«Να αλλάξουμε τους συσχετισμούς»
Το προεκλογικό σύνθημα της Αριστερής Ενότητας αποτελεί την μετεκλογική απαίτηση για το φοιτητικό κίνημα. Η άνοδος της Αριστερής Ενότητας και η συνολική μετατόπιση προς τα αριστερά, αποδεικνύει ότι το μέλλον μπορεί να είναι καλύτερο από το παρόν. Η διατήρηση όμως των ψηλών ποσοστών της ΔΑΠ και της ΠΑΣΠ, δείχνει ότι αυτές οι καλύτερες μέρες θα είναι αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς, κερδισμάτων και ανατροπών στη φοιτητική καθημερινότητα, ορατών αλλαγών στην αριστερή πολιτική και τον αριστερό συνδικαλισμό, εκατοντάδων μικρών μαχών, δεκάδων αγώνων και αρκετών ακόμη μεγάλων πολιτικών και κοινωνικών συγκρούσεων.
Οι φοιτητικές εκλογές δεν αποτυπώνουν εύκολα και απλοϊκά την πραγματικότητα. Συνυπάρχει η βαθιά δυσαρέσκεια και η απονομιμοποίηση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών που πλέον δεν συναντά ούτε συναίνεση, ούτε ανοχή, με την ανθεκτικότητα των δυνάμεων του δικομματισμού, αλλά και με την αδυναμία τομής από τα αριστερά. Τομής πολιτικής και ιδεολογικής που θα μπορούσε να φέρει την πραγματική άνοιξη στη νεολαία.
Η φετινή χρονιά ήταν χρονιά αθόρυβων εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων στο δρόμο του νεοφιλελευθερισμού, αλλά και χρονιά μεγάλων κοινωνικών και εργασιακών μετώπων. Η ολομέτωπη, προκλητική και συνολική επιχείρηση της κυβέρνησης της ΝΔ να πετσοκόψει δικαιώματα και κατακτήσεις καθόρισε τα πολιτικά διλήμματα. Η απουσία ενωτικής, ανεξάρτητης, αγωνιστικής, μαζικής παρέμβασης της αριστεράς καθόρισε την αδυναμία καθαρής απάντησης στα διλήμματα αυτά. Αυτά ερμηνεύουν τα αποτελέσματα των φοιτητικών εκλογών.
Η ΔΑΠ σημείωσε για τρίτη συνεχόμενη χρονιά μικρή πτώση στα ΑΕΙ, αλλά δεν αιμορραγεί. Δεν πληρώνει την υπεράσπιση της νεοφιλελεύθερης μεταρρύθμισης. Δεν χρεώνεται το ρόλο του φερέφωνου της κυβερνητικής πολιτικής. Δεν αμφισβητείται η πρώτη θέση της. Στο δύσκολο για την αριστερά χώρο των ΤΕΙ, με τα όργια κρατικού – κίτρινου συνδικαλισμού, παρουσιάζει άνοδο. Δείχνει ότι η αριστερή στροφή αν δεν φέρει αλλαγή των πραγματικών συσχετισμών μέσα στους κοινωνικούς χώρους, δεν θα έχει ορατά αποτελέσματα στον εκλογικό συσχετισμό δύναμης. Κυρίως δεν θα έχει αποτελέσματα στη συγκρότηση ενός αντικυβερνητικού φοιτητικού κινήματος, με αντικαπιταλιστικό και αντιιμπεριαλιστικό πρόσημο.
Η ΠΑΣΠ παρουσιάζει σταθεροποίηση στα ΑΕΙ, πτώση στα ΤΕΙ. Δεν καρπώνεται την κυβερνητική φθορά και δεν ξεπερνά τη χρόνια κρίση της ως στυλοβάτης πολιτικών που έβλαψαν τη δημόσια εκπαίδευση, την ίδια στιγμή που ψάχνει τον διαχωρισμό από τη ΔΑΠ. Ο διαγκωνισμός ανάμεσα σε τμήματα του ΠΑΣΟΚ και η εναγώνια προσπάθεια ανασυγκρότησης έδωσαν στην ΠΑΣΠ ένα αξιοπρεπές αποτέλεσμα, που όμως δεν καλύπτει την γενική πτωτική πορεία, ούτε αντιστρέφει την αναξιοπιστία της.
Η ΠΚΣ με άνοδο 1,1% στα ΑΕΙ καλύπτει την περσινή της πτώση, καλύπτει τα όποια προβλήματα παρουσιάζει η γραμμή του ΚΚΕ, ανακουφίζει την ηγεσία της ΚΝΕ και του ΚΚΕ που δήλωσε ότι όχι μόνο άντεξαν, αλλά και ανέβηκαν, εξαπολύοντας τις γνωστές επιθέσεις κατά του βασικού της αντιπάλου, του «ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ». Το αποτέλεσμα είναι μια επιτυχία για την ΚΝΕ, που μετά τις λάθος επιλογές στο φοιτητικό κίνημα, ήρθε αντιμέτωπη με την αδιέξοδη πολιτική του ΚΚΕ απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ και την υπαρκτή πίεση για μια άλλη πορεία στην αριστερά, για μια νικηφόρα πορεία για αγώνες και κινήματα.
