Αποσπάσματα από την Α’ Συνδιάσκεψη της Α/συνεχεια, Φεβρουάριος 1998

28. Στα τριάντα χρόνια που μεσολάβησαν ζήσαµε αρκετούς σεισµούς και ανατροπές και µπήκαµε σε µια νέα φάση της ανθρώπινης ιστορίας. Ο κόσµος έχει αλλάξει πολύ από τότε, οι κοινωνίες έχουν τροποποιηθεί, οι διεθνείς σχέσεις έχουν υποστεί πολλές αλλαγές, ο γεωπολιτικός χάρτης και τα σύνορα έχουν υποστεί πολλές και σηµαντικές τροποποιήσεις. Κυρίως, όµως, ζούµε µια φάση αντεπανάστασης.

Τα σηµαντικότερα στοιχεία που καθόρισαν αυτήν την πορεία ήταν:

1. Η υποχώρηση των επαναστατικών κινηµάτων σε ολόκληρο το κόσµο µετά το 1975 και η γενίκευση των διαλυτικών διαδικασιών που επέβαλε ο πολυπρόσωπος ρεβιζιονισµός.

2. Η εµφάνιση της βαθύτερης, πιο πολύπλευρης και µακρόχρονης κρίσης που έχει γνωρίσει ποτέ το καπιταλιστικό σύστηµα.

3. Η αναδιαρθρωτική κίνηση, που καθορίστηκε ακριβώς από την ανάγκη αντιµετώπισης της κρίσης του καπιταλιστικού συστήµατος.

Τα σηµαντικότερα αποτελέσµατα αυτής της πορείας ήταν:

1. Να ολοκληρωθεί και τυπικά η παλινόρθωση του καπιταλισµού σε µια σειρά χώρες, να διαλυθεί το σοβιετικό µπλοκ.

2. Να συντελεστούν πολλές ανακατατάξεις µέσα στο ιµπεριαλιστικό στρατόπεδο, αφού η διπολική αντιµετώπιση (ΗΠΑ-ΕΣΣΔ) έπαψε πλέον να παίζει το ρόλο που διαδραµάτιζε.

3. Το καπιταλιστικό σύστηµα όχι µόνο απέτυχε να βγει, αλλά βυθίζεται όλο και περισσότερο στο φαύλο κύκλο της κρίσης- αναδιάρθρωσης- κρίσης.

4. Προωθήθηκε σε µεγάλο βαθµό η διαδικασία κυριάρχησης του µονοπωλιακού καπιταλισµού, που πλέον, µετά την επούλωση του σχίσµατος που είχε υποστεί το 1917, περνά στη φάση του παγκοσµιοποιηµένου µονοπωλιακού καπιταλισµού.

5. Εµφανίστηκε η Νέα Τάξη Πραγµάτων, που αποτελεί το αναγκαίο εποικοδόµηµα του σφαιρικοποιηµένου και παγκοσµιοποιηµένου καπιταλισµού.

6. Όλες αυτές οι τροποποιήσεις και σεισµοί, δεν µπορούσαν να µην έχουν τον αντίκτυπό τους στο κοινωνικό επίπεδο, στις συνθήκες διαβίωσης των µαζών, στην παγκόσµια ταξική διαστρωµάτωση.

Το κύριο και βασικό είναι η εξάπλωση και η γιγάντωση της δυαδικής κοινωνίας κάθετα και οριζόντια σε ολόκληρο τον πλανήτη.

Αυτή η φάση ανατροπών και αντεπανάστασης σίγουρα βάζει σε ολόκληρη την ανθρωπότητα νέα καθήκοντα και στόχους για την πάλη της. Ετσι επιβεβαιώνεται ο Μάο όταν έλεγε ότι θα αντιµετωπίσουµε µεγάλους αγώνες που από πολλές απόψεις θα είναι διαφορετικοί από τους µεγάλους αγώνες των προηγούµενων περιόδων.

