Τελική Διακήρυξη της Διεθνούς Διάσκεψης του Καράκας
8-11/10/2008
Μέσα στην κρίση δυναμώνουν οι φωνές και το αίτημα για μια μεγάλη στροφή στην παγκόσμια σκηνή, στην παγκόσμια οικονομία. Μέσα στον υπό διαμόρφωση πολυπολικό κόσμο, είναι φυσικό, μια σειρά από χώρες, και ειδικά αυτές που θέλουν να βαδίσουν έξω από τις νεοφιλελεύθερες ράγες, χώρες που έχουν κυβερνήσεις που στηρίχθηκαν σε λαϊκές πλειοψηφίες και μεγάλα κινήματα –και τέτοια είναι η περίπτωση Λατινοαμερικάνικων χωρών–, να θελήσουν να αναζητήσουν μια διαφορετική στάση απέναντι στην κρίση και τις επιπτώσεις της. Για το σκοπό αυτό έγινε στο Καράκας, πρωτεύουσα της Βενεζουέλας, μια διεθνής διάσκεψη οικονομολόγων και επιστημόνων για να επεξεργαστούν τις "απαντήσεις του Νότου απέναντι στην κρίση". Στη συνέχεια δημοσιεύουμε την τελική διακήρυξη της διάσκεψης, γιατί νομίζουμε πως συμβάλλει στον προβληματισμό και στις εφικτές προτάσεις που μπορούν να υπάρξουν από χώρες, κινήματα, λαούς απέναντι στην κρίση. Πρόκειται για μια διάσταση που δεν πρέπει να λησμονούμε, ή να υποτιμούμε.
Στο επόμενο τεύχος θα δημοσιεύσουμε μια άλλη διακήρυξη, αυτή της 5ης Διάσκεψης της Via Campesina (της μεγαλύτερης διεθνούς οργάνωσης αγροτικών κινημάτων) που έγινε στο Μαπούτο, πρωτεύουσα της Μοζαμβίκης, και αφορά αιτήματα και στόχους των αγροτικών πληθυσμών που ακόμα αποτελούν περίπου το μισό του παγκόσμιου πληθυσμού.
Οι απαντήσεις του Νότου στην Παγκόσμια Οικονομική Κρίση
Ακαδημαϊκοί και ερευνητές από την Αργεντινή, την Αυστραλία, το Βέλγιο, τον Καναδά, τη Χιλή, την Κίνα, την Κούβα, το Εκουαδόρ, τη Γαλλία, το Μεξικό, το Περού, τις Φιλιππίνες, τη Ν. Κορέα, την Ισπανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ουρουγουάη και τη Βενεζουέλα συμμετείχαν στη Διεθνή Διάσκεψη Πολιτικής Οικονομίας: η απάντηση του Νότου στην Παγκόσμια Οικονομική Κρίση, η οποία διεξήχθη στο Καράκας από τις 8 ως τις 11 Οκτώβρη 2008. Η διάσκεψη προκάλεσε μια ευρύτατη συζήτηση για τη σημερινή κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας και του χρηματοπιστωτικού συστήματος, τις νέες προοπτικές και τις προκλήσεις για τις κυβερνήσεις και τους λαούς του Νότου που θέτει η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση.
Η συνάντηση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η κατάσταση έχει επιδεινωθεί τις τελευταίες εβδομάδες. Από μια σειρά κρίσεων στις χρηματαγορές των κεντρικών χωρών έχει γρήγορα εξελιχθεί σε μια εξαιρετικά σοβαρή παγκόσμια κρίση. Μια τέτοια εξέλιξη συνεπάγεται ότι οι χώρες του Νότου έχουν βρεθεί σε μια πολύ δύσκολη κατάσταση.
Η κρίση απειλεί την πραγματική οικονομία και, εάν δεν αναληφθούν άμεσα ενεργητικές και αποτελεσματικές δράσεις, οι λαοί όλου του κόσμου μπορεί να πληγούν – και ειδικότερα τα τμήματα εκείνα που είναι παραμελημένα και λιγότερο προστατευμένα.
