15 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΣΤΑΛΙΝ, του Γ.Χοντζέα (κείμενο της ΟΜΛΕ – 1968)

Πρόλογος από την πολιτική ομάδα Α/συνεχεια

 

Η ιστορία του αιώνα µας, ιστορία των επαναστάσεων και των αντεπαναστάσεων, είχε σαν βασικό πρωταγωνιστή το κοµµουνιστικό κίνηµα, έναν πρωταγωνιστή που άλλαξε ολοκληρωτικά τη µορφή του κόσµου. Η περίοδος στην οποία επικεφαλής του κοµµουνιστικού κινήµατος ήταν ο Στάλιν, χρονική περίοδος απ’ το 1923 µέχρι το 1953, ήταν από τις σηµαντικότερες και έφερε το κοµµουνιστικό κίνηµα αντιµέτωπο µε πολλά πρωτοεµφανιζόµενα και δύσκολα προβλήµατα, µε πολλές κοσµοϊστορικής σηµασίας αναστατώσεις.

 

Ο εκφυλισµός του κοµµουνιστικού κινήµατος, που επιβλήθηκε απ’ τη δεκαετία του ’50 στις περισσότερες χώρες και τµήµατα του παγκόσµιου κοµµουνιστικού κινήµατος, ξεκίνησε µε τη δηµόσια κριτική “εναντίον της προσωπολατρείας” και την καταδίκη του έργου του Ι.Στάλιν από τους σύγχρονους ρεβιζιονιστές και ολοκληρώθηκε 40 χρόνια περίπου µετά, µε την τυπική επικράτηση του καπιταλισµού στις µεταβατικές κοινωνίες. Η καταδίκη του Στάλιν και του έργου του αποτελούσε το πρόσχηµα για να επεκτείνουν την καταδίκη τους πέρα από το πρόσωπο του Στάλιν, σε µια ολόκληρη περίοδο που εγκαινιάστηκε µε την Οχτωβριανή Επανάσταση.

 

Το ζήτηµα Στάλιν είναι ένα µεγάλο ζήτηµα, παγκόσµιας σηµασίας που σχετίζεται µε τα βασικά και κύρια προβλήµατα θεωρίας και πράξης µε τα οποία αναµετρήθηκε το κοµµουνιστικό κίνηµα. Το ερώτηµα που τίθεται είναι, αν ανταποκρίθηκε σε γενικές γραµµές το κοµµουνιστικό κίνηµα, το ΚΚΣΕ, η Κοµµουνιστική Διεθνής, στις απαιτήσεις και στα καθήκοντα που έµπαιναν εκείνη την περίοδο ή πρόκειται για µια εντελώς αρνητική πορεία όπου την µια ήττα την διαδέχεται άλλη, διαλύοντας στην κυριολεξία το κοµµουνιστικό κίνηµα.

 

Η αντιπαράθεση που εντάθηκε στις γραµµές του διεθνούς κοµµουνιστικού κινήµατος στις αρχές της δεκαετίας του ’60, όπως ήταν φυσικό, περιστράφηκε και γύρω από το θέµα Στάλιν, µε την έννοια της κριτικής αποτίµησης µιας εκτεταµένης ιστορικής περιόδου, πλούσιας σε εναλλαγές και στροφές, µε καθοριστικά διλήµµατα και ανατροπές.

 

Η έκβαση αυτής της αντιπαράθεσης µε την επικράτηση των διαφόρων Χρουστσώφ, Μπρέζνιεφ, Τεγκ κλπ, προδιέγραψε και συνδιαµόρφωσε τον “µετακοµµουνιστικό κόσµο” του παγκοσµιοποιηµένου καπιταλισµού της Νέας Τάξης Πραγµάτων, που τις συνέπειες του βιώνουν σήµερα µε τραγικό τρόπο δισεκατοµµύρια άνθρωποι σ’ ολόκληρο τον πλανήτη.

 

Η αναγέννηση του κοµµουνιστικού κινήµατος επιβάλλει για όσους αγωνίζονται προς µια τέτοια κατεύθυνση, αντί να στρουθοκαµηλίζουν όπως κάνουν οι διάφοροι ρεβιζιονιστές που απορρίπτουν συνολικά την περίοδο αυτή ή οι όψιµοι “υπερασπιστές” της ζωής και του έργου του Στάλιν που δεν έχουν να επιδείξουν έναν απολογισµό απ’ τον οποίο µπορούµε σήµερα να διδαχτούµε, να µελετήσουµε την περίοδο 1923-1953, για να ανταποκριθούµε στα θεωρητικά, ιδεολογικά, πολιτικά και οργανωτικά ζητήµατα της εποχής µας.

 

Στα πλαίσια της συζήτησης που έχει ξεκινήσει στις γραµµές της πολιτικής οµάδας Α/συνεχεια σχετικά µε την κριτική αποτίµηση του κοµµουνιστικού κινήµατος, αναδηµοσιεύουµε ένα κείµενο που αναφέρεται σε ορισµένες πλευρές του ζητήµατος Στάλιν. Γραµµένο από τον Γιάννη Χοντζέα στις δύσκολες συνθήκες του 1968, κυκλοφόρησε στα πλαίσια της ΟΜΛΕ σε περιορισµένο αριθµό συντρόφων. Ξαναδόθηκε από τον ίδιο µαζί µε µια σειρά κειµένων το 1975 γιατί στην τότε “φιλολογία”, πέρα από τον “αντικινεζισµό” του προσάπτονταν κατηγορίες και για “αντισταλινσµό”. Όµως το γεγονός είναι ότι ένα τόσο σοβαρό κείµενο δεν έγινε ποτέ γνωστό στα µέλη του κινήµατος τότε, ούτε αναδηµοσιεύτηκε γιατί ξεπερνούσε κατά πολύ τις προδιαγραφές του πνεύµατος που είχε ήδη κυριαρχήσει που επουδενί δεν ήθελε να ανοίξουν τα ουσιαστικά ζητήµατα. Ήταν η εποχή που τα “πρωτόκολλα” δεν επέτρεπαν να µιλάµε για λάθη του Στάλιν, να µελετάµε κριτικά ορισµένες περίοδες πχ Λαϊκά Μέτωπα, ή τις επιπτώσεις του γερµανοσοβιετικού συµφώνου 1939-41 κλπ κλπ.

 

Ελπίζουµε η µελέτη αυτού του κειµένου να βοηθήσει και να προβληµατίσει όσους ψάχνουν πραγµατικά να ερµηνεύσουν και να καταλάβουν ορισµένα ζητήµατα που συνδέονται µε τη σταλινική περίοδο και µε την κριτική της, να αποκτήσουν ορισµένα εφόδια για το σωστό προσανατολισµό τους στις δύσκολες συνθήκες που έχουν δηµιουργηθεί από την υποχώρηση του κοµµουνιστικού κινήµατος.

 

πολιτική οµάδα Α/συνεχεια

 

 

15 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ TON ΘΑΝΑΤΟ TOY I. ΣΤΑΛΙΝ

 

λείπουν 3 γραµµές

 

[Έχουν περάσει 15] χρόνια από το θάνατο του Ι. Στάλιν. Από τότε συνέβηκαν τόσα γεγονότα και χύθηκε άφθονο µελάνι και περισσότερη χολή, έτσι που η υπόµνηση του ονόµατος του Στάλιν να προκαλεί ισχυρές αλλεργικές εκδηλώσεις σε πάρα πολλές “άγρυπνες” οπορτουνιστικές και επαναστατικές συνειδήσεις. Ούτε επίφαση επιστηµονικής ανάλυσης στα άφθονα αφοριστικά γραφτά µιας ολόκληρης δεκαπενταετίας. Ούτε τα προσχήµατα µιας κάποιας “τιµιότητας”. Αφού και οι χειρότερες βρισιές για να εξαπολυθούν χρειάστηκαν τη µεσολάβηση του Στέιτ Ντιπάρτµεντ. Υπάρχουν και οι θεωρητικοί της µόδας που παριστάνουν τους “αριστερούς”. Οι υβριστές αυτοί είναι ακόµα πιο δειλοί. Δεν υπογράφουν τις βρισιές τους. Οι “φωστήρες” αυτοί κουνάνε σηµαίες ξεθωριασµένες, ξινίζουν τα µούτρα τους µε αποτροπιασµό όταν προφερθεί η λέξη: Στάλιν. Ωστόσο υπάρχει το µεγάλο πρόβληµα γι’ αυτούς και για τους άλλους: η µεγάλη µάζα των εργαζόµενων δεν έχει επηρεαστεί ύστερα από δεκαπεντάχρονο µπουµπούνισµα ούτε από τη µεριά των ρεβιζιονιστών ούτε από το “νεότερο κουτσοµπολιό” των δήθεν αριστερών αυτών.

 

Προσκόλληση στο παρελθόν; Ροµαντικός εξωραϊσµός µιας κακής περιόδου; Γιατί αυτή η άρνηση της διαγραφής µιας περιόδου έστω και κάτω από την απειλή του χαρακτηρισµού που τόσο βαθυστόχαστα αποδίδουν οι χαριτωµένοι θαυµαστές του Αλτουσέρ, του Κάφκα, του Μοννιέ, του αποστάτη Λεφέµπρ…

 

λείπουν 3 γραµµές

 

Η “επιµονή” [µας υπαγορεύεται από το] συµφέρον της αντικειµενικής έρευνας και τοποθέτησης των προβληµάτων του διεθνούς κοµµουνιστικού κινήµατος, την ανάγκη να µελετηθεί και συνοψιστεί παραπέρα η πείρα της οικοδόµησης του σοσιαλισµού στην ΕΣΣΔ και στις άλλες χώρες του σοσιαλιστικού στρατοπέδου.

 

Η τοποθέτηση του ΚΚ Κίνας και του ΚΕ Αλβανίας γύρω από τα προβλήµατα αυτά αποτέλεσε και αποτελεί οδηγό για όσους επιζητούν την αλήθεια, η συµβολή επαναστατών από τη Σ. Ένωση και τις άλλες ανατολικές χώρες σε επιµέρους ζητήµατα της περιόδου αυτής, αποτελούν το υλικό που διαθέτει κάθε επαναστάτης για να προσανατολιστεί και να καθορίσει τη θέση του στο “θέµα Στάλιν”. Οι θέσεις αυτές είναι και θέσεις των µαρξιστών-λενινιστών της Ελλάδας.

 

Στη χώρα µας το επαναστατικό κίνηµα αντιµετώπισε και αντιµετωπίζει πολλά και επείγοντα οξύτατα προβλήµατα που συνδέονται µε την εγκαθίδρυση της φασιστικής διχτατορίας. Το ερώτηµα “τι να κάνουµε;” απασχολεί τις πιο πλατιές µάζες των εργαζόµενων της χώρας µας. Νοµίζουµε πως η αποσαφήνιση του ιδεολογικού µας µετώπου, η ξεκάθαρη τοποθέτηση µας για άλλη µια φορά στα προβλήµατα που ξαναφέρνει η εκστρατεία της αντίδρασης, του φασισµού και του ιµπεριαλισµού από τη µια µεριά, και η διαλυτική, ηττοπαθής προπαγάνδα του ρεβιζιονισµού που έχει συνενωθεί οργανικά πια µε τον αστικό “φιλελευθερισµό” από την άλλη, θα συντελέσει στο να βγάλει τις µάζες από την κατάσταση “αναµονής” και να τις ρίξει σε µαζικές επαναστατικές ενέργειες.

 

Σήµερα, έχει αποδειχτεί πως ή καταδίκη του Στάλιν και της σταλινικής περιόδου από τη µεριά των ρεβιζιονιστών και των κάθε είδους φιλελεύθερων και µικροαστών ριζοσπαστών που έχουν ντυθεί το µαρξιστικό µανδύα, αποτελεί το πρόσχηµα για να επεκτείνουν την καταδίκη τους και πέρα από το πρόσωπο του Στάλιν και τη σταλινική περίοδο. Η καταλυτική τους “σκαπάνη” αγκαλιάζει ολόκληρη την περίοδο που εγκαινιάστηκε µε την Οχτωβριανή Επανάσταση. Αυτό που τόνιζαν οι µαρξιστές-λενινιστές από την πρώτη στιγµή, επιβεβαιώθηκε από τα ίδια τα πράγµατα. Όταν οι Χρουστσώφ και Σία κατάγγειλαν το σταλινισµό και την προσωπολατρεία, παραλές τους τις επικλήσεις προς τον Λένιν και το λενινισµό άνοιγαν το δρόµο για την πλήρη απάρνηση του δρόµου του Οχτώβρη. Η ουσιώδικη διαφορά τους µε τους ιταλούς και άλλους πολυκεντριστές ήταν ο ρυθµός της τυπικής απάρνησης. Έτσι και τώρα όταν κραυγάζουν για το λενινισµό, το κάνουν για να έχουν κάποιο ιδεολογικό περικάλυµµα στη σωβινιστική – µεγαλορώσικη πολιτική τους απέναντι στους λαούς και στην προδοτική πολιτική τους της συνεργασίας µε τους βορειοαµερικάνους ιµπεριαλιστές. Στην πράξη όµως ο λενινισµός είναι γι’ αυτούς ένας “άταφος νεκρός”. Εκτός από την παλινόρθωση του καπιταλισµού στην οποία προχωρούν µε σταθερό βήµα στη Σ. Ένωση, η παραµόρφωση της θεωρίας, αλλά και της ιστορίας του κινήµατος γίνεται µε τέτοιο ρυθµό που δεν µπορούν να την κρύψουν τα άρθρα της “Πράβδα” σε “µεγάλες” στιγµές και οι κούφιοι και ψεύτικοι πανηγυρισµοί µερικών επετείων. Από την άλλη µεριά, οι “δυτικοί” ρεβιζιονιστές έχουν προχωρήσει πολύ περισσότερο. Από τους Ντούµπτσεκ και Σία που τον παρουσιάζουν όταν αναφέρονται στο Λένιν σαν έναν αστό φιλελεύθερο, µέχρι τους Μπερλίνγκουερ (“η στρατηγική των µεταρρυθµίσεων είναι η στρατηγική των συµµαχιών”) και τους Ροσσέ και Γκαρωντύ και Σία, ο λενινισµός και ο “σταλινισµός” είναι ένα και το αυτό πράγµα. Η καταγγελία του δρόµου του Οχτώβρή σ’ αυτούς είναι απερίφραστη.