 

29. Στα χρόνια της ανολοκλήρωτης θύελλας, στις αρχές της δεκαετίας του .70, τότε που ο αµερικάνικος ιµπεριαλισµός δεχόταν µια σειρά κτυπήµατα ιδίως από τους λαούς της Ινδοκίνας, µε πρωτοπόρο τον ηρωικό λαό του Βιετνάµ, στην Ιταλία, µέσα στα εργοστάσια που βρίσκονταν σε αναβρασµό, κυκλοφορούσε ένα σύνθηµα: «Ο Ανιέλι έχει την Ινδοκίνα µέσα στο εργαστήριο» (Agnelli l’ Indocina ce l’ ha in officina). Η αντεπανάσταση επικράτησε και πανηγυρίζει για τον "µετακοµµουνιστικό κόσµο" γιατί ο Ανιέλι (δηλαδή η αστική τάξη) µπόρεσε να µεταφέρει το εργαστήριο στην Ινδοκίνα (δηλαδή σε µια σειρά από χώρες κυριολεκτικά η Fiat παράγει εξ ολοκλήρου πλέον αυτοκίνητά της σε ανατολικές χώρες).

Αυτή η αντιστροφή και παράφραση ενός συνθήµατος περιγράφει µια δραµατική πορεία, ένα µεγάλο και πραγµατικό σεισµό και µια ανατροπή που ζήσαµε τα τελευταία τριάντα χρόνια.

Κανένας από όσους λένε πως θέλουν να αντιµετωπίσουν τη Νέα Τάξη Πραγµάτων, τον ολοκληρωτικό καπιταλισµό, το σφαιρικοποιηµένο µεταβιοµηχανικό καπιταλισµό κλπ κλπ δεν θα µπορέσει να κάνει ούτε ένα βήµα απλά περιγράφοντας ορισµένα από τα σηµάδια που φέρνει στην επιφάνεια ο παγκοσµιοποιηµένος καπιταλισµός, αν δεν µπορέσει, αν δεν πασχίσει να εξηγήσει πώς έγινε αυτή η αντιστροφή µέσα στα τριάντα τελευταία χρόνια.

 

– Η παρατεταµένη παγκόσµια κρίση

 

30. Στις αρχές της δεκαετίας του ‘70, παρά και ενάντια σε όλες τις δοξασίες που έβλεπαν τον καπιταλισµό να έχει αποκτήσει αυτορυθµιστικές ικανότητες που γιατρεύουν και εξαφανίζουν τις αντιφάσεις που τον διαπερνούν, έκανε την εµφάνισή της η παγκόσµια οικονοµική κρίση του καπιταλιστικού συστήµατος.

Η οικονοµική κάµψη και το λαχάνιασµα των οικονοµιών, που παρουσιάστηκε από χώρα σε χώρα στα τέλη της δεκαετίας του ‘60, γενικεύτηκε από το 1973 και ύστερα. Πήρε ανοιχτά τα χαρακτηριστικά µιας παγκόσµιας κρίσης υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου. Το παραγµένο κεφάλαιο δεν βρίσκει ικανοποιητικούς όρους επένδυσης, επέκτασης και νέων κερδών και στέκεται καταρχήν αχρησιµοποίητο, για να στραφεί µαζικά και ιλιγγιώδικα σε ιδιαίτερες, παρασιτικού χαρακτήρα δραστηριότητες. Η "χρηµατιστηριοποίηση της οικονοµίας", που γνωρίζει µια αποθέωση στις µέρες µας, έχει τη ρίζα της σε αυτήν την εξέλιξη.

Η παρούσα κρίση παρουσιάζει οµοιότητες και διαφορές σε σχέση µε την κρίση του 1929-31.

Οι οµοιότητες: α) η έκρηξή της συντελείται ύστερα από µια παρατεταµένη περίοδο θετικής οικονοµικής συγκυρίας, β) η εµφάνιση φαινοµένων στασιµότητας, γ) η εκτεταµένη ανεργία και η πτώση της παραγωγής.

Οι διαφορές: δεν υπήρξε η γενική πτώση των τιµών, χαρακτηριστικό της περιόδου 1929-31. Εδώ η πτώση εµφανίστηκε, αντίθετα, µε µια πολύ σύνθετη διαδικασία: Υπερτίµηση τιµών στρατηγικής σηµασίας προϊόντων σε µια πρώτη φάση, και πτώση των τιµών σε µια δεύτερη φάση.