Η ευαισθησία των νομισμάτων μας, οι χρηματοπιστωτικές ανισορροπίες και η σοβαρή ύφεση που επίκειται, διαψεύδουν το νεοφιλελεύθερο μύθο για τα οφέλη της απορύθμισης των αγορών και τη σταθερότητα και αξιοπιστία των υπαρχόντων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, όπως επίσης θέτουν σε αμφισβήτηση τα ίδια τα θεμέλια του σημερινού καπιταλιστικού συστήματος.
Οι παρεμβάσεις στη διάσκεψη ανέδειξαν τον τρόπο με τον οποίο η κρίση, η οποία ξεκίνησε τον Αύγουστο του 2008, έχει ως τώρα εξελιχθεί και την αποτυχία των όλο και μεγαλύτερων παραχωρήσεων και προνομίων, όπως και των σχεδίων σωτηρίας εκ μέρους των κρατών στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, για τη σωτηρία των αποβλήτων ενός προ πολλού μη λειτουργικού χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Καταγγέλλουμε την απαίτηση να πληρώσει ολόκληρο το παγκόσμιο σύστημα το κόστος της σωτηρίας των τραπεζών, κάτι το οποίο επιδεινώνει την κατάσταση φτώχειας, ανεργίας και εκμετάλλευσης που βιώνουν οι εργαζόμενοι και οι λαοί του κόσμου.
Ούτε ο κολοσσιαίου μεγέθους κρατικός παρεμβατισμός που βλέπουμε τις τελευταίες εβδομάδες για τη σωτηρία ιδρυμάτων κομματιασμένων και γονατισμένων από την κερδοσκοπία, ούτε η μαζική κρατική υπερχρέωση συνιστούν αποδεκτούς εναλλακτικούς τρόπους για την έξοδο από την κρίση. Η σημερινή δυναμική ενθαρρύνει νέους γύρους συγκεντροποίησης του κεφαλαίου και, χωρίς μια σθεναρή αντίσταση των λαών, θα στραφεί η ανασυγκρότηση μόνο στη σωτηρία ήδη ευνοημένων τμημάτων. Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι υπάρχει ο κίνδυνος της στροφής του καπιταλισμού σε μια πιο αυταρχική λειτουργία του, η οποία ήδη εκδηλώνεται, με την αύξηση των κρουσμάτων φυλετικών διακρίσεων και ρατσισμού εναντίον των μεταναστών από το Νότο – κάτι το εξαιρετικά οπισθοδρομικό.
Αν η τρέχουσα ανασυγκρότηση του καπιταλιστικού συστήματος συνεχίσει με τον ίδιο τρόπο, θα υπάρξουν τεράστια κόστη στην παραγωγή και την κοινωνία και θα δεχτεί ένα ακόμα πιο ισχυρό πλήγμα η ήδη εύθραυστη αντοχή του περιβάλλοντος.
Η ανάγκη μεταρρύθμισης της δομής της διεθνούς οικονομίας και του χρηματοπιστωτικού συστήματος είναι πλέον αναπόφευκτη. Μέσα σε αυτή την προοπτική, καταγράφεται και η αναγκαιότητα μιας μετα-καπιταλιστικής λύσης: στη Βενεζουέλα, αυτή ονομάζεται Σοσιαλισμός του 21ου αιώνα.
Σε στιγμές τόσο κρίσιμες όσο αυτή, οι εθνικές και περιφερειακές πολιτικές πρέπει να δίνουν προτεραιότητα σε κοινωνικές δαπάνες, και να προστατεύουν τις εθνικές και παραγωγικές πηγές. Τα κράτη πρέπει άμεσα να εισάγουν μέτρα για τη ρύθμιση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, προκειμένου να προστατευθούν οι καταθέσεις, να συνεχιστεί η ενθάρρυνση της παραγωγής και να αποτραπεί ο κίνδυνος που υπάρχει με την έλλειψη ελέγχου, διαμέσου άμεσης εφαρμογής ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων και την εξαγωγή συναλλάγματος.
