Ανακοίνωση του ΚΟ της ΚΟΕ: Εκτιμήσεις από τον αγώνα για την κοινωνική ασφάλιση, Απρίλης 2008


Κάτω ο νόμος κατεδάφισης της κοινωνικής ασφάλισης. Να ανατραπεί η επαίσχυντη συμφωνία ΣΕΒ-ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ. Έμπρακτη υποστήριξη των απεργιών και των αγώνων

 

Ο αγώνας ενάντια στην κυβέρνηση και την κατεδάφιση της κοινωνικής ασφάλισης συνεχίζεται και μετά την ψήφιση του νόμου Καραμανλή – Πετραλιά. Είναι απαραίτητο οι δυνάμεις της Αριστεράς να εκτιμήσουν την κατάσταση, να σκεφτούν κριτικά και αυτοκριτικά, να βγάλουν συμπεράσματα, να ετοιμαστούν για τις νέες μάχες τόσο ενάντια στον αντιασφαλιστικό νόμο όσο και στα άλλα μέτωπα που ανοίγει η κυβέρνηση με τους εργαζόμενους.

1 Είναι σαφές ότι υπήρξε ένα μεγάλο παρόν του εργαζόμενου κόσμου. Το σύνολο των εργαζομένων εξέφρασε με διάφορους τρόπους τη δυσαρέσκειά του για τις κυβερνητικές μεθοδεύσεις. Εκατομμύρια απέργησαν στις τρεις γενικές απεργίες. Εκατοντάδες χιλιάδες κατέβηκαν σε διαδηλώσεις και πορείες. Κανένα επιχείρημα δεν μπορεί να βρει η άποψη που μεταθέτει τις όποιες ευθύνες για τη μέχρι τώρα πρακτική κατάληξη αυτής της φάσης του αγώνα στη δήθεν έλλειψη διάθεσης του κόσμου να αντισταθεί στις επιθέσεις που δέχεται. Η διάθεση κινητοποίησης για την υπεράσπιση των ασφαλιστικών δικαιωμάτων εντάσσεται σε ένα ευρύτερο κλίμα που εμφανίζεται στην κοινωνία και που απαιτεί ένα φρένο στις πολιτικές του νεοφιλελευθερισμού, είναι ένα ακόμη δείγμα του νέου κύκλου αγώνων στη χώρα μας και ευρύτερα. Ειδικά σε ό,τι αφορά στην ελλαδική πραγματικότητα, είναι το τρίτο μεγάλο γεγονός (μετά το κίνημα της παιδείας και το κάψιμο της χώρας) που συνταράσσει την κοινωνία μέσα σε ενάμιση περίπου χρόνο και στρέφει μάζες εργαζομένων και νεολαίας σε μια κατεύθυνση προβληματισμού, δυσαρέσκειας, αναζήτησης απέναντι στην καταστροφικότητα του δικομματισμού-νεοφιλελευθερισμού και του καπιταλισμού.

2 Η κυβέρνηση Καραμανλή απέδειξε με την πολιτική της ενάντια στην κοινωνική ασφάλιση ότι το μέλλον των εργαζομένων και των νέων γενιών θα είναι όλο και πιο μαύρο όσο προχωράει η πολιτική των μεταρρυθμίσεων, όσο συνεχίζουν η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ να κυβερνούν τη χώρα για λογαριασμό των μεγάλων πολυεθνικών συμφερόντων και μιας κοινωνικής μειοψηφίας που πλουτίζει στην Ελλάδα. Αυτό έχει γίνει κατανοητό σε μαζικό επίπεδο. Αυτός είναι ο λόγος που πιο εύκολα απ’ ό,τι παλιότερα κινητοποιούνται κοινωνικές δυνάμεις. Τόσο η συνείδηση της κατάστασης και της επικινδυνότητας των κυρίαρχων πολιτικών όσο και η διάθεση κινητοποίησης, λοιπόν, υπάρχουν. Εκείνο που λείπει είναι η συνειδητοποίηση της δύναμης του λαού και η πίστη στη δυνατότητα ανατροπής της σημερινής κατάστασης συνολικά ή σε επιμέρους μέτωπα και πολιτικές.