 

Από χρόνια οι γάλλοι και ιταλοί ρεβιζιονιστές άσκησαν µια ιδιαίτερη πίεση για την κατάχτηση µιας προνοµιούχας θέσης στον ελληνικό ρεβιζιονισµό. Οι υπόκωφες συγκρούσεις πριν το φασιστικό πραξικόπηµα εξελίχτηκαν τώρα σε ανοιχτή σύγκρουση. Έτσι οι “θεωρίες” τους είχαν διαδοθεί ανάµεσα στο ρεβιζιονιστικό µηχανισµό καθώς και όλα τα παράπονα τους για τους σοβιετικούς κ.ά. ρεβιζιονιστές. Και τώρα στις συνθήκες της φασιστικής διχτατορίας δεν παύουν τη δραστηριότητα τους. Εκτός από τον Μπερλίνγκουερ που έκανε τη σύσταση στους ρεβιζιονιστές να µην παρασυρθούν σε καµιά “ακρότητα” στο δρόµο της συνεργασίας τους ή της συγχώνευσης τους µε τους “φιλελεύθερους” αστούς και να µην ξεχάσουν το δρόµο των µεταρρυθµίσεων στην Ελλάδα, και οι γάλλοι κ.ά. ρεβιζιονιστές επεµβαίνουν ανοιχτά στο αλληλοφάγωµα των ρεβιζιονιστών και προσπαθούν να τους βοηθήσουν να συγκρατήσουν την επιρροή τους που διαρκώς ξεφτίζει. Φυσικά ο αντιλενινισµός βρίσκεται στην πρώτη γραµµή στη βάση όλων αυτών των προσπαθειών. Αλλά δεν υστερούν σε προσπάθειες τα διάφορα πρακτορεία και υποπρακτορεία των συνεργατών των ρεβιζιονιστών “καστρικών” κλπ που προσπαθούν (τι φιλοδοξία!) να εκφραστούν στο χώρο που ζουν και κινούνται έλληνες στο εξωτερικό. Αλλά µαζί µε τις διάφορες αποχρώσεις του αναρχισµού και του τροτσκισµού προσπαθούν να σπείρουν το αντιλενινιστικό τους δηλητήριο ανάµεσα στους έλληνες εργάτες και σπουδαστές του εξωτερικού. Στην κοινή αυτή αντιλενινιστική χορωδία τα θέµατα που κυριαρχούν είναι ο δρόµος του Οχτώβρη γενικά, το Μπολσεβίκικο Κόµµα και οι µάζες, ο σταλινικός δογµατισµός στη θεωρία.

 

 

α) Ο δρόµος του Οχτώ6ρη και το μπολσεβίκικο Κόµµα.

 

Κοινή είναι η θέση των κάθε είδους ρεβιζιονιστών στην άρνηση του δρόµου του Οχτώβρή και του Μπολσεβίκικου Κόµµατος. Με µερικές διαφορές ή παραλλαγές βέβαια. Για τους ρεβιζιονιστές -ο πιο θαρραλέος απ’ αυτούς ήταν ο Τολιάττι- τον Οχτώβρή τα πράγµατα µπορούσαν και έπρεπε να συµβούν διαφορετικά. Αν ο Λένιν µοιραζόταν την εξουσία µε τα κόµµατα της “εργατικής δηµοκρατίας” και οι λευκοφρουροί θα αποµονώνονταν και εποµένως δεν θα υπήρχε ξένη επέµβαση και εµφύλιος πόλεµος, αλλά και ο σοσιαλισµός θα έµενε “ενωµένος”. Οι πιο “µοντέρνοι” προσθέτουν τη “θεσούλα” τους: “Αφού έγιναν όπως έγιναν τα πράγµατα (κάνουν αυτή την “υποχώρηση”) οι µπολσεβίκοι διέπραξαν δύο µοιραία λάθη α) τη χρησιµοποίηση αστών ειδικών στο στρατό και στη βιοµηχανία και β) δεν σύντριψαν τον αστικό γραφειοκρατικό µηχανισµό”. Η διαφορά ανάµεσα στους ρεβιζιονιστές και στους υπέρµαχους του “νέου” “κριτικού” κύµατος βρίσκεται στο ότι οι πρώτοι πλαστογραφούν χοντροκοµµένα τα γεγονότα ενώ οι δεύτεροι κάνουν ένα χοντρικό ιδεολογικό λαθρεµπόριο. Φυσικά, οι τοποθετήσεις των ρεβιζιονιστών έχουν απήχηση µονάχα στο “υψηλό” στρώµα της διανόησης και σε µερικούς φουκαράδες που τάχουν χαµένα κάτω από το µπουµπούνισµα της αντιδραστικής και ρεβιζιονιστικής προπαγάνδας. Τουλάχιστον στον “καθυστερηµένο” λαό µας αυτά δεν έπιασαν και δεν πιάνουν. Η “ψιλή” δουλειά όµως των “επαναστατών” κριτικών που µε αρκετή αναίδεια πλατσουράνε µέσα στα βρώµικα νερά των “αποκαλύψεων των Τρότσκι, Σουχάνωφ κλπ και ταυτόχρονα εκφράζουνε το “θαυµασµό” τους για την “πολιτιστική” επανάσταση, συνέχεια της ύποπτης “κινεζοφιλίας” της “δηµοκρατικής” εποχής ορισµένων άσπονδων φίλων του κινέζικου λαού και της κινέζικης επανάστασης, κάνει θραύση όχι βέβαια στις πόλεις της Ελλάδας, αλλά στα Παρίσια κλπ ανάµεσα στη νεολαία.

 

Σίγουρα, στα προβλήµατα που ο ίδιος ο Λένιν έθεσε µε οξύτητα στη θεωρία του για την προλεταριακή επανάσταση και τη διχτατορία του προλεταριάτου εξέχουσα θέση κατέχει η θέση για την ανάγκη του προλεταριάτου να συντρίψει τον αστικό κρατικό µηχανισµό.

 

Κανένας δεν µπορεί να µιλήσει στα σοβαρά πως οι ρώσοι µπολσεβίκοι πήραν στα χέρια τους τον κρατικό µηχανισµό της τσαρικής απολυταρχίας και τον χρησιµοποίησαν. Κάτι τέτοιο όµως ισχυρίζονται πολλοί από τους κριτικούς αυτούς. Διαπιστώνουν έτσι µια αντίφαση στα όσα έλεγε ο Λένιν και στα όσα έπραττε και ξεµπερδεύουν. Δεν συντρίφτηκε ο κρατικός µηχανισµός, απόδειξη η χρησιµοποίηση αστών ειδικών, απόδειξη η πρόσληψη πολλών γραφειοκρατών στο σοβιετικό µηχανισµό κλπ. Τα γεγονότα όµως είναι κάπως αλλιώτικα.

 

Ο γραφειοκρατικός µηχανισµός πρώτα-πρώτα εξεγέρθηκε ενάντια στη σοβιετική εξουσία και χρειάστηκε γι’ αυτό η σοβιετική εξουσία να τον αντιµετωπίσει αµείλικτα. Το χτύπηµα, το τσάκισµα ήταν τόσο άµεσο και σε βάθος που έθιγε ακόµα και τοµείς που ήταν απαραίτητοι για την εδραίωση της ίδιας της εξουσίας (επικοινωνίες, συνάλλαγµα κλπ). Επιπλέον το σοβιετικό σύστηµα που άρχισε να χτίζεται και αναµφισβήτητα χτίστηκε, µόνο σε εξηµµένους και ανερµάτιστους εγκέφαλους µπορεί να θεωρείται σαν “γραφειοκρατικό”. Η περίοδος 1917-1920 αγκαλιάζει την περίοδο αυτή. Η µέγιστη αγωνία του Λένιν ως το θάνατο του ήταν αυτή: πώς θα κατόρθωνε η σοβιετική εξουσία να υπερνικήσει την καθυστέρηση, την πολιτιστική καθυστέρηση της χώρας. Καθυστέρηση που αποτελούσε θανάσιµο κίνδυνο για την επανάσταση που είχε νικήσει, και ταυτόχρονα να χειραγωγήσει και να εξαλείψει την αρνητική επίδραση των αστικών στοιχείων µέσα στη ζωή της χώρας, µε τη διπλή έννοια και των “αστών ειδικών” και των στοιχείων που αναζωογονούσε η ΝΕΠ.

 

Και ερχόµαστε στο κρίσιµο σηµείο: Η ΝΕΠ ήταν λάθος; Αν θεωρούµε πως η ΝΕΠ ήταν λάθος τότε έχει κάποια συνέπεια η κριτική για τους “αστούς ειδικούς” κλπ. Αν όχι, τότε αποτελεί µαταιοπονία να επιµείνουµε στο σηµείο αυτό. Απ’ ότι ξέρουµε όµως, κανείς, ούτε στο παρελθόν ούτε τώρα, δεν έθεσε το ζήτηµα αυτό.

 

Φτάνουµε όµως στο πρόβληµα: Τι εκπροσωπούσε η αντιπολίτευση µετά το θάνατο του Λένιν; Οι ρεβιζιονιστές µιλάνε για “αντιλενινιστικά ρεύµατα” αλλά ταυτόχρονα δεν παύουν να υποβάλλουν µε όλα τα µέσα την αντίθετη άποψη. Όσον αφορά τους άλλους, “περίεργα” προχωρούν περισσότερο: θεωρούν σαν επαναστατική την αντιπολίτευση αυτή. Δέχονται ορισµένα λάθη της, αλλά εκφράζουν την άποψη πως η αντιπολίτευση αυτή έβλεπε καθαρότερα και µακρύτερα: Έτσι επικαλούνται την άποψη του Ζηνόβιεφ (άποψη που επίσηµα αυτός διέψευσε ότι την διατύπωσε, και αυτό πολύ πριν το 1930) σύµφωνα µε την οποία: “µήπως ή εκβιοµηχάνιση ανοίξει το δρόµο σε στοιχεία που καραδοκούν για να έρθουν να σφετεριστούν τους καρπούς των κόπων και των θυσιών µας”; Κι έτσι ο Ζηνόβιεφ εµφανίζεται να προφητεύει την εξέλιξη των πραγµάτων στη Σοβιετική Ένωση. Αλλά εδώ δεν πρόκειται καθόλου για προφητεία. Επρόκειτο για µια δυνατότητα. Και το “φόβο” της δυνατότητας αυτής δεν τον συµµεριζόταν µόνο ο Ζηνόβιεφ αλλά όλοι οι µπολσεβίκοι ηγέτες και πριν απ’ όλους ο Λένιν. Αλλά η στάση τους ήταν διαφορετική σε σχέση µε εκείνη του Ζηνόβιεφ. Ο Λένιν, ο Στάλιν και όλοι όσοι τους ακολουθούσαν µε συνέπεια, παίρνοντας υπόψη τους αυτή τη δυνατότητα έπεφταν στη δουλειά για να την αποτρέψουν, ενώ ο Ζηνόβιεφ σύσταινε να τη δεχτούν τη δυνατότητα αυτή σα βεβαιότητα και να βαρέσουν υποχώρηση σ’ όλη τη γραµµή. Δηλαδή, µπροστά στον κίνδυνο να αναπηδήσουν τα αστικά στοιχεία, τα παλιά και τα νέα, και να αρπάξουν την εξουσία από τα µέσα, θάπρεπε να προλάβουν να δώσουν οι µπολσεβίκοι την εξουσία στα στοιχεία αυτά και να υποταχθούν στις απαιτήσεις του διεθνούς ιµπεριαλισµού.

 

Αλλά ήταν αναπόφευκτη η πορεία προς την επικράτηση του ρεβιζιονισµού στη Σοβιετική Ένωση; Και όλο το σοβιετικό πείραµα ήταν µια δεύτερη “έφοδος προς τον ουρανό” όπως εκείνο της Κοµµούνας του Παρισιού; Κι αν ακόµα είχαν έτσι τα πράγµατα, δεν θα ήταν τίποτα το παράλογο και το αποθαρρυντικό για την υπόθεση της παγκόσµιας επανάστασης. Κι αν ακόµα ο Λένιν διέπραττε το λάθος που του αποδίδουν δεξιοί οπορτουνιστές και “αριστεροί” φωστήρες, το “λάθος” δηλαδή του “άλµατος προς το κενό” του Οχτώβρη, γιατί από κει και πέρα η πορεία του µαρτυρίου και της δόξας είχε χαραχτεί, δεν θα έπρεπε κατά τίποτα να βγάλουµε συµπεράσµατα σαν κι αυτά που βγάζουν οι ρεβιζιονιστές και οι άλλοι “µετανοηµένοι” πρώην κοµµουνιστές.

 

Η ιστορία δεν προχωρεί πάνω σε δρόµους στρωµένους από ρόδα, αλλά σε δρόµους στρωµένους µε αγκάθια και αίµα και δάκρυα.

 

Αλλά “η προλεταριακή σκέψη δεν µοιάζει µε τη “θετικιστική σκέψη”». Η θετικιστική σκέψη των αναθεωρητών κλπ βλέπει τούτο το δρόµο και σ’ αυτό συνενώνεται ευτελώς µε τους “επαναστάτες”: Κατάληψη της εξουσίας στη Ρωσία – Αντεπανάσταση – Επέµβαση των ιµπεριαλιστών – Εσωτερικός αγώνας – Εκβιοµηχάνιση – Πόλεµος – Νίκη, νίκη αλλά και νίκη του ρεβιζιονισµού = Ήττα κλπ: άρα “λάθος” στο ξεκίνηµα. Λαθεµένος ο δρόµος.

