Στην προηγούμενη συζήτηση μιλήσαμε για τις τεράστιες αλλαγές στον κόσμο μας τον τελευταίο χρόνο. Σήμερα θα προσπαθήσουμε να περιγράψουμε το προς τα πού πάει αυτός ο κόσμος, και αν σε αυτό το “προς” υπάρχει και ένας ορίζοντας μετάβασης σε έναν κόσμο με διαφορετικές κοινωνικές σχέσεις. Να δούμε ποια είναι τα θεμέλια ή ποια είναι τα στοιχεία στο σήμερα που συγκροτούν έναν τέτοιο ορίζοντα.
Το προς τα πού πάμε δεν ταυτίζεται νομοτελώς με την μετάβαση. Ποιο ορατό σενάριο μοιάζει να είναι το χάος παρά η μετάβαση. Ωστόσο στο σήμερα υπάρχουν κάποια αρκετά έντονα εώς και εκρηκτικά στοιχεία που κάνουν τη διατήρηση του υπάρχοντος μια ιδιαιτέρως δύσκολη υπόθεση για το κεφάλαιο.
Θα ξεκινήσουμε να ξεδιπλώνουμε αυτό το θέμα αναφέροντας ορισμένα στοιχεία που χαρακτηρίζουν την εποχή μας και τα οποία δεν μπορούν να γίνουν κατανοητά παρά μόνο σε σχέση με τις προηγούμενες απόπειρες μετάβασης (και κυρίως αυτές του 20ου αιώνα).
Ο 20ος αιώνας συγκλονίστηκε από το Πρώτο κύμα προσπαθειών μετάβασης πέρα από τον καπιταλισμό. Η εμπειρία αυτού του κύματος, τα αποτελέσματά του, δεν έχουν χωνευθεί ακόμα. Δεν έχουν βγει τα απαραίτητα συμπεράσματα.
Για να καταλάβει κανείς το σημερινό κόσμο, τόσο στα επιμέρους πεδία του (στην πολιτική, στην οικονομία, στην κοινωνία) όσο και τις προοπτικές του γενικά, θα πρέπει να έχει αντίληψη:
Το πρώτο κύμα των προσπαθειών μετάβασης είχε κοσμογονικό χαρακτήρα. Δε μπορούμε να καταλάβουμε τον κόσμο μας άμα το βγάλουμε από την εξίσωση.
Εν τέλει ο καπιταλισμός επικράτησε. Όμως ο καπιταλισμός πριν και ο καπιταλισμός μετά από αυτές τις απόπειρες δεν είναι ίδιος. Με κάποιον τρόπο αυτές οι προσπάθειες έχουν χαράξει σημάδια στο σώμα του καπιταλισμού.
Το κεφάλαιο επικράτησε αυτού του κύματος επιδυκνύοντας μια υψηλή ικανότητα υβριδισμού και ενσωμάτωσης νέων στοιχείων, αρχικά ξένων προς την λογική του, που ωστόσο μετασχηματίζονται σε στοιχεία της αναπαραγωγής του.
1o κλειδί: Επομένως η τεράστια δυναμική αυτών των πρώτων προσπαθειών μετάβασης + την ικανότητα υβριδισμού και πολυμορφισμού του κεφαλαίου είναι ένα πρώτο κλειδί που χρειάζεται για να διαβάσει κανείς τον σύγχρονο κόσμο.
Το κοινωνικό κράτος, τα μαζικά κόμματα και η μαζική δημοκρατία, η αποβιομηχάνιση της δύσης και η εκβιομηχάνιση της Ασίας κλπ. Σχετίζονται άμεσα με αυτές τις διαδικασίες.
Ένα 2ο στοιχείο που πρέπει να έχουμε κατά νου είναι το γεγονός ότι οι ελπίδες και οι πόθοι που κρατούσαν ζωντανές εκείνες τις απόπειρες, διαψεύστηκαν. Τα πράγματα δεν πήγαν όπως τα περίμεναν.
Και αυτό θέτει σοβαρά προβλήματα στη λογική (δηλαδή στη φιλοσοφία, στη θεωρία της μετάβασης) αλλά και στην ιστορία, δηλαδή στην ιστορική πράξη που απαιτείται σε έναν νέο κύκλο.
2ο κλειδί: Ήττα. Ένας δεύτερος τρόπος όπου ο πρώτος κύκλος επηρεάζει είναι η βαριά κληρονομιά της ήττας.
Αυτό σημαίνει ότι ο νέος κύκλος δε μπορεί να χρησιμοποιεί τα παλιά εργαλεία, τις μορφές και τη γλώσσα του 20ου αιώνα. Όλα αυτά αποτελούν μία πολύτιμη εμπειρία η οποία καταστρέφεται εντελώς αν γίνεται αντιληπτή με οπαδικούς ή δογματικούς όρους.
Το κλείσιμο του 1ου κύκλου μας έχει φέρει μπροστά σε μία δυσχερή ιδεολογική κατάσταση. Βασική ιδεολογική συνιστώσα της σημερινής κατάστασης είναι ότι η μετάβαση δεν ΠΡΕΠΕΙ να είναι διανοητή με όρους ανθρώπινης πράξης. Δηλαδή το σενάριο: ένα συλλογικό υποκείμενο να πράττει έλλογα και σκόπιμα διαμορφώνοντας το περιβάλλον του είναι εξ ορισμού απαγορευμένο. Μετά τον πολύπαθο 20ο αιώνα, το να προσπαθείς να συλλάβεις τον κόσμο ως κάτι που μπορείς να αλλάξεις, ταυτίζεται με την επιβολή και τον αυταρχισμό απέναντι σε κάθε ποιότητα του κόσμου που αδυνατείς να αντιληφθείς. Δηλαδή ταυτίζεται με τον ολοκληρωτισμό.
