Η ΥΠΟΔΟΧΗ ΤΗΣ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗΣ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ, του Ν.Ταυρή

ΣΥΡΙΖΑ: Αριστερά και Ενωτικά

Η υποδοχή της Διακήρυξης

του Νίκου Ταυρή

Παρουσιάστηκε στις 5/7 η Διακήρυξη της Πρωτοβουλίας για τη Συσπείρωση της Αριστεράς – ΣΥΡΙΖΑ. Το πλήρες κείμενό της δημοσιεύθηκε στις εφημερίδες Εποχή και Αυγή, ενώ κυκλοφορεί και σε χιλιάδες αντίτυπα σε όλες τις εκδηλώσεις που γίνονται και στα στέκια και γραφεία των δυνάμεων που απαρτίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ.

Πρόκειται για ένα γενικό πολιτικό πλαίσιο που προέκυψε μετά από διαβουλεύσεις και συζητήσεις ανάμεσα στις δυνάμεις που το υπογράφουν, και εγκρίθηκε μέσα από σώματα και αποφάσεις κάθε μιας δύναμης που παίρνει μέρος στο εγχείρημα. Τη Διακήρυξη, με το γενικό τίτλο «Ελπίδα του λαού η συσπείρωση της Αριστεράς», προσυπογράφουν οι ακόλουθες δυνάμεις: ΑΚΟΑ, ΔΕΑ, Ενεργοί Πολίτες, ΚΕΔΑ, ΚΟΕ, Κόκκινο, Συνασπισμός, καθώς και Ανένταχτοι Αριστεροί.

Η Διακήρυξη χωρίζεται σε τρία μέρη:

α) Πλαίσιο πολιτικής συνεργασίας των δυνάμεων της ριζοσπαστικής Αριστεράς β) Άμεσοι προγραμματικοί στόχοι και μέτωπα πάλης, και γ) Ζητήματα συγκρότησης, οργάνωσης και λειτουργίας.

Το πρώτο μέρος χωρίζεται στα ακόλουθα κεφάλαια: 1) Ποιοι είμαστε, οι αφετηριακές μας ιδέες. 2) Για την ευρύτερη συσπείρωση της Αριστεράς. 3) Όχι στον πόλεμο, το νεοφιλελευθερισμό, τη Νέα Τάξη. 4) Όχι στην κεντροαριστερά και τον κυβερνητισμό. 5) Όχι στην Ευρώπη του πολέμου, του νεοφιλελευθερισμού, του ρατσισμού, όχι στην Ευρώπη-φρούριο. 6) Να ηττηθεί ο δικομματισμός. 7) Όραμά μας ο σοσιαλισμός.

Στο δεύτερο μέρος οι βασικοί άξονες που ορίζουν τα κύρια μέτωπα πάλης και παρέμβασης είναι: 1) Νεοφιλελεύθερη οικονομική και κοινωνική πολιτική. 2) Συνταγματική κατοχύρωση του νεοφιλελευθερισμού. 3) Αγροτική οικονομία. 4) Πολιτικά και δημοκρατικά δικαιώματα. 5) Ισότητα των φύλων. 6) Μετανάστες. 7) Υπέρ μιας ουσιαστικής οικολογικής πολιτικής. 8) Ζητήματα εξωτερικής πολιτικής. 9) Υπεράσπιση της ειρήνης, ενάντια στον πόλεμο.