Οι σηµαντικότερες διαφορές µπορούν να επισηµανθούν: α) στο ρόλο που έπαιξαν και παίζουν οι διαρθρωτικές µεταβολές στη δοµή του συστήµατος, οι οποίες συντελέσθηκαν µετά την κρίση του 1929-31, και ειδικότερα στο ρόλο του πιστωτικού και νοµισµατικού συστήµατος και των κρατικών ή υπερεθνικών παρεµβάσεων, β) από το 1929 και ύστερα, όµως ,προχωρά µε γοργούς ρυθµούς η τυπική και πραγµατική υπαγωγή της επιστήµης στο κεφάλαιο γ) η εµπλοκή στην κρίση του ανατολικού κόσµου, πράγµα που δεν συνέβηκε στην κρίση του 1929-31 – τότε η ΕΣΣΔ, η µόνη σοσιαλιστική χώρα, κατάγραφε πρωτόγνωρους ρυθµούς αύξησης, την ίδια στιγµή που ο καπιταλιστικός κόσµος γνώριζε τη µεγαλύτερη ως τότε κρίση του.

Αν θέλουµε µπορούµε να υποσηµειώσουµε και άλλες, όχι δευτερεύουσες διαφορές: Η κρίση του 1929-31 ξέσπασε ύστερα από µια σύντοµη περίοδο αναζωογόνησης, που στάθηκε αποτέλεσµα της υποχώρησης των κυµάτων της επανάστασης, η οποία σάρωσε στην περίοδο 1917-23 την Ευρώπη και τον τοτινό αποικιακό κόσµο. Όµως ήδη είχε συντελεστεί η διάσπαση της παγκόσµιας αγοράς του καπιταλισµού. Η τωρινή κρίση, αντίθετα, ξέσπασε όταν καταλάγιασαν βασικά οι µεγάλες επαναστατικές θύελλες που σάρωσαν και τις ανεπτυγµένες καπιταλιστικές χώρες και την "περιφέρεια".

Ακόµα, ενώ σε αυτό το πεδίο η στρατηγική και η ταχτική του κοµµουνιστικού κινήµατος στη διάρκεια του ‘30 ήταν επιθετική, στην παρούσα κρίση ο ρόλος των λεγόµενων κοµµουνιστών και εργατικών εκφραστών ήταν η συνδιαχείριση, οι εποικοδοµητικές προτάσεις, έστω οι "αµυντικές", δηλαδή οι εκ των προτέρων καταδικασµένες και υπονοµευµένες µάχες για την "τιµή των όπλων".

 

31. Το αστικό ιδεολογικό και πολιτικό οπλοστάσιο, µε όλους τους περί την οικονοµία παρατρεχάµενούς του, για πολλά χρόνια δεν έβλεπε καθόλου κρίση, παρά µόνο κάποιες υφέσεις πρόσκαιρες. Άλλοι, πιο ριζοσπάστες, πιανόµενοι από τη µεγάλη διάρκεια της κρίσης έφταναν στο συµπέρασµα ότι πρέπει να αµφισβητήσουµε την ίδια την έννοια της κρίσης. Η έννοια της παρατεταµένης κρίσης δεν µπορούσε να αναγνωριστεί. Ετσι γίνονταν κουβέντα για µια αδιάκοπη εναλλαγή ύφεσης και ανάκαµψης ή επισηµαίνονταν, έτσι, κάπως ξεκάρφωτα, ορισµένα "επεισόδια", όπως τα πετρελαϊκά σοκ του 1973 και του 1979 ή το χρηµατιστηριακό κραχ του 1987.

