Η Ελλάδα, η μεγάλη χαμένη στις οικονομικές της σχέσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση, του Ν. Γεωργακάκη

Με αφορμή τις ευρωεκλογές, είναι ευκαιρία να εξετάσουμε το δούναι και λαβείν στις οικονομικές σχέσεις Ελλάδας και Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφού μόνιμη επωδός των κυβερνήσεών μας ήταν ότι με τη συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα έχουμε σημαντικά οικονομικά οφέλη λόγω των κοινοτικών πόρων που θα εισρέουν στην Ελλάδα.

Εισροές από ΕΕ και εμπορικό ισοζύγιο

Ανασύρουμε τα επίσημα στοιχεία που αναφέρονται στους προϋπολογισμούς, όσον αφορά τις καθαρές εισροές (απολήψεις μείον αποδόσεις) της χώρας μας από την ΕΕ και τα συγκρίνουμε με το εμπορικό μας ισοζύγιο με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ (στοιχεία Ευρωπαϊκής Επιτροπής).

Τα δεδομένα αποτυπώνονται στον πίνακα και στο διάγραμμα που ακολουθεί αρκετά παραστατικά. Για οικονομία χώρου, η καταγραφή γίνεται ανά 2ετία, και όχι ανά έτος, όμως επαρκεί για να δούμε τις τάσεις, να βγάλουμε ορθά συμπεράσματα.

Τι βλέπουμε από τα στοιχεία αυτά

Οι καθαρές εισροές από τα κοινοτικά ταμεία, με κάποιες διακυμάνσεις, έχουν αυξηθεί τη 15ετία 1993-2007 από 3.091,3 εκ. ­ σε 4.009 εκ. ­, δηλαδή αύξηση κατά 30%. Την ίδια περίοδο, το εμπορικό μας ισοζύγιο επιδεινώθηκε από -9.624 σε -20695 εκ. ­ και το τελικό αποτέλεσμα από τα δούναι και λαβείν με την ΕΕ, με βάση τα δύο αυτά μεγέθη (άθροισμά τους), ήταν η επιδείνωση της ζημιάς της χώρας μας από -6.533 εκ. ­ σε -16.596,4 εκ. ­ – τεράστια αύξηση κατά 254%, δηλαδή πάνω από 2,5 φορές.

Τα στοιχεία αυτά δεν πρέπει να εκπλήσσουν. Οι χώρες που συνεισφέρουν περισσότερο στον Κοινοτικό Προϋπολογισμό δεν είναι βλάκες. Γι’ αυτό πρέπει να μελετήσουμε ολοκληρωμένα την πορεία των δοσοληψιών και να βγάλουμε τα σωστά συμπεράσματα. Υποπτευόμαστε, πιστεύω, την εξέλιξη, όταν σε λίγα χρόνια οι χρηματοδοτήσεις από ΕΕ θα ελαχιστοποιηθούν.

Δύο βασικά σχόλια

1. Οι χώρες που συνεισφέρουν περισσότερο στον Κοινοτικό Προϋπολογισμό έχουν τελικά οφέλη λόγω ισχύος και ανταγωνιστικότητας της οικονομίας τους. Για να δώσουν πόρους σε άλλες χώρες, επέβαλλαν την απελευθέρωση των αγορών και, όπως είναι γνωστό, η απελευθέρωση πάντα ωφελεί τις πιο ανταγωνιστικές χώρες. Έτσι, μας εξάγουν πολλά και μάλιστα βιομηχανικά (με μεγάλη προστιθέμενη αξία) προϊόντα, επιδεινώνοντας διαρκώς το εμπορικό μας ισοζύγιο. Επίσης, σαν ισχυρές χώρες, έχουν όχι μόνο άμεσα οικονομικά οφέλη μέσω του εμπορίου αλλά και μακροπρόθεσμα, επιβάλλοντας και με την πολιτική ισχύ τους την ανάληψη έργων, τις προμήθειες εξοπλισμών κ.λπ.

Για να αναφερθούμε μόνο στη Γερμανία, ο απολογισμός περιλαμβάνει την ανάληψη του αεροδρομίου από την Hochtief. Την ανάληψη προμήθειας του C4I στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Την απόκτηση από τη γερμανική Deutcse Telecom σημαντικού μεριδίου του ΟΤΕ με μακροπρόθεσμα οφέλη. Επίσης, σημαντικά οφέλη από τη συμμετοχή στις εξοπλιστικές προμήθειες.