Η έλλογη και σκόπιμη απόπειρα μετάβασης ενέχει αναγκαστικά το στοιχείο ενός ουτοπισμού που επιβάλλεται στα πράγματα και αν τραβηχτεί ως τις ακραίες της συνέπειες οδηγεί νομοτελώς στον ολοκληρωτισμό.
Το φάντασμα του ολοκληρωτισμού υπάρχει πάνω από κάθε απόπειρα να σκεφτεί κανείς τον κόσμο. Τα σύγχρονα φιλοσοφικά ρεύματα, ακόμα και οι κριτικές θεωρίες, όλες (παρά τη δριμεία κριτική που μπορεί να ασκούν στην υπάρχουσα κατάσταση) καταλήγουν στο: μην το κάνεις!
Αυτή η ήττα στο ιδεολογικό επίπεδο εκφράστηκε με καθαρότητα με το γνωστό “τέλος της ιστορίας”. Ήδη από το 70’ έχουμε το τέλος των ιδεολογιών, το 90’ μιλάμε για τέλος της ιστορίας.
Τέλος της ιστορίας σημαίνει ότι πριν υπήρχε ιστορία και τώρα δεν υπάρχει. Σημαίνει τέλος του υποκειμένου που κανει την ιστορια, τέλος του ρόλου του. Η ιστορία μας έφερε ως εδώ και τώρα αυτός ο τρόπος κοινωνικής αναπαραγωγής και μεταβολικής σχέσης του ανθρώπου με τη φύση είναι το καλύτερο δυνατό. Μπορεί να μην είναι τέλειο αλλά είναι ό,τι καλύτερο θα μπορούσε να υπάρξει.
Λοιπόν, η ήττα αυτή και η αντεπίθεση του κεφαλαίου μας έφεραν μπροστά σε νέες πραγματικότητες: στο πεδίο της ιδεολογίας το μεταμοντέρνο νουθετεί και επιβάλλει τα πρέποντα όρια στη σκέψη (γλωσσικά, ανθρωπολογικά, φιλοσοφικά όρια). Αφαιρεί κάθε αξιοπιστία από κάθε αφήγηση προσπαθεί να περιγράψει το πραγματικό, και ταυτόχρονα προσφέρει το ιδεολογικό περιβάλλον του ριζικού και ναρκισσιστικού ατομισμού που απαιτούν οι σύγχρονοι τρόποι συσσώρευσης και πραγματοποίησης του κεφαλαίου.
Η θεωρία αποκόπτεται από την πράξη και επιστρέφει σε πεδία αποκαθαρμένα από το υποκείμενο και την πράξη του. Η πρακτική πολιτική αντικαθίσταται από την διανοητική πράξη. Όπως είπαμε, μια πλευρά του τέλους της ιστορίας είναι και το τέλος του υποκειμένου.
Ωστόσο ήττα δε σημαίνει ήττα μιας υπόθεσης συνολικά (δηλαδή ήττα της υπόθεσης της μετάβασης), αλλά ορισμένων ιστορικά συγκεκριμένων δρόμων που ανοίχτηκαν γι αυτή.
Οι αντικειμενικοί πρακτικοί όροι μιας μετάβασης είναι σήμερα πολύ πιο ισχυροί απ’ ό,τι ήταν τον προηγούμενο αιώνα. Ωστόσο είναι φοβερά ασύμμετροι σε σχέση με τις υποκειμενικές αναπαραστάσεις του κόσμου. Με άλλα λόγια, υπάρχει μια ανάγκη που βοά για μετάβαση και την ίδια στιγμή τα σχήματα που είναι ικανά να την εκφράσουν βρίσκονται σε εμβρυακό στάδιο.
Τον 19ο αιώνα, στον απόηχο των μεγάλων αστικών επαναστάσεων (που όμως δεν ήταν απλώς αστικές επαναστάσεις αλλά και λαϊκές επαναστάσεις), το νεαρό προλεταριάτο (αγροτικών κυρίως καταβολών) θέτει για πρώτη φορά το ζήτημα του ξεπεράσματος του καπιταλισμού και μάλιστα το θέτει σε μία περίοδο όπου είναι πάρα πολύ δύσκολο έως αδύνατο να γίνει κατορθωτό κάτι τέτοιο. Η παρισινή κομμούνα κρατάει μόλις λίγους μήνες και αποτελεί ένα σημείο αναφοράς για τον 20ο αιώνα.
Έπειτα συμβαίνει αυτή η φοβερή πονηριά της ιστορίας, η επανάσταση να μην ξεσπάσει στην Ευρώπη αλλά στην περιφέρεια, στη Ρωσία. Εκεί το υποκείμενο της επανάστασης δεν είναι η εργατική τάξη μόνο αλλά κυρίαρχο ρόλο παίζουν και οι αγρότες. Αυτό το παράδοξο για την εποχή μπλοκ δυνάμεων αντικαθίσταται σταδιακά από το κόμμα το οποίο προκύπτει σαν αναγκαιότητα και σαν σιωπηρή παραδοχή ότι το προλεταριάτο δεν είναι ικανό να φέρει σε πέρας την ιστορική του αποστολή, γι’ αυτό θα πρέπει να συμπληρωθεί, να καθοδηγηθεί έως και να αντικατασταθεί από το κόμμα.