Όµως δεν θέλουν και δεν µπορούν να δουν µια πραγµατικότητα: Μετά τη γενική κρίση του 1929, το 1936-37 ξέσπασε κρίση υπερπαραγωγής, παρ. όλα τα ισχυρά αντίδοτα που είχαν αρχίσει να εµφανίζονται ("νιου ντιλ" στις ΗΠΑ, Χίτλερ-Σαχτ στη Γερµανία, "συντεχνιακό κράτος" στην Ιταλία, κεϋνσιανισµός στην Αγγλία). Η κρίση αυτή διοχετεύτηκε στο Β’ παγκόσµιο πόλεµο. Μετά το Β’ παγκόσµιο πόλεµο, οι κρίσεις που βαφτίζονται "υφέσεις" επιταχύνονται: 1947-48, 1953-54, 1957-59. Αυτές οι "υφέσεις" αυτές αγκαλιάζουν στην περίοδο αυτή ξεχωριστές χώρες. Γι’ αυτό, όταν η οικονοµία µιας χώρας έµπαινε σε υφεσιακή φάση, οι άλλες βρίσκονταν σε φάση επέκτασης, και εποµένως µπορούσαν να έχουν αντικυκλική λειτουργία.

Μετά το 1973 οι κύκλοι ενοποιήθηκαν, και γι. αυτό η κρίση ξεχωριστών χωρών γίνεται, άµεσα ή περίπου, κρίση όλων των χωρών. Η συγκέντρωση κεφαλαίων αυξάνεται µε επιταχυνόµενο τρόπο, πέφτει αδιάκοπα το ποσοστό κέρδους, η παραγωγική βάση περιορίζεται, η ανεργία αυξάνεται. Οι στιγµές της ανάκαµψης γίνονται αναπόφευκτα όλο και συντοµότερες και πιο επιφανειακές, ενώ, αντίθετα, οι φάσεις της ύφεσης όλο και πιο σοβαρά µπάζουν σε µια πορεία µόνιµης παρατεταµένης κρίσης.

Τη γενικευµένη απόλυτη πτώση της παραγωγής του 1973-74 την ακολούθησε µια πορεία από ανακάµψεις και υφέσεις (κυµατοειδής πυρετός), µε τάση την όλο και πιο αποφασιστική ύφεση και την όλο και πιο διστακτική ανάκαµψη, µε µέσα ποσοστά ανάπτυξης µικρότερα ή πολύ µικρότερα (έως και µηδενικά) από το µισό των αντίστοιχων µέσων ποσοστών ανάπτυξης της περιόδου των λεγόµενων "30 ένδοξων χρόνων" (1945-75). Το λάδωµα της µηχανής από τότε στηρίζεται κύρια στην "αναζήτηση ευκαιριών" µέσα από την πρωτοφανή συµπίεση και απόρριψη της εργατικής δύναµης και µέσα από τη διεθνοποιηµένη παρέµβαση των πολυεθνικών πολυκλαδικών µονοπωλίων και των νοµισµατικών-πιστωτικών µηχανισµών.

 

32. Όµως έχουµε πολλά σηµάδια, γεγονότα, επεισόδια, τριγµούς, σπασµούς που δίνουν όλη την έµφαση του παροξυσµού ή των παροξυσµών µέσα στην παρατεταµένη διεθνή κρίση. Το 1971 καταργήθηκε η µετατρεψιµότητα του δολαρίου σε χρυσό. Το 1973 έχουµε το πρώτο πετρελαϊκό σοκ, που θα χρησιµοποιηθεί µε δύο τρόπους: πρώτο για να συγκαλυφτεί η κρίση του συστήµατος, και δεύτερο σαν πρόσχηµα για να περάσουν οι πολιτικές λιτότητας ("περιορισµού της φερέγγυας ζήτησης"). Το 1979 έχουµε το δεύτερο πετρελαϊκό σοκ και τη γενίκευση της πολιτικής λιτότητας µε την εµφάνιση του νεοφιλελευθερισµού. Το 1982 εκδηλώνεται η κρίση της χρέωσης, όταν πολλές χώρες δεν είναι σε θέση να εξυπηρετήσουν τις υποχρεώσεις του χρέους τους. Το 1987 έρχεται η Μαύρη Παρασκευή, το κραχ της Γουόλ Στριτ, να ταράξει την ευδαιµονία που είχε κυριαρχήσει. Από τότε τα σηµάδια και επεισόδια όλο και πληθαίνουν. Το 1992 το καµάρι της ρύθµισης, το Ευρωπαϊκό Νοµισµατικό Σύστηµα, γνωρίζει ισχυρούς τριγµούς, που θα επαναληφθούν το 1994. Το Δεκέµβρη 1994-Γενάρη 1995 το Μεξικό θα γνωρίσει µια µεγάλη χρεοκοπία, που θα ταράξει τις οικονοµίες πολλών χωρών. Το καλοκαίρι του 1997 το άλλο καµάρι, οι "τίγρεις" της Νοτιοανατολικής Ασίας, θα γνωρίσουν µια σειρά από καταρρεύσεις. Και το φθινόπωρο του 1997 θα έρθει το κραχ του Χονγκ Κονγκ, που µόλις είχε ενσωµατωθεί στην Κίνα, για να σπείρει τον πανικό σε όλα τα χρηµατιστήρια και να χρειαστεί να κάνουν καθησυχαστικές παρεµβάσεις οι Κλίντον και Κολ. Ετσι διαψεύστηκαν (για άλλη µια φορά) τα όσα ανάγγελναν οι "επιστήµονες" του Διεθνούς Νοµισµατικού Ταµείου, ότι τάχα έρχεται αύξηση της τάξης του 4,8% και ότι ανοίγεται µια καταπληκτική περίοδος ανάκαµψης.