Μέσω, λοιπόν, των πολύπλευρων σχέσεων, οι εισφορές που δίνει η Γερμανία στα κοινοτικά ταμεία επιστρέφουν στην οικονομία της. Επομένως, πρέπει να εξετάζονται οι πολιτικές που προωθούνται, ώστε να μην εξυπηρετούν μονόπλευρα τους ισχυρούς.

2. Άλλη σημαντική πτυχή είναι η εξής: Επειδή χώρες σαν τη Γερμανία είναι πολύ αναπτυγμένες και η “απελευθέρωση” θα γονάτιζε τις αδύνατες οικονομίες, όπως της χώρας μας, θεσπίστηκε η ενίσχυση των αδύναμων οικονομιών για την προσαρμογή και τον εκσυγχρονισμό τους (π.χ. αγροτικές αναδιαρθρώσεις, επιμορφώσεις εργατικού δυναμικού), ώστε σταδιακά να βελτιώνεται η ανταγωνιστικότητά τους και να φτάσουν να ανταγωνίζονται επί ίσοις όροις τις αναπτυγμένες χώρες. Αυτό αποδείχτηκε παραμύθι και, όπως μπορούμε να συμπεράνουμε σήμερα, τα επίπεδα ανταγωνιστικότητας δεν έχουν συγκλίνει, για να μην πούμε ότι έχουν αποκλίνει παραπέρα. Συνέπεια της εξέλιξης αυτής είναι η επιδείνωση του εμπορίου μας και προς τις ΗΠΑ– αν και σε λίγο μικρότερο βαθμό.

Στη δυσμενή αυτή εξέλιξη το φταίξιμο δεν πρέπει να επιρρίπτεται αποκλειστικά στις αναπτυγμένες χώρες της ΕΕ, που μέσω διαφόρων πολιτικών (σχετικές οδηγίες) έχουν καθορίσει το πλαίσιο που τους εξυπηρετεί, αλλά και στις δικές μας κυβερνήσεις, που αποδείχτηκαν ως σήμερα “βασιλικότερες του βασιλέως”, δεν πάλεψαν ποτέ δυναμικά για τα δικά μας συμφέροντα. Υπάρχουν μαρτυρίες ανθρώπων που συνεργάστηκαν με τον Σημίτη, που αναφέρονται στην παροιμιώδη δουλικότητά του σε ό,τι ζητούσαν οι κοινοτικοί άρχοντες.

Επομένως, πρέπει να δούμε τι κάνουμε εμείς για να ισχυροποιήσουμε την ελληνική οικονομία, για να μην ανοίγει παραπέρα το εμπορικό έλλειμμα. Τα στοιχεία του πίνακα μας δικαιώνουν για την κριτική μας στον Σημίτη και όποιον άλλο μιλούσε για ισχυρή οικονομία.

Η βασικότερη δράση μας πρέπει να είναι η προώθηση ενός δυναμικού μοντέλου ανάπτυξης που θα σέβεται το περιβάλλον αλλά και θα παίρνει υπόψη τις εθνικές ιδιαιτερότητες και χαρακτηριστικά. Μοντέλο, δηλαδή, ανάπτυξης με εθνικά χρώματα. Για να μπορέσουμε να επιβιώσουμε σαν χώρα, οφείλουμε να ενισχύσουμε τη μεταποίηση, την παιδεία (γνώση) την καινοτομία και την έρευνα (βασική και εφαρμοσμένη). Πρέπει να κληθούν σε δημιουργικό διάλογο όλοι οι αρμόδιοι επιστημονικοί και κοινωνικοί φορείς για τη χάραξη μιας αναπτυξιακής πολιτικής, που θα ισχυροποιεί την οικονομία μας ακόμη και κόντρα στις όποιες παράλογες πολιτικές των Βρυξελλών.

*αναδημοσίευση από την εφημερίδα “Αυγή”, 2/6

 

 

Χρηματοροές Ελλάδας – ΕΕ &
σύγκριση με εμπορικό ισοζύγιο*

Έτη

Εμπορικό ισοζύγιο με τις χώρες ΕΕ

Καθαρές εισροές από ΕΕ

Άθροισμα

1993

 -9.623,7

3.091,3

-6.532,3

1995

-10.252,7

3.161,3

-7.091,4

1997

-10.866,2

3.804,7

-7.061,5

1999

-13.340,4

4.540,4

-8.800,0

2001

-14.479,6

4.026,0

-10.453,6

2003

-15.413,1

5.063,0

-10.350,1

2005

-16.683,3

3.231,0

-13.452,3

2007

-20.605,4

4.009,0

-16.596,4

*σε τρέχουσες τιμές (εκατ. ευρώ)