Το χρηματιστηριακό τσουνάμι, του Φ. Γουίλιαμ Ένγκνταλ

Το επόμενο μεγάλο κύμα συντρίβει τη Fannie Mae, τη Freddie Mac και τον ενυπόθηκο δανεισμό στις ΗΠΑ

Η κοινή ανακοίνωση του υπουργού οικονομικών των ΗΠΑ Χένρι Πάουλσον και του διοικητή της Ομοσπονδιακής Τράπεζας Μπερνάνκε, ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ θα εγγυοδοτήσει τους δύο μεγαλύτερους εγγυητές των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων -τη Fannie Mae και τη Freddie Mac [Ομοσπονδιακή Ένωση Εθνικών Υποθηκών και Ομοσπονδιακή Εταιρεία Ενυπόθηκων Στεγαστικών Δανείων αντίστοιχα]- εκτός του ότι δεν ηρέμησε τις χρηματιστηριακές αγορές, επιβεβαίωσε αυτό που επαναλαμβάνουμε πολλές φορές από αυτό εδώ το χώρο: το χρηματιστηριακό τσουνάμι, που ξεκίνησε τον Αύγουστο του 2007 στη σχετικά "μικρή" ασφαλιστική αγορά ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων υψηλού ρίσκου, όχι μόνο δεν καταλαγιάζει αλλά αποκτά μεγαλύτερη ορμή. Όπως και το τσουνάμι που το Δεκέμβρη του 2004 ρήμαξε την Ασία κατά κύματα, το ένα πιο τρομακτικό από το άλλο, το χρηματιστηριακό τσουνάμι που έχουμε μπροστά μας είναι ένα χαμηλής έντασης αλλά μακρού κύματος φαινόμενο, όπου ασφαλίσεις τρισεκατομμυρίων δολαρίων γίνονται αέρας, ξεπουλιούνται στην αγορά. Ωστόσο, η κλίμακα του τελευταίου κύματος, η κατάρρευση της πίστης δύο κρατικά υποστηριζόμενων οργανισμών, της Fannie Mae και της Freddie Mac, είναι μόνο ο προάγγελος των χειρότερων που έρχονται, δηλαδή της πιο συντριπτικής χρηματιστηριακής και οικονομικής καταστροφής στην ιστορία των ΗΠΑ. Και οι συνέπειες θα είναι παγκόσμιες.

Η Royal Bank of Scotland, ένας από τους μεγαλύτερους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είχε προειδοποιήσει τους πελάτες της πως "μια ιδιαίτερα απειλητική περίοδος πλησιάζει – προετοιμαστείτε". Περιμένουν ο δείκτης S&P-500, ένας από τους πιο ευρείς δείκτες στη Γουόλ Στριτ, που χρησιμοποιείται από κερδοσκοπικά κεφάλαια, τράπεζες, συνταξιοδοτικά ταμεία, μπορεί να χάσει σχεδόν το 23% μέχρι το Σεπτέμβρη καθώς, με τα δικά τους λόγια, τα ποντίκια εγκαταλείπουν το πλοίο και τις ακρότητες της καθοδηγούμενης από τις ΗΠΑ "επανάστασης της δευτερογενούς ασφάλισης", που έλαβε χώρα αφότου έσκασε η φούσκα του dot.com και αφού ο προηγούμενος διοικητής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας Γκρίνσπαν μείωσε τα επιτόκια στα χαμηλότερα επίπεδα από την κρίση της δεκαετίας του 1930.