Πιστοποιήθηκε µέσα σε όλα αυτά τα χρόνια πως οι διεθνείς νοµισµατικές συµφωνίες και οι διεθνείς οργανισµοί που συνδέονται µε αυτές, ενώ λειτουργούν σαν λαδωτήρια της οικονοµίας ενεργώντας σαν αντίρροπες δυνάµεις σε µια κατάρρευση, µεταβιβάζουν ταυτόχρονα µε µεγαλύτερη ταχύτητα τις αντιθέσεις σε ολόκληρη την καπιταλιστική αλυσίδα, τις παγκοσµιοποιούν. Ετσι οι κρίσεις γίνονται όλο και πιο παγκόσµιες και µεταφέρονται στο εσωτερικό των ίδιων των µηχανισµών. Αυτός είναι ο λόγος που ολόκληρο το νοµισµατικοπιστωτικό σύστηµα συγκλονίζεται από διαρκείς αναστατώσεις, που άλλοτε έχουν τη µορφή της συναλλαγµατικής αστάθειας, άλλοτε του πολέµου των επιτοκίων κλπ.

 

– Η καπιταλιστική αναδιάρθρωση

 

33. Μέσα στο περιβάλλον της παρατεταµένης κρίσης γεννήθηκε και δυνάµωσε µια αναδιαρθρωτική κίνηση, δηλαδή η απάντηση της αστικής τάξης στην κρίση. Πάνω στο έδαφος της αναδιάρθρωσης πραγµατοποιήθηκαν όλες οι σηµαντικές µεταβολές, και στη δοµή του κεφάλαιου και στην κοινωνική και ταξική διαστρωµάτωση στις µητροπόλεις, στην ύπαιθρο και την περιφέρεια του κόσµου αλλά και εµφανίστηκαν όλες οι τροποποιήσεις της οικονοµικής και πολιτικής δύναµης ανάµεσα σε βασικά κέντρα-κρίκους του διεθνούς συστήµατος.

Η απάντηση των δυνάµεων του κεφάλαιου δεν µπορούσε να είναι µια συνηθισµένη επανάληψη όλων των µέχρι τη στιγµή εκείνη χρησιµοποιηµένων τρόπων και γιατρικών. Ο λόγος είναι απλός: ενώ από το 1929-31 χρησιµοποίησε και εντατικοποίησε τη χρησιµοποίηση νέων "εργαλείων" ρύθµισης, όχι µόνο δεν µπόρεσε να αποτρέψει µια γενική κρίση, αλλά το µέγεθος, το βάθος και η ένταση της τελευταίας, που εµφανίστηκε συνεπής στο ιστορικό της ραντεβού, πιστοποιούσε το εξής: το καπιταλιστικό σύστηµα, για να διαιωνίσει την ύπαρξή του, έπρεπε να καταφύγει σε µια πρωτοφανέρωτης κλίµακας "απάντηση" στην υπερωρίµανση των υλικών όρων για το πέρασµα σε ένα ανώτερο κοινωνικό σύστηµα οργάνωσης.