 

Η προλεταριακή σκέψη προσδίνει άλλο περιεχόµενο στο σχήµα αυτό και δεν βλέπει “τέρµα” εκεί που βλέπουν οι θετικιστές. Γιατί η διαλεχτική σκέψη δεν βλέπει πουθενά τέρµα. Η προλεταριακή σκέψη βλέπει δύο πράγµατα: Πρώτο, ένα τέτοιο “λάθος” του Λένιν µετέτρεψε σε µισό αιώνα τη µορφή του κόσµου (εκτός αν αυτό το αµφισβητούν οι οµογάλακτοι ανοιχτοί αντιλενινιστές) και µε “λάθη” δεν µεταµορφώνεται ο κόσµος. Και δεύτερο, ο καθένας που έχει µελετήσει την ιστορία ξέρει πως η γραµµή εξέλιξης δεν είναι ποτέ ευθύγραµµη. Ακόµα οι άνθρωποι που θεωρούν πως ο Μαρξ δεν έχει “ξεπεραστεί” δεν ξεχνούν τη θεµελιακή διαφορά που υπογράµµιζε πως υπάρχει ανάµεσα στις αστικές και προλεταριακές επαναστάσεις. Οι πρώτες ξεκινάνε να αντικαταστήσουν µια µορφή εκµετάλλευσης µε µια άλλη, οι δεύτερες να καταργήσουν κάθε µορφή εκµετάλλευσης. Και η εκµετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο δεν χρονολογείται από τότε που η αστική τάξη κατάχτησε την εξουσία αλλά από χιλιάδες χρόνια… Το να γκρεµίσεις χιλιόχρονες παραδόσεις και συνήθειες, να αλλάξεις νοοτροπίες και ήθη χιλιετηρίδων δεν είναι “τόσο εύκολο”… Και ούτε είναι έργο µιας γενιάς… όπως λέει ο Μάο Τσε Τουνγκ.

 

Έτσι, το πρόβληµα για µας µπαίνει αλλιώτικα: Πιστεύουµε πως ο δρόµος του Οχτώβρη ήταν ο ιστορικά αναγκαίος δρόµος που έπρεπε να πάρει το επαναστατικό προλεταριακό κίνηµα. Ο δρόµος αυτός αποδείχτηκε πως είναι σωστός από όλη την ιστορική εξέλιξη. Η εγκαθίδρυση της διχτατορίας του προλεταριάτου, η σοβιετική εξουσία, η εκβιοµηχάνιση και η κολλεχτιβοποίηση, ορθές και αναγκαίες συνέπειες του δρόµου αυτού. Αλλά, όταν έγινε το άλµα στην περίοδο της δηµιουργίας του σοσιαλιστικού στρατοπέδου, το παγκόσµιο κοµµουνιστικό κίνηµα δεν µπόρεσε να λύσει µε επιτυχία τα νέα προβλήµατα που ή νέα κατάσταση έθετε µπροστά του. Για να µιλήσουµε µε µια αγαπηµένη έκφραση του Στάλιν: «Η προώθηση, η προέλαση ήταν τόσο θυελλώδικη που οι δυνάµεις δεν µπόρεσαν να τροφοδοτούνται κανονικά. Οι δρόµοι επικοινωνίας δεν φυλάχτηκαν και µπόρεσαν οι εχθρικές δυνάµεις να εισχωρήσουν στα “µετόπισθεν””. Πιστεύουµε πως τα λάθη και οι αδυναµίες στο διάστηµα της οικοδόµησης του σοσιαλισµού στην ΕΣΣΔ δεν ήταν σε θέση να οδηγήσουν στο πάρσιµο της εξουσίας στη Σ. Ένωση από τα προνοµιούχα στοιχεία, στις συνθήκες που η ΕΣΣΔ ήταν η µόνη σοσιαλιστική χώρα. Έπρεπε να δηµιουργηθεί µια άλλη κατάσταση, που η δράση τους θα ευκολυνόταν από την επέκταση του χώρου επιρροής του σοσιαλισµού και από την εισροή ολόκληρης ανθρωποθάλασσας στη ζώνη του σοσιαλισµού, ανθρωποθάλασσας ορµητικής, αποφασιστικής, αλλά φρέσκιας και κατά συνέπεια άπειρης που σ’ αυτήν στην κραυγή “Ζήτω το Κόµµα – Ζήτω ο Στάλιν” κλείνονταν σε πολλές .στις περισσότερες.περιπτώσεις όλη η έννοια της κοµµουνιστικής ιδεολογίας. Έπρεπε κατά συνέπεια να αναπτυχθούν εθνικιστικές παρεκκλίσεις και εθνικοί εγωισµοί, αναπόφευκτη συνέπεια των πλατιών αντιφασιστικών συνασπισµών, να δηµιουργηθούν περίπλοκα προβλήµατα σχέσεων ανάµεσα στα διάφορα τµήµατα του παγκόσµιου κοµµουνιστικού κινήµατος, για να µπορέσουν να µανουβράρουν επιδέξια οι διάφορες εστίες του ρεβιζιονισµού και να µπορούν να ελιχθούν δηµιουργώντας τις πιο απίθανες και ετερόκλητες συµµαχίες.

 

Ο Στάλιν, ενώ έριξε το βάρος στη σταθεροποίηση από πολιτική πλευρά των γραµµών του σοσιαλισµού, υποτίµησε τη θεωρητική-ιδεολογική πλευρά της σταθεροποίησης των γραµµών του σοσιαλισµού. Πχ πολύ αργά, µόλις το 1952, έθεσε το ζήτηµα της “αποστρατιωτικοποίησης” του ΚΚΣΕ, δηλαδή το να πάψει να λειτουργεί σα στρατιωτικός οργανισµός όπως στην περίοδο του πολέµου. Πολύ αργά καταπιάστηκε, µόλις το 1952, µε το φώτισµα των διάφορων προβληµάτων που έθετε η οικονοµία του σοσιαλισµού. Η ρύθµιση των σχέσεων ανάµεσα στα διάφορα τµήµατα του κοµµουνιστικού κινήµατος γινόταν µε άταχτο και γι’ αυτό πληµµελή τρόπο. Υπήρξαν κατά συνέπεια περιπτώσεις -στην πράξη- ευνοϊκής και δυσµενούς µεταχείρισης. Οι ίντριγκες διαφόρων παραγόντων στη βάση της νέας κατάστασης διευκολύνονταν και κατά συνέπεια και η παρέµβαση αντεπανασταστικών παραγόντων. Πχ η ευµενής µέχρι σκανδάλου στάση του ΚΚΣΕ απέναντι στον Τίτο, τον διευκόλυνε στη σύναψη δεσµών µε τον ιµπεριαλισµό και την ίδια στιγµή που είχε ξαπλώσει τη σωβινιστική του επίθεση στα Βαλκάνια, το Βελιγράδι γίνεται έδρα της Κοµινφόρµ.

 

Ο τρόπος και ο ρυθµός διόρθωσης λαθών, παρεκκλίσεων κλπ στον ιδεολογικό τοµέα ήταν ανεπαρκής. Γινόταν από τα πάνω και δεν επιδιωκόταν η ανοιχτή ιδεολογική πάλη. Ο πραχτικισµός και ο εµπειρισµός κατά συνέπεια ήταν το βασικό στοιχείο των µεσαίων και σε πολλές περιπτώσεις των ανώτερων στελεχών. Η ανανέωση των στελεχών δεν γινόταν φυσιολογικά. Έτσι οι προσπάθειες που έγιναν σε πολλά τµήµατα του κοµµουνιστικού κινήµατος για τη βελτίωση της ιδεολογικής και κοινωνικής βάσης έγινε µε γραφειοκρατικό τρόπο.

 

Ηταν πραχτικά δυνατά όλ’ αυτά στις δοσµένες τότε συνθήκες; Ηταν, αν αποφάσιζε το κοµµουνιστικό κίνηµα να χάσει άλλα ωφελήµατα που τότε κέρδιζε, για χάρη µακροπρόθεσµων και ζωτικά αναγκαίων γι’ αυτό στόχων. Το κοµµουνιστικό κίνηµα στον θεωρητικό, ιδεολογικό και οργανωτικό τοµέα έπρεπε να βρει την ανταπόκριση του µε τις απαιτήσεις που γεννούσε η ορµητική και αλµατώδικη ανάπτυξη του.

 

 

β) Το Κόµµα των Μπολσεβίκων και οι µάζες.

 

Υπάρχουν τρεις αποχρώσεις στην καταδίκη του Μπολσεβίκικου Κόµµατος και των οργανωτικών του αρχών. Μια απερίφραστη καταδίκη (ιταλοί, τσέχοι, ισπανοί κ.ά. ρεβιζιονιστές), µια όχι τόσο απερίφραστη (λόγω τοπικών αναγκών) των γάλλων ρεβιζιονιστών και φυσικά των σοβιετικών, γκοµουλκικών κλπ και µια απερίφραστη αλλά από “επαναστατική” πλευρά από µέρους των καστρικών κ.ά. συνεργαζόµενων και αλληλοτρωγόµενων “επαναστατών”. Κοινή βάση όλων αυτών των θέσεων ο αστικός ατοµικισµός. Η καταπίεση του ατόµου κάτω από την πειθαρχία, η “αλλοτρίωση” της προσωπικότητας, η τυραννία των στελεχών, ο γραφειοκρατισµός.

 

Οι τελευταίοι µάλιστα χρησιµοποιούν έντονα το επίθετο “επαγγελµατισµός” για να δυσφηµίσουν, όπως νοµίζουν, τις µπολσεβίκες οργανωτικές αρχές. Υποστηρίζουν όλοι µαζί µε αποχρώσεις βέβαια, πως από την αρχή το Μπολσεβίκικο Κόµµα ήταν ένας γραφειοκρατικός µηχανισµός, ξεκοµµένος από τις µάζες και ανίκανος να ακούσει τη φωνή των µαζών. Οι απόψεις των ρεβιζιονιστών δεν κρύβονται πια, το µόνο πάνω στο οποίο σπεκουλάρουν όλοι είναι ότι το κόµµα αυτό διέπραξε φοβερά εγκλήµατα κι έτσι ο κ. Αραγκόν θρηνεί τη “χαµένη του ελπίδα”.

 

Χωρίς να υστερούν στην εκµετάλλευση αυτού του αβανταδόρικου ζητήµατος οι “σκληροί” αριστεροί προσθέτουν τα βαρύγδουπα επιχειρήµατα τους: Ο µπολσεβικισµός χρεωκόπησε την εποµένη της Οχτωβριανής Επανάστασης, το κόµµα γραφειοκρατικοποιήθηκε και βαθµιαία αστικοποιήθηκε, έτσι φυσιολογικός ηγέτης του έπρεπε να είναι ο Στάλιν. Ο Λένιν το είδε αυτό πριν πεθάνει και έκανε µια προσπάθεια να το γιατρέψει από την “αρρώστια” του αλλά απέτυχε (αναφορά στον Τρότσκι και στους µενσεβίκους της εποχής κτλ κτλ). Σε συνέχεια η “µπολσεβικοποίηση”, η καµπάνια για την µπολσεβικοποίηση της ΚΔ ήταν η καµπάνια για το διώξιµο των ζωντανών στοιχείων των ΚΚ και η στελέχωση τους µε υπαλλήλους του σταλινικού µηχανισµού.

 

Σήµερα τι χρειάζεται; Μην περιµένετε καθαρή απάντηση στο ερώτηµα αυτό, γιατί δεν υπάρχει. “Προβληµατίζονται”. Μερικές φορές οµολογούν: Να, σαν το κόµµα της Κούβας. Ποιο κόµµα της Κούβας: Αυτό που υπήρχε πριν ο Κάστρο δηλώσει κοµµουνιστής; Ή εκείνο που έγινε µετά;

 

Αλλά ας τους αφήσουµε. Κι ας έρθουµε σε µερικά ουσιαστικά σηµεία που αγγίζει ή κριτική και αυτών και των άλλων αντιλενινιστικών κριτικών. Το λενινιστικό κόµµα σφυρηλατήθηκε µε βάση τις λενινιστικές οργανωτικές αρχές, άντεξε στη δοκιµασία και αυτό το έδειξε µε τη νικηφόρα κατάληψη της εξουσίας στη Ρωσία, µε την απόκρουση της αντεπανάστασης, διεθνούς και εσωτερικής, και µε τη σταθεροποίηση της εξουσίας των Σοβιέτ. Από κει και πέρα µπαίνουµε στην περίοδο της γραφειοκρατικοποίησης κλπ. Σε όλη την περίοδο από το 1923 (πριν πεθάνει ο Λένιν) µέχρι το 1929, σε περίοδο που σοβαρά προβλήµατα αντιµετώπιζε η χώρα των Σοβιέτ, το Κόµµα βρισκόταν στην ουσία σε µια διαρκή ιδεολογική πάλη. Κανένας εκπρόσωπος των διαδοχικών αντιπολιτεύσεων δεν διατύπωσε (τότε) παράπονα πως η συζήτηση αυτή δεν διεξάχθηκε µε τον πιο πλατύ δηµοκρατικό τρόπο. Ο “επαναστάτης” Τρότσκι λχ, αφού εξαπέλυσε φιλιππικους στις συνοικίες και στις σχολές της Μόσχας χωρίς την έγκριση του ΠΓ του οποίου ήταν µέλος την περίοδο 1923-25, χειροκροτιόταν άνετα από τους “νέπµαν” και τους άλλους παλιούς και νέους αστούς που υποτίθεται πως καταπολεµούσε στους φιλιππικούς του. (Αυτό το ανάφερνε κι ο ίδιος). Στο ίδιο διάστηµα οι κανόνες εισδοχής των νέων µελών στο Κόµµα εφαρµόζονται µε τη συµµετοχή και των εξωκοµµατικών που σε χωριστές συνελεύσεις διατύπωναν την άποψη τους για το αν ο α’ ή ο β’ ήταν άξιος να γίνει µέλος του Κόµµατος. Τα Σοβιέτ λειτουργούσαν µε πλατιά συµµετοχή των µαζών όπου συχνά η αντιπολίτευση έµπαζε για συζήτηση τα θέµατα που ήθελε. Στις δοσµένες συνθήκες που επικρατούσαν στην ΕΣΣΔ, µε το δοσµένο επίπεδο διαπαιδαγώγησης των µαζών και το δοσµένο πολιτιστικό επίπεδο, η τέτια λειτουργία της δηµοκρατίας δεν άξιζε πραγµατικά τον τίτλο της “µοναδικής αληθινής δηµοκρατίας”!