Όλο αυτό θα μείνει στην ιστορία ως η καταστροφική "χρηματοπιστωτική επανάσταση" του Άλαν Γκρίνσπαν – ο πειραματισμός της ασφάλισης με ενυπόθηκη στήριξη, μια τρελή απόπειρα να παραμεριστούν οι κίνδυνοι στα δάνεια, με το να "ασφαλίζονται" με άλλα χρεώγραφα, παρέχοντας εγγύηση μέσω ειδικών εγγυητών, των "μονογραμμικών" εγγυητών (οι οποίοι εγγυώνται μόνο για το χρηματοπιστωτικό κίνδυνο των χρεωγράφων), και εκτιμώντας τους συνεπώς μέσω της Moody’s και της S&P ως ΑΑΑ, υψηλού βαθμού εμπιστοσύνης. Όλα αυτά έγιναν έτσι ώστε τα συνταξιοδοτικά ταμεία και οι τράπεζες σε όλο τον κόσμο θεωρούσαν πως πρόκειται για υψηλής ποιότητας δάνεια, που θα απέδιδαν περισσότερα και από τα ομόλογα της κυβέρνησης των ΗΠΑ.

Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα σε πανικό

Αν και απολαμβάνει το θαυμασμό των οικονομικών μέσων ενημέρωσης για την "καινοτόμο" και άμεση αντίδρασή του σε μια πρωτόγνωρη κρίση, ο διοικητής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας Μπεν Μπερνάνκε βρίσκεται στην πραγματικότητα σε πανικό, με ελάχιστα εργαλεία εναντίον του υπερπληθωρισμού στα χέρια του για να αντιμετωπίσει την κρίση. Ωστόσο, τα όποια περιθώρια να αντιδράσει περιορίζονται από τον πληθωρισμό των τιμών στη διατροφή και το πετρέλαιο, που ωθούν τον πληθωρισμό των καταναλωτικών τιμών σε νέα ύψη, ακόμη και σύμφωνα με το "δημιουργικής λογιστικής" μοντέλο του "πληθωρισμού πυρήνα" της Ομοσπονδιακής Τράπεζας.

Αν ο Μπερνάνκε συνεχίσει να παρέχει απεριόριστη ρευστότητα για να αποτρέψει την κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος, ρισκάρει να καταστρέψει την αμερικανική αγορά ομολόγων, και μαζί της το δολάριο. Αν ο Μπερνάνκε επιχειρήσει να διασώσει την καρδιά της αμερικανικής αγοράς κεφαλαίων, την αγορά ομολόγων, αυξάνοντας τα επιτόκια, το μόνο αντιπληθωριστικό όπλο που διαθέτει, απλώς θα πυροδοτήσει το επόμενο καταστροφικό κύμα του τσουνάμι.

Η πραγματική σημασία της εγγυοδότησης της Fannie Mae

Η κυβέρνηση των ΗΠΑ νομοθέτησε την ίδρυση της Fannie Mae το 1938, στη διάρκεια της Μεγάλης Κρίσης και στο πλαίσιο του Νιου Ντιλ του Ρούσβελτ. Αποσκοπούσε να αποτελέσει έναν ιδιωτικό οργανισμό, αλλά με "κρατική χρηματοδότηση", που θα επέτρεπε στους Αμερικανούς να χρηματοδοτούν τη στεγαστική αγορά, σαν μέρος της απόπειρας οικονομικής ανάκαμψης. Η Freddie Mac δημιουργήθηκε από το Κογκρέσο το 1970 για να βοηθήσει να αναζωογονηθεί η αγορά στεγαστικών δανείων. Το Κογκρέσο παρακίνησε τις εταιρίες να ενισχύσουν τη στεγαστική αγορά και επέτρεψε στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα να ανοίξει μια πιστωτική γραμμή 2,25 δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Το πρόβλημα με τους κρατικά χρηματοδοτούμενους ιδιωτικούς οργανισμούς, ή GSEs όπως είναι γνωστοί, είναι ότι το Κογκρέσο θέλησε να αποφύγει το ερώτημα για το αν θα εγγυόταν η κυβέρνηση των ΗΠΑ στην περίπτωση μιας χρηματιστικής κρίσης όπως τώρα. Μέχρι πρότινος, φάνταζε πάντα ένα αντιμετωπίσιμο ζήτημα. Όχι πια.

