ΤΟ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΣΤΟΝ 21ο ΑΙΩΝΑ, του Ρ.Ρινάλντι

Το κομμουνιστικό κίνημα στο λυκαυγές του 21ου αιώνα

«Η ζωή θα επιβάλει τα δικαιώματά της»

του Ρουντι Ριναλντι

Σκοπός του παρόντος σημειώματος είναι να εξετάσει τη σχέση που έχουν οι οργανωμένοι πολιτικοί φορείς που αναφέρονται στον κομμουνισμό με τα κινήματα και τις αντιστάσεις στις αρχές του 21ου αιώνα. Ποια η σχέση και ποια η επιρροή του κομμουνιστικού κινήματος στα κινήματα και τις αντιστάσεις που αναπτύσσονται παντού στον κόσμο; Ποιες οι ελλείψεις και οι καθυστερήσεις, ποια τα προωθητικά στοιχεία, ποια η συμβολή του στους αγώνες που αναπτύσσονται;

Βγαίνοντας ή παραμένοντας σε μια βαθιά κρίση

Μεθοδολογικά, πρέπει να παρατηρήσουμε πως όσοι αναφέρονται στον κομμουνισμό στις αρχές του 21ου αιώνα δεν συνιστούν μια ενιαία διεθνή κίνηση. Υπάρχουν πολλές διαφορές ανάμεσα στις διάφορες πτέρυγες, και πάντως δεν συμπεριφέρονται σαν ένα ενιαίο ρεύμα. Τα όσα διαδραματίστηκαν τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα, και ιδιαίτερα η κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» και η παλινόρθωση του καπιταλισμού στις μεταβατικές κοινωνίες, βύθισαν το κομμουνιστικό κίνημα σε μια μεγάλη –ίσως τη μεγαλύτερη– κρίση που γνώρισε στην ιστορία του. Η κρίση αυτή δεν ήταν δυνατό να ξεπεραστεί σύντομα και χωρίς μεγάλους τριγμούς. Στο ξεπέρασμά της θα παίξει οπωσδήποτε ρόλο η στάση και οι επιλογές των κομμουνιστών απέναντι στα ιστορικά διλήμματα που μπαίνουν στην ανθρωπότητα και το αν θα μπορέσουν να προσανατολιστούν σωστά και να διαδραματίσουν ένα θετικό και προωθητικό ρόλο στις αντιστάσεις και τα κινήματα που θα δημιουργηθούν. Την κρίση του κομμουνιστικού κινήματος τη χρεώνονται όλοι όσοι αναφέρονται στον κομμουνισμό, καθώς αυτή επιδρά στη δυνατότητα να έχουν μιαν αποτελεσματική δράση, αλλά στην έξοδο από την κρίση δεν θα συμβάλουν όλοι απλά και μόνο επειδή αναφέρονται στον κομμουνισμό. Θα συμβάλουν μόνο εκείνοι που θα είναι χρήσιμοι, που θα παίξουν ρόλο στην οργάνωση και αντίσταση λαϊκών κινημάτων, όσοι αδράξουν τα νέα πράγματα και τις νέες ανάγκες που ξεχειλίζει η πραγματικότητα.

Αν φωτογραφίσει κανείς και δει κάπως στατικά τη σχέση όσων αναφέρονται στον κομμουνισμό με την παγκόσμια αντίσταση στην εκμετάλλευση και τη Νέα Τάξη, μπορεί να οδηγηθεί στις ακόλουθες διαπιστώσεις για τους φορείς που αναφέρονται στον κομμουνισμό:

1. Παρατηρείται μια σοβαρή υποτίμηση του καθήκοντος του διεθνούς συντονισμού και της οικοδόμησης ενός διεθνούς μετώπου ενάντια στις πιο φανερές και αντιδραστικές πλευρές του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού και του πολιτικού εποικοδομήματος που αυτός προωθεί, της Νέας Τάξης, με επικεφαλής τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό και τον πόλεμο που εξαπολύει. Η ανάγκη του διεθνούς συντονισμού προωθήθηκε στη ζωή από άλλες δυνάμεις, και κυρίως από νέα κινήματα, όπως αυτό της αντιπαγκοσμιοποίησης.