Η ΕΑΑΚ παρουσιάζει τη μεγαλύτερη πτώση (κατά μισή ποσοστιαία μονάδα – αν συνυπολογίσουμε και την Γένοβα που φέτος καταγράφηκε στην ΕΑΑΚ). Χάνει ένα μέρος από την άνοδο των δύο προηγούμενων χρόνων, πιέζεται ισχυρά από την ΠΚΣ και την Αριστερή Ενότητα, παραμένει όμως ένας σημαντικός πόλος αγωνιστικής κατεύθυνσης και αναφοράς. Τα υπαρκτά αδιέξοδα από την έλλειψη μιας ενωτικής κεντρικής πολιτικής αναφοράς, δημιουργούν πιέσεις που δεν ξεπερνιούνται εύκολα. Αυτές οι πιέσεις δεν είναι βασικά εκλογικές, αλλά πολιτικές. Δύσκολα αυτός ο χώρος μπορεί να δικαιολογήσει την αναπαραγωγή των σεχταριστικών και ηττοπαθών στερεότυπων του ΚΚΕ.
Η Αριστερή Ενότητα αυξάνει τις δυνάμεις της κατά 1700 ψήφους και 1,6%. Αυξάνει κατά 43% τις δυνάμεις της από πέρυσι. Και το 2007 είχε αυξήσει κατά 25% τις δυνάμεις της σε σχέση με τα αποτελέσματα του 2006 των δυνάμεων που τη δημιούργησαν. Πρόκειται για την πιο εντυπωσιακή άνοδο φοιτητικής παράταξης, που δεν οφείλεται μόνο στο ρεύμα του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και στην πραγματική απαίτηση χιλιάδων φοιτητών για μια ενωτική, αγωνιστική, μαχητική και αποτελεσματική αριστερά.
Όσοι περίμεναν να δουν την Αριστερή Ενότητα να εκτινάσσεται στα δημοσκοπικά ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ, είτε είναι κακόβουλοι, είτε αφελείς. Είναι αφέλεια η αναμονή ανόδου λόγω κεντρικής πολιτικής σκηνής. Παράγει και μια δεξιά αντίληψη ότι δεν χρειάζονται πολλά πολλά, επικοινωνιακά μπορούμε να κερδίσουμε… Και είναι εκ του πονηρού η καλλιέργεια προσδοκιών του 15 και 20% για την Αριστερή Ενότητα, μέσα στις φοιτητικές εκλογές, με τους γνωστούς συσχετισμούς, με τον τρόπο που υπάρχει ο φοιτητικός συνδικαλισμός, με τα συγκεκριμένα οργανωτικά όρια. Οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ γνωρίζουν ότι οι μετατοπίσεις ήταν και είναι οριακές, ακόμη και μετά από μεγάλα κινήματα, πόσο μάλλον μετά από …«κινήματα γκάλοπ». Προς τι λοιπόν οι διατυπώσεις για «αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ»; Πόσο ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα όταν η Αριστερή Ενότητα και μέσα στο κίνημα αλλά και μετά από αυτό έχει μακράν τη μεγαλύτερη άνοδο;
Όσο δεν ανασυγκροτείται δραστικά το φοιτητικό κίνημα, τόσο θα κυριαρχεί η καθυστέρηση, η απολιτική, η κοινωνική και όχι πολιτική καταγραφή. Τόσο θα ταυτίζεται ο φοιτητικός συνδικαλισμός με πάρτι, εκδρομές, σημειώσεις, διευκολύνσεις, εξεταστικές ασυλίες, παροχή πάρκινγκ, υποσχέσεις εύκολων πτυχίων… Τόσο θα αποσυνδέεται η πολιτική στάση και η εκλογική συμπεριφορά από την αναγνώριση ενόχων και αιτιών για το ξεπούλημα της εκπαίδευσης, για την εργασιακή ανασφάλεια, για τις ανθρώπινες και κοινωνικές χωματερές της γενιάς των 400 και 600 ευρώ.
Στις συνθήκες αυτές γίνεται αναγκαία η προεκλογική πρόταση της Αριστερής Ενότητας για ένα και μόνο αριστερό ψηφοδέλτιο. Αυτό θα αποτελούσε πολιτικό σεισμό στις σχολές αλλά και στην κοινωνία συνολικά και θα μπορούσε να ρίξει γρήγορα τη ΔΑΠ από την πρώτη θέση. Θα βοηθούσε όμως κυρίως στην ανασυγκρότηση του φοιτητικού κινήματος, στην επανίδρυση διαδικασιών φοιτητικού συνδικαλισμού από τα αριστερά, στην πυροδότηση μαχών και αγώνων που να παράγουν αποτελέσματα, αλλά και να δείχνουν έναν άλλο δρόμο πολιτικά και ιδεολογικά.