 

Μετά το 1929, το Κόµµα, οι µάζες είχαν κουραστεί, απηυδήσει και εξεγερθεί µ’ αυτή την αδιάκοπη συζήτηση τη στιγµή που επείγοντα προβλήµατα στέκονταν µπροστά τους. Πώς αλλιώς µπορεί να εξηγηθεί η κατακόρυφη πτώση των ηγετών της αντιπολίτευσης σε επιρροή όχι µονάχα µέσα στο Κόµµα αλλά κι έξω απ’ αυτό; Η βάση του Κόµµατος απαιτούσε να παρθούν µέτρα. Και πάρθηκαν µέτρα ιδιαίτερα ύστερα από την ανοιχτή, εχθρική, υπονοµευτική δραστηριότητα της αντιπολίτευσης. Ηταν γραφειοκρατική εκδήλωση η λήψη µέτρων; Τα µέτρα αυτά δεν φιγουράρουν στον κατάλογο των “σταλινικών εγκληµάτων”. Γιατί αν φιγούραραν θα κοινοποιούνταν πολύ ευχάριστα πράγµατα για µερικούς “µετανοηµένους” της εποχής, πατέρες του σύγχρονου ρεβιζιονισµού.

 

Παρακάτω. Περνάµε στην ακόλουθη περίοδο. Είναι η περίοδος των Πεντάχρονων. Τι ατµόσφαιρα επικρατούσε τότε στην ΕΣΣΔ θα την αντιληφθούµε αν ανοίξουµε οποιαδήποτε αστική εφηµερίδα της εποχής. Το Μπολσεβίκικο Κόµµα πέρασε µια άλλη δοκιµασία. Και παρά τις ελλείψεις, τα λάθη και τις υπερβολές που έχουν υπογραµµιστεί από τους επαναστάτες της Σ. Ένωσης, µόνο η στενή σύνδεση τους µε τις µάζες µπόρεσε να του επιτρέψει να τα βγάλει πέρα νικηφόρα. Ακριβώς ο θρίαµβος αυτός επαναφέρει πολλούς αντιπολιτευόµενους στο κόµµα, άλλοι γιατί ειλικρινά συνεπάρθηκαν από το µεγαλείο των καθηκόντων που αναλάµβανε το Κόµµα, άλλοι και από καιροσκοπισµό. Ακριβώς αυτή η λαϊκή ανάταση γύρω από το κόµµα αντανακλάται και στην απόφαση για την κατάρτιση του σοβιετικού Συντάγµατος. Σειρά από εξέχοντες παράγοντες της αντιπολίτευσης όπως οι Μπουχάριν, Κάµενεφ, Ράντεκ, Πιατακώφ κ.ά. τοποθετούνται σε υπεύθυνες θέσεις. Αλλά έρχονται δύο σηµαντικά γεγονότα: Πρώτα-πρώτα σκοτεινιάζει ο διεθνής ορίζοντας.

 

Δεύτερο, όχι άσχετα µ’ αυτό, αναδιοργανώνεται η αντιπολίτευση σε άλλη βάση τώρα. Το πρώτο γεγονός δεν µπορεί να το αρνηθεί κανένας. Εκτός αν πιστέψουµε τους κ. Χρουστσώφ και Σία πως ήταν αδικαιολόγητη η δυσπιστία του Στάλιν πως οι δυτικοί ιµπεριαλιστές ήθελαν να ρίξουν τη Σοβιετική Ένωση να “βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά”, ισχυρισµό που οι Χρουστσώφ και Σία δεν τόλµησαν να τον προβάλουν παρά µόνο µέσω των κειµένων που δηµοσιεύτηκαν “ευγενεί µερίµνη” του Στέιτ Ντιπάρτµεντ. Όσο για την αντιπολίτευση, όταν ο Μπουχάριν ταξιδεύει στην Ευρώπη και έρχεται σε επαφή µε µενσεβίκους αντεπαναστάτες (Νταν πχ) χωρίς εντολές της σοβιετικής ηγεσίας, όταν ο Τουχατσέφσκυ αποκαθιστά επαφές µε τον προηγούµενο και µε τον Κάµενεφ -που µ’ αυτούς δεν χωνεύονταν πριν γιατί αυτοί τον θεωρούσαν σταλινικό- όταν δολοφονείται ο Κίρωφ από ανώτερο στέλεχος της Κοµσοµόλ κλπ, γεγονότα που δεν αναφέρθηκαν µονάχα στις δίκες της Μόσχας, αλλά και στη διάρκεια της “αποσταλινοποίησης” προσπαθώντας να τα παρουσιάσουν σαν “αθώα” δραστηριότητα, δεν θεωρούν πως πρέπει να είναι αφελείς όσοι καλούνται να πιστέψουν πως στη Σ. Ένωση, την εποχή του 1930-38, σε συνθήκες ολοκληρωτικής καπιταλιστικής περικύκλωσης, η αντίδραση δεν θα χρησιµοποιούσε φιλοδοξίες, προσωπικές πικρίες ή ακόµα και καλόπιστους “αντισταλινικούς” για να απαλλαγεί από µια ηγεσία στην αρχή και από ένα καθεστώς σε συνεχεία που της δηλητηρίαζε τον ύπνο;

 

Είναι γεγονός πως µέσα στους ανθρώπους που δικάστηκαν στις ανοιχτές δίκες υπήρχαν και αθώοι. Όµως όλοι αυτοί, µπολσεβίκοι που πέρασαν από φωτιά κι από σίδερο την εποχή του τσαρισµού, θα “έσπαγαν” µπροστά στη βία ώστε να δεχτούν όλοι να οµολογήσουν; Ούτε ένας δεν ήταν λοιπόν παλληκάρι; Ακόµα, οι κ.κ. αυτοί µε τον τρόπο αυτό αφαιρούν κάθε αληθοφάνεια από την εκστρατεία τους. Γι’ αυτό οι πλατιές µάζες δεν τους πίστεψαν και δεν τους πιστεύουν. Ο Στάλιν, ο διχτάτορας, όπως θέλετε, ήταν ηλίθιος; Έπεσε θύµα, λένε, του Μπενες. (Ο Μπένες που τον ανέβασαν στα ουράνια µετά το 20ο συνέδριο σαν µεγάλο δηµοκράτη και σοσιαλιστή µετατρέπεται εδώ σε πρακτοράκο της Γκεστάπο και την ίδια στιγµή δοξάζουν τη Σοβιετική Κατασκοπεία που αλώνιζε τη χιτλερική Γερµανία)! Πέρα απ’ αυτό, ένα χαρτί που του πάσαρε ο Μπένες, αυτός ο δύσπιστος, ο γεωργιανός το κατάπιε; Αλλά µονό άνθρωποι µε διανοουµενίστικη αστάθεια ή κακοήθεια θα µπορούσαν να ισχυριστούν υστέρα από “όσα βλέπουν τα µάτια µας” όπως λέει ο λαός µας, πως στην εποχή της πιο ασφυκτικής περικύκλωσης της ΕΣΣΔ οι ανοιχτοί και σκεπασµένοι εχθροί θα καθόντουσαν µε σταυρωµένα τα χέρια.

 

Τι ήταν εκείνο που καθόρισε την απαράδεκτη έκταση της καταστολής που διενεργήθηκε µετά το 1936; Ένα βασικό γεγονός για την εποχή εκείνη. Η ανάθεση της σοβαρής αυτής υπόθεσης στα Όργανα Ασφαλείας, που µεταβλήθηκαν σε υπερκόµµα σε σηµείο να χρειαστεί όπως τονίζουν οι ρώσοι επαναστάτες να σταλούν οι επικεφαλής τους στο απόσπασµα για τον τρόπο που διεξήγαγαν την υπόθεση. Ο Στάλιν και όλη η σοβιετική ηγεσία διέπραξαν ένα σοβαρό λάθος γιατί πίστεψαν πως έπρεπε να ενεργήσουν όπως στην Επανάσταση του Οχτώβρη που η Τσεκά τάβγαλε πέρα µ’ αυτή την υπόθεση µε τιµηµένο τρόπο. Αλλά τώρα οι συνθήκες είναι αλλιώτικες. Τώρα πια υπήρχε εξουσία σταθεροποιηµένη.

 

Υπήρχαν ισχυρές µαζικές οργανώσεις, Σοβιέτ κλπ. Η κινητοποίηση των µαζών θα επέτρεπε -κάτω από τον έλεγχο του Κόµµατος- και να µειωθούν οι περιπτώσεις λαθών αλλά και να µην ξεφύγουν ένοχοι που ξέφυγαν και όχι λίγοι…

 

Από τι καθορίστηκε το λάθος αυτό του Στάλιν; Από ένα γενικότερο λάθος. Από την αντίληψη του πως έπρεπε πια µπροστά στον εξωτερικό κίνδυνο να φυσήξει πολεµικός άνεµος στη χώρα και όλες οι κοµµατικές οργανώσεις, οι µαζικές οργανώσεις να στρατιωτικοποιηθουν. Η αντίληψη αυτή δεν ήταν λάθος. Το λάθος βρίσκεται στο ότι δεν είδε, δεν µπόρεσε να δει ότι έπρεπε η στρατιωτικοποίηση αυτή να γινόταν βαθµιαία, και πως όχι δεν έπρεπε αλλά αντίθετα επιβαλλόταν η δραστηριοποίηση του λαϊκού παράγοντα για την επιτυχία του σκοπού αυτού. Μοιραία από χρόνια η δουλειά συγκεντρωνόταν όλο και σε λιγότερα χέρια. Από την άλλη ο έλεγχος παύει να είναι αποτελεσµατικός άµα δεν ελέγχεται ο κοµµατικός έλεγχος από το λαϊκό παράγοντα. Έτσι το Μπολσεβίκικο Κόµµα εφάρµοσε το συγκεντρωτισµό. Έπρεπε να τον εφαρµόσει αλλά όχι µε µονόπλευρο τρόπο. Εδώ θάπρεπε να προσθέσουµε πως το λάθος αυτό είχε µια γνωσιοθεωρητική βάση που θα την εξετάσουµε αλλού. Απ’ αυτό όµως βγαίνει πως το Μπολσεβίκικο Κόµµα είχε γραφειοκρατικοποιηθεί από τα πάνω µέχρι κάτω; Όχι! Γιατί αν είχε συµβεί αυτό, τη στιγµή της άλλης µεγάλης δοκιµασίας θα είχε σταθεί ανίκανο να εµπνεύσει το σοβιετικό λαό στον αγώνα, ούτε θα πλήρωνε το ίδιο το Κόµµα τέτιο βαρύ φόρο αίµατος στον αγώνα αυτόν. Όµως είχαν δηµιουργηθεί εστίες µέσα στο κόµµα από αριβίστες-γραφειοκρατες και διπρόσωπους που εκµεταλλεύονταν την παρατεταµένη στρατιωτικοποίηοη για να κρύβονται, να δυναµώνουν και να προωθούνται και οι οποίοι ανάλογα µε τις συνθηκες θα ελίσσονταν. Έτσι στη διάρκεια του πολέµου αποκαλύφθηκαν τέτιες εστίες που µάλιστα διαλύθηκαν. Αλλά τέτια περιστατικά έκαναν πιο προσεχτικούς τους “υπόλοιπους”…

 

Μετά το τέλος του πολέµου µια καινούργια κατάσταση είχε δηµιουργηθεί. Ερείπια, εκατόµβες, καταστροφές… Οξύτατα καθήκοντα αλλά και µεγαλιώδικες νίκες. Το Κόµµα έπρεπε να αναλάβει να οδηγήσει την εργατική τάξη και την αγροτιά, τον εργαζόµενο λαό στην ανοικοδόµηση αλλά και να λύσει µε επιτυχία τα νέα προβλήµατα που έµπαιναν µπροστά του σ’ όλους τους τοµείς. Η νίκη συνένωσε το λαό γύρω από το Κόµµα. Αλλά αρκούσε αυτό; Για τη σοβιετική ηγεσία στην πράξη φάνηκε πως αυτό έφτανε. Έτσι το αρχικό λάθος διαιωνίζεται.

 

Και οι συνέπειες του θα είναι τώρα πια ολέθριες, θα φανεί αυτό ολοκάθαρα µόλις το φέρετρο του Στάλιν θα κατατεθεί στο µαυσωλείο… Οι διπρόσωποι, οι καριερίστες, οι αριβίστες στο Κόµµα, συνενωµένοι µε τους γραφειοκράτες και τους σπεκουλάντες θα εφορµήσουν. Και οι συνέπειες θα είναι ολέθριες για το σοβιετικό λαό και φυσικά όχι µονάχα για το σοβιετικό λαό. Αυτή είναι η άποψη µας για το πρόβληµα αυτό.

 

Ένα κόµµα που µόλις είχε προλάβει να δείξει τη δυνατότητα του να εµπνέει και να καθοδηγεί, να “µετακινεί βουνά” χάρη στη σύνδεση του µε τις µάζες, εκπορθηθηκε γιατί δεν εφαρµόστηκαν αποφασιστικά και ως το τέλος οι αρχές του και γιατί ακριβώς σε µια ορισµένη συγκυρία το γεγονός αυτό µαζί µε άλλα, συνετέλεσε να καταστεί το λάθος αυτό µοιραίο.