Καθίσταται, συνεπώς, επιτακτική η ανάπτυξη στο μέγιστο δυνατό βαθμό μιας ισορροπημένης περιφερειακής αλληλοσυμπλήρωσης και εμπορικής ενοποίησης με την ενδυνάμωση των ικανοτήτων της βιομηχανίας, της γεωργίας, της ενέργειας και των υποδομών. Πρωτοβουλίες όπως η ALBA ή η Τράπεζα του Νότου πρέπει να επεκτείνουν την ακτίνα δράσης τους και να κινηθούν στην κατεύθυνση μιας μεγαλύτερης εναλλακτικής ενοποίησης, η οποία θα περιλαμβάνει ένα κοινό νόμισμα, στην προοπτική μιας νέας δομής του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού και νομισματικού συστήματος που θα καθιστά βιώσιμη για το Νότο την ένταξή του στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας.
Σε αυτό το πλαίσιο, είναι απαραίτητη η αξιολόγηση μιας σειράς παρεμβάσεων και προτάσεων για μια κοινωνική οικονομία η οποία θα προωθεί τον σεβασμό της εργασίας και τον τοπικό συντονισμό για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων από την κρίση.
Σε παγκόσμια κλίμακα, πρέπει να συνεχίσουμε να απαιτούμε μια εκ βάθρων μεταρρύθμιση του παγκόσμιου νομισματικού και χρηματοπιστωτικού συστήματος, το οποίο θα προστατεύει τις καταθέσεις και θα προσανατολίζει σε επενδύσεις που θα εξυπηρετούν τις βασικές λαϊκές ανάγκες. Η συνεχιζόμενη προσπάθεια για ανάνηψη ενός συστήματος, η οποία ευνοεί την κερδοσκοπία, διευρύνει τις οικονομικές ανισότητες και πλήττει ειδικότερα τις χώρες και τα τμήματα των πληθυσμών εκείνα που είναι τα λιγότερο προστατευμένα, πρέπει να σταματήσει.
Συνεπώς, πρέπει να δημιουργήσουμε νέους (πολυμερείς) οικονομικούς θεσμούς, θεμελιωμένους σε νέες βάσεις, οι οποίοι θα έχουν την αρμοδιότητα και τα εργαλεία εκείνα δράσης που θα είναι απαραίτητα για την καταπολέμηση της αναρχίας της κερδοσκοπίας. Έτσι, έχει καταστεί απαραίτητη η άμεση παρέμβαση των εθνικών αρχών με τρόπους τέτοιους που θα αμφισβητούν τα θεμέλια της αγοράς και θα προστατεύουν τα χρήματα των πληττόμενων λαών. Η κρίση έχει δημιουργήσει κοινά συμφέροντα μεταξύ των λαών όλων των χωρών.
Με βάση αυτές τις αναλύσεις και τους συλλογισμούς, η Διεθνής Διάσκεψη Πολιτικής Οικονομίας: η απάντηση του Νότου στην Παγκόσμια Οικονομική Κρίση κατέληξε στα ακόλουθα:
Συμπεράσματα και συστάσεις για δράση
Ξεκινούμε με τον ακόλουθο χαρακτηρισμό της διεθνούς οικονομικής κατάστασης:
-
Βρισκόμαστε σε μια διεθνή κατάσταση που δεν έχουμε ξαναζήσει. Η οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση έχει επιδεινωθεί και επιταχυνθεί πολύ τις τελευταίες ημέρες. Η μελλοντική της εξέλιξη, πέραν της δυσκολίας της να προβλεφτεί, μπορεί να λάβει, από μέρα σε μέρα, δραματική τροπή.
-
Το αρχικό επίκεντρο της κρίσης βρισκόταν στις Ηνωμένες Πολιτείες και τα χρηματιστήρια, ωστόσο σήμερα έχει ήδη εξελιχθεί σε μια παγκόσμια κρίση που επιδρά σε όλο το χρηματοπιστωτικό σύστημα και τον παραγωγικό μηχανισμό όλο και περισσότερο. Η κρίση έχει πλέον μια μεγάλη επίδραση τόσο στην Ανατολική όσο και τη Δυτική Ευρώπη.
