιστοιχήσει την αριστερά στο δίκαιο λαϊκό αίσθημα. Αφορά δηλαδή την πολιτική φιλοδοξία να παρέμβεις και να τροποποιήσεις τα πράγματα, τον κόσμο, τους συσχετισμούς.

Αν μάθουμε να συζητάμε την ουσία, τότε ίσως υπάρξει ελπίδα, μόνο που τα περιθώρια πια στενεύουν απελπιστικά.