Στο 2ο μισό του 20ου αιώνα έχουμε μία ακόμα πιο περίεργη κατάσταση όπου μπαίνουν σε τροχιά μετάβασης μεγάλα κομμάτια της περιφέρειας (Ασία, Αφρική, Λ. Αμερική), καθοδηγούμενα από μεγάλα εθνικοαπελευθερωτικά – αντιιμπεριαλιστικά μπλοκ δυνάμεων.
Ο 20ος αιώνας ήταν γεμάτος παραδοξότητες. Τα πράγματα δεν έγιναν όπως είχαν προβλεφθεί. Η επανάσταση έγινε στην περιφέρεια και όχι στο κέντρο, το προλεταριάτο δεν ήταν η μοναδική επαναστατική τάξη, συνυπήρχε σε μεγάλα κοινωνικά μπλοκ δυνάμεων στα οποία η ηγεμονία δεν ήταν δεδομένη, δεν ήταν σαφώς καθορισμένη.
Τώρα κάποιοι λένε για το 99% vs το 1%. Ειδικά ένα προηγούμενο διάστημα με τα κινήματα των πλατειών, το Occupy Wall street κλπ. αυτό ακούστηκε πολύ. Τι είναι αυτό το 99%;
Μία επιλογή στην οποία οδηγήθηκε το κεφάλαιο ήταν το μεγάλωμα των αλυσίδων παραγωγής σε διεθνή κλίμακα (τόσο ώστε πλέον ένα προϊόν να περνάει κατά την παραγωγή του από διάφορες χώρες μέχρι να φτάσει στη στιγμή της κατανάλωσης). Ταυτόχρονα αυτό συνοδεύτηκε με τη μεταφορά των μεγάλων βιομηχανιών της δύσης στην ανατολή με το φθηνό εργατικό δυναμικό και με τη στροφή στις υπηρεσίες και σε πολύ πιο ελαστικές μορφές εργασίας.
Η καπιταλιστική αναδιάρθρωση διασπά τον κόσμο της εργασίας και διατείνεται πως καθάρισε μια και καλή από το υποκείμενο το οποίο υποτίθεται ότι ήταν επιφορτισμένο με την ιστορική αποστολή του ξεπεράσματος του καπιταλισμού.
Σήμερα, ο κόσμος της εργασίας είναι πολυπληθέστερος και πολύ πιο κατακερματισμένος και ελέγξιμος. Η παλιά σύνθεση της εργατικής τάξης της βαριάς βιομηχανίας, του μεγάλου εργοστασίου, της συνδικαλισμένης, πειθαρχημένης εργατικής κοινότητας, που μετέδιδε τη γνώση από τον μεγαλύτερο στον μικρότερο, που δημιουργούσε σχέσεις εμπιστοσύνης στη δουλειά μέσα απ’ τη μετάδοση ελεγχόμενων από τον εργάτη γνώσεων και ιεραρχιών, έχει χαθεί.
Αντίθετα με πολλούς ισχυρισμούς, ζούμε μια εποχή πολύ εκτεταμένης προλεταριοποίησης, αλλά ταυτόχρονα και πολυδιάσπασης του κόσμου της εργασίας (ημιαπασχολούμενοι, εποχιακοί, περιστασιακά εργαζόμενοι, παρηκμασμένες αγροτικές κοινότητες, μαύρη εργασία κλπ. Και γενικά τεράστιες φουρνιές ανέργων ή σχεδόν ανέργων που παίζουν ένα σημαντικότατο ρόλο στην αναπαραγωγή του κεφαλαίου, την ίδια στιγμή που η διαχείρισή τους αποτελεί ένα δύσκολο πρόβλημα).
Από αυτό προκύπτει μία τεράστια υβριδικότητα των κοινωνικών και πολιτικών υποκειμένων. Ένας πολυμερισμός του κινήματος. Αυτό σημαίνει διάσπαση της κινηματικότητας σε πολλές διαφορετικές καταστάσεις και πλευρές που είναι οργανικά προδιατεθειμένες να μη συναντηθούν. Που είναι εξαιρετικά δύσκολο να βρουν κοινή γλώσσα επικοινωνίας.
Επομένως, ένα ακόμα στοιχείο που πρέπει να κρατήσουμε, είναι πως, παρά τις διαβεβαιώσεις των ιεροκηρύκων του κεφαλαίου, και παρά τον κατακερματισμό και την αδυναμία επικοινωνίας και συντονισμού, σήμερα υπάρχουν πολλαπλές διαδικασίες υποκειμενοποίησης. Πολλαπλές διαδικασίες συγκρότησης και δράσης υποκειμένων που κάνουν το ζήτημα της μετάβασης εξαιρετικά επίκαιρο.
Ανάμεσα σε αυτές τις διαδικασίες υποκειμενοποίησης, ανάμεσα στις πιο διαφορετικές προσπάθειες σε όλο τον κόσμο να ξεπεραστεί ή έστω να τεθούν όρια στη σχέση κεφάλαιο, υπάρχουν κάποιες κοινές προκλήσεις που πρέπει να διαχειριστούν. Κάποια ζητήματα που τίθενται από την εποχή και απαιτούν σοβαρή ενασχόληση μαζί τους.
