Δίκτυο Κριτικής και Δράσης στην Παιδεία
Ιανουάριος – Φεβρουάριος 2007
TEYXOΣ1
Ο κόσμος της εκπαίδευσης μπορεί να χαμογελάσει!
‘Επειτα από χρόνια, το 2006 ήταν χρονιά της παιδείας, από όλες τις πλευρές. Η εκπαίδευση βρέθηκε στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας, το μέτωπο στην παιδεία αποτέλεσε κεντρικό πολιτικό ζήτημα, και εξακολουθεί να αποτελεί. Η αντιπαράθεση για τη Δημόσια Δωρεάν Παιδεία, αλλά και για ένα σύνολο μέτρων και ρυθμίσεων της κυβέρνησης, καθόρισε την πολιτική ατζέντα, ακόμη κι αν βρήκε απέναντί της συνασπισμένα τα δύο κόμματα εξουσίας. Ο κόσμος της εκπαίδευσης πρέπει όμως και να προβληματιστεί. Η παιδεία βρίσκεται εδώ και χρόνια στο μάτι του κυκλώνα, είναι το έδαφος προώθησης των πιο αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων και αλλαγών, είναι ο χώρος όπου πραγματώνονται τα σχέδια του νεοφιλελευθερισμού για τον άνθρωπο –άρα και την κοινωνία– του μέλλοντος. Ο κόσμος της εκπαίδευσης μπορεί να χαμογελάσει.
Γιατί «Δίκτυο Κριτικής και Δράσης στην Παιδεία»
Δίκτυο, γιατί έχουμε ανάγκη από κάτι νέο που να προσπαθεί να ενώσει όλες τις εκδοχές του εκπαιδευτικού κόσμου που βρίσκονται κατακερματισμένες σε όλη την Ελλάδα. Από την πρωτοβάθμια μέχρι και τη δευτεροβάθμια, από τον αδιόριστο στον ευέλικτο εργαζόμενο του φροντιστηρίου, από το «φροντιστηριάρχη» της συνοικιακής ή της αγροτικής περιοχής μέχρι τον ωρομίσθιο σε κάποιο τμήμα της εκπαίδευσης και από τον αναπληρωτή μέχρι το μόνιμο. Γιατί αυτό που λείπει από το χώρο της παιδείας δεν είναι μία ακόμα παράταξη, αλλά ένας χώρος διαλόγου, προβληματισμού, ενημέρωσης, πρωτοβουλιών και δράσης. Γιατί έχουμε ανάγκη νέες μορφές που να φέρνουν πιο κοντά στις ιδέες της συλλογικής δράσης και συμμετοχής, ειδικά των νέων εκπαιδευτικών.
Κριτικής στις πολιτικές των δυνάμεων του δικομματισμού που διαμορφώνουν το νεοφιλελεύθερο σχολείο, στο ρόλο που καλείται να έχει σήμερα ο εκπαιδευτικός, στις παγιωμένες αντιλήψεις που καθιστούν αναποτελεσματικό το συνδικαλιστικό κίνημα.
Δράσης στα συγκεκριμένα καθημερινά προβλήματα μέσα στους χώρους της εκπαίδευσης αλλά και στις κεντρικές μάχες της παιδείας απέναντι στην κυβερνητική πολιτική. Με τους εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων αλλά και με τους γονείς και τους μαθητές, στο σχολείο αλλά και στη γειτονιά.
Επικοινωνία:
Στείλε μας στην ανοιχτή λίστα e-mail: diktyopaideias@yahoogroups.com
1. νέα και ενημερώσεις από το χώρο δουλειάς σου
2. την άποψή σου πάνω στα ζητήματα
που απασχολούν το χώρο της εκπαίδευσης
3. την κριτική σου για το έντυπο του Δικτύου
Τηλέφωνα:
Αθήνα και κεντρική Ελλάδα: 6972878054
Βόρεια Ελλάδα: 6979261570
Δυτική Ελλάδα: 6945002709
Κρήτη: 6945675151
Η σημασία της μάχης για δημόσια δωρεάν παιδεία
Χρίστος Κατσούλας εκπαιδευτικός, Αθήνα
Κώστας Τζούτζιος, Ένωση Εργαζομένων, πρωτοβάθμια εκπαίδευση, Αχαΐα
Στέλλα Γιασουρίδου Παρεμβάσεις – Γληνός, ΕΛΜΕ Πειραιά
Μιχάλης Παπαδάκης, ,εκπαιδευτικός, Ιεράπετρα
Η νεοφιλελεύθερη πολιτική στην παιδεία
Οι δύο άξονες που ακολουθεί η κυβέρνηση στο χώρο της παιδείας είναι: Προώθηση της «μεταρρύθμισης» στην κατεύθυνση των νόμων της αγοράς, αλλά και σκόπιμη, συνειδητή πολιτική μείωσης των κρατικών δαπανών για την εκπαίδευση. Από τη μία, καταιγισμός νόμων (14 τον αριθμό, σε διάστημα δυόμισι χρόνων) και, από την άλλη, χρόνο με το χρόνο, μείωση των κρατικών δαπανών και απελευθέρωση χώρων για το ιδιωτικό κεφάλαιο. Αυτή η πολιτική είναι διεθνής και έχει όλα τα στοιχεία του ευρωπαϊκού καταναγκασμού. Η παγκοσμιοποίηση έχει ένα σημαντικό βραχίονα στην εκπαίδευση, που υλοποιείται με τις συμφωνίες της GATT, το σύμφωνο της Λισαβόνας, τις αλλεπάλληλες οδηγίες-εντολές της Κομισιόν.