-
Παρά τις αρχικές προσδοκίες ότι η Λατινική Αμερική θα μπορούσε να παραμείνει έξω από την κρίση και ότι είναι "θωρακισμένη", ήδη υπάρχουν πειστικές ενδείξεις ότι η υποήπειρος σίγουρα θα πληγεί. Πρέπει να αναμένουμε όχι μόνο μια παρατεταμένη επιδείνωση στο εξωτερικό εμπόριο αλλά και ένα χρηματοπιστωτικό σοκ πολύ βίαιο-και πολύ σύντομα. Όσο πιο διεθνοποιημένα είναι το τραπεζικά συστήματα και τα χρηματιστήρια, τόσο πιο ευάλωτα είναι.
Προβαίνουμε σε αυτές τις συστάσεις έχοντας λάβει σοβαρά υπόψη ότι σε κάθε κρίση πάντοτε υπάρχουν ευνοημένοι και χαμένοι. Είμαστε σαφώς υπέρ της λήψης εκείνων των μέτρων που θα εξασφαλίσουν την ευημερία και τα δικαιώματα των λαών μας, γενικά των πολιτών μας και βεβαίως όχι υπέρ του να σπεύσουμε να βοηθήσουμε τους υπεύθυνους για την κρίση τραπεζίτες, όπως συμβαίνει στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Δεδομένης της νέας κατάστασης και της συνεχιζόμενης επιδείνωσής της, θεωρούμε απαραίτητο να προβούμε στις ακόλουθες συστάσεις για δράση, μερικές από τις οποίες θα πρέπει να εφαρμοστούν μετά από πολιτικές αποφάσεις που θα ληφθούν άμεσα και σε ανώτατο επίπεδο.
Συνεπώς, πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο σκέψης η άμεση σύγκληση μιας Έκτακτης Συνόδου των Προέδρων της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής ή έστω εκείνων που συμμετέχουν στην UNASUR, η οποία θα συμπίπτει και με αντίστοιχη ευρεία κινητοποίηση των λαών μας.
Για το τραπεζικό σύστημα
• Δεδομένης της κατάρρευσης του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος, τα κράτη της περιοχής πρέπει άμεσα να αναλάβουν τα ηνία των τραπεζικών τους συστημάτων με τη θέσπιση ελέγχων παρεμβάσεων και χωρίς αποζημίωση εθνικοποιήσεων, ακολουθώντας τις αρχές που προκρίνει το νέο Σύνταγμα του Εκουαδόρ που απαγορεύει στο κράτος να αναλαμβάνει ιδιωτικά χρέη (άρθρο 290, παράγραφος 7: "απαγορεύεται στο κράτος να αναλαμβάνει την ευθύνη για χρέη ιδιωτών").
• Ο λόγος για αυτά τα μέτρα είναι η παρεμπόδιση της φυγής κεφαλαίων στο εξωτερικό, της φυγής συναλλάγματος, και του επαναπατρισμού ρευστού από τις ξένες τράπεζες στην έδρα τους, και η συνέχιση της χορήγησης δανείων εκ μέρους των τραπεζών που δεν δανείζουν πια τα χρήματα που λαμβάνουν.
• Τα off-shore σκέλη των τραπεζικών συστημάτων όλων των χωρών πρέπει να πάψουν να υπάρχουν, καθότι, υπό την παρούσα περίσταση, όταν προβλήματα ρευστότητας ταλανίζουν την περιφέρεια, είναι εξαιρετικά επικίνδυνα καταφύγια από ελέγχους και ρυθμίσεις.