Μαζί με την πολυμορφία των κινημάτων, στο σύγχρονο κόσμο έχουμε και πολυμορφία αντιθέσεων και συγκρούσεων. Οι συγκρούσεις δεν είναι αυστηρά κοινωνικές αλλά διεξάγονται και στο διεθνές περιβάλλον ως συγκρούσεις μεταξύ κρατών, μεταξύ λαών του κέντρου και της περιφέρειας, ως κατοχές, απαρτχάιντ, πραξικοπήματα κλπ.
Όλη η πολυμορφία των λεγόμενων κοινωνικών αγώνων: κοινοτικοί αγώνες, εργατικοί αγώνες, γυναικείοι αγώνες κλπ, συνυπάρχει και διατηρεί πολλές φορές ισχυρότατες σχέσεις με μια πολυμορφία των λεγόμενων εθνικών αγώνων: λαοί ενάντια στον ιμπεριαλισμό, αντικατοχικοί αγώνες ή αγώνες ενάντια σε απαρτχάιντ – αγώνες για αναγνώριση (Κύπρος-Παλαιστίνη-Κουρδιστάν), αγώνες λαών ενάντια στην παγκοσμιοποίηση (κίτρινα γιλέκα, ΗΠΑ, Brexit κλπ.).
Το εθνικό ζήτημα τίθεται με πολύ διαφορετικούς όρους στην Ελλάδα, στην Λ. Αμερική, στην Αφρική, στην Μ. Ανατολή κλπ. Ωστόσο, σε όλες αυτές τις περιπτώσεις ο διαχωρισμός εθνικού – κοινωνικού είναι εντελώς τεχνητός και ιδεατός: στο Κουρδιστάν δεν υπάρχει γυναικείος αγώνας έξω από τον αγώνα για την αυτονομία του Κουρδιστάν, στη Βολιβία δεν υπάρχει κοινοτικός αγώνας έξω από την πάλη των ιθαγενών για αναγνώριση (που οδήγησε και στις προοδευτικές κυβερνήσεις του πολυεθνικού κράτους της Βολιβίας). Για όλα τα προηγούμενα παραδείγματα ισχύει επίσης το ίδιο (κίτρινα γιλέκα, Μ. Ανατολή και Αραβική Άνοιξη κλπ.). Με τους πιο διαφορετικούς τρόπους, με τις πιο διαφορετικές μορφές.
Στην Ελλάδα ο κοινωνικός αγώνας είναι αξεδιάλυτα δεμένος από τον αγώνα ενάντια στην πολύπλευρη εξάρτηση από τον ευρωατλαντισμό (οικονομική, πολιτισμική, γεωπολιτική κλπ.) και τον εκρηκτικό συνδυασμό αυτής της εξάρτησης με τις βλέψεις μιας ανερχόμενης περιφερειακής δύναμης που ασφυκτιά στα υπάρχοντα σύνορά της και επεκτείνεται (αναφέρομαι στην Τουρκία). Αντίστοιχα, στην Ελλάδα δεν υπάρχει εθνικός αγώνας έξω από τον αγώνα για τη διάλυση του ραγιάδικου πολιτικού συστήματος και της μεταπρατικής ελληνικής ελίτ που τα συμφέροντά της είναι εντελώς δεμένα με τον ευρωατλαντισμό και το καθεστώς εξάρτησης. Ειδικά την τελευταία δεκαετία με την είσοδο στα μνημόνια αυτά τα πράγματα αποκτούν μια ιδιαίτερη καθαρότητα. Αλλά αυτά είναι αντικείμενο της επόμενης συζήτησης.
Υπάρχει μια φοβερή ασυμμετρία ανάμεσα στην κίνηση του κεφαλαίου και στη δυνατότητα της εργασίας να κινείται. Αυτός είναι ο βασικός παράγοντας που κάνει την περιφερειακή διάσταση να έχει καθοριστικό χαρακτήρα.
Θεωρούμε ότι η αφετηρία μιας απόπειρας μετάβασης δε μπορεί παρά να είναι εθνική. Εθνική αφετηρία ως δυνατότητα να προκύψουν αντιδράσεις. Χωρίς το βάθεμα στην κάθε τοπική και χρονική ιδιαιτερότητα είναι πρακτικά αδύνατο να συγκροτηθούν κοινωνικά μπλοκ δυνάμεων που να μπορούν να μεταβάλλουν τους υπάρχοντες συσχετισμούς.
Ωστόσο το κεφάλαιο έχει μια φοβερά δυσανάλογη ικανότητα να κινείται διεθνικά. Είναι αρκετά εύκολο να φανεί πως ο εθνικός απομονωτισμός όχι μόνο δε μπορεί να αμυνθεί αποτελεσματικά ενάντια στο κεφάλαιο, αλλά γρήγορα για λόγους επιβίωσης θα οδηγηθεί σε συμβιβασμούς. (Αυτό το έχουμε δει τόσες φορές στο παρελθόν).