Η πρωτοφανέρωτης κλίµακας απάντηση του κεφαλαίου ήταν η αναδιάρθρωση που κάτω από την αιγίδα του προωθήθηκε και προωθείται σε όλα τα µήκη και πλάτη της γης.

Γιατί «οι παραγωγικές δυνάµεις της εργασίας που το κεφάλαιο επιτάχυνε την πρόοδό τους µε το µαστίγιο, στη φρενίτιδά του για πλουτισµό χωρίς όρια και µέσα στους όρους που µονάχα το κεφάλαιο µπορούσε να πραγµατοποιήσει, αναπτύχθηκαν στο σηµείο που η κατοχή και η διατήρηση του γενικού πλούτου απαιτεί: 1ο λιγότερες εργάσιµες ώρες για ολόκληρη την κοινωνία, και 2ο η εργαζόµενη ανθρωπότητα να εγκαθιδρύσει ένα επιστηµονικό προτσές της ακατάπαυστα αυξανόµενης αναπαραγωγής, σε µια όλο και µεγαλύτερη αφθονία».

Γιατί έχουµε φτάσει στην περίοδο που «ο πραγµατικός πλούτος αναπτύσσεται τώρα χάρη στην τεράστια δυσαναλογία ανάµεσα στο χρησιµοποιούµενο χρόνο εργασίας και στο προϊόν του, και επίσης από την ποιοτική δυσαναλογία ανάµεσα στην εργασία που ανάχθηκε σε απλή αφαίρεση και στη δύναµη του προτσές παραγωγής που αυτή επιτηρεί».

Γιατί έχουµε φτάσει στο σηµείο που «η εργασία δεν παρουσιάζεται και τόσο σαν ένα συστατικό µέρος του προτσές παραγωγής. Ο άνθρωπος συµπεριφέρεται µάλλον σαν ένας επιτηρητής και ένας ρυθµιστής απέναντι στο προτσές παραγωγής».

Γιατί τάση του κεφάλαιου είναι «να δηµιουργεί όσο το δυνατό περισσότερη εργασία, µειώνοντας ταυτόχρονα την αναγκαία εργασία σ’ ένα µίνιµουµ. Το κεφάλαιο πασχίζει εποµένως να αυξάνει τον εργατικό πληθυσµό και να καθιστά ένα µέρος του υπεράριθµο και άχρηστο, µέχρι εκείνο που µπορεί το κεφάλαιο να χρησιµοποιεί».

Γιατί οξύνεται σε αφάνταστο βαθµό η αντίθεση που δηµιουργείται από το γεγονός ότι «στον ίδιο βαθµό που ο χρόνος εργασίας γίνεται από το κεφάλαιο το µοναδικό καθοριστικό στοιχείο, η άµεση εργασία και η ποσότητά της παύουν να είναι καθοριστικό στοιχείο στην παραγωγή και εποµένως στη δηµιουργία αξιών χρήσης».

Γιατί έχουµε µπει για τα καλά στην εποχή που «η κλοπή του χρόνου εργασίας του άλλου, που πάνω σε αυτήν στηρίζεται ο σηµερινός πλούτος, φαίνεται σαν µια άθλια βάση σε σχέση µε τη νέα βάση που δηµιουργήθηκε και αναπτύχθηκε από τη µεγάλη βιοµηχανία».

Γιατί µπορούµε πλέον να µπούµε σε µια διαφορετική κοινωνική οργάνωση, όπου «όταν η εργασία, στην άµεση µορφή της, παύει να είναι η κύρια πηγή πλούτου, τότε ο χρόνος εργασίας παύει και πρέπει να πάψει να είναι το µέτρο του, και εποµένως η ανταλλαχτική αξία πρέπει να πάψει να είναι το µέτρο της αξίας χρήσης. Η υπερεργασία των µεγάλων µαζών έπαψε να είναι ο όρος ανάπτυξης του γενικού πλούτου, όπως η µη εργασία µερικών έπαψε να είναι ο όρος ανάπτυξης των γενικών δυνάµεων του ανθρώπινου µυαλού».