2. Οι δυνάμεις που αναφέρονται στον κομμουνισμό έχουν μια παρουσία, είναι ενεργές σ’ ολόκληρο τον κόσμο, και μάλιστα σε ορισμένες περιοχές έχουν σημαντική δράση και επιρροή σε τμήματα του εργατικού κινήματος, σε αντιμπεριαλιστικά κινήματα, σε λαϊκά στρώματα. Σε ορισμένες περιοχές-χώρες διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο, καθοδηγώντας μέχρι και ένοπλα αντάρτικα κινήματα.

3. Οι δυνάμεις που αναφέρονται στον κομμουνισμό παρουσιάζουν μια αδυναμία να συγκροτήσουν και να νομιμοποιήσουν την κομμουνιστική αριστερά σαν μια υπολογίσιμη πτέρυγα μέσα σε όλες τις αντιστάσεις, να την καταστήσουν απαραίτητη για την προοπτική του αγώνα για έναν καλύτερο κόσμο. Το ζήτημα αποκτά ιδιαίτερη σημασία όταν δυνάμεις του συστήματος πιέζουν για μια πιο συνολική αποκομμουνιστικοποίηση και θεωρούν συμβατή και εντός πλαισίων μόνο μια «αριστερά χωρίς κομμουνιστές». Δυστυχώς σ’ αυτή την απόπειρα ανταποκρίνονται θετικά πολλές αριστερές και ριζοσπαστικές δυνάμεις.

4. Οι δυνάμεις που αναφέρονται στον κομμουνισμό συμπεριφέρονται πολλές φορές εκδηλώνοντας μια περιχαράκωση και έναν σεχταρισμό. Παρόλο που μπορεί να εξηγηθεί η στάση τους αυτή από το τριπλό γεγονός της κρίσης που αναφέραμε, της πίεσης που ασκεί η αστική τάξη και της εμφάνισης άλλων ρευμάτων που παίζουν ρόλο μέσα στα κινήματα, δεν δικαιολογείται και πολιτικά είναι λαθεμένη αυτή η περιχαράκωση, ο σεχταρισμός και ιδιαίτερα η συνολική επίθεση που ορισμένες φορές εκδηλώνεται απέναντι στο μαζικό κίνημα (όπως έγινε στην περίπτωση του κινήματος ενάντια στην παγκοσμιοποίηση).

5. Όσον αφορά τον προγραμματικό λόγο και τους αναγκαίους λογαριασμούς με το παρελθόν, έχουν γίνει ελάχιστα πράγματα. Κυρίως, δεν συνειδητοποιείται η σημασία που έχουν αυτά τα ζητήματα, μιας και η κρίση δεν είναι διόλου άσχετη από αυτά. Η χαμένη αξιοπιστία του κομμουνιστικού κινήματος στις λαϊκές μάζες πρέπει να ξαναοικοδομηθεί σε ουσιαστικές βάσεις. Ισχύει πάντοτε η φράση: «δεν κερδίζονται ακριβά πράγματα σε φτηνή τιμή»(1).

Σε γενικές γραμμές και μιλώντας κωδικά, το κομμουνιστικό κίνημα είναι «μέσα» στις αντιστάσεις, αλλά «πίσω» από τις ανάγκες, και μάλλον «πιο πίσω» από εκεί που θα μπορούσε να ήταν.