Δεν είναι δυνατό μόνο μία χώρα να καταφέρει να απεξαρτηθεί από τις παγκοσμιοποιημένες ροές κεφαλαίου και τη διεθνή αγορά σε ένα τόσο διασυνδεδεμένο κόσμο. Είναι αμφίβολο αν μπορούσε ποτέ, πόσο μάλλον τώρα.
Επομένως κάθε προσπάθεια μετάβασης, παρά το γεγονός ότι έχει εθνική αφετηρία, οφείλει να έχει περιφερειακή προοπτική. Είναι η περιφερειακή διάσταση που θα κάνει μακροπρόθεσμα βιώσιμη οποιαδήποτε πάλη ενάντια στο διεθνή καπιταλισμό.
Και πάλι η Λ. Αμερική έχει κάποια σημαντικά διδάγματα για εμάς. Τις τελευταίες δεκαετίες τα κινήματα εκεί είχαν σημαντικότατες επιτυχίες, ωστόσο η συνέχιση των προσπαθειών τους εξαρτάται εν πολλοίς, από τον βαθμό με τον οποίο θα καταφέρει αυτή η υποήπειρος να συντονιστεί και να συνεργαστεί ενάντια στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό.
Στις επόμενες συζητήσεις, όπου το θέμα μας θα είναι πιο εντοπισμένο στην Ελλάδα, θα κουβεντιάσουμε και για την περιφερειακή διάσταση που είναι αναγκαία για να σκεφτεί κανείς μια βαθιά πολιτική και κοινωνική αλλαγή στη χώρα. Είτε αυτή η διάσταση είναι η βαλκανική, είτε η μεσογειακή-μεσανατολική, είτε η ευρωπαϊκή. Σε κάθε περίπτωση είναι απαραίτητη.
Προσπαθούμε να μην αντιλαμβανόμαστε την αντίθεση κεφαλαίου εργασίας με έναν αφηρημένο τρόπο αλλά να βλέπουμε όλες τις συγκεκριμένες μορφές που αυτή παίρνει. Σε αυτό το πλαίσιο δεν πρέπει να αφήνει κανείς εκτός συζήτησης και τις γεωγραφίες του κεφαλαίου, τις διάφορες περιοχές του πλανήτη που συμμετέχουν στον παγκόσμιο καταμερισμό της εργασίας και μέσω αυτής της συμμετοχής αποκτούν μια καθορισμένη και άνιση θέση σε σχέση με άλλες περιοχές.
Αυτή η γεωγραφική ανισότητα φαίνεται στη διάκριση μεταξύ των χωρών του κέντρου με αυτές τις περιφέρειας, αλλά πολλές φορές φαίνεται και στο εσωτερικό της ίδιας χώρας (χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι ΗΠΑ, αλλά ακόμα και η Κίνα).
Το ενδιαφέρον θέμα που τίθεται σήμερα είναι ότι πλέον φεύγουμε από την περίοδο της μονοκρατορίας και βαδίζουμε προς έναν κόσμο που δε θα έχει μόνο ένα κέντρο αλλά πολλά. Η επιλογή του κεφαλαίου να μετακινηθούν οι μεγάλες βιομηχανικές μονάδες στην Ανατολή μπορεί να έδωσε μια προσωρινή λύση στην κρίση του, αλλά δημιούργησε και τους όρους απεξάρτησης διαφόρων περιοχών του πλανήτη από τις καπιταλιστικές μητροπόλεις της Δύσης.
Ο πολυπολικός κόσμος που διαμορφώνεται αφήνει χώρο στους λαούς να κινηθούν με έναν διαφορετικό τρόπο και ταυτόχρονα τους θέτει ορισμένα στρατηγικά προβλήματα.
Υπό αυτό το πρίσμα, το βασικό στρατηγικό πρόβλημα που τίθεται, είναι η υπαγωγή των σχέσεων με το εξωτερικό, στις απαιτήσεις της εσωτερικής μεταβατικής κοινωνικής κατάστασης. Με άλλα λόγια: να μη γίνεις σαν κι αυτούς, αλλά να αναγκάσεις να γίνουν σαν κι εσένα.
Επομένως ο πολυπολικός κόσμος είναι όρος ώστε οι λαοί να απεξαρτηθούν από τις διαδικασίες αναπαραγωγής του διεθνούς κεφαλαίου και ταυτόχρονα τους θέτει προβλήματα που πρέπει με κάποιο τρόπο να απαντηθούν (έλλειψη συντονισμού και υπέρβαση της διεθούς ανισότητας μαζί με τους κινδύνους που αυτό έχει).
Ο μοναδικός τρόπος να μη μοιάσεις με τον αντίπαλο παρά το γεγονός ότι είσαι αναγκασμένος να ασχοληθείς με το κράτος, με παιχνίδια ισχύος, με διεθνείς διαπραγματεύσεις και ανταγωνισμούς κλπ. είναι η δημοκρατία. Ή ακόμα καλύτερα, ο εκδημοκρατισμός.
Τον προηγούμενο αιώνα γινόταν λόγος για τη δημοκρατία ως αστική πολυτέλεια, ή στην καλύτερη, ως μέσο για να πετύχει κανείς έναν σκοπό.