Η οικονομία των ΗΠΑ βρίσκεται στην πρώιμη φάση της χειρότερης κατάρρευσης των τιμών κατοικίας από τη δεκαετία του 1930. Δεν διαφαίνεται κάποιο τέλος στο ορίζοντα. Η Fannie Mae και η Freddie Mac, ως ιδιωτικές χρηματιστικές εταιρίες, προχώρησαν σε ακρότητες στη διαχείριση κινδύνου, όπως θα έκαναν και οι περισσότερες ιδιωτικές τράπεζες. Η χρηματιστική αγορά αγόρασε τα ομόλογα των Fannie Mae και Freddie Mac γιατί στοιχημάτιζε ότι ήταν "πολύ μεγάλες για να καταρρεύσουν", δηλαδή ότι στην περίπτωση μιας κρίσης η κυβέρνηση, δηλαδή οι Αμερικανοί φορολογούμενοι, θα αναγκάζονταν να τις εγγυοδοτήσουν.

Οι δύο τους μαζί, Fannie Mae και Freddie Mac, διαθέτουν ή εγγυώνται περίπου 6 τρισεκατομμύρια δολάρια ανεξόφλητων εγχώριων ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων. Για να αντιληφθούμε καλύτερα το ποσό, το σύνολο των 27 κρατών-μελών της ΕΕ είχε το 2006 ένα ετήσιο ΑΕΠ λίγο παραπάνω από 12 τρισεκατομμύρια δολάρια. Συνεπώς, τα 6 τρισεκατομμύρια δολάρια είναι το μισό του ΑΕΠ του συνόλου των οικονομιών της ΕΕ και σχεδόν τρεις φορές το ΑΕΠ της Γερμανίας.

Επιπλέον, πέρα από τα εγχώρια ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια, η Fannie Mae διαθέτει επίσης 831 δισεκατομμύρια δολάρια σε εταιρικά ομόλογα και η Freddie Mac 644 δισεκατομμύρια. Η Freddie Mac οφείλει 5,2 δισεκατομμύρια δολάρια περισσότερα από αυτό που είναι σήμερα το ενεργητικό της, σύμφωνα με τους τρέχοντες υπολογιστικούς κανόνες "δίκαιας αξίας", πρόβλημα που είναι άλυτο. Η δίκαια αξία του ενεργητικού της Fannie Mae έχει πέσει κατά 66% στα 12 δισεκατομμύρια δολάρια, και μπορεί να περάσει σε αρνητικά στο επόμενο τρίμηνο. Καθώς οι εγχώριες τιμές κατοικίας συνεχίζουν να πέφτουν σε όλη την Αμερική και οι χρεοκοπίες εξαπλώνονται, το μέγεθος των αρνητικών αξιών των δυο τους θα εκτοξευθεί.

Στις 14 Ιουλίου, στη συμβολική επέτειο της Πτώσης της Βαστίλης, ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Χένρι Πάουλσον, πρώην πρόεδρος της πανίσχυρης επενδυτικής τράπεζας Goldman Sachs, στάθηκε μπροστά από το υπουργείο Οικονομικών στην Ουάσιγκτον, σε μια εμφανή προσπάθεια να προσδώσει ψυχολογικό βάρος, για να ανακοινώσει ότι η κυβέρνηση Μπους θα υποβάλλει πρόταση στο Κογκρέσο που θα καθιστά τους φορολογούμενους εγγυητές των Fannie Mae και Freddie Mac. Με άλλα λόγια, η παρούσα κρίση θα σημάνει την εθνικοποίηση των οργανισμών των 6 τρις δολαρίων.

Η εγγυοδότηση του Πάουλσον συνοδεύτηκε από μια ανακοίνωση του Μπερνάνκε, ότι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα είναι έτοιμη να παράσχει απεριόριστη ρευστότητα στις δύο εταιρίες. Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα εξελίσσεται ταχύτατα στον μεγαλύτερο παγκοσμίως χρηματιστικό σκουπιδότοπο, καθώς εδώ και μήνες έχει συμφωνήσει να αποδέχεται ασφαλίσεις ενεργητικού των τραπεζών περιλαμβανομένων και των δευτερογενών ομολόγων του real estate σε αντάλλαγμα για την αγορά κρατικών ομολόγων. Τώρα αποδέχεται να προσθέσει προοπτικά επιπλέον 6 τρις δολάρια από το χρέος των GSEs του real estate.

