Ας αφήσουμε το φόβο του κόκκινου στα ζώα με κέρατα
Γίνεται μάλλον κουραστικό: Κάθε φορά που αρχίζει μια θετική διεργασία στο χώρο του ΣΥΡΙΖΑ, εμφανίζονται πρώην ηγετικά στελέχη του ΣΥΝ και εκπρόσωποι της «ανανεωτικής πτέρυγας» να αμφισβητούν το εγχείρημα και να προσκαλούν σε μια κεντροαριστερή σύμπλευση με το ΠΑΣΟΚ. Έτσι και πρόσφατα, είχαμε δύο κορυφαίες (έως και συντονισμένες) παρεμβάσεις των Λ. Κύρκου και Ν. Κωνσταντόπουλου. Ο μεν Λ. Κύρκος δήλωνε ότι «η μεγάλη αριστερά δεν γίνεται χωρίς το ΠΑΣΟΚ», ο δε τέως πρόεδρος πως η προοπτική προεκλογικής συνεργασίας ΠΑΣΟΚ-ΣΥΝ «θα έπρεπε να αρχίσει να προετοιμάζεται από τις εκλογές του 2004 ή έστω του 2007, με δεδομένο τον ισχύοντα εκλογικό νόμο, γιατί σήμερα θα φανεί ευκαιριακή».
Όταν μάλιστα ο Αλέξης Τσίπρας δημόσια και με όση ευγένεια έπρεπε ζήτησε να αφεθεί η νέα ηγεσία του ΣΥΝ να δοκιμάσει τις επιλογές της πλειοψηφίας τότε: «κύκλοι» προσκείμενοι στον Ν. Κωνσταντόπουλο χαρακτήριζαν τις δηλώσεις σαν «αμετροέπεια και απρέπεια», ενώ ο Μ. Παπαγιαννάκης συνιστούσε: «όταν μιλάει ο Λ. Κύρκος, κάποιοι πρέπει να ανοίγουν δύο και τρεις φορές τα αυτιά τους» (ποιοι άραγε;) Την ίδια στιγμή η ανανεωτική πτέρυγα κυκλοφορούσε με δελτίο τύπου! κείμενο-παρέμβαση όπου διαπίστωνε «έλλειμμα ουσιαστικής και εύρυθμης λειτουργίας» και «δημοκρατικής εσωκομματικής λειτουργίας» στο κόμμα.
Τις ίδιες μέρες και στα ίδια έντυπα που φιλοξένησαν την «Aνανεωτική Παρέμβαση, ο Κ. Λαλιώτης θέτει από την πλευρά του «νέου ΠΑΣΟΚ» το ζήτημα: «Η κυβερνώσα ριζοσπαστική και πολυκομματική κεντροαριστερά μπορεί ν’ ανατρέψει το ετοιμόρροπο status quo του νεοσυντηρητισμού και της δεξιάς»… «Το ΠΑΣΟΚ να ξεφύγει από το σύνδρομο του κυβερνητισμού, της αλαζονείας και της διολίσθησης σε νεοφιλελεύθερες επιλογές και ο ΣΥΡΙΖΑ, ακόμη και το ΚΚΕ, από το σύνδρομο της καθαρότητας, της άρνησης και της απομόνωσης, από το σύνδρομο της μεγάλης αριστεράς χωρίς το ΠΑΣΟΚ και της ταύτισής του με τη δεξιά».
Το νέο μεγάλο όραμα: «κυβερνώσα πολυκομματική κεντροαριστερά»
Αν λοιπόν βρισκόμαστε μπροστά σε μια επιχείρηση άλωσης της Αριστεράς, και ειδικά του ΣΥΡΙΖΑ –αφού η νίκη (αυτοδυναμία) του ΠΑΣΟΚ προϋποθέτει το ψαλίδισμά του και δεδομένου ότι προεκλογική συμφωνία με το ΠΑΣΟΚ σημαίνει αποδοχή βασικών νεοφιλελεύθερων δογμάτων από τον ΣΥΡΙΖΑ και ακύρωση του ρόλου και των λόγων δημιουργίας του, έναντι κυβερνητικού πινακίου φακής, θα πρέπει να αναρωτηθούμε: Γιατί δεν κόβεται «με το μαχαίρι» αυτή η πλάκα; Γιατί πρέπει να σέρνεται έστω και σαν πιθανότητα ένα τέτοιο σενάριο;
Μια κατηγορηματική δήλωση πως όλες αυτές οι «προτάσεις» βρίσκονται εκτός πλαισίου αποφάσεων που έχουν πάρει όλα τα όργανα, συνέδρια και συσκέψεις του ΣΥΝ, και ιδίως του ΣΥΡΙΖΑ, ότι προγραμματικά η ίδια η ύπαρξη του ΣΥΡΙΖΑ οφείλεται και στηρίζεται στην άρνηση μιας κεντροαριστερής διαχείρισης, θα έθετε ένα τέλος στον κλεφτοπόλεμο που διεξάγει η «ανανεωτική πτέρυγα». Αυτή μάλιστα η κατηγορηματική δήλωση-τοποθέτηση θα πρέπει να συνοδεύεται με ένα ανοιχτό κάλεσμα στον κόσμο να απομονώσει πολιτικά τέτοιες απόψεις διότι απλά, είναι εκτός πολιτικού πλαισίου του ΣΥΡΙΖΑ.