Παρά την παρουσία και ανασυγκρότηση σε ένα βαθμό των δυνάμεων που αναφέρονται στον κομμουνισμό σε διεθνές επίπεδο, δεν υπάρχει κάποια συστηματική και αξιόπιστη διαδικασία για την επεξεργασία μιας γενικής γραμμής ή για τη συγκρότηση ενός διεθνούς μετώπου αντίστασης ή έστω για τον ουσιαστικό συντονισμό των δυνάμεων αυτών. Αντίθετα, σε δύο μεγάλα κινήματα ιστορικής σημασίας, την αντίσταση του ιρακινού λαού στους αμερικάνους εισβολείς και το κίνημα ενάντια στην παγκοσμιοποίηση, παρατηρούνται σημαντικές καθυστερήσεις και μεγάλα λάθη. Στην περίπτωση του Ιράκ, οι λαϊκές μάζες πληροφορούνται πως ένα «κομμουνιστικό κόμμα» συνεργάζεται με τις δυνάμεις κατοχής (άλλη μια τεράστια ντροπή και κηλίδα που δεν τη χρεώνονται μόνο οι ρεβιζιονιστικές δυνάμεις), και η επιρροή των κομμουνιστών στην ιρακινή αντίσταση φαίνεται εντελώς ισχνή. Στην περίπτωση του αντιπαγκοσμιοποιητικού κινήματος, η ανοιχτή καταγγελία του, και μάλιστα όχι μόνο από ρεβιζιονιστικές δυνάμεις, δεν αποτέλεσε και μεγάλη συνεισφορά στο κέρδισμα ενός τμήματος του ριζοσπαστισμού από τις ιδέες του κομμουνισμού και στην κατοχύρωση της κομμουνιστικής αριστεράς.

Δύο καίρια ζητήματα για τον επαναστατικό μαρξισμό σήμερα

Θα δανειστούμε μια σκέψη που διατύπωσε ο Α. Γκράμσι στη δεκαετία του ’20, όταν καθοδηγούσε το Κ.Κ. Ιταλίας. Μιλώντας για το «ιδεολογικό» στοιχείο που είναι απαραίτητο στους κομμουνιστές, έλεγε πως αυτό συνίσταται στην «κατανόηση των όρων που μέσα τους διεξάγεται η πάλη, των κοινωνικών σχέσεων που μέσα τους διεξάγεται η πάλη, των βασικών τάσεων που δρουν στο σύστημα αυτών των σχέσεων»(2). Με μια έννοια, αυτό διατηρεί πέρα για πέρα την επικαιρότητά του. Οι κομμουνιστές πρέπει να ορίσουν μια στάση που θα κρατήσουν απέναντι στα μαζικά κινήματα, στις εξεγέρσεις, στις αναταραχές (ακόμα και απέναντι σε καθεστώτα και χώρες), γενικά σε όλα τα πρωτόγνωρα πράγματα που θα φέρει στο φως η ζωή. Απαλλασσόμενοι από κάθε αλαζονεία και από τη δογματική προσκόλληση στη θαλπωρή του παρελθόντος, πρέπει να αναμετρηθούν με νέους συσχετισμούς και με νέες καταστάσεις.

Από μια άποψη, οι συνθήκες στις οποίες δρα το σύγχρονο κομμουνιστικό κίνημα μοιάζουν με τις συνθήκες της Πρώτης Διεθνούς. Σ’ αυτή δεν έπαιρναν μέρος μόνο κόμματα, αλλά και συνδικαλιστικές, συνεταιριστικές οργανώσεις, οργανώσεις αλληλοβοήθειας των εργαζομένων και στα πλαίσιά της ήταν υπαρκτά διαφορετικά ιδεολογικά ρεύματα. Βασική όμως ιδιομορφία ήταν πως η Πρώτη Διεθνής «ήταν συγκροτημένη κατευθείαν πάνω στη βάση των μαζικών εργατικών κινημάτων και όχι των σοσιαλιστικών κομμάτων σαν τέτοιων και σε αυτά τα μαζικά κινήματα των διαφόρων χωρών οι μαρξιστές απείχαν πολύ από το να υπερισχύσουν»(3).

Και στη σημερινή συγκυρία, για ένα διάστημα που δεν ξέρουμε πόσο θα διαρκέσει, το κομμουνιστικό κίνημα θα λειτουργεί σαν μια πτέρυγα, σαν μια συνιστώσα, σαν μια μειοψηφία μέσα σε κινήματα, εξεγέρσεις, ενδιαφέροντα εγχειρήματα. Αυτός θα είναι ο κανόνας, ενώ οι εξαιρέσεις, εκεί που θα «υπερισχύει», δεν αποκλείονται και θα συμβάλλουν στο συνολικό προχώρημα. Όσο πιο γρήγορα αποβληθεί η «συνήθεια» να νοσταλγούμε και να αντιγράφουμε τις μορφές και όχι τα καλύτερα στοιχεία της εποχής που «υπερίσχυσε» το κομμουνιστικό κίνημα, τόσο λιγότερες καθυστερήσεις θα παρουσιάζουμε.