Από τη μία, θέλουν να φτιάξουν έναν εκπαιδευτικό μηχανισμό που να παράγει ένα νέο μοντέλο ανθρώπου. Όχι μόνο εργαζόμενου με την έννοια της επαγγελματικής επάρκειας. Ένα νέο μοντέλο ανθρώπου που θα σκέφτεται, θα συμπεριφέρεται, θα πράττει, όπως αρμόζει στην εποχή του νεοφιλελευθερισμού.
Από την άλλη, επιχειρούν να δώσουν όσο γίνεται περισσότερο χώρο στο κεφάλαιο για να κερδοφορήσει. Βασική πλευρά είναι η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, αλλά όχι μόνο αυτή.
Ποιος είναι ο στόχος του δικομματισμού στο οικονομικό επίπεδο;
Πρώτον: Δεν κάνουν τίποτα για να περιορίσουν την οικονομική αιμορραγία των οικογενειών προς δαπάνες για την εκπαίδευση.
Δεύτερον: Ακολουθώντας τη διεθνή κατάσταση, επιχειρούν να αποσυρθεί το κράτος από τη χρηματοδότηση, και το σχολείο και οι σχολές να βρουν άλλες πηγές χρηματοδότησης: Είτε ιδιωτικά κεφάλαια, είτε ανταποδοτικό σύστημα: Πληρώνεις για να έχεις σχολείο ή σχολή κ.λπ. (με δίδακτρα, με εισφορές γονιών κ.λπ.).
Τρίτον: Θέλουν να δώσουν στο ιδιωτικό κεφάλαιο έναν πελώριο χώρο κερδοφορίας, π.χ. ιδιωτικά πανεπιστήμια. Εκμεταλλεύονται την ανάγκη σπουδών, δημιουργούν πελατεία για τα αυριανά πανεπιστήμια (είτε με τη βάση του 10, είτε με την υποχρηματοδότηση-απαξίωση των δημόσιων ΑΕΙ και ΤΕΙ).
Τέταρτον: Θέλουν να εκχωρήσουν στο ιδιωτικό κεφάλαιο λειτουργίες που μέχρι σήμερα τις εκτελούσε το κράτος. Για παράδειγμα, τα νέα βιβλία (ανατέθηκαν σε εκδοτικούς οίκους και όχι στον ΟΕΔΒ), το κατασκευαστικό (θα γίνεται με τη μέθοδο των ΣΔΙΤ, θα πλουτίζει ο μεγαλοκατασκευαστής, που θα εκμεταλλεύεται και λειτουργίες του σχολείου για δεκαετίες).
Η παιδεία του νεοφιλελευθερισμού
Έχει σημασία για αυτούς το τι άνθρωπο φτιάχνουν ή, πιο κυνικά, τι προϊόν παράγουν. Αν δεχτούμε τον κλασικό ορισμό, ότι η εκπαίδευση είναι ένας μηχανισμός που προετοιμάζει την ένταξη του νέου στην παραγωγή (με την ευρεία έννοια, γιατί σήμερα π.χ. περισσότερο τον προετοιμάζει για την απόρριψη ή την αβεβαιότητα στην παραγωγή), πολλά εξηγούνται αν δούμε τι άνθρωπο θέλουν να φτιάξουν: Άνθρωπο πειθήνιο. Με δεξιότητες και όχι με γνώσεις (ο νόμος-πλαίσιο για τα πανεπιστήμια προβλέπει «επάρκειες», ενώ ο παλιός προέβλεπε «συνείδηση»). Αμόρφωτο πολιτικά, κοινωνικά, συχνά και επιστημονικά. Υποταγμένο, εντατικοποιημένο, που έχει μάθει να δουλεύει, να κάνει πρότζεκτ, να τηρεί προθεσμίες, πέραν του φυσιολογικού ωραρίου. Λοβοτομημένο στη σκέψη και στη συνείδηση. Άκρως ατομιστή και εγωιστή, που για να επιβιώσει θα πρέπει να μάθει να ξεπενάει το διπλανό του.