Η προεκλογική πρόταση της Αριστερής Ενότητας οφείλει να πάρει μετεκλογικά χαρακτηριστικά. Αν για κάποιες δυνάμεις της αριστεράς, στο όνομα των μεγάλων διαφορών και του προεκλογικού χρόνου, ήταν αδιανόητη η κοινή εκλογική μάχη, ας ανοίξουν οι δίαυλοι επικοινωνίας για τους αγώνες που πρέπει σήμερα να δοθούν: Για την απόσυρση του νόμου πλαίσιο, για την κατάργηση κάθε προσπάθειας επιβολής εσωτερικού κανονισμού. Για τη συνολική και εφ’ όλης της ύλης αντιπαράθεση στον νεοφιλελευθερισμό. Για την αναζήτηση δρόμων ανατροπής των συνολικών συσχετισμών στην παιδεία και στην κοινωνία.
Η μετεκλογική συζήτηση οφείλει να καταλήξει σε συγκεκριμένες πρωτοβουλίες απέναντι στις κυβερνητικές πολιτικές. Ειδικά όταν αυτές οι πολιτικές αφορούν τον πυρήνα ύπαρξης της αριστεράς, καθώς ποινικοποιούν τους αγώνες, χτυπάνε αγωνιστικές και κινηματικές συμπεριφορές, τιμωρούν τους φοιτητές.
Δύο είναι τα κρίσιμα στοιχήματα την επόμενη περίοδο: Να προετοιμαστούν αγώνες και συγκρούσεις τέτοιες που να αποτρέψουν την παραπέρα εφαρμογή του νεοφιλελευθερισμού. Αλλά και να συγκροτηθεί η Αριστερή Ενότητα όχι σαν εκλογική συμμαχία αλλά σαν ζωντανός πολιτικός οργανισμός, οργανωτής και πυροδότης των μαχών που πρέπει να δώσει το φοιτητικό κίνημα.
Και τα δύο στοιχήματα δεν είναι αυτονόητα. Και για τα δύο στοιχήματα οι δυνάμεις της ενωτικής ριζοσπαστικής αριστεράς πρέπει να δώσουν μάχη και να μην φοβηθούν την αντιπαράθεση.
Η ίδια η πραγματικότητα της νεοφιλελεύθερης μεταρρύθμισης «γεννά» έναν ρεαλισμό επιστροφής στην ομαλότητα. Το είδαμε με την ολομέτωπη επίθεση της αντιδραστικής πτέρυγας μέσα στα Πανεπιστήμια, με αρκετές Πανεπιστημιακές διοικήσεις να λειτουργούν ως κομματικοί εγκάθετοι της ΝΔ και του Υπουργείου. Το είδαμε όμως και με την προέλαση μιας «προοδευτικής» πτέρυγας σε θέσεις υπεράσπισης της ομαλότητας, σε θέσεις που παρά τις αντιρρήσεις για τον νόμο, προτρέπουν στην εφαρμογή του. Το στοίχημα αυτό είναι ανοικτό.
Η ίδια η ευνοϊκή συγκυρία για την αριστερά «γεννά» κομματικούς σχεδιασμούς που διαστρεβλώνουν τις ανάγκες των καιρών. Η Αριστερή Ενότητα δεν αποτελεί κομματική δικαίωση, ούτε μπορεί να γεννά τυφλούς κομματικούς πατριωτισμούς. Δεν αποτελεί παρά ένα ανοικτό και ιδιαίτερα επιτυχημένο κάλεσμα για την πραγματική ανατροπή συσχετισμών, για το ξεπέρασμα κλασσικών και ανώδυνων εικονογραφημένων. Άρα έχουν ιδιαίτερη σημασία οι πρωτοβουλίες της Αριστερής Ενότητας για την επόμενη περίοδο, πρωτοβουλίες που πρέπει να βλέπουν την ανασυγκρότηση του κινήματος και της αριστεράς και στην αγωνιστική – κινηματική και όχι «εποικοδομητική» αντιπαράθεση στην κυβέρνηση.
Το στοίχημα για τη φοιτητική αριστερά είναι ανοικτό και δεν έχει κριθεί. Το ίδιο και για την Αριστερή Ενότητα. Βρισκόμαστε σε σταυροδρόμι και σε αυτό το σταυροδρόμι σημαντικό ρόλο θα παίξουν εκείνες οι δυνάμεις που έχουν πολιτική κατεύθυνση πραγματικής ανατροπής.