3 Μιλώντας συγκεκριμένα για το χώρο των εργαζομένων, υπάρχει μια χρόνια κατάσταση: Η πορεία και η διαχείριση μιας σειράς απεργιακών αγώνων. Η κυριαρχία ενός μοντέλου συνδικαλισμού και συνδικαλιστή, που είναι απωθητικό για τον πλατύ εργαζόμενο κόσμο. Η εγκατάλειψη των εργαζομένων, ειδικά του ιδιωτικού τομέα και ειδικότερα των νέων εργαζομένων και των αυξανόμενων ζωνών, χώρων και κλάδων μηδενικών δικαιωμάτων. Η έλλειψη ενός άλλου συνδικαλισμού, ανταγωνιστικού και "μη συνεργάσιμου" με τις δύο πτέρυγες του δικομματικού συνδικαλισμού. Οι διασπαστικές λογικές δυνάμεων που δεν οικοδόμησαν κανένα επί της ουσίας (και όχι επί της εικόνας) αντίπαλο δέος. Όλα τα παραπάνω έχουν συμβάλει στην αναξιοπιστία του συνδικαλισμού αλλά και στην έλλειψη εμπιστοσύνης στη δύναμη της δράσης, της απεργίας, της οργάνωσης. Ενδεικτικά για όλα τα παραπάνω είναι: Οι απεργίες που δεν στηρίχτηκαν και αφέθηκαν μόνες τους (χαρακτηριστικό παράδειγμα ο μεγάλος αγώνας των δασκάλων) και η συμπεριφορά των συνδικαλιστικών ηγεσιών στις προηγούμενες φάσεις κατεδάφισης της κοινωνικής ασφάλισης και ειδικά στην περίπτωση του νόμου Ρέππα.

4 Οι απεργίες που ξεκίνησαν εργαζόμενοι σε κλάδους με ταμεία που έμπαιναν στο στόχαστρο, αρχικά, και στη δεύτερη φάση κυρίως οι εργαζόμενοι στους ΟΤΑ, στη ΔΕΗ και στην Τράπεζα της Ελλάδος θα μπορούσαν να δώσουν μια άλλη δυναμική και διάρκεια, να αποτελέσουν παράδειγμα και σύμβολο που να τραβήξει πιο μπροστά συνολικά τον αγώνα του εργαζόμενου κόσμου. Οι απεργίες όμως αυτές δεν στηρίχθηκαν συνολικότερα. Δεν υποβοηθήθηκε η αλληλεγγύη των εργαζόμενων και της κοινωνίας, παρόλο που υπήρξε ένα διαφορετικό κλίμα και δεν λειτούργησαν οι "κοινωνικοί αυτοματισμοί" προηγούμενων περιόδων. Με λίγα λόγια, οι απεργίες αφέθηκαν μόνες τους, οι εργαζόμενοι σε διάφορους κλάδους δεν ένωσαν τις δυνάμεις τους, τα πιο συγκεκριμένα και κλαδικά αιτήματα δεν βοήθησαν και δεν βοηθήθηκαν από συνολικότερους στόχους.