Οι όποιες αναλογίες με την Πρώτη Διεθνή σταματούν εδώ. Το κομμουνιστικό κίνημα πρέπει να δει πως κομβικό σημείο για το «ιδεολογικό στοιχείο» όπως το δανειστήκαμε από τον Α. Γκράμσι είναι πως ζούμε «το πριν αλλά και το μετά την επανάσταση, αλλά και μετά την παλινόρθωση και μέσα στη Νέα Τάξη Πραγμάτων». Πιο απλά, ζήσαμε νικηφόρες επαναστάσεις και τις πρώτες προσπάθειες οικοδόμησης του σοσιαλισμού. Αυτά εγγράφονται στις παρακαταθήκες και στα εφόδια. Ζήσαμε όμως και την αποσύνθεση και την παλινόρθωση του καπιταλισμού, που χρεώνει τους κομμουνιστές με «λογαριασμούς» με αυτό το παρελθόν: υπάρχει η απαίτηση για συμπεράσματα και θεωρία. Τέλος, ζούμε μέσα στην ιμπεριαλιστική Νέα Τάξη και η αστάθεια, οι εκρήξεις, τα αδιέξοδα θα πολλαπλασιάζονται. Μέσα από ατέρμονες προσπάθειες σε πλανητικό επίπεδο πρέπει να ανοιχτούν δρόμοι, να ανακαλυφθεί ο αντικειμενικός νόμος ανάπτυξης του κινήματος: η θεωρία και η πράξη, το νέο κομμουνιστικό πρόγραμμα είναι απαραίτητα εφόδια σε ένα νέο περιβάλλον.

Δυο λόγια για τις δυνάμεις που αναφέρονται σήμερα στον κομμουνισμό

Όπως προαναφέρθηκε, οι δυνάμεις που αναφέρονται στον κομμουνισμό δεν είναι ενιαίο ρεύμα και δεν έχουν την ίδια πολιτική συμπεριφορά. Εντελώς σχηματικά μπορούμε να δούμε τρεις-τέσσερις μεγάλες ομαδοποιήσεις, αναγνωρίζοντας ότι υπάρχουν πολλές άλλες που δεν είναι εύκολα κατατάξιμες (και αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό):

1. Καθεστωτικές στην ουσία δυνάμεις που συνεχίζουν να διατηρούν την αναφορά τους στον κομμουνισμό στον τίτλο τους και στις γενικές τοποθετήσεις τους. Προσπαθούν με κάθε τρόπο να μην περιθωριοποιηθούν και να είναι «εντός πλαισίου». Ο κυβερνητισμός και η υποχωρητικότητα απέναντι στον ιμπεριαλισμό είναι τα κύρια γνωρίσματά τους. Δεν είναι στη γραμμή τους και δεν έχουν πρόθεση να εξαπολύσουν ή να ενισχύσουν μαζικά κινήματα. Ενδιαφέρονται μόνο για ελεγχόμενες καταστάσεις και συνεργασία-διάλογο με καθεστωτικές δυνάμεις. Τέτοια κόμματα είναι το κόμμα του Ζιουγκάνοφ στη Ρωσία, το Κ.Κ. του Ιράκ, το ΚΚΕ στην Ελλάδα, το Κ.Κ. Ινδίας (Μ) και πολλά άλλα. Η δύναμη και η επιρροή που έχουν σε σχέση με το παρελθόν είναι μικρή. Υπάρχουν και ορισμένες άλλες δυνάμεις, όπως το Γαλλικό Κ.Κ., η Κομμουνιστική Επανίδρυση στην Ιταλία ή ακόμα και το ΑΚΕΛ, που χωρίς να έχουν αποποιηθεί την κομμουνιστική-εργατική ταυτότητα παρουσιάζουν και ορισμένα άλλα χαρακτηριστικά: πλάι στα ενισχυόμενα σοσιαλδημοκρατικά χαρακτηριστικά, έχουν την ευλυγισία ή υποχρεώνονται από τα πράγματα να κάνουν και ορισμένα «αριστερά» ανοίγματα, συμμετέχοντας σε κινήματα και έχοντας αρκετά ερείσματα μέσα στο συνδικαλιστικό κίνημα. Η ζωή έχει να δείξει το οξύμωρο: σκληρά σε αριστερή φρασεολογία κόμματα (π.χ. ΚΚΕ) να μην έχουν συμβολή στην ανάπτυξη αγώνων με αποτελεσματικότητα και να περιχαρακώνονται κακιωμένα, και δεξιών αποκλίσεων κόμματα να είναι πιο χρήσιμα σε αγώνες και κινήματα, όπως στην περίπτωση του «Όχι» στη Γαλλία και στην Κύπρο.