• Πρέπει να ανοίξουν τα λογιστικά βιβλία των τραπεζών και η επιθεώρησή τους όπως και οι μηχανισμοί αυστηρής επιτήρησης πρέπει να ενισχυθούν, για να καταστεί ορατή η πραγματική κατάσταση των εθνικών τραπεζικών συστημάτων, γιατί είναι ιδρύματα όπου έχουν αποθέσει τις καταθέσεις τους οι πληθυσμοί. (δεδομένου του δημόσιου χαρακτήρα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών). Ένα από αυτά τα μέτρα πρέπει να εγγυάται ότι υπάρχει ένα ελάχιστο ποσό εγχώριων επενδύσεων σε άμεσα ρευστοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία του συστήματος (να θεσπιστεί ένας συντελεστής εγχώριας ρευστότητας).
• Μη κερδοσκοπικές αλλά φιλολαϊκές οικονομικές δράσεις για την ανάπτυξη πρέπει να ενθαρρυνθούν και να διευθύνονται από τους κατά τόπους πληθυσμούς όπου υπάρχουν τα αντίστοιχα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.
• Σε περίπτωση παρέμβασής τους για την παροχή ρευστότητας, τα κράτη πρέπει να παίρνουν πίσω τα χρήματα από την περιουσία των τραπεζών, των μετόχων και των διοικητικών τους στελεχών.
Μια νέα δομή του χρηματοπιστωτικού και νομισματικού συστήματος
• Η απουσία συντονισμού των νομισματικών πολιτικών προκαλεί έναν πόλεμο "ανταγωνιστικών υποτιμήσεων" των εθνικών νομισμάτων ο οποίος επιδεινώνει την κρίση και προκαλεί ανταγωνισμό μεταξύ των οικονομιών μας, παρεμποδίζοντας κατ’ αυτό τον τρόπο μια συντονισμένη από κοινού απάντηση της περιοχής, και επιπλέον προκαλεί αμφισβήτηση των θεμελίων όπου βασίστηκε η πρόοδος πρωτοβουλιών προς την κατεύθυνση της ενοποίησης, όπως η UNASUR. Συνεπώς, πρέπει να δοθεί ένα ξεκάθαρο σήμα ότι θα υπάρξει λατινοαμερικανική νομισματική συμφωνία που θα επιτρέψει την εμφάνιση νέων ευκαιριών για τη "θωράκιση" των μακροοικονομιών μας. Έτσι, θεσπίζοντας ένα σύστημα διακανονισμού πληρωμών βασισμένων σε ένα καλάθι λατινοαμερικανικών νομισμάτων θα παρέχει σε κάθε χώρα επιπλέον πηγές ρευστότητας που θα της επιτρέψουν να απομακρυνθεί από τη λογική της δολαριακής κρίσης.
• Στη γραμμή αυτή της δημιουργίας θεσμών που θα "θωρακίσουν" τις οικονομίες μας, θα χρειαστούμε περισσότερο συντονισμό μεταξύ των κεντρικών μας τραπεζών και θα χρειαστεί να ξεφύγουμε από τα νεοφιλελεύθερα δόγματα, διοικώντας τα συναλλαγματικά αποθέματα με τρόπο πιο επίκαιρο και αποτελεσματικό. Είναι εξίσου σημαντικό να προβούμε στην πρόταση δημιουργίας ενός Ταμείου του Νότου ανταγωνιστικού ως προς το ΔΝΤ, που θα παρέχει ρευστότητα σε έκτακτες συνθήκες για τα δημοσιονομικά ή το ισοζύγιο πληρωμών.