Είναι γενική η παραδοχή ότι η Διακήρυξη αποτελεί μια αρκετά προωθημένη βάση πολιτικής συνεργασίας ανάμεσα σε δυνάμεις και κόμματα της Αριστεράς και σε γενικές γραμμές ανταποκρίνεται στις ανάγκες που θέτει η συγκυρία. Όταν μιλάμε για ένα κοινό πλαίσιο ανάμεσα σε διαφορετικές δυνάμεις μιλάμε για μια μίνιμουμ συμφωνία σε πολλά ζητήματα, μιλάμε για μια κοινή συνισταμένη και όχι για ένα κείμενο που απηχεί 100% τις θέσεις του ενός κόμματος ή της άλλης δύναμης. Άλλωστε το βασικό κριτήριο ενός κοινού πολιτικού πλαισίου δεν μπορεί να είναι η «καθαρότητα» και η απάντηση όλων των ζητημάτων, αλλά αν τοποθετείται και πώς στα κεντρικά και κομβικά, αν ανοίγει το δρόμο σε μια πλατιά συσπείρωση, αν δημιουργεί δυνατότητες ανοίγματος και βαθέματος διαφόρων μετώπων. Από την άποψη αυτή, το κείμενο της Διακήρυξης είναι ένας καλός μπούσουλας και τούτο ούτε οι άσπονδοι «φίλοι» δεν μπορούν να το αρνηθούν.

Αξίζει να αναφερθούμε λίγο στην «υποδοχή» που έγινε στη Διακήρυξη από διάφορες δυνάμεις, συλλογικότητες και τάσεις. Θα ήταν ευκταίο να έπαιζε η Διακήρυξη ένα ρόλο, να άνοιγε μια γόνιμη και πλούσια συζήτηση εντός της Αριστεράς (και της κομμουνιστικής) για τους στόχους και τις ανάγκες του κινήματος. Όμως σε ορισμένα επιτελεία, όπως βλέπουμε, πνέει άλλος άνεμος…

«Ανανεωτική πτέρυγα» του ΣΥΝ

Θα ξεκινήσουμε από τον τρόπο που στάθηκε και στέκεται η «ανανεωτική πτέρυγα» του ΣΥΝ. Σύμφωνα λοιπόν με ανακοινώσεις και δηλώσεις στελεχών της τάσης αυτής:

«Η τελική διακήρυξη της εκλογικής σύμπραξης του ΣΥΡΙΖΑ προχωρά σε πολιτικές διαπιστώσεις ακόμα πιο ακραία αντιευρωπαϊκές και σε νέα οργανωτικά σχήματα που ρευστοποιούν τον Συνασπισμό. Αυτά υπερβαίνουν τις πρόσφατες αποφάσεις του Διαρκούς Συνεδρίου και μέχρι σήμερα δεν έχουν νομιμοποιηθεί από κανένα όργανο του κόμματος… Η Ανανεωτική Πτέρυγα θεωρεί ότι ο μονόπλευρος προσανατολισμός προς τις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ και η εμμονή για την υλοποίησή του, με κάθε κόστος, πλήττουν την εικόνα της σύγχρονης Δημοκρατικής Αριστεράς.» (ανακοίνωση Ανανεωτικής Πτέρυγας).

Για τον Σπύρο Λυκούδη «ο ΣΥΝ από το τελευταίο συνέδριό του και μετά, με τη νέα του ηγεσία και πλειοψηφία, καταγράφει με τις επιλογές του και τις πολιτικές του συμπεριφορές μια σαφή απομάκρυνση από τις αριστερές ανανεωτικές βάσεις, πάνω στις οποίες γεννήθηκε και με τις οποίες πορεύτηκε. Πρόσφατο χαρακτηριστικό παράδειγμα η συνυπογραφή από την ηγεσία του κόμματος, και μάλιστα χωρίς την έγκριση οποιουδήποτε κομματικού σώματος, της τελευταίας βαθύτατα οπισθοδρομικής διακήρυξης του ΣΥΡΙΖΑ.»

Τέλος, το στέλεχος της «ανανεωτικής πτέρυγας» Μιχάλης Σαμπατακάκης διαπιστώνει ότι «ο ΣΥΝ διά της ηγεσίας και πλειοψηφίας του απομακρύνεται από τις ιδέες της Ανανεωτικής Αριστεράς. Δεν κρύβουν, σχεδόν υπερηφανεύονται, ότι ο ΣΥΝ μεταλλάσσεται. Προς τα πού; Άλλοι θέλουν τη σύγκλιση με το ΚΚΕ, άλλοι με μικρές ομάδες της μαοϊκής και τροτσκιστικής παράδοσης και άλλοι τη δημιουργία προσωπικού κόμματος με λαϊκιστικά χαρακτηριστικά».