2. Το τροτσκιστικό ρεύμα που μπορεί και εμφανίζεται σαν «σχολή» και ενιαίο ρεύμα παρά τα πολλά του προσωπεία, εκμεταλλεύτηκε τους διαδρόμους που του παραχωρήθηκαν την περίοδο της κατεδάφισης του σοσιαλισμού και είχε τη δυνατότητα είτε μέσω του «εισοδισμού» είτε στη βάση της γραμμής του να έχει κάλλιστες σχέσεις με τη σοσιαλδημοκρατία και την καθεστωτική αριστερά. Για παράδειγμα μπορούσαν και μπορούν να λειτουργούν σαν πτέρυγες των «εργατικών κομμάτων» (π.χ. Αγγλία, Βραζιλία κ.λπ., ενώ στη χώρα μας έβλεπαν και το ΠΑΣΟΚ σαν τέτοιο κόμμα, μέχρι που είχαν σύνθημα «ψήφο στο ΠΑΣΟΚ – σοσιαλισμός από τα κάτω»…), και πρόσφατα μέσα στο Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, ξεχνώντας τελείως τα σχέδια για την «αντικαπιταλιστική αριστερά».

3. Το μαοϊκό και το μαρξιστικό-λενινιστικό ρεύμα. Τα διαχωρίζουμε γιατί υπάρχουν δύο κύριες ομαδοποιήσεις: μια μαοϊκή και μια που δεν αναφέρεται στην εμπειρία των κομμουνιστών της Κίνας. Από τις δύο, ισχυρότερη είναι η μαοϊκή. Ο χώρος δράσης τους δεν είναι ο ανεπτυγμένος καπιταλιστικά κόσμος, αλλά χώρες της περιφέρειας, όπου έχουν και τη μεγαλύτερη επιρροή. Παρά τις όποιες καθυστερήσεις και τα στοιχεία που είπαμε στην αρχή, εντούτοις είναι το μόνο οργανωμένο τμήμα του σύγχρονου κομμουνιστικού κινήματος που δεν βρίσκεται «εντός πλαισίου», συγκρούεται με τον ιμπεριαλισμό και έχει δώσει πολλούς νεκρούς γραμματείς, καθοδηγητές και πολλά μέλη. Έχει δηλαδή δεσμούς αίματος με διάφορα λαϊκά κινήματα και σε ορισμένες περιπτώσεις καθοδηγεί μεγάλα κινήματα (Νεπάλ, Φιλιππίνες, Παραγουάη, Εκουαδόρ κ.λπ.).