Η δημοκρατία δεν μπορεί πλέον να γίνεται αντιληπτή ως παροδικό μέσο για την επίτευξη ενός στόχου. Η δημοκρατία είναι η σκηνή, ο χώρος όπου εκτυλίσσεται η οικοδόμηση του σοσιαλιστικού οράματος. Δεν μιλάμε μόνο για ένα δημοκρατικό δρόμο προς το σοσιαλισμό, σε αντιπαράθεση με έναν ένοπλο δρόμο ή ένα μη δημοκρατικό δρόμο προς το σοσιαλισμό, αλλά για το ότι ο σοσιαλισμός ή είναι δημοκρατικός ή δεν είναι σοσιαλισμός. Ο σοσιαλισμός ή είναι συμμετοχή, εξελισσόμενη διαβούλευση της κοινωνίας σχετικά με τις συνθήκες ζωής της, τον ορισμό των δημόσιων πολιτικών της, τον έλεγχο των εργοστασίων, τον έλεγχο των πανεπιστημίων, τα εκπαιδευτικά συστήματα, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα… ή δεν είναι σοσιαλισμός.
Λινέρα, Resistance 2015
Η δημοκρατία είναι ο χώρος όπου συναντιέται το υποκείμενο με τον σκοπό του. Ο πρακτικός χώρος όπου κανείς μπορεί να ζει την μετάβαση, να ζει το “μετά τον καπιταλισμό”. Ο χώρος όπου το υποκείμενο μετασχηματίζει τον κόσμο και μετασχηματίζεται το ίδιο.
Στην πραγματικότητα, η προοπτική της μετάβασης θα εξαρτηθεί από τους τρόπους που θα βρεθούν για να εμπλακούν όλο και περισσότεροι άνθρωποι στις πολιτικές και κοινωνικές διεργασίες. Ποτέ η μετάβαση δεν είναι θέμα ενός επιτελείου, μιας κυβέρνησης, κάποιων αντιπροσώπων κτλ. παρά το γεγονός ότι κι αυτά έχουν το ρόλο τους. Πάντα είναι υπόθεση πολύ μεγάλων λαϊκών μπλοκ.
Το σημείο της δημοκρατίας είναι από τις πιο δύσκολες προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει το κεφάλαιο σήμερα. Από τη μια έχουμε πολύ ενεργή ανάγκη των ανθρώπων παγκοσμίως για δημοκρατία και εκδημοκρατισμό, και από την άλλη το κεφάλαιο απομακρύνεται όλο και περισσότερο από αυτόν τον τρόπο άσκησης πολιτικής. Είναι δύσκολο για το κεφάλαιο να πείθει ότι παραμένει δημοκρατικό.
Και αυτή η αντίθεση βοά. Δεν κάνει εύκολες τις επιλογές του κεφαλαίου. Όπως είπαμε και στην προηγούμενη συζήτηση που κάναμε, η επιλογή της τηλε-ζωής (της μεταφοράς όλο και περισσότερων πλευρών της κοινωνικής πραγματικότητας στη σφαίρα του ψηφιακού) είναι ζωτικής σημασίας για το κεφάλαιο. Μέσα από αυτή τη διαδικασία ο έλεγχος γίνεται όλο και περισσότερο έμμεσος και όλο και περισσότερο βαθύς. Η αρχή που ελέγχει διασπάται σε δίκτυα και σε ροές δίνοντας με αυτόν τον τρόπο μια ψευδαίσθηση ανυπαρξίας ελέγχου ενώ στην πραγματικότητα είναι πολύ πιο έντονος.
Οι προκλήσεις που θέτει στον άνθρωπο η τόσο ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας είναι πολλαπλές. Αυτό που μας αφορά κυρίως στη σημερινή μας συζήτηση είναι ότι το κεφάλαιο χρησιμοποιεί ως αιχμή την τεχνολογική ανάπτυξη για να ανοίγει νέους χώρους αξιοποίησης. Χώροι που μέχρι πριν ήταν δυσπρόσιτοι ή και εντελώς απρόσιτοι για αυτό, πλέον αποικίζονται. Σκεφτείτε τη νοημοσύνη και τον ανθρώπινο ψυχισμό, τη βιολογία και το DNA, και βέβαια όλη τη συζήτηση περί κοινών (φυσικοί πόροι, τοπία κλπ.).
Σε αυτή τη διαδικασία αποικισμού από το κεφάλαιο νέων χώρων, γιγαντώνεται ένα χαρακτηριστικό που συνοδεύει τον καπιταλισμό από τις αρχές του, και είναι η μετατροπή του ανθρώπου σε πράγμα, δηλαδή σε αντικείμενο προς χρήση από διαδικασίες που του είναι ξένες. Ακόμα κι αν κάτι τέτοιο συμβαίνει από τις αρχές του καπιταλισμού, στην αγορά, στην εργασία ή στις σχέσεις με το κράτος κτλ., πλέον παρατηρείται στο σύνολο των κοινωνικών σχέσεων, μέχρι και στις πιο στενά διαπροσωπικές.
Η τεχνολογία, που είναι ένα παράγωγο του ανθρώπου, μοιάζει να κυριαρχεί τον άνθρωπο αντί να κυριαρχείται από αυτόν. Και αυτό είναι μία ιστορική συνθήκη που βαθαίνει ακατάπαυστα όσο το κεφάλαιο διεισδύει σε όλο και περισσότερα και βαθύτερα πεδία της κοινωνικής αναπαραγωγής.