Ας γίνει επιτέλους σαφές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, σαν πολιτικό εγχείρημα της ριζοσπαστικής αριστεράς: α) δεν θα γίνει όχημα για κεντροαριστερές κυβερνήσεις νεοφιλελεύθερης κοπής, δεν θα συμβάλλει σε κάποιο λίφτινγκ του δικομματικού-διπολικού αστικού παιχνιδιού, β) δεν θα επιτρέψει να χρησιμοποιηθεί σαν εκλογικός βατήρας κεντροαριστερών απόψεων. Κάτι τέτοιο βέβαια προϋποθέτει: 1. την ανάδειξη κριτηρίων και συμφωνιών για την κατάρτιση των εκλογικών λιστών, ώστε η νέα κοινοβουλευτική ομάδα να συμφωνεί με τους προγραμματικούς στόχους του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς και σαφείς όρους λειτουργίας αυτής της κοινοβουλευτικής ομάδας, και 2. επιτροπή Τύπου που καθορίζει τη λίστα των εκπροσώπων του ΣΥΡΙΖΑ στα ΜΜΕ (έντυπα και ηλεκτρονικά).
Η αυτοϋπονόμευση της Αριστεράς δεν αποτελεί συζητήσιμη «πρόταση»
Είναι προφανές πως μια «κεντροαριστερή απάντηση» ακυρώνει τις βασικές επιλογές και επιδιώξεις της Αριστεράς – όπως έκανε και στο παρελθόν, με τραγικές συνέπειες όπου εφαρμόστηκε (Ελλάδα, Ιταλία, Γαλλία κ.λπ.). Στην ουσία, καταργεί το αυθύπαρκτο της Αριστεράς, ακυρώνει κάθε βήμα πραγματικής ανεξαρτησίας της από τον αστικό κόσμο και το δικομματισμό, υπονομεύει την προοπτική ανάπτυξής της, και βεβαίως σήμερα περισσότερο από ποτέ αντιστρατεύεται την αναγκαία διεύρυνση του ΣΥΡΙΖΑ προς τα αριστερά (ΚΚΕ, ανένταχτοι αριστεροί, εξωκοινοβουλευτικός χώρος), δυσκολεύει αφάνταστα την κοινή δράση της Αριστεράς, την αφοπλίζει ιδεολογικά και πολιτικά.
Ακόμα περισσότερο, δεν δημιουργεί τους αναγκαίους όρους απεγκλωβισμού δυνάμεων από το δικομματισμό και ιδιαίτερα από το ΠΑΣΟΚ, αφού κάθε αναφορά σε αυτό πρέπει να γίνεται μέσα σε «συναγωνιστικούς» και μάλλον υποτελείς όρους. Έτσι όχι μόνο δεν θα ασκείται καμιά κριτική στο ΠΑΣΟΚ, αλά αντίθετα θα επαναληφθούν οι γνωστές αποκαρδιωτικές παραστάσεις για τη «νέα μεγάλη αριστερά»…
Αυτή η πρόταση αρνείται να βγάλει συμπεράσματα από την πρόσφατη ιστορία:
•Αρνείται να δει το ρόλο και τη λειτουργία του ΠΑΣΟΚ σαν ενός από τους δύο βασικούς πυλώνες προώθησης και στήριξης του νεοφιλελευθερισμού.
•Αρνείται να δει πόσο στοίχισε στην Αριστερά η μετατροπή της σε ουρά του ΠΑΣΟΚ για μια μεγάλη περίοδο.
•Αρνείται να δει τι χρειάζεται, τι έχει ανάγκη η Αριστερά σήμερα, που ο σύγχρονος κόσμος πλήττεται από μια τεράστια καπιταλιστική κρίση.
•Αδιαφορεί για τους αναγκαίους αγώνες και κινητοποιήσεις που επιβάλλονται για να αλλάξουν οι συσχετισμοί σε κάθε χώρο.
•Περιθωριοποιεί για μια ακόμη φορά την Αριστερά, σπρώχνει τον κόσμο στην απογοήτευση και στον καναπέ, ευνουχίζει τη νεολαία.
•Αρνείται τον ίδιο τον εαυτό της σαν μαρξιστική αριστερά εάν στις σημερινές συνθήκες δεν προβάλλει τη μοναδική πραγματική εναλλακτική λύση, το σοσιαλισμό.
Για να δυναμώσει το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ
Η Αριστερά του 21ου αιώνα πρέπει να αφήσει στην άκρη τους εκφραστές αυτής της ηττοπαθούς, ιδιοτελούς, διαλυτικής και αντιαριστερής γραμμής.