5 Έλαμψε διά της απουσίας της οποιαδήποτε συνδικαλιστική ηγεσία, οποιοδήποτε συνδικαλιστικό κέντρο οργάνωσης του αγώνα των εργαζομένων. Οι ηγεσίες των ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, που υποτίθεται ότι έχουν αυτόν το ρόλο, δεν έκαναν τίποτε άλλο από το να λένε "Δεν θα περάσει", χωρίς να το πιστεύουν, και από το να εξαγγείλουν τρεις γενικές απεργίες κάτω από την πίεση της κοινωνικής και εργατικής δυσαρέσκειας. Απεργίες, για τις οποίες δεν δούλεψαν και κυρίως δεν τις ενέταξαν σε κανένα απολύτως σχέδιο οικοδόμησης ενός κινήματος απόκρουσης της επίθεσης. Οι εργαζόμενοι κατέβηκαν στους δρόμους, ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα της απεργίας σε συνθήκες που αιμορραγούν οικονομικά και τα μεροκάματα δεν περισσεύουν σε κανέναν, έδειξαν τη διάθεσή τους, αλλά κανένας απ’ όσους λένε ότι "ηγούνται του συνδικαλιστικού κινήματος" δεν έδειξε να ευαισθητοποιείται και να πείθεται ότι μπορεί ο αγώνας αυτός να είναι νικηφόρος. Η πρόσφατη υπογραφή της κατάπτυστης συμφωνίας υποταγής της ηγεσίας της ΓΣΕΕ είναι η πιο τρανή απόδειξη ότι δεν υπηρετούν τα συμφέροντα των εργαζομένων, δεν είναι με τη μεριά των εργαζομένων, δεν τους συγκινεί και δεν τους αφορά η χειροτέρευση της θέσης των εργαζομένων, η καταλήστευση των εισοδημάτων τους, η φτώχεια και η λιτότητα. Δεν ήταν "ένα λάθος" η υπογραφή της ΓΣΕΕ, ήταν ένα ακόμα βήμα του υποταγμένου συνδικαλισμού, ένα ακόμα βήμα άνευ όρων παράδοσης των εργαζομένων στο κεφάλαιο.

6 Τι ήταν αυτό που θα μπορούσε να ανοίξει μια διαφορετική προοπτική και να οδηγήσει σε νίκη τους εργαζόμενους; Ένα σχέδιο στοχοποίησης της κυβέρνησης, συγκέντρωσης δυνάμεων εναντίον της, συντονισμού του αγώνα, κλιμάκωσης του αγώνα και των μορφών του με τρόπο που να πλήττεται η κυβέρνηση, πρωτοβουλιών που να εκφράζουν τη δυναμική των εργαζομένων. Τέτοιο σχέδιο σε καμία περίπτωση δεν υπήρξε. Η διάθεση του κόσμου δεν οργανώθηκε, δεν αξιοποιήθηκε, δεν διοχετεύτηκε με τρόπο που να έχει το μεγαλύτερο δυνατό κόστος η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Η κυβέρνηση, παρόλο που είχε να βγάλει δύσκολη και βρώμικη δουλειά, αφέθηκε να σχεδιάζει την πολιτική της, να κάνει ελιγμούς, υποχωρήσεις, συμμαχίες, να παίρνει πρωτοβουλίες, χωρίς να έχει κάποιον αντίπαλο που να κάνει το ίδιο. Από αυτή και μόνο την πλευρά η μάχη ήταν άνιση: Έλλειψη στοχοποίησης της κυβέρνησης, έλλειψη ενός πολιτικού-κινηματικού κέντρου, έλλειψη σχεδίου.

7 Όπως λέγαμε με προκήρυξή μας προς την Πανελλαδική Σύσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ στις 15 Μάρτη, "η Αριστερά ήταν και θα είναι το μεγάλο κοινωνικό και πολιτικό μέτωπο της εργατικής τάξης. Η Αριστερά ή θα είναι στραμμένη προς τους εργαζόμενους, θα αγωνιά να εκφραστούν και να οργανωθούν οι εργαζόμενοι, θα παίρνει διαρκώς έμπρακτη θέση στη μεριά των εργαζόμενων και ενάντια στο κεφάλαιο, ή απλώς δεν θα είναι Αριστερά". Δεν ανταποκρίθηκε η Αριστερά στο ρόλο της σε όλη αυτή τη φάση κινητοποίησης ενάντια στη διάλυση της κοινωνικής ασφάλισης.