Είναι αναγκαίο να ειπωθούν δυο λόγια και για τα κόμματα που βρίσκονται στην εξουσία και ονομάζονται κομμουνιστικά ή εργατικά. Αναφερόμαστε στις περιπτώσεις της Κίνας, του Βιετνάμ, της Κούβας, της Βόρειας Κορέας. Δεν πρόκειται για ίδιες περιπτώσεις. Ιδιαίτερα το καθεστώς της Κίνας έχει άλλες δυνατότητες, βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση σε σχέση με τις υπόλοιπες περιπτώσεις και δεν έχει ανάγκη (ούτε μπορεί άλλωστε) να προσφύγει στη λαϊκή υποστήριξη. Εξάλλου προσφέρει και τεράστιες υπηρεσίες στον αντικομμουνισμό με την άνευ προηγουμένου εκμετάλλευση της εργατικής τάξης και την ουσιαστική συνεργασία με τις ΗΠΑ και άλλους αντιδραστικούς. Η Κούβα όμως, όντας σε πολύ διαφορετική θέση από τα υπόλοιπα παραδείγματα, είναι αναγκασμένη να στηριχθεί στη λαϊκή υποστήριξη, διεθνή και ντόπια. Σε γενικές γραμμές, πολλά θα κριθούν από τη στάση που θα τηρήσουν τα καθεστώτα και τα κόμματα καθεμιάς περίπτωσης απέναντι στον ιμπεριαλισμό και τις προκλήσεις του και τι προσανατολισμό θα έχουν στις νέες συνθήκες. Δεν αποκλείεται διάφορες καθεστωτικές δυνάμεις να βρεθούν στο στόχαστρο της αντίδρασης, πράγμα που μπορεί να οδηγήσει σε διαφορετικές συμπεριφορές και παραπέρα διαφοροποιήσεις.

Ποιο το μέλλον του κομμουνιστικού κινήματος;

Μπορούν τα κινήματα αντίστασης σε όλο τον κόσμο να είναι νικηφόρα χωρίς να προβάλλουν ένα απελευθερωτικό εξισωτικό κοινωνικό όραμα; Μπορούν οι κομμουνιστές να νοηθούν, να υπάρξουν έξω από την κίνηση των μαζών και τις μικρές ή μεγάλες αντιστάσεις που οι λαοί προβάλλουν; Επειδή η απάντηση και στα δύο παραπάνω ερωτήματα είναι αρνητική, το μέλλον του κομμουνιστικού κινήματος είναι άρρηκτα δεμένο με την πορεία και την εξέλιξη των μαζικών κινημάτων.

Με άλλα λόγια η απάντηση βρίσκεται στον τίτλο του σημειώματος: «Η ζωή θα επιβάλει τα δικαιώματά της»(4). Το κομμουνιστικό κίνημα έχει μέλλον αν αποδείξει στην πράξη και πείσει τις μάζες για την αναγκαιότητα και επικαιρότητα του κομμουνισμού. Εύκολο να το λες, δύσκολο να το κάνεις. Πάντα έτσι ήταν όμως!

 

(1) Μάο Τσε Τουνγκ, «Ο παρατεταμένος πόλεμος», Ιστορικές εκδ., σ. 56.

(2) Αντόνιο Γκράμσι, «Πολιτικά κείμενα», εκδ. Οδυσσέας, σ. 63.

(3) Γουίλιαμ Φόστερ, «Ιστορία των τριών Διεθνών», σ. 158-159. Το κύριο χαρακτηριστικό της Δεύτερης Διεθνούς ήταν η συγκρότηση και ανάπτυξη εθνικών εργατικών κομμάτων σε συνθήκες ειρηνικής-ομαλής ανάπτυξης του καπιταλισμού. Το κύριο χαρακτηριστικό της Τρίτης Διεθνούς ήταν η συγκρότηση και δράση του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος σαν ανεξάρτητης πρωταγωνιστικής δύναμης.

(4) Η φράση ανήκει στον Β. Ι. Λένιν και είναι γραμμένη στο έργο του «Ο “αριστερισμός” παιδική αρρώστια του κομμουνισμού», τόμος 41, σ. 86-87. Ολόκληρο το απόσπασμα έχει ως εξής: «Ο κομμουνισμός “ξεφυτρώνει” ορμητικά από όλες τις πλευρές της κοινωνικής ζωής, τα φύτρα του υπάρχουν κυριολεκτικά παντού, η “μόλυνση” (για να χρησιμοποιήσουμε την πιο προσφιλή έκφραση της αστικής τάξης και της αστικής αστυνομίας και την πιο “ευχάριστη” για αυτήν σύγκριση) έχει εισχωρήσει πολύ βαθιά μέσα στον οργανισμό και τον έχει διαποτίσει ολόκληρο. Αν “φράξεις” με εξαιρετική προσοχή τη μια έξοδο, η “μόλυνση” θα βρει μιαν άλλη, κάποτε την πιο αναπάντεχη. Η ζωή θα επιβάλει τα δικαιώματά της».