Οι φορείς δεξιών πλατφορμών, όπως ήταν η περίφημη ΕΑΔΕ (Εθνική Αντιδικτατορική Δημοκρατική Ενότητα) που πρόβαλλε το ΚΚΕ εσωτερικού αφού έπεσε η χούντα και επεδίωκε τη συσπείρωση όλων των δυνάμεων –και της δεξιάς– οι οποίες «αγωνίστηκαν ενάντια στη δικτατορία, για τη διεύρυνση της αστικής δημοκρατίας», το οδήγησε στη «Συμμαχία» του 2,7%. Ο ανοικτός φιλοΠΑΣΟΚισμός των ετών 1977-1985 μετέτρεψε την Αριστερά σε νεροκουβαλητή του Α. Παπανδρέου, κι έδωσε άπειρα συγχωροχάρτια στα «δουλέματα» του λαού και στον άκρατο λαϊκισμό. Η συνεργασία με τη ΝΔ το δίχρονο 1989-1990 και η συμμετοχή σε κυβερνήσεις μαζί με τη ΝΔ πρώτα, και μαζί με τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ στη συνέχεια, έδωσαν στον ΣΥΝ όχι το χαρακτήρα μιας παναριστερής στράτευσης, αλλά ακριβώς το αντίθετο.
Στη συνέχεια οι ίδιες ηγεσίες έδωσαν λαμπρά δείγματα με την υπερψήφιση του Μάαστριχτ –στο οποίο στηρίχτηκε η διαρκής πανευρωπαϊκή λιτότητα– καθώς και με χειρισμούς και φιλοδοξίες που έφταναν έως την προεδρία της δημοκρατίας. Όλη την περίοδο του εκσυγχρονισμού το φλερτ δεν κρυβόταν. Κάποιοι πιο «τίμιοι» το μετέτρεψαν μάλιστα σε γάμο (Μαρία, Μίμης). Επρόκειτο για μια ηγεσία που είδε τον ΣΥΡΙΖΑ απλά σαν ένα σωσίβιο μέσο το 2004, και αμέσως μετά την είσοδο στη Βουλή κυνικά το τίναξε στον αέρα – ενώ ο Λ. Κύρκος ήταν και είναι πάντα ενάντιος στο εγχείρημα αυτό.
Κόντρα και παρά τις προσπάθειες αυτών των ηγεσιών και πτερύγων, το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ παρ’ όλα αυτά προχώρησε. Έγιναν επιλογές που δημιούργησαν ελπίδες και συσπείρωσαν χιλιάδες αριστερούς σε ολόκληρη τη χώρα. Ο ΣΥΡΙΖΑ σαν ενωτικό αριστερό αντινεοφιλελεύθερο εγχείρημα, ο προσανατολισμός του στα κινήματα και τους αγώνες, ο καθαρός αντιπολιτευτικός του λόγος και οι πρωτοβουλίες τις οποίες πήρε ή στήριξε, κατέγραψαν ένα θετικό εκλογικό αποτέλεσμα στις εκλογές της 16/9/2007 και συνεχίζει να ενισχύεται από τη φθορά και την κρίση του δικομματισμού, αποτελώντας την έκπληξη στο πολιτικό τοπίο.
Η επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ εξηγείται από έναν συνδυασμό λόγων: α) την κίνηση του κόσμου τα τελευταία χρόνια, β) τις αντιστάσεις και τους αγώνες που γνωρίσαμε, γ) την τεράστια οικονομική συμπίεση των εργαζομένων, δ) τη φθορά του δικομματισμού. Σε όλα αυτά ο ΣΥΡΙΖΑ κατόρθωσε να ανταποκριθεί δείχνοντας ότι είναι αριστερή αντιπολίτευση των (ομοίων) κομμάτων του δικομματισμού. Αυτό μεταφράστηκε τόσο, κυρίως, στην απόκτηση εμπιστοσύνης και στήριξης από τον κόσμο της αριστεράς και στο χώρο της νεολαίας, όσο και δευτερευόντως (για πρώτη φορά) σε επιρροή στο χώρο του ΠΑΣΟΚ.
Το κεντρικό ζήτημα αυτή τη στιγμή δεν είναι «να βλογάμε τα γένια μας», αλλά να αναρωτηθούμε και να πράξουμε ώστε ο ΣΥΡΙΖΑ να συμβάλει στην ανασυγκρότηση της Αριστεράς, στην ανάπτυξη κινημάτων και αντιστάσεων, στην οικοδόμηση ενός πολιτικού και κοινωνικού μετώπου ανατροπής του νεοφιλελευθερισμού, για να αλλάξουν παντού οι συσχετισμοί και να διαμορφωθούν οι συνθήκες μιας μεγάλης πολιτικής και κοινωνικής αλλαγής.
Το Μάη του ’68, στη Γαλλία, κυκλοφόρησε μια αφίσα όπου υπήρχαν πολλοί ταύροι και το σύνθημα έγραφε: «Ας αφήσουμε το φόβο του κόκκινου στα ζώα με κέρατα».
Παραφράζοντας, θα λέγαμε στις αποτυχημένες και ιστορικά χρεοκοπημένες ηγεσίες: «μην αγαπάτε τόσο πολύ το πράσινο χρώμα»…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Εποχή» στις 23/11/2008