Γιατί «από το γεγονός αυτό, καταρρέει η παραγωγή που στηρίζεται στην ανταλλαχτική αξία, και το άµεσο προτσές παραγωγής βρίσκει τον εαυτό του απογυµνωµένο από τη µικροπρεπή, µίζερη και ανταγωνιστική µορφή. Πρόκειται τότε για την ελεύθερη ανάπτυξη των ατοµικοτήτων. Δεν µπαίνει πια ζήτηµα για τη µείωση του αναγκαίου χρόνου εργασίας σε ένα µίνιµουµ για να δηµιουργηθεί υπεραξία, αλλά µείωση της κοινωνικά αναγκαίας εργασίας σε ένα µίνιµουµ».

Γιατί όλα όσα προαναφέραµε γράφτηκαν πριν 150 χρόνια περίπου στα Grundrisse του Καρλ Μαρξ και θεµελίωσαν τη θέση και την άποψη της επικαιρότητας του κοµµουνισµού.

Ο ίδιος όµως, όταν έγραφε αυτές τις θέσεις, παρατηρούσε ακόµα πως: «Μέσα στην αστική κοινωνία που στηρίζεται στην ανταλλαχτική αξία αναπτύσσονται σχέσεις διανοµής και παραγωγής που αποτελούν άλλες τόσες εκρηκτικές ύλες έτοιµες να εκραγούν. Υπάρχουν αναρίθµητες αντιθετικές µορφές της κοινωνικής ενότητας, που ο ανταγωνιστικός τους χαρακτήρας δεν µπορεί να εξαλειφθεί µε ειρηνικούς µετασχηµατισµούς. Από την άλλη πλευρά, όλες µας οι απόπειρες να τις ανατινάξουµε θα ήταν καθαρός δονκιχωτισµός, αν δεν βρίσκαµε µέσα στα σπλάχνα της κοινωνίας, τέτοιας όπως είναι, τους υλικούς όρους παραγωγής και τις σχέσεις διανοµής της αταξικής κοινωνίας».

Η αναδιαρθρωτική λοιπόν κίνηση έπρεπε να προσπαθήσει να ακυρώσει και να συντρίψει όλες αυτές τις τάσεις και δυνατότητες – αλλά στην ουσία αναπαρήγαγε όλες τις εκρηκτικές ύλες και αντιθέσεις σε πολύ µεγαλύτερες διαστάσεις. Υπονοµεύει η ίδια τη βάση της σε πολύ µεγαλύτερη κλίµακα από αυτήν που υποτίθεται πως θέλησε να περισώσει µε την εφαρµογή της.

 

34. Η αναδιάρθρωση εποµένως έρχεται να αντιµετωπίσει όχι µια οποιαδήποτε κρίση, αλλά τη γενικευµένη κρίση που φέρνει στην επιφάνεια, µε τη µεγαλύτερη σφοδρότητα σε ολόκληρη την ιστορία του καπιταλισµού, την τεράστια σύγκρουση που υπάρχει ανάµεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και στον ατοµικό χαρακτήρα ιδιοποίησης του παραγόµενου πλούτου.

Όµως αυτή η αντιµετώπιση δεν γίνεται σε ένα παρθένο περιβάλλον. Είναι υποχρεωµένη να αποτολµήσει τη συντριβή του ανταγωνισµού που έκφραζε, εκφράζει και µπορεί εν δυνάµει να εκφράσει, σε µια πολύ πιο διευρυµένη και βαθιά βάση, το κίνηµα του προλεταριάτου. Άρα η αναδιάρθρωση δεν αφορά µονάχα µια διαδικασία που αγκαλιάζει τον τοµέα της παραγωγής για να αντισταθµίσει τις τάσεις της ίδιας της καπιταλιστικής παραγωγής, αλλά τείνει και αγκαλιάζει όλες τις κοινωνικές πλευρές ύπαρξης της ανθρωπότητας. Είναι βαθύτατα πολιτική και ταξική.

Αποσκοπεί στη διάλυση, µε όλα τα µέσα, του ανταγωνιστικού πόλου. Είναι η υλικότητα αλλά και το άυλο της αντεπανάστασης.