Όμως, η καταστροφή των δύο ιδιωτικών εταιριών ήταν προφανής ήδη από το 2003, όταν ήρθαν στο φως μεγάλες λογιστικές καταχρήσεις. Το 2003 ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας του Σεντ Λιούις William Poole, κάλεσε δημόσια την κυβέρνηση των ΗΠΑ να περικόψει την εγγύηση που παρείχε στις Fannie Mae και Freddie Mac, ισχυριζόμενος ότι οι δυο τους δεν είχαν τα απαιτούμενα κεφάλαια για να ξεπεράσουν μια σοβαρή χρηματιστική κρίση. Ο Poole, που τις προειδοποιήσεις του είχε απορρίψει ο τότε διοικητής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας Γκρίνσπαν, κάλεσε επανειλημμένα το Κογκρέσο το 2006 και το 2007 να αναθεωρήσει τη νομοθεσία και να αποτρέψει τη ζημιά για τους φορολογούμενους από μια προβλέψιμη τεράστια εγγυοδότηση.

Όπως έχουν προειδοποιήσει επενδυτές, η εγγυοδότηση Πάουλσον δεν αποτελεί εγγυοδότηση της αμερικανικής οικονομίας αλλά εγγυοδότηση των φίλων του στη Γουόλ Στριτ. Αυτή που μέχρι πρόσφατα ήταν η μεγαλύτερη τράπεζα σε επίπεδο απλήρωτων δανείων, η Σίτιγκρουπ, αναγκάστηκε να αποσύρει δισεκατομμύρια δολάρια σε κεφάλαια από τη Sovereign Wealth Funds στη Σαουδική Αραβία και αλλού για να κρατηθεί. Σε ανακοίνωσή της το Μάιο, ο νέος πρόεδρος της Σίτιγκρουπ Vikram Pandit, δημοσιοποίησε σχέδια για μείωση των ύψους 2,2 δις δολαρίων επισφαλειών της τράπεζας. Ωστόσο, δεν έκανε λόγο για τις επισφάλειες επιπλέον 1,1 τρις δολαρίων που περιλαμβάνουν ορισμένα από τα συμβόλαια του πιο υψηλού ρίσκου στο χώρο του real estate και της δευτερογενούς αγοράς ασφάλισης του δανεισμού του, που τόσο έχει στηρίξει η Σίτιγκρουπ. Το Financial Accounting Standards Board στο Κονέκτικατ, το επίσημο σώμα που εκτιμά χρηματιστηριακές αξίες, απαιτεί αυστηρότερες προδιαγραφές αξιολόγησης. Αναλυτές φοβούνται ότι η Σίτιγκρουπ μπορεί να υποστεί καταστρεπτικές ζημίες σαν αποτέλεσμα των επισφαλειών που ξεπερνούν τα 90 δις δολάρια της χρηματιστηριακής αξίας της εταιρίας. Το Δεκέμβρη του 2006, πριν από το τσουνάμι, η Σίτιγκρουπ είχε μια χρηματιστηριακή αξία μεγαλύτερη από 270 δις δολάρια.

(*) Ο Φ. Γουίλιαμ Ένγκνταλ είναι οικονομολόγος και συγγραφέας. Τα βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και έχουν γίνει μπεστ-σέλερ. Αρθρογραφεί σε πολλές εφημερίδες, περιοδικά και ηλεκτρονικά ΜΜΕ. Γεννήθηκε το 1944 και σήμερα ζει στη Γερμανία. Το παρόν κείμενό του δημοσιεύθηκε στο Global Research, στις 15 Ιουλίου 2008.