 

Για τους ρεβιζιονιστές η σταλινική εποχή είναι εποχή προσωπολατρείας που έπνιξε και στέγνωσε κάθε βαθιά θεωρητική προσπάθεια, µε ανάλογες επιπτώσεις σ’ όλους τους τοµείς του εποικοδοµήµατος. Οι “τολµηροί” πολυκεντριστές µιλάνε για πενήντα χρόνια οπισθοχώρησης της µαρξιστικής σκέψης. Εποµένως η αφετηρία του κακού ήταν το “λάθος” του Οχτώβρή. Για τους άλλους, τους “επαναστατικούς”, από τον Οχτώβρη εγκαινιάζεται και βαθαίνει ο εκφυλισµός του µαρξισµού σε µια “ιδιάζουσα ιδεολογία που αντανακλά την καθυστερηµένη Ρωσία και που στην πορεία της εκβιοµηχάνισης αντανακλά τον αυξανόµενο αστικό εθνικισµό της”. Οι πρώτοι µιλάνε για “δογµατισµό” σα χαρακτηριστικό στοιχείο της περιόδου αυτής, οι άλλοι για µια συνένωση του µαρξισµού µε έναν αστικό ριζοσπαστισµό. Εδώ πρέπει να τεθούν δυο ζητήµατα: Το πρώτο, η οικοδόµηση του σοσιαλισµού σε µια µόνη χώρα, ήταν ένα γεγονός που αντικειµενικά γεννούσε την ανάγκη από τη µια να επιβεβαιωθεί αυτή η δυνατότητα, πράγµα που σήµαινε τη θεωρητική επεξεργασία του ζητήµατος. Δεύτερο, τα θεωρητικά προβλήµατα γινόντουσαν πιο πολύπλοκα από το γεγονός πως ο σοσιαλισµός θα οικοδοµούνταν σε µια καθυστερηµένη χώρα. Επανερχόµαστε λοιπόν στο “λάθος”. Ή αποτελούσε λάθος η άποψη του Λένιν οπότε περιττεύει ο τέτιος τρόπος τοποθέτησης του ζητήµατος ή δεν αποτελούσε λάθος οπότε ο τέτιος τρόπος τοποθέτησης ισχύει πέρα για πέρα. Φυσικά, για µας το ζήτηµα έχει λυθεί. Για τους άλλους έχει “λυθεί” αλλά µε το γνωστό τρόπο. Δηλαδή για τους τολιαττικούς θα µπορούσε να “οικοδοµηθεί” ένας σοσιαλισµός άλλος. Αλά Σουηδία να πούµε. Μια προέκταση του καθεστώτος που εγκαθιδρύθηκε µε την Επανάσταση του Φλεβάρη. Το αν ακόµα κι ένα τέτιο καθεστώς θα µπορούσε να ζήσει στη Ρωσία αυτό το έχει δείξει ο ίδιος ο Λένιν όταν έλεγε: “Η το προλεταριάτο θα πάρει την εξουσία ή πάµε προς την καταστροφή”. Αλλά για τους πολυκεντριστές που γοητεύονται από το Σύνταγµα τους και πιστεύουν ότι έτσι τα πράγµατα είναι ωραιότερα, τα λόγια του Λένιν είναι κουραφέξαλα. Αλλά υπάρχουν οι “επαναστάτες” µας. Αυτοί παραπαίουν σε δυο “θέσεις”. Η έπρεπε οι µπολσεβίκοι να εισβάλουν στις άλλες χώρες και να έχουµε έτσι µια εκτεταµένη επαναστατική ζώνη από τότε ή έπρεπε να αναβληθεί η εκβιοµηχάνιση και η κολλεχτιβοποίηση και να δοθεί η προσοχή στη σφυρηλάτηση επαναστατικού πνεύµατος πριν επιχειρηθούν τέτια καθήκοντα. Επειδή και οι δύο αυτές απόψεις είναι ολοφάνερα ανόητες δεν αξίζει τον κόπο να ασχοληθούµε µ’ αυτές.

 

Έχουµε λοιπόν δύο πράγµατα κατά συνέπεια: δογµατισµός-προσωπολατρεία, γιατί χτίστηκε ο σοσιαλισµός. Εθνικισµός-αστικός ριζοσπαστισµός, γιατί χτίστηκε σε µια χώρα ο σοσιαλισµός. Συµπέρασµα: Δεν έπρεπε και για τους δυο να χτιστεί ο σοσιαλισµός σε µια µονάχα χώρα.

 

Για µας, τους µαρξιστές-λενινιστές, το πράγµα είναι καθαρό: Οι µπολσεβίκοι πήγαν στην Οχτωβριανή Επανάσταση µε βάση τη θέση του Λένιν πως είναι δυνατό να χτιστεί ο σοσιαλισµός και σε µια ξεχωριστά παρµένη χώρα. Σήµαινε αυτό πως υπήρχαν δύο δυνατότητες: ή να νικήσει Επανάσταση και σε άλλες χώρες ή να νικήσει µονάχα στη Ρωσία. Το ζήτηµα αυτό λύθηκε σε λίγα χρόνια. Φάνηκε καθαρά πως έπρεπε να πάρουν υπόψη τους τη δεύτερη δυνατότητα. Αλλά τα στελέχη της αντιπολίτευσης δεν µπορούσαν να δεχτούν µια τέτια δυνατότητα. Είχαν βαθιά την πεποίθηση πως µόνη της η Ρωσία δεν µπορούσε να κάνει τίποτα. Αυτό είναι πέρα για πέρα καθαρό. (Μάλιστα οι φωστήρες εξαίρουν την οξυδέρκεια τους αυτή). Το γεγονός αυτό, ότι δηλαδή ο σοσιαλισµός θα οικοδοµιόταν σε µια µόνη χωρά, έθετε τα ακολουθα προβλήµατα:

 

α) Να ξεπεράσει την οικονοµική της καθυστέρηση η χώρα µε κάθε θυσία: δύο αντίθετοι πόλοι διαγράφονταν έτσι, να γίνει ισχυρή βάση της Επανάστασης ή µια προηγµένη οικονοµικά χώρα.

 

β) Να συνδυάσει τον προλεταριακό διεθνισµό µε τον υγιή σοβιετικό πατριωτισµό. Αλλιώτικα θα έπεφτε στον εθνικισµό µε όλες τις συνέπειες.

 

γ) Να αναπτύξει µια εξωτερική πολιτική που στην ουσία θα είναι η διεθνής πολιτική του προλεταριάτου ή µια εξωτερική πολιτική µιας χώρας που υπερασπίζει µόνο τα δικά της συµφέροντα.

 

δ) Να αναπτύξει το µαρξισµό-λενινισµό σαν ιδεολογία διεθνή και “εθνική”: να αξιοποιήσει τις προοδευτικές παραδόσεις της ρώσικης κουλτούρας ή να υποκαταστήσει το µαρξισµό µε την αστικοδηµοκρατική ιδεολογία, που ας σηµειωθεί είχε επαναστατικές παραδόσεις.

 

ε) Να δηµιουργήσει ένα στρατό όργανο του διεθνούς προλεταριάτου ή έναν εθνικό στρατό κληρονόµο των γνωστών εθνικών παραδόσεων.

 

στ) Να παίξει το ρόλο οδηγού του διεθνούς προλεταριάτου σαν το πιο έµπειρο τµήµα ή να προσαρτήσει στα ειδικά ιδιαίτερα συµφέροντα της τη δράση του διεθνούς προλεταριάτου.

 

ζ) Οι συµφωνίες κλπ µε τις ιµπεριαλιστικές και καπιταλιστικές χώρες θα γίνονται προς το συµφέρον του διεθνούς προλεταριάτου ή προς το συµφέρον της δικής “τους” ξεχωριστής χώρας.

 

Αυτές είναι λίγες και όχι όλες οι πλευρές που έθετε η οικοδόµηση του σοσιαλισµού σε µια µόνη χώρα. Οι δυσκολίες είναι φανερές. Τα στραβοπατήµατα πολύ εύκολα. Η πολυπλοκότητα του καθήκοντος µαζί µε τις ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούσαν στον κόσµο και στη Ρωσία δείχνουν πως το Μπολσεβίκικο Κόµµα έπρεπε να προχωρήσει στις συνθήκες αυτές σ’ έναν ανεξερεύνητο δρόµο.

 

Ο δρόµος αυτός ανοίχτηκε µε επιτυχία. Στην πορεία υπήρξαν λοξοδροµίσµατα προς τη µια ή την άλλη κατεύθυνση. Κι αν ο δρόµος αυτός στη Ρωσία κλείστηκε για την ώρα και σηµειώθηκε οπισθοχώρηση, ο δρόµος αυτός, η πορεία που διανύθηκε, χρησίµευσε και χρησιµεύει και θα χρησιµεύσει σαν παράδειγµα για τους άλλους λαούς µε τα θετικά του πρώτα, αλλά και κατά δεύτερο λόγο µε τα αρνητικά του. Χωρίς την πορεία του Μπολσεβίκικου Κόµµατος δεν θα µπορούσαν να υπάρξουν οι προοπτικές που υπάρχουν σήµερα για την απολύτρωση των καταπιεζόµενων λαών και εθνών. Αλλά ποιος ξέρει; Η “ιστορία είναι τόσο πονηρή” έλεγε ο Λένιν.

 

Δεν πρόκειται να κάνουµε τον ιστορικό πίνακα της πορείας της Οχτωβριανής Επανάστασης, θα σταθούµε σε µερικά σηµεία. Και µάλιστα µόνο στα λοξοδροµίσµατα. Γιατί αυτά τα λοξοδροµίσµατα όταν αναλυθούν τίµια, δίνουν την καλύτερη απάντηση στους αρνητές, όλους τους αρνητές του δρόµου του Οχτώβρή. Από την άλλη δίνουν διδάγµατα κι αυτό βέβαια έχει τη µεγαλύτερη σηµασία.

 

α) Η οριστική νίκη του σοσιαλισµού σε µια χώρα.

 

Κατηγορείται ο Στάλιν πως θεωρούσε πως ο σοσιαλισµός µπορούσε να νικήσει αράπικα στη Ρωσία. Αλλά πρέπει να κατηγορηθεί γι’ αυτό και ο Λένιν. Γιατί αυτός διατύπωσε την άποψη πως µπορούσε να νικήσει και καθόριζε τους όρους οριστικά στην ΕΣΣΔ. Δεν νοµίζουµε πως αποτελούσε λάθος αυτή η διαβεβαίωση. Γιατί πώς θα µπορούσε να κεντρίσει τους εργάτες και τους αγρότες όταν µάλιστα έθετε τόσο δύσκολους όρους για να είναι οριστική νίκη του σοσιαλισµού, εξαρτώντας από εξωτερικούς όρους τη νίκη του σοσιαλισµού στην ΕΣΣΔ. Το λάθος του Στάλιν κατά τη γνώµη µας είναι πως αυτός ο ίδιος που καταπολεµούσε τον “ίλιγγο από την επιτυχία”, στην πράξη έδειξε πως ο ίδιος είχε παρασυρθεί όταν µετά το Δεύτερο Πεντάχρονο µιλούσε για πέρασµα στον κοµµουνισµό την ίδια στιγµή που εξαπέλυε την τεράστια εκστρατεία εκκαθάρισης… Μαζί µ’ αυτό ακριβώς γιατί µιλούσε για πέρασµα στον κοµµουνισµό, δεχόταν την ύπαρξη αταξικής κοινωνίας στη Ρωσία. Το λάθος αυτό το επανέλαβε το 1952 όταν εξακολουθώντας να µιλάει για κοµµουνισµό, τόνιζε τον κίνδυνο που υπήρχε στην ΕΣΣΔ ανάµεσα στην ύπαρξη παλλαϊκής ιδιοχτησίας στη βιοµηχανία και συλλογικής µη παλλαϊκής οικονοµίας στην αγροτική οικονοµία.

 

β) Η πολιτιστική επανάσταση.

 

Όπως τα καθήκοντα της σοσιαλιστικής επανάστασης συµπλέκονταν µε ορισµένα αστικοδηµοκρατικά καθήκοντα, από την πρώτη στιγµή η σοβιετική εξουσία αντιµετώπισε την πολιτιστική επανάσταση µε βάση αυτό το γεγονός. Ο Λένιν τα τελευταία χρόνια της ζωής του χτυπώντας τις αναρχικές φλυαρίες για µια “προλεταριακή κουλτούρα”, “προλεταριακό πολιτισµό” κλπ, πρόβαλε µε ένταση το καθήκον της καταπολέµησης του αναλφαβητισµού και της αγραµµατοσύνης, την ανάπτυξη και το συγχρονισµό των διάφορων εθνικών γλωσσών και τη δηµιουργία επιστηµονικών ιδρυµάτων για τη διεξαγωγή µιας πραγµατικής δηµοκρατικής πολιτιστικής επανάστασης σ’ όλη τη χώρα. Τόνιζε χαρακτηριστικά πως η δουλειά που κάνει ένας δάσκαλος σ’ ένα αποµακρυσµένο χωριό αξίζει χίλιες φορές περισσότερο από τις φλυαρίες πολλών διανοουµένων για “προλεταριακό πολιτισµό” κλπ. Τι σήµαινε αυτό; Σήµαινε αυτό που ισχυρίζονται οι ρεβιζιονιστές, πως δηλαδή ο Λένιν θεωρούσε ανοησία και αυταπάτη τον προλεταριακό πολιτισµό, επιχείρηµα που αντέταξαν στην πολιτιστική επανάσταση στην Κίνα; Σίγουρα όχι! θεωρούσε πως για την περίοδο εκείνη αυτό που είχε σηµασία για τη Σοβιετική Ένωση ήταν η ανάπτυξη µιας πλατιάς πολιτιστικής επανάστασης για την υπερνίκηση της καθυστέρησης της χώρας. Τόνιζε χαρακτηριστικά: «Για την ώρα αυτό που µας χρειάζεται είναι ένας αν θέλετε “αστικός πολιτισµός” για να µπορέσουµε να ξυπνήσουµε το λαό µας από την καθυστέρηση αιώνων, να τον κάνουµε ικανό να πάρει µέρος δραστήριο στην εθνική ζωή, να ξεφύγει από την τοπική του αποµόνωση. Από την άλλη να καταχτήσουν τα στελέχη µας, οι διοικητικοί µας παράγοντες τη γνώση που έχει συσσωρευτεί στις πιο προηγµένες χώρες για να µπορέσουν να διεξαγάγουν µε “πολιτισµένο τρόπο” τις υποθέσεις µας”. Από την άλλη, καταπολεµώντας τις θεωρίες για “προλεταριακή κουλτούρα” κλπ, το έκανε γιατί αυτές ήταν καθαρά αναρχικές απόψεις. Δεν είχαν καµιά σχέση µε τη µαρξιστική αντίληψη του εποικοδοµήµατος σε αντιστοιχία µε την οικονοµική βάση. Και ήταν ιδιαίτερα επικίνδυνες τη στιγµή αυτή, γιατί η εφαρµογή τους θα οδηγούσε σ’ ένα χάος ακριβώς τη στιγµή που η χώρα και η Επανάσταση περνούσαν δύσκολες στιγµές. Με βάση τη σηµερινή ιστορική απόσταση πώς πρέπει να κρίνουµε τη θέση αυτή του Λένιν; Και την άλλη που διακήρυξε στο συνέδριο της Κοµσοµόλ το 1920: “Το κυριότερο καθήκον σας είναι να µορφωθείτε”; Σαν θέση που είχε ζωτική σηµασία η εφαρµογή της για την περίοδο εκείνη. Φυσικά δεν ικανοποιούσε τους αναρχικούς διανοούµενους και τους ροµαντικούς µικροαστούς που πολλοί απ’ αυτούς εξέφραζαν την απογοήτευση τους µε ποιήµατα, διατριβές, φλογερούς λόγους κλπ. Είναι γνωστό τι τεράστια σηµασία έδωσε η Σοβιετική εξουσία στην ανάπτυξη της παιδείας, της επιστήµης, της κουλτούρας. Αργότερα µετά το 1930 τέθηκαν οι βάσεις της σοσιαλιστικής κουλτούρας, µε το “σοσιαλιστικό ρεαλισµό”. Και κανένας δεν µπορεί να αρνηθεί την επαναστατική φλόγα και το µεγαλείο µιας σειράς από δηµιουργήµατα σε διάφορους τοµείς της τέχνης και της λογοτεχνίας. Οι επιτεύξεις αυτές ήταν τα πρώτα δείγµατα µιας σοσιαλιστικής κουλτούρας που ενέπνευσαν και διαπαιδαγώγησαν όχι µονάχα τους επαναστάτες της Σ. Ένωσης αλλά και σ’ όλο τον κόσµο.