Η Μεγάλη Επανεκκίνηση (που συζητήσαμε την προηγούμενη φορά) είναι μια επιτάχυνση της κυριάρχησης της νεκρής εργασίας πάνω στη ζωντανή, πάνω στη ζωή. Μία συνολική επίθεση του κεφαλαίου ενάντια στον άνθρωπο, σε όλα τα επίπεδα που πλέον μοιάζουν εμπόδια προς την απρόσκοπτη αναπαραγωγή του.
Ένα αρκετά ενδιαφέρον παράδειγμα είναι η τεχνητή νοημοσύνη. Ο διακυρηγμένος στόχος της τεχνητής νοημοσύνης είναι να φτιάξει λογισμικό που να μπορεί να προσομοιώνει την σκέψη και τους μηχανισμούς μάθησης και απόφασης του ανθρώπου. Αυτός ο στόχος για να γίνει κατορθωτός έχει και μία εξω-τεχνολογική προϋπόθεση: όχι μόνο χρειάζεται να φτιάξει κανείς όλο και πιο ανεπτυγμένες μηχανές αλλά πρέπει να κάνει και τον άνθρωπο να σκέφτεται σαν μηχανή. Απονεκρώνοντας ή υποτιμώντας αυτό που είναι ουσιωδώς διαφορετικό σε αυτόν, να θεωρηθεί ως ένα σκεπτόμενο πράγμα όπως και αυτά που κατασκευάζουμε.
Επομένως, όταν μιλάμε για μετάβαση πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας πως η κρίση είναι κρίση και αποξένωση στο σύνολο των κοινωνικών σχέσεων. Όχι στενά οικονομική. Τα θέματα δεν είναι μόνο θέματα ανισότητας αλλά καλύπτουν όλο το φάσμα των κοινωνικών σχέσεων.
Μια προσπάθεια μετάβασης θα είναι και μια προσπάθεια ξεπεράσματος ενός ευρύτατου φάσματος αλλοτριώσεων.
Ο 19ος αιώνας ήταν το αποτέλεσμα μιας διαδικασίας μετάβασης. Ο ανταγωνιστικός καπιταλισμός δε μπορούσε να υπάρχει πια με αυτή τη μορφή. Τη θέση του πήρε ο μονοπωλιακός καπιταλισμός.
Ο 20ος είναι ο αιώνας του ιμπεριαλισμού και ο αιώνας που ο ανταγωνιστικός πόλος, τα λαϊκά κινήματα, θέτουν το ζήτημα του ξεπεράσματος του κεφαλαίου.
Ο 21ος αιώνας δε μπορεί να είναι ένας αναστηλωμένος 19ος αλλά πρέπει να ξεπεράσει τον 20ο.
Το ότι δεν είναι η πρώτη φορά σημαίνει ότι δεν είμαστε αφελείς. Ο κομμουνισμός δεν είναι η λύση όλων των αντιθέσεων (χωρίς αντιθέσεις δεν υπάρχει ζωή), ο σοσιαλισμός δεν είναι η κατάργηση με διάταγμα της σχέσης κεφάλαιο κλπ. Οι διαδικασίες είναι πολύ πιο σύνθετες και πλουραλιστικές και είναι αδύνατο να προβλέψει κανείς εκ των προτέρων τον τρόπο με τον οποίο θα πραγματοποιηθεί η μετάβαση.
Η μετάβαση είναι αναγκαστικά μία διαδικασία που συμβαίνει κατά κύματα και που εντοπίζεται μόνο στη μακρά διάρκεια. Αυτό είναι και ένα σημαντικό σημείο που πρέπει να κρατήσουμε. Ο λαϊκός αυθορμητισμός, τα μαζικά κινήματα σπάνια σχεδιάζουν στη μακρά διάρκεια. Η ορμή τους συνήθως συνδέεται και με μια ανυπομονησία άμεσων αλλαγών. Εμείς όμως πρέπει να σκεφτόμαστε τη μακρά διάρκεια ως το μοναδικό χρονικό ορίζοντα της εγκαθίδρυσης μεγάλων αλλαγών.
Η μετάβαση από τον παγκόσμιο καπιταλισμό στον παγκόσμιο σοσιαλισμό δεν μπορεί να γίνει κατανοητή αλλιώς παρά με την μορφή διαδοχικών κυμάτων προόδου (που δυστυχώς ακολουθούνται και από πιθανές υποχωρήσεις) μέσα στους αγώνες για την ανθρώπινη απελευθέρωση. Όπως και ο ίδιος ο καπιταλισμός άλλωστε υπήρξε προϊόν μιας διαδοχής κυμάτων που έλαβαν χώρα σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές εκτεινόμενες από τον Αρχαίο Κόσμο και την Κίνα μέχρι την Ευρώπη των Ιταλικών πόλεων, και ας μην παραλείψουμε εδώ βέβαια την Μουσουλμανική Ανατολή, και όχι ένα Ευρωπαϊκό θαύμα που διαμορφώθηκε σε μια σύντομη περίοδο στο τρίγωνο Άμστερνταμ / Λονδίνο / Παρίσι.
Ο ιστορικός καπιταλισμός που είναι προϊόν του τελευταίου κύματος, επιβλήθηκε καταστρέφοντας έτσι τον σχηματισμό άλλων μορφών καπιταλισμού βασισμένων σε ιστορικές κουλτούρες διαφορετικές από αυτή της Ατλαντικής Ευρώπης, ειδικότερα στην κουλτούρα της Κομφουκιανής Κίνας.