Ένα κομμάτι της, οι δυνάμεις του ΚΚΕ και του ΠΑΜΕ, παρέμειναν στη γνωστή γραμμή. Ουσιαστικά, για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, πρόσφεραν υπηρεσίες στην κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Τι άλλο έκαναν με τον πάση θυσία διαχωρισμό και καταγγελία κάθε άλλης αριστερής δύναμης; Τι άλλο έκαναν με την πλήρη διάσταση ανάμεσα στα μεγάλα λόγια και τα μηδενικά έργα υποστήριξης των αγωνιζόμενων κλάδων; Τι άλλο έκαναν με την επιμονή στο χάλι των χωριστών συγκεντρώσεων και την απομόνωση από τους εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτές που "χάριζαν" στον Παναγόπουλο και στην παρέα του; Τι άλλο έκαναν με τη μουρμούρα για τα συνθήματα των συνδικάτων που ήταν σε απεργία, χάνοντας το βασικό καθήκον, την υποστήριξη των αγώνων; Τι άλλο έκαναν με το "σνομπάρισμα" της ανάγκης για σκληρή αντιπολίτευση στην κυβέρνηση με το πρόσχημα ότι ο εχθρός είναι γενικά ο καπιταλισμός, λες και ο αντικαπιταλιστικός αγώνας δεν παίρνει συγκεκριμένες μορφές και εκφράσεις, δεν έχει τακτική και άμεσους στόχους;

Ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν δύναμη αντιπολίτευσης και υποστήριξης των εργαζομένων και των αγώνων. Η ΚΟΕ θεωρεί ότι αυτό δεν φτάνει και δεν καλύπτει τις ανάγκες της περιόδου. Θα πρέπει να δούμε συγκεκριμένα τι δεν έκανε η Αριστερά και ποια είναι τα σημεία που εμποδίζουν τη διαμόρφωση ενός πολιτικού-κοινωνικού πόλου, που να είναι πραγματικό στήριγμα του εργαζόμενου κόσμου και να συμβάλλει στην ανάπτυξη κινημάτων που να μπορούν να καταγράφουν νίκες ενάντια στο νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό.

  • Δεν πάρθηκαν συγκεκριμένες πρωτοβουλίες για τη στήριξη των αγώνων, για το δυνάμωμα και την κλιμάκωση της πάλης απέναντι στην κυβέρνηση Καραμανλή. Είναι άλλο πράγμα η γενική υποστήριξη των εργαζομένων και των απεργιών και άλλο ο πρωταγωνιστικός ρόλος που θα έπρεπε να έχει η Αριστερά, η πυροδότηση καταστάσεων σε κοινωνικό και κινηματικό επίπεδο που να στριμώχνουν την κυβέρνηση, η συμβολή στο να υπάρχουν εκείνες οι κινήσεις, τα περιεχόμενα και οι μορφές αγώνα που να διαμορφώνουν επικίνδυνες καταστάσεις για την κυβερνητική πολιτική. Με άλλα λόγια, η Αριστερά θα έπρεπε να πάρει την πρωτοβουλία εκπόνησης ενός σχεδίου αντίστασης και κλιμάκωσης που περιγράφαμε προηγουμένως.
  • Για μια τέτοια διαδικασία θα υπήρχε ένα προαπαιτούμενο: Η εκτίμηση των δυνατοτήτων των εργαζομένων και της αδυναμίας της κυβέρνησης μειοψηφίας. Η εκτίμηση ότι το "Δεν θα περάσει" δεν λέγεται για την τιμή των όπλων αλλά είναι ρεαλιστικός και εφικτός στόχος. Αντί γι’ αυτό, πολλές τοποθετήσεις επικέντρωναν στην ανάγκη "να καταδικαστεί ο νόμος στη συνείδηση του κόσμου", "να εμποδίσουμε την εφαρμογή του στην πράξη μετά την ψήφιση" και "να καταγραφεί η φθορά της κυβέρνησης, να αποκρυσταλλωθούν πολιτικά κέρδη για την Αριστερά". Αυτές οι τοποθετήσεις κατέγραφαν επί της ουσίας την έλλειψη πίστης ότι μπορεί ο αγώνας να είναι νικηφόρος. Η Αριστερά δεν χρειαζόταν να κάνει κάτι ιδιαίτερο για να καταδικαστεί ο νόμος στη συνείδηση του κόσμου. Ο νόμος ήταν και είναι καταδικασμένος στη συνείδηση του κόσμου. Η Αριστερά δεν χρειάζεται, για μια ακόμα φορά, να εξαγγέλλει καταργήσεις νόμων στην πράξη, όταν είναι γνωστό ότι αυτά ξεχνιούνται την επόμενη της ψήφισης. Ούτε μπορεί η Αριστερά να υπολογίζει φθορές και κέρδη μακροπρόθεσμα και σε άλλα επίπεδα, όταν το κατεξοχήν ευνοϊκό πεδίο, αυτό της μαζικής κινητοποίησης, είναι μπροστά της.
  • Υπήρξε ένας διχασμός: Εκχώρηση του μαζικού αγώνα στα σωματεία και στη συνδικαλιστική δομή και κύριο πεδίο για την Αριστερά η κοινοβουλευτική αντιπολίτευση. Η αντιπολίτευση στη Βουλή δεν μπορεί από μόνη της να αλλάξει τους συσχετισμούς, να απειλήσει την κυρίαρχη πολιτική, να φέρει νίκες στους εργαζομένους. Μπορεί, όμως, να είναι υποβοηθητική για το μαζικό κίνημα. Η κύρια μέριμνα της Αριστεράς θα πρέπει να είναι η ανάπτυξη μαζικών κινημάτων, η συμμετοχή σε αυτά, η πολιτικοποίησή τους. Έτσι θα οικοδομηθεί μια χρήσιμη, για τους εργαζόμενους και τους καταπιεσμένους, Αριστερά. Έτσι θα μπορεί η Αριστερά όχι μόνο να υποστηρίζει και να εκφράζει τα κινήματα, αλλά να παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στην εξαπόλυση, την κατεύθυνση και την αποτελεσματικότητά τους.
  • Στο επίπεδο του συνδικαλισμού, θα πρέπει επιτέλους να κοπούν οι δεσμοί με το δικομματισμό, αφού ειδικά η μία του πτέρυγα παραμένει προνομιακός σύμμαχος δυνάμεων της συνδικαλιστικής Αριστεράς. Είναι δυσφημιστική η σύμπλευση με την ΠΑΣΚΕ σε μια σειρά χώρους και επίπεδα. Η στοχοποίηση του δικομματισμού δεν αφορά μόνο στην κεντρική πολιτική σκηνή αλλά και στους κοινωνικούς χώρους. Είναι επιτακτική η ανάγκη οικοδόμησης ενός αριστερού κινηματικού μετώπου στους χώρους των εργαζομένων, που σε τίποτα να μη θυμίζει τον υποταγμένο συνδικαλισμό και το απεχθές, στα μάτια των εργαζομένων, μοντέλο συνδικαλιστικής εκπροσώπησης που έχει οδηγήσει σε συνεχείς υποχωρήσεις και ήττες.