ΚΚΕ και Ριζοσπάστης

Ο χώρος του ΚΚΕ και ο Ριζοσπάστης ασχολήθηκαν αρκετά με τη Διακήρυξη. Σε ρεπορτάζ για την παρουσίαση της Διακήρυξης ο συντάκτης του Ριζοσπάστη ανάφερε ότι «ως προς το πολιτικό περιεχόμενο της διακήρυξης, αυτό που γίνεται εύκολα αντιληπτό είναι η προσπάθεια διατύπωσης ενός πιο αριστερού λόγου». Πρόκειται για μια επιβεβαίωση όσων είπαμε στην αρχή, ότι και οι άσπονδοι φίλοι είναι υποχρεωμένοι να το παραδεχτούν. Στη συνέχεια, όπως είναι φυσικό, ο συντάκτης ξεκαθαρίζει ότι ο πιο αριστερός πολιτικός λόγος είναι μια «κομπίνα»: «Πρόκειται για αποκλειστικά φραστική μετακίνηση, καθώς ο Συνασπισμός –που είναι και ο κορμός του εγχειρήματος αυτού– δεν άλλαξε ούτε στο ελάχιστο πολιτικές του θέσεις και προτάσεις, οι οποίες σε κρίσιμα ζητήματα απλά αποσιωπώνται».

Φυσικά το μεγάλο έργο της κατατρόπωσης το ανέλαβε -ποιος άλλος;- ο ίδιος ο Μάκης Μαΐλης στον κυριακάτικο Ριζοσπάστη, σε άρθρο με τίτλο «ΣΥΡΙΖΑ η διαχείριση με προεκλογικό προσωπείο». Και αυτός παρά τη «σκληράδα» του είναι υποχρεωμένος να παραδεχτεί –με τον τρόπο του– ότι η Διακήρυξη είναι σε αριστερή κατεύθυνση: «Στη συνέχεια ξανασκάρωσαν μια κοινή διακήρυξη, περιφραγμένη με σοσιαλισμούς και ιμπεριαλισμούς, για να κρύψουν την ουσία, που παραμένει (πώς να γινόταν διαφορετικά;) η γνωστή ίδια: Διαχείριση του συστήματος». Ε, οι σοσιαλισμοί και οι ιμπεριαλισμοί –που δεν υπήρχαν σε παλιότερα κείμενα– τώρα αποτελούν πάλι κομπίνα και φύλλα συκής για να κρύψουν τη «διαχείριση». Βέβαια ο ίδιος ούτε που μπορεί να διανοηθεί πώς μπορεί να υπάρξει μια συνεργασία αριστερών δυνάμεων: «Ο λόγος για τον ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή για τον ΣΥΝ και τους συμμάχους του, που είναι άξιον απορίας το γιατί δεν βρίσκονται όλοι στο ίδιο κόμμα, αφού πρόκειται για του ίδιου (οπορτουνιστικού) χρώματος άτομα και ομάδες». Και μετά ασυγκράτητος αρχίζει το σφυροκόπημα. Απολαύστε τον:

«Το κυρίαρχο σλόγκαν, φυσικά, είναι στη διακήρυξη η “συσπείρωση της αριστεράς”. Διαπράττονται εδώ οι εξής λαθροχειρίες:

Με τη θολούρα της αντιεπιστημονικής έκφρασης “αριστερά”, μιμούνται τη μυλωνού που έβαζε τον άντρα της με τους πραματευτάδες. Και το κάνουν αυτό με δύο τρόπους. Πρώτον, ονομάζοντας τον εαυτό τους αριστερά, στην οποία, αν δεχτούμε συμβατικά και προς στιγμή τον όρο, δεν ανήκουν. Δεύτερον, ονοματίζοντας και το ΚΚΕ αριστερή δύναμη, ενώ το ΚΚΕ δεν είναι παρά αυτό που λέει το όνομά του: Κομμουνιστικό Κόμμα. Έτερον, εκάτερον. Τα κόμματα εκφράζουν ταξικά συμφέροντα. Δεν κατατάσσονται επίπεδα και γεωγραφικά με βάση την ταμπέλα που έχουν ή την ταμπέλα που τους κολλάνε άλλοι. Ο διαχωρισμός σε δεξιά – κέντρο – αριστερά δεν αποδίδει την ουσία. `Η εκφράζεις την εργατική τάξη και τους συμμάχους της, ή το κεφάλαιο.» Μπράβο στον θεωρητικό του Περισσού. Η Αριστερά έχει καταντήσει μια «θολή αντιεπιστημονική έκφραση» και ο σεχταρισμός έχει τόσο απογειωθεί που σώνει και καλά πρέπει να τηρηθεί ανταγωνιστική σχέση ανάμεσα στην Αριστερά και τον προσδιορισμό «κομμουνιστικό». Άλλη μια τεράστια «υπηρεσία» στο σύστημα με αντάλλαγμα μικρές και ιδιοτελείς εκλογικές σκοπιμότητες. Ο Μάκης Μαΐλης δεν ικανοποιείται διόλου με την καθαρή διατύπωση «Όχι στην κεντροαριστερά και τον κυβερνητισμό». Επιλέγει μια φράση («…οι υπάρχοντες σήμερα και για το ορατό μέλλον πολιτικοί συσχετισμοί και οι γενικότερες προϋποθέσεις δεν επιτρέπουν να τεθεί στην ημερήσια διάταξη το ζήτημα της ανάληψης κυβερνητικών ευθυνών από την Αριστερά») και αρχίζει να κατηγορεί τον ΣΥΡΙΖΑ: «Το να λες, όπως κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ, ότι ο συσχετισμός δυνάμεων δεν μας επιτρέπει να πούμε το στόχο για την κυβέρνηση που θέλουμε (για το ΚΚΕ δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα, είναι η λαϊκή εξουσία και η λαϊκή οικονομία σημ. δική μας), αποτελεί μια χοντροκομμένη απόπειρα συγκάλυψης της επιθυμίας και της στόχευσης να πάνε με το ΠΑΣΟΚ αργά ή γρήγορα. Γιατί; Γιατί και τα δύο κόμματα είναι σοσιαλδημοκρατικά. Αυτή είναι η ουσία.»

Η εντελώς αδύναμη πολιτική αντίληψη του Μάκη Μαΐλη φαίνεται καθαρά και στα ακόλουθα σημεία που μόνος του παραθέτει: «Ταυτόχρονα, η διακήρυξη, για να δώσει και μια χροιά “αριστερού” προσωπείου, θέτει και στόχους πάλης, όπως: “Να κλείσουν όλες οι ΝΑΤΟικές βάσεις στην Ελλάδα, κατάργηση της βάσης της Σούδας (…). Δεν θέλουμε την Ελλάδα στο ΝΑΤΟ, ούτε το ΝΑΤΟ στην Ελλάδα”! Ερώτημα: Ποιος θα τα κάνει αυτά; Η απάντηση δεν μπορεί να είναι γενικά η λαϊκή πάλη. Καμιά λαϊκή πάλη δεν πρόκειται να υλοποιήσει αυτούς τους στόχους, αν δεν έχει κατεύθυνση συνολικά κατά της πολιτικής του κεφαλαίου, αν δεν διαμορφώνονται συσχετισμοί υπέρ ενός λαϊκού αντιιμπεριαλιστικού μετώπου, που θα ανατρέψει την εξουσία του κεφαλαίου και θα εγκαθιδρύσει τη λαϊκή εξουσία. Ομως, ο ΣΥΝ – ΣΥΡΙΖΑ ούτε τέτοιο στόχο έχει, ούτε έχει να απαντήσει στο πώς!».