Σαμίρ Αμίν, “Δίνοντας τέλος στην κρίση του καπιταλισμού ή τελειώνοντας με τον καπιταλισμό;”
Άρα είχαν ανοιχτεί πολλοί και διαφορετικοί δρόμοι προς τον καπιταλισμό. Μόλις κάποιος έκοψε το νήμα, και προέκυψε ο βιομηχανικός καπιταλισμός στην Αγγλία, αυτός επικράτησε επί των άλλων διαδικασιών και τις εκμηδένισε (και μάλιστα πολλές φορές με βία).
Σήμερα, οι συνθήκες που κάνουν να είναι στη ημερήσια διάταξη οι μεγάλες αλλαγές είναι παρούσες σε κλίμακα πολλαπλάσια απ, ό,τι ήταν κατά τη διάρκεια του 1ου κύματος προσπαθειών. Υπάρχει μια ασύλληπτη κατάληψη χώρων από το κεφάλαιο, η οποία έχει δημιουργήσει μια πραγματική ασφυξία στον πλανήτη.
Από αυτή την άποψη η υλική βάση της μετάβασης και το πρόταγμά της (η ιδεολογική της παράσταση, οι ιδέες που προσπαθούν να σκεφτούν την μετάβαση) είναι σε φοβερή δυσαρμονία.
Οι άνθρωποι του 1ου κύκλου είχαν την ψευδαίσθηση ότι η αλλαγή έχει ήδη δρομολογηθεί. Η τωρινή κατάσταση πνευμάτων είναι διαφορετική. Οι αγώνες υπάρχουν αλλά έχουν άλλη μορφή. Έχει δημιουργηθεί μία κατάσταση απονομιμοποίησης του καπιταλισμού. Εμφανίζονται μια σειρά κινημάτων που δεν είναι αυτά που έχουμε συνηθίσει, ούτε μιλάμε τη γλώσσα τους, ούτε κατανοούμε πλήρως τους τρόπους τους.
Υπάρχει μια διάχυτη απαίτηση για δημοκρατία. Εκεί που η αγορά προβαλλόταν ως η απάντηση σε κάθε ερώτηση, βλέπουμε την πολιτική να επιστρέφει. Ακόμα και το μπλοκ της παγκοσμιοποίησης καταφεύγει σε πολύ έντονο κρατικό παρεμβατισμό γιατί οι επιλογές του στενεύουν όσο απονομιμοποιείται στις συνειδήσεις του κόσμου.
Αυτή η εκρηκτική κατάσταση μας οδηγεί στο συμπέρασμα πως διανύουμε μία περίοδο καταστατική: δηλαδή, η απονομιμοποίηση, η 4η Β.Ε., οι επιταχύνσεις της πραγματικότητας θα αλλάξουν τους όρους με τους οποίους διεξάγονται οι αγώνες. Δεν είναι κάτι το οποίο μπορούμε να προβλέψουμε.
Ωστόσο αυτό που μπορούμε να κάνουμε και επιχειρούμε, είναι μια προπαρασκευαστική δουλειά. Μια προετοιμασία. Προετοιμασία ώστε να μη σκεφτόμαστε την πραγματικότητα με αποστεωμένα εργαλεία περασμένων ιστορικών καταστάσεων. Προετοιμασία απαραίτητη ώστε να μπορέσει κανείς να συνομιλήσει με τη νέα και υπό διαμόρφωση πραγματικότητα, ώστε να μπορεί να μετασχηματιστεί και να μετασχηματίσει, ώστε να μπορεί να πάρει μέρος σε ενδιαφέροντα κινήματα που δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι θα είναι αναγνωρίσιμα με τα καθιερωμένα “κινηματικά” γυαλιά.
Πρέπει να είμαστε σε θέση να βλέπουμε και να αναγνωρίζουμε τις δυναμικές απεμπλοκής, των διάφορων χωρών και λαών, από το καθεστώς της διεθνούς εξάρτησης. Άλλωστε, η υπόθεση της μετάβασης δεν έχει νόημα σαν αφηρημένη επίκληση αλλά μόνο αν εντοπίζει κανείς τα συγκεκριμένα στοιχεία του σήμερα που μπορούν να ανοίξουν δρόμους.
Έφυγε από τη ζωή τα ξημερώματα της Τετάρτης 6 Νοεμβρίου, ο φίλος και σύντροφός μας… Διαβάστε περισσότερα
Ο Γιάννης Χοντζέας γεννήθηκε στην Κορώνη της Μεσσηνίας το 1930. Σε ηλικία μόλις 11 χρονών… Διαβάστε περισσότερα
«Θα βαδίσουμε μέχρι τέλους το μονοπάτι της αντίστασης, ακόμα κι αν σκοτωθούμε όλοι, ακόμα κι… Διαβάστε περισσότερα
Ανακοίνωση της ΚΟΕ για τις προσεχείς ευρωεκλογές Η Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά τις ιδρυτικές της διακηρύξεις… Διαβάστε περισσότερα
- 1 - Η τάση προς τον πόλεμο δυναμώνει και τα επίκεντρά του διευρύνονται: είναι… Διαβάστε περισσότερα
Η τριπλή απαγόρευση που επέβαλε η γερμανική ομοσπονδιακή κυβέρνηση μεταξύ άλλων στον Γιάνη Βαρουφάκη, επικεφαλής… Διαβάστε περισσότερα