8 Όσο μιλούν για εργασιακή ειρήνη, τόσο κλιμακώνουν την επίθεση στους εργαζόμενους. Οι δυνάμεις της Αριστεράς πρέπει να συνεχίσουν να καλούν σε οργάνωση και κινητοποίηση τους εργαζόμενους. Η πολιτική γραμμή της Αριστεράς μπορεί σε αυτή τη φάση να είναι:

  • Κάτω ο νόμος κατεδάφισης της κοινωνικής ασφάλισης. Να παρθεί πίσω ο νόμος της κυβέρνησης μειοψηφίας που προκαλεί τους εργαζόμενους και την κοινωνία. Κινήσεις, επιτροπές, δράσεις που δεν αφήνουν να περάσει ως τετελεσμένο γεγονός ο αντικοινωνικός νόμος.
  • Καταγγελία της ηγεσίας της ΓΣΕΕ για την υπογραφή της σύμβασης παράδοσης των εργαζομένων. Πάρτε πίσω τις υπογραφές σας. Κινητοποιήσεις σε κάθε κλάδο για συμβάσεις που να εξασφαλίζουν πραγματικές αυξήσεις και δικαιώματα.
  • Υποστήριξη κάθε κινητοποίησης εργαζομένων την περίοδο που ανοίγεται μπροστά μας. Έμπρακτη αλληλεγγύη σε όλους τους αγωνιζόμενους κλάδους. Οικοδόμηση ενός κοινωνικού και πολιτικού μετώπου των εργαζομένων ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό. Για την ανατροπή του συσχετισμού δυνάμεων υπέρ των εργαζομένων.