 

Υπήρξαν όµως δύο στοιχεία που σηµάδεψαν µε αρνητικό τρόπο αυτή την “πολιτιστική επανάσταση”. Το πρώτο, το εκπαιδευτικό σύστηµα δεν εξελίχτηκε ούτε στην περίοδο 1930-40 ούτε µεταπολεµικά. Παρεµείνε βασικά µακριά από τη θέση του Μαρξ πως το εκπαιδευτικό σύστηµα του σοσιαλισµού πρέπει να συνδυάζει τη µελέτη, την έρευνα, µαζί µε την παραγωγική απασχόληση και τη στρατιωτική εκπαίδευση των νέων.

 

Δηλαδή, παρά τα όσα έγιναν που κάπως να ανταποκρίνεται στο σχήµα αυτό, δε συνδέθηκε πραγµατικά µόνιµα, οργανικά µε την παραγωγή.

 

Δεύτερο, η προσταγή του σοσιαλιστικού ρεαλισµού για την “εθνική µορφή” της τέχνης τονίστηκε στην πράξη περισσότερο από το “σοσιαλιστικό περιεχόµενο”, ιδιαίτερα µετά το 1935 όταν υπήρχε ο κίνδυνος πολέµου πιο κοντά. Αυτό αντανακλούσε φυσικά την ανάγκη να εξαρθεί ο σοβιετικός πατριωτισµός κλπ, αλλά όµως αυτό οδήγησε σε χοντρικές παραµορφώσεις εθνικιστικού χαρακτήρα. Και σα συνέπεια, η διαχωριστική γραµµή ανάµεσα στον αστικό, σχετικά παροδικό, περιορισµένο, προοδευτικό χαρακτήρα των διάφορων πολιτιστικών αξιών και στην ανάγκη να εξαίρονται, να ενθαρρύνονται και να προωθούνται τα σοσιαλιστικά φύτρα της δηµιουργίας, σβήστηκε σε µεγάλο βαθµό. Ένας κλασικισµός επικράτησε σε πολλούς τοµείς. Οι προσπάθειες του Κόµµατος µετά τον πόλεµο στον τοµέα αυτόν ήταν ορθές κατ’ αρχήν, αλλά περιορισµένες γιατί δεν εµπνέονταν από την πεποίθηση πως έπρεπε να τεθούν σε αµφισβήτηση εκτεταµένοι τοµείς της παιδείας, της κουλτούρας κλπ, αλλά αντιµετωπίζονταν σαν µερικές περιπτώσεις εκτροπής κλπ. Στη Σοβ. Ένωση είχε ωριµάσει η ανάγκη για µια µεγάλη πολιτιστική επανάσταση.

 

Και επειδή παρακάµφθηκε αυτή η απαίτηση που αποτελούσε οργανική ανάγκη για να ζήσει και να προχωρήσει ο σοσιαλισµός, ήταν φυσικό οι τοµείς αυτοί να µετατραπούν σε αρκετό βαθµό σε εστίες ανάπτυξης και δράσης των ρεβιζιονιστικών στοιχείων.

 

γ) Ο σταλινικός δογµατισµός.

 

Ποιο είναι το κυριότερο στοιχείο της περιόδου του Στάλιν στο θεωρητικό τοµέα; Πρόοδος ή στασιµότητα, δηλαδή πισωδρόµηση; Μονάχα “εκλεκτικά” πνεύµατα µπορούν να ισχυρίζονται πως ήταν περίοδος πισωδρόµησης. Η καλύτερη απόδειξη είναι η ίδια η πράξη. Στην περίοδο αυτή ο µαρξισµός κατάχτησε ολόκληρο κόσµο από τη Δύση στην Ανατολή κι από το Βορρά στο Νότο. Την ίδια περίοδο ο µαρξισµός πέρασε στο πεδίο της πραχτικής εφαρµογής σε τεράστια έκταση. Την ίδια περίοδο δόθηκαν κατά συνέπεια απαντήσεις σε πλήθος από νέα προβλήµατα που γεννήθηκαν. Κι όλα αυτά σ’ ένα σύντοµο ιστορικά διάστηµα τριών δεκαετηρίδων. Όµως οι ρεβιζιονιστές και οι όψιµοι φωστήρες θεωρούν πως το βασικό στοιχείο της περιόδου αυτής είναι ο δογµατισµός. Άλλοι µιλάνε για παραµόρφωση του µαρξισµού. Έτσι λχ κριτικάρουν το προσωπικό στιλ του Στάλιν στα κείµενα του που το θεωρούν φτωχό και µονότονο, τον απλουστευµένο τρόπο που δίνονται διάφορα προβλήµατα στην “Ιστορία του ΚΚΣΕ” και ιδιαίτερα το κεφάλαιο “Διαλεχτικός και Ιστορικός Υλισµός”, και το πλήθος των αναφορών στο Στάλιν που χαρακτηρίζει την περίοδο µετά το 1935 περίπου τους θεωρητικούς στα έργα τους. Αυτά είναι όσα συγκοµίζουν δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια.

 

Πολύ λίγα πράγµατα οµολογουµένως. Γιατί µια πραγµατικά µαρξιστική-λενινιστική αυτοκριτική θάβρισκε πολύ περισσότερα. Γιατί αυτή δεν θα έψαχνε µε το φανάρι για να βρει πράγµατα που θα τα χρησιµοποιήσει για να βρωµίσει, να ατιµάσει µια ολόκληρη ιστορική περίοδο τέτιας σηµασίας σαν τη σταλινική περίοδο, αλλά θα πάσχιζε να ακονίσει τα θεωρητικά όπλα του προλεταριάτου. Δύο είναι οι βασικές πλευρές της θεωρητικής συνεισφοράς του Στάλιν και του σταλινισµού. Η τοποθέτηση και το φώτισµα των προβληµάτων της οικοδόµησης του σοσιαλισµού σε µια χώρα, της γενικής κρίσης του καπιταλισµού, της αντιφασιστικής πάλης και του ενιαίου αντιµπεριαλιστικού µετώπου, και κατά δεύτερο λόγο η δουλειά της εκλαΐκευσης του µαρξισµού-λενινισµού. Η διαπαιδαγώγηση των µαζών µε µαρξιστικό-λενινιστικό τρόπο. Μια προώθηση προς τα µπρος του επαναστατικού κινήµατος του προλεταριάτου και µάλιστα µε τέτια ορµητικότητα και σε τέτια έκταση και που συντελέστηκε -και δεν µπορούσε να γίνει αλλιώς- µέσα σε περίπλοκους όρους. Αυτή η περιπλοκότητα αντανακλάται στην ιδεολογική δουλειά της περιόδου αυτής, από την άποψη µιας ορισµένης ανισοµετρίας στην ανάπτυξη της. Ο µαρξισµός, έλεγε ο Λένιν, δεν είναι ένα αποτελειωµένο σύστηµα, αναπτύσσεται στη βάση της πραχτικης του πραγµατικά µαζικού επαναστατικού κινήµατος.

 

Έτσι λοιπόν η θεωρητική ιδεολογική δουλειά της σταλινικής περιόδου αναγκαστικά θα περιείχε τις ιδιοµορφίες που χαρακτήριζαν τη δοσµένη εποχή. Έτσι βλέπουµε να καταργείται η διάκριση ανάµεσα στους “θεωρητικούς” και “πραχτικούς”, διάκριση που εξακολουθούσε να υπάρχει στο Μπολσεβικικο Κόµµα και µετά την Οχτωβριανή Επανάσταση, κληρονοµιά του παλιού ενωµένου ΡΣΔΕΚ. Τα θεωρητικά προβλήµατα απασχολούν όλο το Κόµµα. Είναι µια αλλαγή που έχει µεγάλη σηµασία. Αν η απασχόληση αυτή εκφράζεται σε πολλές περιπτώσεις µε δογµατικό τρόπο αυτό ήταν αναπόφευκτο. Αν µετά το κλείσιµο της συζήτησης στο Κόµµα µε την αντιπολίτευση, η προσοχή στράφηκε περισσότερο στα πραχτικά προβλήµατα κι έγινε κριτήριο όχι τι λέει ο καθένας και πώς το λέει αλλά τι κάνει σε σχέση µ’ αυτό, τούτο αποτελούσε απόλυτα υγιή εκδήλωση που η επέκταση της σαν αρχή στο παγκόσµιο κοµµουνιστικό κίνηµα έβαζε τέλος στην πλαδαρότητα, την ασυνέπεια και τη φλυαρία της II Διεθνούς. Το δυνάµωµα του σκέλους του “κύρους” σε σχέση µε το σκέλος “αυτονοµία” επίσης ήταν υγιές φαινόµενο γιατί έβαζε τέλος στις επιβιώσεις του αναρχισµού µέσα στις κοµµουνιστικές γραµµές. Η αναγωγή της ορθότητας κάθε ενέργειας στην κρίση του Κόµµατος και η επίκληση της “σοφίας του Κόµµατος” δεν έρχεται σε αντίθεση µε τη “σοφία των µαζών” αφού το Κόµµα αντλεί, πρέπει να αντλεί και να εκφράζει αυτή τη “λαϊκή σοφία”. Η έξαρση τέλος του ρόλου των ηγετών ήταν ορθή και δικαιολογηµένη (άλλο το κατοπινό παρατράβηγµα και η “συστηµατοποίηση” της). Η πάλη για την καταστροφή του κύρους των ηγετών της αντιπολίτευσης και η δουλειά στο ιδεολογικό πεδίο προς το σκοπό αυτό ήταν επίσης αναγκαία από τον παραπανίσιο λόγο πως είχαν παρασιωπηθεί για µια περίοδο πολλά πράγµατα σε σχέση µε τους ηγέτες αυτούς και ορισµένοι είχαν χρησιµοποιήσει τις θέσεις τους για να δηµιουργήσουν µια ψεύτικη και υπερβολική ιδέα για το ρόλο τους.

 

Έτσι η “Ιστορία του ΚΚΣΕ” βασικά και σήµερα φωτίζει το προτσές της Επανάστασης στη Ρωσία και εξοπλίζει τους κοµµουνιστές µε πείρα και διδάγµατα µεγάλης σηµασίας. Ο δογµατισµός που βλέπουν στο κεφάλαιο για το “Διαλεχτικό και Ιστορικό Υλισµό” αντανακλά την υπεροψία διανοουµένων που εξαγριώνονται όταν βλέπουν πως µερικά πράγµατα δεν µένουν στη σφαίρα της δικής τους “σοφίας” αλλά γίνονται προσιτά για τις πλατιές µάζες. Αλλά όλοι αυτοί οι κριτικοί τι βρήκαν συγκεκριµένα να κατακρίνουν σ’ αυτό το κεφάλαιο; Μπερδεµένα ψελλίσµατα για την “άρνηση της άρνησης” και για το ότι αριθµούνται οι νόµοι της διαλεχτικής ενώ είναι… άπειροι και αναρίθµητοι. Έτσι που να έχουν την ευχέρεια να προσθέτουν και να αφαιρούν από κανένα για τις ανάγκες τους. Δηλαδή στο όνοµα του “αντιδογµατισµού” και της επιστηµοσύνης να αντικαθιστούν τη διαλεχτική µε τον πιο χυδαίο εξελικτικισµό. Να νεκρανασταίνουν το σύνθηµα των ρεβιζιονιστών της εποχής του πρώτου ρεβιζιονισµού: Ας στραφούµε στον Καντ!

 

Κι έτσι βλέπουµε µαρξιστές-κοµµουνιστές στην Ευρώπη (Ιταλία, Γαλλία, Τσεχοσλοβακία κι όχι µονάχα οι “ντουµπτσεκικοί” κ.ά.) να επινοούν συστήµατα όπου ο Καντ… συνδυάζεται µε τον… Ενγκελς, ο θετικισµός του Κοντ και ο νεοθετικισµός να ανακατεύεται µε λίγο Μαρξ και καθόλου Ενγκελς (Τραπέζνικωφ κ.ά. στην ΕΣΣΔ) κοκ. Ιδιαίτερο στόχο στις επιθέσεις αυτές, όπως ήταν επόµενο, αποτέλεσε ο νόµος για τις αντιθέσεις που όπως λέει ο Λένιν αποτελεί την ουσία της διαλεχτικής.

 

(Αρκετοί σοφολογιώτατοι σοβιετικοί από Ιλιτσώφ µέχρι κάποιον Σαµιάτιν κατατρόπωσαν σαν… αντιµαρξιστικό το έργο του Μάο για τις “Αντιθέσεις”). Έτσι στο σηµείο αυτό υπάρχει οµοφωνία ανάµεσα σ’ όλους τους αντιλενινιστές δεξιούς και “αριστερούς”. Πολύ ενοχλητικός νόµος!