Με την ορθή χρήση των μεγαλύτερων πλεονασμάτων στα αποθέματα κάθε χώρας που θα δημιουργηθούν με τη δημιουργία ενός συστήματος διακανονισμού πληρωμών (δικαιώματα περιφερειακής διάχυσης της πίστωσης) και με την ύπαρξη ενός Κοινού Ταμείου του Νότου, μπορούν να αξιοποιηθούν πόροι για τη δημιουργία της Τράπεζας του Νότου και την άμεση λειτουργία της με την εξασφάλιση του δημοκρατικού της χαρακτήρα, ο οποίος δεν θα αναπαράγει τη λογική των ήδη υπαρχόντων διεθνών χρηματοπιστωτικών οργανισμών. Η τράπεζα αυτή πρέπει να αποτελεί την καρδιά αυτής της διαδικασίας μετατροπής του ήδη υπάρχοντος δικτύου λατινοαμερικανικών τραπεζών η αποστολή του οποίου είναι η ανασυγκρότηση των παραγωγικών μηχανισμών, οι οποίοι θα βασίζονται στο σεβασμό των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Όλο αυτό το αντιλαμβανόμαστε σε πλήρη αρμονία με αυτό στο οποίο είχε δώσει έμφαση η Διακήρυξη Υπουργών στο Κίτο στις 3 του περασμένου Μάη, όπου λεγόταν ότι "Οι λαοί έδωσαν την εντολή στις κυβερνήσεις τους να παρέχουν στην περιοχή νέα εργαλεία για την ενοποίηση, τα οποία πρέπει να σχεδιαστούν και να βασίζονται σε αρχές δημοκρατικές, συμμετοχικές, διαφάνειας και να λογοδοτούν σε όσους τους έδωσαν την εντολή". Για να είναι δημοκρατική η Τράπεζα του Νότου πρέπει να εγγυηθεί την αρχή "μια χώρα= μία ψήφος".
• Είναι επιτακτική η έγκριση ελέγχων στο συνάλλαγμα όπου αυτοί υπάρχουν και να θεσπιστούν όπου δεν υπάρχουν προκειμένου να προστατευθούν οι αποταμιεύσεις και να προληφθούν οι εκροές κεφαλαίων.
• Στο πλαίσιο της παύσης των πληρωμών η οποία επιβάλλεται από την κρίση στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, επιβάλλεται οι χώρες της περιοχής να εξετάσουν το ενδεχόμενο παύσης της αποπληρωμής του δημοσίου χρέους. Αυτό το μέτρο νοείται ως προσωρινό, για την προστασία των εθνικών πόρων οι οποίοι απειλούνται από την κρίση και για να αποφύγουμε το άδειασμα των εθνικών θησαυροφυλακίων.
Η Λατινική Αμερική και η Καραϊβική πρέπει να αντλήσει διδάγματα από τα όσα συμβαίνουν στην Ευρώπη, όπου κάθε χώρα προσπαθεί να επιλύσει από μόνη της την κρίση. Αυτό καθιστά επιτακτική την ενδυνάμωση των μηχανισμών εναλλακτικής ενοποίησης που ήδη υπάρχουν στην περιοχή.
Κοινωνικές ανάγκες
• Προτείνουμε τον ευρύτερο δυνατό βαθμό εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας επί των εθνικών πλουτοπαραγωγικών πηγών, για μια ορθή εκμετάλλευσή τους και μια προστασία των τιμών τους, προκειμένου να ωφεληθούν οι λαοί.
• Προτείνουμε τη δημιουργία ενός Περιφερειακού Ταμείου Κοινωνικών Αναγκών που θα εξασφαλίσει τη διατροφική και ενεργειακή αυτάρκεια, και το οποίο θα αντιμετωπίσει το πρόβλημα της μετανάστευσης και της μείωσης των εμβασμάτων. Αυτό το Ταμείο θα λειτουργεί ανεξάρτητα από την Τράπεζα του Νότου ή την Τράπεζα της ALBA.
• Ακολουθώντας την αρχή της μη σωτηρίας των τραπεζιτών αλλά της σωτηρίας των πληθυσμών μας, οι κρατικοί προϋπολογισμοί πρέπει να προσανατολίζονται σε κοινωνικές δαπάνες και πρέπει να αυξήσουμε τους πόρους αυτών των προϋπολογισμών που θα διατίθενται για την αντιμετώπιση των επικείμενων συνεπειών της διεθνούς κρίσης στους πληθυσμούς μας: οι προτεραιότητές μας πρέπει να είναι η ασφάλεια της εργασίας, το εισόδημα, η δημόσια Υγεία, Παιδεία, και η στέγαση.
• Να θεσπιστούν αντιπληθωριστικοί μηχανισμοί, όπως ο έλεγχος τιμών, που διατηρούν και αυξάνουν τους χαμηλούς μισθούς, τα επιδόματα κλπ και οι οποίοι παίζουν ένα ρόλο αναδιανομής του εισοδήματος και του πλούτου.
Χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί:
Η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση αποκάλυψε τη συνενοχή του ΔΝΤ, της Παγκόσμιας Τράπεζας και της Διαμερικανικής Τράπεζας Ανάπτυξης και των υπερεθνικών τραπεζιτών οι οποίοι προκάλεσαν την σημερινή κατάρρευση με τις τρομακτικές της συνέπειες στην κοινωνία. Η απώλεια του κύρους αυτών των ιδρυμάτων είναι προφανής. Αυτό συνιστά ευκαιρία για τις χώρες της περιοχής να ακολουθήσουν το παράδειγμα της Βολιβίας και να αποσυρθούν από το Διεθνές Κέντρο για το Διακανονισμό των Επενδυτικών Διενέξεων και να συνηγορήσουν στο κάλεσμα της Βενεζουέλας για απόσυρση από το ΔΝΤ και την Παγκόσμια Τράπεζα και την έναρξη παροχής βοήθειας για τη δημιουργία μιας νέας δομής του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Συγκαλούμε μια δεύτερη Διεθνή Διάσκεψη Πολιτικής Οικονομίας: Η απάντηση του Νότου στην Παγκόσμια Οικονομική Κρίση, η οποία θα λάβει χώρα το πρώτο 4μηνο του 2009.
Καράκας, 11 Οκτώβρη 2008
Επειδή η πραγματικότητα είναι πιο πεζή
Αντιγράφουμε είδηση που δημοσιεύτηκε στον Ριζοσπάστη (23/11/2008):
"Η Βραζιλία ανακάλεσε τον πρεσβευτή της στο Εκουαδόρ για διαβουλεύσεις, μετά την αναστολή από το Κίτο της αποπληρωμής δανείου προς την Τράπεζα Οικονομικής και Κοινωνικής Ανάπτυξης (BNDES) της Βραζιλίας και το αίτημα του Εκουαδόρ για διεθνή διαιτησία, υποστηρίζοντας ότι οι όροι του δανείου είναι παράνομοι και προϊόν διαφθοράς".
Από την είδηση αυτή μπορεί να βγουν πολλά συμπεράσματα για την πραγματική κατάσταση, για το επίπεδο των σχέσεων αλλά και τους όρους που κάθε χώρα θέτει ή ανέχεται μέσα στο σύγχρονο πλαίσιο διμερών ή πολυμερών συμφωνιών. Το αμοιβαίο όφελος έχει πάει περίπατο, ιδιαίτερα όταν δεν υπάρχει στο έναν τουλάχιστο πόλο μιας συμφωνίας για πολιτική αρχών. Η Βραζιλία, σαν μεγάλη χώρα της Λατινικής Αμερικής συμπεριφέρεται διαφορετικά και προσπαθεί να διασφαλίσει τα συμφέροντα των βραζιλιάνικων τραπεζών. Το Εκουαδόρ, από την άλλη, δεν αντέχει την αποπληρωμή για έργα που αφού έγιναν σταμάτησε η λειτουργία τους ή ήταν αποτέλεσμα διαφθοράς και σκανδάλων.
Επομένως πολλές από τις προτάσεις για νέα τάξη πραγμάτων στην οικονομία και δημοκρατικές αλλαγές στο τραπεζικό σύστημα κ.λπ. δεν μπορούν να ξεκοπούν και από ζητήματα πολιτικής κατεύθυνσης και στήριξης των λαϊκών στρωμάτων. Η παρεμβολή του λαϊκού παράγοντα και ο γνώμονας να υπηρετούνται οι ανάγκες των "από κάτω" και όχι των τραπεζιτών και των ολιγαρχών κάθε χώρας είναι το καθοριστικό ζήτημα. Αυτά είναι στοιχειώδη για να έχουν αξιοπιστία και να είναι ρεαλιστικά σχέδια και προτάσεις σαν αυτές που κατατίθενται στην διακήρυξη του Καράκας.