Τον ευχαριστούμε για τα καλά του λόγια και να του θυμίσουμε ότι πολλοί στόχοι μπορούν να κερδηθούν, μπορούν να υπάρξουν νίκες και επιτυχίες του κινήματος και πριν φτάσει η στιγμή της ανατροπής της εξουσίας του κεφάλαιου. Το αστείο είναι πως όλα τα παραπέμπει στη στιγμή εκείνη, ενώ η άμεση πραχτική είναι πολύ πιο άτολμη, δειλή και πραχτικά κόσμια από αυτήν που επιδεικνύει πχ τελευταία ο ΣΥΝ. Προς το παρόν, και για πολύ καιρό ακόμα, όλα παραπέμπονται στο περίφημο «ψήφο στο ΚΚΕ» που τόσο τρομάζει το δικομματισμό…

ΝΑΡ και ΠΡΙΝ

Από την πλευρά του Πριν και του ΝΑΡ υπάρχει μια παρεμφερής στάση με αυτή του ΚΚΕ. Αποτιμώντας συνολικά τη Διακήρυξη εκτιμούν ότι «η πολιτική φυσιογνωμία κινείται στο όριο μιας φιλολαϊκής διαχείρισης της σημερινής κατάστασης. Διαπνέεται από ορισμένους φιλολαϊκούς στόχους (πολύ πίσω από τις σύγχρονες ανάγκες και σε πολλές περιπτώσεις πολύ πιο πίσω από τις κατακτήσεις του κινήματος), χωρίς οι στόχοι αυτοί να δένονται με γενικότερους πολιτικούς στόχους ρήξης με την κυρίαρχη πολιτική και πολύ περισσότερο με μια λογική ανατροπής του καπιταλισμού, άλλης εργατικής εξουσίας.»

Μετά από αυτή την εκτίμηση, όλα τα άλλα γίνονται πιο εύκολα: όλες οι δυνάμεις που μετέχουν στο ΣΥΡΙΖΑ «έχουν προσχωρήσει στρατηγικά στο μεταρρυθμιστικό σχέδιο», γιατί δεν μπορεί κανείς στο όνομα του αντισεχταρισμού «να εντάσσεται σε μια εχθρική στρατηγική, αυτή του “δημοκρατικού μεταρρυθμιτισμού”». Έτσι, αυτά που υποστηρίζει η Διακήρυξη, δηλαδή πως «στόχος και κεντρικό καθήκον της Αριστεράς είναι η ανατροπή της πολιτικής του νεοφιλελευθερισμού, που θα ανοίξει την προοπτική της υπέρβασης του καπιταλιστικού συστήματος προς μια ριζικά διαφορετική κοινωνία, την κοινωνία του σοσιαλισμού» και ότι «σήμερα είναι η περίοδος που η Αριστερά, με σαφή οριοθέτηση από λογικές κεντροαριστεράς και συνδιαχείρισης του συστήματος, οφείλει να συγκροτήσει τον εαυτό της ως ισχυρή δύναμη», δεν συγκινούν τους συντάκτες του Πριν. Είναι και αυτά προεκλογικά μασκαρέματα. Είναι μια ερμηνεία και αυτή…

Όμως δεν καταλαβαίνουμε γιατί χρειάζεται και η επιστράτευση του ψέματος για να ενισχυθεί μια άποψη. Γράφουν, για παράδειγμα, οι συντάκτες του Πριν: «Είναι με την ειρήνη (ο ΣΥΡΙΖΑ), αλλά δεν παλεύει για την αποχώρηση από το ΝΑΤΟ (μας δηλώνει βέβαια ότι… “δεν θέλει την Ελλάδα στο ΝΑΤΟ”)». Έχει σημασία το ζήτημα αυτό, γιατί το αναφέρουν και ο Ριζοσπάστης και το Πριν.

Αντί να δουν με θετικό τρόπο τη ρητή τοποθέτηση εναντίωσης να είναι η Ελλάδα μέσα στο ΝΑΤΟ και το ΝΑΤΟ παρόν στην Ελλάδα, ψιλοκοροϊδεύουν αυτή τη διατύπωση, χωρίς να κάνουν και τίποτα ουσιαστικό για την ανάπτυξη ενός αντιιμπεριαλιστικού κινήματος στην Ελλάδα.