 

Εκεί κλείνεται η µέγιστη πλάνη του Λένιν! φώναζε πρόσφατα ένας από τους “σοφούς” του τσέχικου αναθεωρητισµού. Εξάλλου και ο σ. Μάο Τσε Τουνγκ σ’ αυτό δέχτηκε τις µεγαλύτερες επιθέσεις στο φιλοσοφικό τοµέα από τους συνασπισµένους θεωρητικούς της δεξιάς και της “αριστεράς”. Αυτό αποδείχνει λοιπόν πως δεν τους ενοχλεί και δεν τους ενοχλούσε το “στιλ” του Στάλιν, η όχι “βαθιά” και απλουστευµένη µορφή που έδινε στα πιο “στριφνά” πράγµατα αλλά ολόκληρη η µαρξιστική διδασκαλία για την εξέλιξη στη γνώση, στη φύση και στην κοινωνία. Αν ήταν πραγµατικά µαρξιστική-λενινιστική κριτική που έκαναν και κάνουν στο Στάλιν στον φιλοσοφικό τοµέα, τότε ακριβώς θάπρεπε να τον κριτικάρουν για το αντίθετο, θάπρεπε δηλαδή να τον κριτικάρουν πως δεν υπερασπίστηκε ως το τέλος, στην πράξη, τη µαρξιστική-λενινιστική αντίληψη για την εξέλιξη. Γιατί εκεί βρίσκεται η αιτία των λαθών του, των πραγµατικών λαθών του κι όχι αυτών που του αποδίνουν. Γιατί δεν εχτίµησε σωστά την επενέργεια του νόµου των αντιθέσεων µέσα στη σοσιαλιστική κοινωνία. Γιατί θεώρησε πως οι αναντιστοιχίες και οι “διαφορές” µπορούσαν να αίρονται και να λύνονται µε απλές καθοδηγητικές επεµβάσεις. Με δυο λόγια, γιατί δεν εκτίµησε όσο έπρεπε τον επαναστατικό χαρακτήρα του ρόλου της πρωτοπορίας, των µαζών για την άρση των αντιθέσεων µέσα στο σοσιαλισµό. Γιατί απόκλεισε την πιθανότητα µερικές από τις αντιθέσεις -µέσα σε καθορισµένες συνθήκες- να µετατραπούν σε ανταγωνιστικές.

 

Το λάθος αυτό τον έκανε να θεωρεί ολοκληρωµένη την οικοδόµηση του σοσιαλισµού στην ΕΣΣΔ πριν τον πόλεµο και να θεωρεί σαν πραγµατικότητα την αταξική κοινωνία στην ΕΣΣΔ. Να βλέπει βασικά τον κίνδυνο της ανατροπής του σοσιαλισµού µόνο από την εξωτερική επέµβαση -και τραγική αντίφαση!- την ίδια στιγµή που διεξήγαγε µιας ευρείας έκτασης εκκαθάριση στην ΕΣΣΔ ακριβώς ενάντια στα ταξικά στοιχεία των πρώην εκµεταλλευτριών τάξεων και στα καινούργια γραφειοκρατικά-αστικά στοιχεία. Η αντίφαση αυτή εξακολούθησε και µετά τον πόλεµο.

 

Βλέπουµε λχ τον Α. Ζντάνωφ το 1948 να µιλάει για την περίοδο της κοµµουνιστικής οικοδόµησης και να τονίζει πως η “κριτική και αυτοκριτική” είναι κινητήρια δύναµη εξέλιξης της κοµµουνιστικής κοινωνίας (“είναι ένας διαλεχτικός νόµος”). Ενώ χρόνια ολόκληρα µετά από τότε ο ίδιος ο Στάλιν µιλούσε για σοβαρές “αναντιστοιχίες” και “διαφορές”. Αυτό αποδείχνει πως στην πράξη ξέχασε την υποθήκη του Μαρξ “Αδιάκοπη Επανάσταση”.

 

Το λάθος αυτό έδειξε τη βαρύτητα του κύρια τη στιγµή της επέκτασης της ζώνης που επικράτησαν οι επαναστατικές δυνάµεις κι αυτό καθόρισε σε σηµαντικό βαθµό τη δηµιουργία ευνοϊκών συνθηκών για την ανάπτυξη του ρεβιζιονισµού. Μετά το θάνατο του Στάλιν οι συνέπειες του λάθους αυτού ήταν δυνατό να εξαλειφθούν. Αλλά αυτό που συνέβηκε µετά το θάνατο του Στάλιν ήταν ακριβώς το αντίθετο. Το σύνθηµα που κυριάρχησε ήταν να καλυφθούν, να κρυφτούν οι αντιθέσεις. Έτσι, µήνες µετά το θάνατο του Ι. Στάλιν βλέπουµε στην “Επιτοµή της Ιστορίας του ΚΚΣΕ” που εκδόθηκε για τα 50 χρόνια του µπολσεβικισµού να τίθεται στο κέντρο της προσοχής ή “εξάλειψη της προσωπολατρείας”.

 

Τίποτε άλλο! Και ταυτόχρονα να διακηρύσσεται επίσηµα και µε έµφαση πως “όλες οι διεθνείς διαφορές µπορούν να λυθούν µε διαπραγµατεύσεις”. Δηλαδή και οι αντιθέσεις οι ασυµφιλίωτες µε τον ιµπεριαλισµό. Διπλωµατικό σχήµα βέβαια. Αλλά που έδειχνε µια πνευµατική στάση.

 

Να καλυφθούν αντιθέσεις που είχαν εµφανιστεί στο διεθνές κίνηµα. Να διορθωθούν τα “λάθη” του Στάλιν, αλλά εκείνα που στενοχωρούσαν το συνασπισµό των καιροσκόπων αντεπαναστατών που πήραν την εξουσία στην ΕΣΣΔ. Να γίνονται προπόσεις υπέρ του σ. Τίτο και άλλα…

 

Στην περίοδο 1953-56 έγιναν τόσα βήµατα προς την κατεύθυνση της απόρριψης του σταλινισµού στη Σ. Ένωση που το 1956 µε το 20ο συνέδριο απλώς επικυρώθηκε ό,τι είχε συντελεστεί. Κι αυτό φυσικά δεν αφορά µονάχα τη Σ. Ένωση αλλά το µεγαλύτερο µέρος του σοσιαλιστικού στρατοπέδου.

 

Αν αντί γι’ αυτό στρέφονταν η προσοχή στην εξάλειψη των πραγµατικά αρνητικών πλευρών της σταλινικής κληρονοµιάς, αυτό δεν θα γινόταν µε την κάλυψη αυτού που συντελούνταν από τους “διάδοχους” του Στάλιν, αλλά µε το ξεσκέπαοµα, τη δραστηριοποίηση εκείνης της δύναµης που µε επαναστατικό τρόπο λύνει τις αντιθέσεις. Αυτό όµως δεν έγινε. Και έτσι διευκολύνθηκε το έργο και ουσιαστικά στρώθηκε ο δρόµος για να ανέβουν στην εξουσία οι αντεπαναστάτες ρεβιζιονιστές.

 

δ) Η µπολσεβικοποίηση και το διεθνές κοµµουνιστικό κίνηµα.

 

Υπάρχει η γνωστή άποψη πως η µπολσεβικοποίηση των κοµµουνιστικών κοµµάτων στάθηκε η πηγή των λαθών που διέπραξαν τα ΚΚ στην Ευρώπη και που τα εµπόδισαν να αναπτύξουν µια πλατιά πολιτική συµµαχιών (Τολιάττι και Σία αλλά και άλλοι καθόλου τολιαττικοί). Από την άλλη τονίζεται πως η µπολσεβικοποίηση έπνιξε την επαναστατική τους ορµή και τα έσπρωξε σε σωρεία λαθών δεξιού χαρακτήρα. Τέλος, λέγεται πως η µπολσεβικοποίηση γραφειοκρατικοποίησε τα ΚΚ που δεν αφέθηκαν να εξελιχτούν “φυσιολογικά”. Όλες αυτές οι αντιλήψεις φυσικά διατυπώνονται για να δικαιολογηθούν οι σηµερινοί προσανατολισµοί εκείνων που τις εκθέτουν. Αλλά εδώ υπάρχουν τα γεγονότα.

 

Τα περισσότερα ΚΚ που δηµιουργήθηκαν στην Ευρώπη και στην Αµερική προήλθαν από διασπάσεις των Σοσιαλδηµοκρατικών Κοµµάτων.

 

Στην Ασία, από οµάδες διανοουµένων που µέχρι πριν λίγο στέκονταν σε µια πατριωτική-ριζοσπαστική άποψη. Σαν τµήµατα της ΚΔ είχαν δεχτεί ορισµένους όρους που ή ρητή αποδοχή τους ήταν µια θέση αρχής. Στη διάρκεια της περιόδου 1919-1929 σ’ όλα σχεδόν αναπτύχθηκε µια ζωηρή φραξιονιστική πάλη, έκφραση της “νεανικής” τους ηλικίας και αντανάκλασης της διαπάλης στο µεγαλύτερο τµήµα της ΚΔ, στο Μπολσεβίκικο Κόµµα. Στα κόµµατα κυρίως της Ευρώπης, η σοσιαλδηµοκρατική παράδοση παρέµεινε αρκετά ζωηρή και στον τρόπο λειτουργίας και στις µέθοδες δουλειάς και δράσης. Πχ η εισδοχή νέων µελών γινότανε σχεδόν όπως και στα Σοσιαλιστικά Κόµµατα. Δηλαδή υπήρχε διαπιστωµένη ρευστότητα µελών. Έτσι γλίστρησαν γνωστοί τυχοδιώκτες και πράκτορες όπως λχ οι περιβόητοι Ντοριό και Σιλόνε που απαράλλακτα όπως στα παλιά Σοσιαλιστικά Κόµµατα προετοιµάζονταν µάλλον για υψηλές θέσεις στον αστικό κρατικό µηχανισµό. Από την άλλη, ο τρόπος συγκρότησης και λειτουργίας τους τα έκανε εξαιρετικά τρωτά στις επιθέσεις του αστικού κράτους. Δηλαδή δεν υπήρχε στα κόµµατα αυτά ενότητα θέλησης και δράσης και φυσικά ούτε και ιδεολογική ενότητα. Αν τα άφηνε η ΚΔ να αναπτυχθούν “φυσιολογικά” τότε σήµαινε πως δεν είχε λόγο ύπαρξης, θάπρεπε να διαλυθεί. Το πώς επενέβαινε όπου επενέβηκε άµεσα, σπάνια ή καθόλου δεν αναφέρεται.

 

Ξέρουµε όµως πολλοί µιλάνε πλαγίως για την Κίνα. Αλλά απ’ ότι ξέρουµε τώρα το τροπάρι άλλαξε. Όταν οι σοβιετικοί ρεβιζιονιστές θέλανε να φανούνε “περιποιητικοί” στο ΚΚ Κίνας µιλούσανε για τις “άγριες επεµβάσεις του Στάλιν”. Τώρα µιλάνε για “τη στοργική βοήθεια του ΚΚΣΕ στο ΚΚ Κίνας” και φυσικά αµολάνε τις γνωστές βρωµιές πως ο Μάο έχει αντιγράψει τις εγκυκλίους της ΚΔ και τις παρουσιάζει για δικά του έργα κλπ… Για κείνο που έχουν µιλήσει οι ηγετικοί παράγοντες του ΚΚ Κίνας δεν είναι η αρχή της επέµβασης της ΚΔ στο ΚΚ Κίνας, ούτε απορρίπτουν µαζικό τις οδηγίες που αυτή είχε δώσει. Έχουν µιλήσει για το δογµατισµό και το συνθηκολογητισµό του εκπροσώπου της ΚΔ Βαν Μιγκ και τις ολέθριες συνέπειες αυτού του δογµατισµού για το ΚΚ Κίνας. Όπως επίσης “για τα έργα και ηµέρες” στην Κίνα 28 κινέζων σπουδαγµένων εκεί, που ο σ. Μάο τους είχε βαφτίσει “αυτοκρατορικούς απεσταλµένους”. Επίσης, απ’ ότι είναι γνωστό, για ορισµένες απόψεις του Στάλιν που σε διάφορες στιγµές της επανάστασης στην Κίνα ήταν αντίθετες µε τις εκτιµήσεις του ΚΚ Κίνας. Απ’ ότι ξέρουµε αυτές αφορούν κυρίως την περίοδο 1930-34 και την περίοδο 1945-46. Αυτά απ’ όσα είχε πει σε διάφορες ευκαιρίες το ΚΚ Κίνας. Αλλά σε ότι αφορά την ίδια την αρχή της µπολσεβικοποίησης για τη Δύση, τι ακούµε και τι διαβάζουµε; Πρώτα-πρώτα πως οι ιταλοί κοµµουνιστές εµποδίστηκαν να αναπτύξουν πλατιά πολιτική συµµαχιών από το 1930. Πως εµποδίστηκαν από τη θέση της ΚΔ για τη σοσιαλδηµοκρατία. Δεύτερο, πως εµποδίστηκαν να αναπτύξουν από τότε το δικό τους στιλ δουλειάς. Μιλάνε µάλιστα για το σεχταρισµό της ΚΔ στο συνδικαλιστικό τοµέα.

 

Φυσικά εδώ δεν έχουµε σκοπό να ανοίξουµε µια τέτια παρένθεση που θα µας έβγαζε αλλού. Αναφέραµε µονάχα, πως ο ίδιος ο Τολιάττι έχει πει πως το ΚΚ Ιταλίας παρόλα αυτά διατήρησε το δικό του στιλ δουλειάς και ανάπτυξε την πολιτική συµµαχιών που ήθελε.

 

Είναι επίσης γνωστό πως ο ίδιος καθοδήγησε από µέρους της ΚΔ και άλλα σηµαντικά ΚΚ. Εποµένως για κάτι άλλο πρόκειται. Κι αυτό ανάγεται στην “ευµενή” και “δυσµενή” µεταχείριση για την οποία έγινε σε άλλο µέρος λόγος και ασφαλώς ο Τολιάττι και οι ιταλοί πολυκεντριστές δεν υποστήκαν “δυσµενή µεταχείριση”. (Απόδειξη πως ο Τολιάττι, “εξέχον µέλος” της µπουχαρινικής φράξιας στην ΚΔ, τα κατάφερε να προωθηθεί και µάλιστα πολύ ψηλά…). Ειπώθηκαν και γράφτηκαν ανάλογα πράγµατα για το ΚΚΕ. Και ακούστηκαν κραυγές: “Καυµένε Χαιτά”! Ο “καυµένος” ο Χαιτάς, Γραµµατέας της ΚΕ του ΚΚΕ µέχρι το 1931, ήταν εκείνος που διακήρυσσε: Εµείς δεν κάνουµε λάθη! και που συνιστούσε σε µια από τις φράξιες που υπήρχαν στο ΚΚΕ το 1929-31, τότε την οµάδα Σιάντου-Θέου, να εκµεταλλευτούν τη “συµπάθεια” που έδειχνε σ’ αυτούς ο αρχηγός της Διώξεως Κοµµουνισµού Λαµπρινόπουλος κ.ά.

 

Αλλά ας τ’ αφήσουµε αυτά κι ας έρθουµε σε τούτο το ερώτηµα: Αν δεν προχωρούσε η ΚΔ στην µπολσεβικοποίηση ποια θα ήταν η εικόνα των ΚΚ τη στιγµή των αποφασιστικών συγκρούσεων; θα παραδινόντουσαν στον εχθρό περίπου όπως παραδόθηκαν τα Σοσιαλιστικά Κόµµατα το 1914-18. Δεν θα συνένωναν όπως συνένωσαν την εργατική τάξη και την πλειοψηφία του εργαζόµενου λαού στον αγώνα ενάντια στο φασισµό και δεν θα εξαφάνιζαν όπου πραγµατικά εξαφάνισαν την επιρροή πατροπαράδοτων ρευµάτων όπως ο αναρχισµός (έξω από την Ισπανία). Δεν θα µείωναν σε καθορισµένες συνθήκες την επιρροή της σοσιαλδηµοκρατίας στο εργατικό κίνηµα. Δεν θα σφυρηλατούσαν τον τύπο του κοµµουνιστή που τα δίνει όλα για την υπόθεση του λαού και δεν θα έδεναν τις λαϊκές µάζες µε το κοµµουνιστικό κίνηµα µε δεσµούς αίµατος και θυσιών. Η σηµερινή προδοσία των ρεβιζιονιστών δεν σβήνει το συµβόλαιο που έχει υπογραφτεί ανάµεσα στο µαρξιστικό-λενινιστικο κοµµουνιστικό κίνηµα µε τις λαϊκές µάζες, συµβόλαιο που έχει υπογραφτεί µε αίµα, µε εκατόµβες θυσιών, µε τα βάσανα και τους ηρωισµούς των διαλεχτών παιδιών του κοµµουνισµού. Ο όρος “µπολσεβίκος” έχει περάσει στο λαϊκό λεξιλόγιο και σηµαίνει τον αφιλόκερδο, ατρόµητο λαϊκό αγωνιστή. Αυτόν που λέει λίγα και κάνει πολλά. Που βάζει πάνω από το ατοµικό του συµφέρον το λαϊκό συµφέρον. Που θεωρεί ότι ο εαυτός του ανήκει στο Κόµµα και στην εργατική τάξη. Αυτός είναι λοιπόν ο σταλινικός γραφειοκράτης! Ας είχαµε τέτιους “σταλινικούς γραφειοκράτες” και οπωσδήποτε δεν θα υπήρχαν σήµερα Μπρέζνιεφ, Κοσύγκιν, Μπερλίνγκουερ, Ροσσέ κλπ. Αλλά ας προχωρήσουµε.

 

Τι ήταν εκείνο που επέτρεψε τη µετατροπή κοµµάτων στα οποία είχε αρχίσει και προχωρήσει η µπολσεβικοποίηση σε γραφειοκρατικους-ρεβιζιονιστικούς µηχανισµούς; Από γενική άποψη οι αλλοιώσεις οι βασικές που επήλθαν στο διεθνές κοµµουνιστικό κίνηµα µε την αλλαγή των γενικών προσανατολισµών. Ένα πράγµα σε καθορισµένες συνθήκες µετατρέπεται στο αντίθετο του. Ο επαναστάτης σε ρεφορµιστή. Το κόµµα νέου τύπου σε σοσιαλδηµοκρατικό κόµµα “νέου τύπου”. Ποιοι ειδικοί όµως όροι ήταν εκείνοι που βοήθησαν σ’ αυτό; Ακριβώς η “ακινησία” στο εσωτερικό των ΚΚ µετά τη Μεγάλη Αντιφασιστική Νίκη. Αυτό ήταν ιδιαίτερα αισθητό εκεί που η εσωτερική “ακινησία” συνδυάστηκε και µε εξωτερική “ακινησία”, λχ ΚΚ Γαλλίας. Γιατί είναι γνωστό πως τα δυο µεγαλύτερα κόµµατα της Δ. Ευρώπης, το ιταλικό και το γαλλικό, παρεκαµψαν µε πολύ “ευλυγισία” τα διεθνή και εθνικά τους καθήκοντα τη στιγµή που άλλα τµήµατα του διεθνούς κοµµουνιστικού κινήµατος είχαν αποδυθεί σε σκληρές µάχες, τη στιγµή που η εθνική ανεξαρτησία των χωρών τους χάνονταν (σχέδιο Μάρσαλ κλπ). Οι κοµµουνιστές και το κόµµα τους σε κάθε στιγµή χρειάζεται να επιβεβαιώνουν τον εαυτό τους, να “ξεκόβουν” µε τα χθεσινά καθήκοντα και να προχωρούν σε άλλα -δυσκολότερα, συνθετότερα καθήκοντα. Να ξετινάζουν από πάνω τους τη σκόνη και τη “συνήθεια”. Έτσι, η επαναστατικοποίηση του κόµµατος είναι ένα διαρκές προτσές. Ο,τι χθες ήταν αρκετό για να δικαιολογεί τον “τίτλο” του επαναστάτη, δεν είναι αρκετό σήµερα. Ο Στάλιν σε πολλές περιπτώσεις το τόνιζε αυτό, αλλά στη διάρκεια της τελευταίας περιόδου της ζωής και της δράσης του, στην πράξη το είχε ξεχάσει. Η “ακινησία” αυτή ήταν αποτέλεσµα της “ακινησίας” που υπήρχε, σε άλλες διαστάσεις βέβαια, στο µεγαλύτερο τµήµα του διεθνούς κοµµουνιστικού κινήµατος, αποτέλεσµα της κάλυψης ή της υποτίµησης των αντιθέσεων στους κόλπους της ΕΣΣΔ. Έτσι τα κενά στη διαπαιδαγώγηση των κοµµουνιστών που δεν έπαιζαν σπουδαίο ρόλο στην περίοδο 1930-1945, προβλήθηκαν σε πρώτο πλάνο. Η αρχή του Λένιν “είναι ωραίο να επαναστατείς ενάντια στον οπορτουνισµό και βλαβερό να επαναστατείς ενάντια σε καθετί το επαναστατικό” είχε αντικατασταθεί βαθµιαία µε την χωρίς όρους πειθαρχία και µε την µε κάθε θυσία ενότητα. Η µε χωρίς συζήτηση εφαρµογή των εντολών του Κόµµατος αντικαταστάθηκε µε τη χωρίς συζήτηση αποδοχή όλων των αποφάσεων, προσανατολισµών κλπ της καθοδήγησης. Η εµπιστοσύνη των µελών στην καθοδήγηση που αναπτύχθηκε στα χρόνια των επιτυχιών και των νικών αποτέλεσε το κεφάλαιο πάνω στο οποίο κερδοσκόπησαν οι ρεβιζιονιστές που έντεχνα για ένα διάστηµα φορούσαν το σταλινικό µανδύα. Έτσι πολλοί επαναστάτες αφέθηκαν να γελαστούν και έδωσαν τη δική τους κάλυψη για να εξωραϊστεί αυτός ο ψεύτικος σταλινικός µανδύας. Από κει και πέρα όλα ήταν εύκολα. Με το “κόλπο” της “συνύπαρξης” και του “ειρηνικού περάσµατος” σε δόσεις, µπόρεσαν µαζί µε έντεχνους χειρισµούς να µετασχηµατίσουν επαναστάτες σε γραφειοκράτες, επαναστάτες σε “δογµατικούς” και σε “διασπαστές”, το Μπολσεβίκικο Κόµµα σε “παλλαϊκό κόµµα” και πολλά κοµµουνιστικά κόµµατα σε “πολυκεντρικά”, “µονοκεντρικά” ρεβιζιονιστικά κόµµατα.

 

Σταθήκαµε σε µερικές πλευρές του προβλήµατος “Στάλιν”. Κάθε άλλο παρά η προσπάθεια αυτή αγκάλιασε όλες τις πλευρές του προβλήµατος.

 

ίσως απ’ αυτήν έµειναν έξω οι σπουδαιότερες. Ωστόσο δεν ήταν αυτή η πρόθεση µας. Αλλά ούτε πιστεύουµε πως οι δυνατότητες µας θα µας επέτρεπαν µια τέτια προσπάθεια. Ακόµα πόσες και πόσες πλευρές χρειάζεται να διερευνηθούν. Πόσο υλικό χρειάζεται όχι µοναχά να µελετηθεί αλλά και να ανασυρθεί από κει που το έχουν ρίξει οι διάφορες εναλλαγές στη ζωή του διεθνούς κοµµουνιστικού κινήµατος µετά το θάνατο του Ι. Στάλιν. Τέλος, συµµεριζόµαστε απόλυτα την άποψη του ΚΚ Κίνας που διατύπωσε το 1963 πως στο πρόβληµα Στάλιν θα χρειαστούν πολλά χρόνια ερευνών για να δοθεί µια ολοκληρωµένη απάντηση στο χαρακτήρα των λαθών του, να διαπιστωθεί δηλαδή ποια απ’ αυτά ήταν αναπόφευκτα συνδεµένα µε την περίοδο που το προλεταριάτο προχωρούσε και άνοιγε ανεξερεύνητους δρόµους και ποια ήταν λάθη που µπορούσαν να αποφευχθούν. Έτσι θεωρούµε πως η απάντηση θα δίνεται στο βαθµό που οι κοµµουνιστές µελετούν και διδάσκονται από την πείρα της σταλινικής περιόδου, από τα θετικά και τα αρνητικά της, στο βαθµό που ξεχωρίζουν αποφασιστικά από την επιρροή την άµεση και έµµεση του αντισταλινισµού, που υπερασπίζουν το δρόµο του Οχτώβρη από τις επιθέσεις και που αφοµοιώνουν τα µεγάλα διδάγµατα του δρόµου αυτού.

 

Η Μεγάλη Προλεταριακή Πολιτιστική Επανάσταση στην Κίνα αποτελεί µια λαµπρή απόδειξη πως ή επαναστατική πρωτοπορία αξιοποιεί τα διδάγµατα αυτά. Ο Μάο Τσε Τουνγκ µελετώντας και την πείρα της οικοδόµησης του σοσιαλισµού στην ΕΣΣΔ και την άνοδο του ρεβιζιονισµού στην πρώτη χώρα του Σοσιαλισµού, εξόπλισε το ΚΚ Κίνας και τους επαναστάτες όλου του κόσµου µε πολύτιµα διδάγµατα και κατευθύνσεις. Ταυτόχρονα έδειξε και δείχνει το δρόµο που πρέπει να ακολουθήσουν οι επαναστάτες σ’ όλο τον κόσµο για να αγωνιστούν ενάντια σε κάθε καταπίεση και εκµετάλλευση, για να συντρίψουν τον ιµπεριαλισµό και να εξαλείψουν το ρεβιζιονισµο.

 

Εµείς οι κοµµουνιστές µαρξιστές-λενινιστές της Ελλάδας µελετούµε τις θεωρίες και τα διδάγµατα του Μάο Τσε Τουνγκ, παρακολουθούµε και προσπαθούµε να αφοµοιώσουµε όλη την κοσµογονία που συντελείται στη Λαϊκή Κίνα. Πιστεύουµε πως ο σ. Μάο Τσε Τουνγκ, όπως το έχουµε διακηρύξει και άλλες φορές, είναι ο µεγαλύτερος µαρξιστής-λενινιστής της εποχής µας και πως ή ανάπτυξη και ο πλουτισµός της µαρξιστικής-λενινιστικής θεωρίας απ’ αυτόν έχει παγκόσµια σηµασία. Έτσι από την πρώτη στιγµή χειροκροτήσαµε τη Μεγάλη Προλεταριακή Πολιτιστική Επανάσταση και υπογραµµίσαµε την παγκόσµια ιστορική σηµασία της. Ακολουθούµε τη σύσταση του σ. Μάο Τσε Τουνγκ που καλεί τους επαναστάτες να µελετούν και να συνοψίζουν την επαναστατική πείρα µε σεµνότητα και ταπεινοφροσύνη. Γι’ αυτό µας βρίσκουν αντίθετους οι προσπάθειες όλων εκείνων που παριστάνοντας τους οπαδούς της Κινέζικης Επανάστασης και τους φλογερούς “θαυµαστές” του σ. Μάο Τσε Τουνγκ προσπαθούν να διαστρεβλώσουν την ουσία της διδασκαλίας του και να τη “συνενώσουν” µε εκλεκτικό τρόπο µε αντιµαρξιστικές-αντιλενινιστικές θέσεις. Που προσπαθούν να αντιπαραθέσουν το σ. Μάο Τσε Τουνγκ και τη θεωρητική του προσφορά στους Λένιν και Στάλιν για να σκορπίσουν σύγχυση και να αποπροσανατολίσουν τους επαναστάτες και να εξυπηρετήσουν τους άνοµους σκοπούς τους.

 

Ο µαρξισµός-λενινισµός είναι η ακατανίκητη θεωρία που οδήγησε και θα οδηγήσει το επαναστατικό κίνηµα στο δρόµο της απελευθέρωσης της ανθρωπότητας από τον καπιταλισµό και κάθε είδους καταπίεση. Η ακατανίκητη προλεταριακή ιδεολογία που τη θεµελίωσαν οι Μαρξ, Ενγκελς, που την ανάπτυξε παραπέρα ο Λένιν και που την υπερασπίστηκε και τη συµπλήρωσε µε την πραχτική της οικοδόµησης του σοσιαλισµού ο Στάλιν, σήµερα την ανεβάζει σε υψηλότερα ακόµα επίπεδα, πλουτίζοντας την αδιάκοπα, ο Μάο Τσε Τουνγκ.

 

Το καλύτερο µνηµόσυνο που έχουµε να κάνουµε στη µνήµη του Ι. Β. Στάλιν είναι να σηκώσουµε ακόµα πιο ψηλά τη σηµαία του µαρξισµου-λενινισµού, να οπλιστούµε µε µεγαλύτερη αποφασιστικότητα και πίστη στην πάλη µας ενάντια στους ιµπεριαλιστές, τους φασίστες και τους συµµάχους τους.

 

Τιµή και δόξα στον Ι. Β. Στάλιν, στον ατρόµητο επαναστάτη και αδιάλλαχτο προλετάριο καθοδηγητή, στο λαµπρό συνεχιστή του έργου του Βλαντιµίρ Ιλιτς Λένιν, στον ατσαλένιο µπολσεβίκο µαχητή.