Η παιδεία, ως χώρος κερδοφορίας για το κεφάλαιο, η παιδεία ως μηχανισμός διαμόρφωσης και κατεργασίας ενός νέου μοντέλου ανθρώπου. Αυτό είναι το «όραμα για την παιδεία» που διατυμπανίζει σε όλους τους τόνους ο Καραμανλής. Η κυβερνητική πολιτική αυτόν το δρόμο έχει ακολουθήσει στο σύνολο του έργου της.
Το περιεχόμενο του μετώπου παιδείας
Πρώτον: Να αντιστρατευτεί κάθε μεταρρύθμιση που φέρνει πιο κοντά το σχολείο της αγοράς και το νεοταξικό άνθρωπο. Τα βήματα που έχει κάνει η αστική πολιτική είναι πολλά και σημαντικά. Και δεν αφορούν μόνο την πληθώρα νόμων. Αφορούν και αλλαγές που γίνονται καθημερινά στην τάξη και στο σχολείο (π.χ. τα νέα βιβλία) που εμπεδώνουν ακόμη πιο γρήγορα και ολοκληρωτικά την εκπαίδευση της νέας εποχής. Και εδώ η αντιπαράθεση των εκπαιδευτικών συνδικάτων είναι λειψή.
Δεύτερον: Να υπερασπίσει τα απομεινάρια της Δημόσιας Δωρεάν Παιδείας, να απαιτήσει διεύρυνση και κατοχύρωση του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα, να διεκδικήσει περισσότερα λεφτά για την παιδεία. Αυτό αφορά την άμεση αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης (καταγγέλλοντας όλο το ψέμα και την υποκρισία των προεκλογικών εξαγγελιών του δικομματισμού), ώστε να μην υπάρχουν φτωχοί εκπαιδευτικοί, φτωχά σχολεία, φτωχά πανεπιστήμια.
Ορισμένα απαραίτητα στοιχεία: Ένα μέτωπο οφείλει να ορίζει εχθρό και αντίπαλο, φίλο και σύμμαχο. Οφείλει να τοποθετείται πολιτικά. Οφείλει να έχει μια γραμμή μάχης. Σήμερα, περισσεύουν τα οράματα, οι συνολικές προτάσεις για την παιδεία του μέλλοντος, τα εφ’ όλης της ύλης περιεχόμενα. Εκπαιδευτικά συνδικάτα συμπεριφέρονται σαν να έχουν αναλάβει το Υπουργείο Παιδείας. Και η Αριστερά απογειώνεται και ξεγλιστρά από το άμεσο και το αναγκαίο.
Ένα μέτωπο οφείλει να ορίζει μια ενότητα. Και οι φοιτητές, το καλοκαίρι, και οι δάσκαλοι, το φθινόπωρο, έμειναν μόνοι τους. Το πανεκπαιδευτικό μέτωπο ήταν καλό στα λόγια και στις προκηρύξεις, αλλά δεν έγινε πράξη. Για την ακρίβεια, δεν έγιναν βήματα για να γίνει πράξη. Θα συμβεί το ίδιο και στις σημερινές κινητοποιήσεις (φοιτητών και πανεπιστημιακών) για την αναθεώρηση του άρθρου 16;
Ένα μέτωπο είναι χρήσιμο αν οικοδομεί μια νέα κατάσταση, αν μας βγάζει από τη δύσκολη θέση που βρισκόμαστε, αν έχει αποτελέσματα στον αγώνα για δημόσια και δωρεάν παιδεία. Δεν είναι χρήσιμο, αν η αποκλειστική χρήση είναι η ατέρμονη ζύμωση και η κομματική σκοπιμότητα, αν λέμε μέτωπο παιδείας και εννοούμε να ανεμίζουν οι κομματικές σημαίες.
Ένα μέτωπο θα ήταν αποτελεσματικό, αν αποκτούσε παλλαϊκά χαρακτηριστικά. Αν γινόταν υπόθεση όλου του λαού, όλων των εκπαιδευτικών αλλά και των γονιών, των τοπικών κινήσεων, των μαθητών, του εργαζόμενου κόσμου. Η παιδεία, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, αφορά την πλειοψηφία του λαού και όχι μόνο για πολιτικούς-θεωρητικούς λόγους.
Οι κινητοποιήσεις και οι προοπτικές για το μέλλον
Έπειτα από δύο θερμές και διόλου ευνοϊκές για την κυβέρνηση αναμετρήσεις (το καλοκαίρι και το φθινόπωρο), ήρθε η σειρά μιας νέας μάχης, πιο κεντρικής και αναβαθμισμένης από τις προηγούμενες. Η κυβέρνηση δίνει κεντρική πολιτική σημασία στο μέτωπο της ανώτατης εκπαίδευσης, εκτιμώντας ότι θα κερδίσει και θα κατοχυρώσει την εικόνα του «μεταρρυθμιστή». Αν μέχρι το Μάρτη ψηφίσει και το νόμο-πλαίσιο, τότε αφενός θα έχουν βγάλει πολύ και βρόμικο έργο στην υπηρεσία του νεοφιλελευθερισμού, αφετέρου θα έχουν κλείσει μια ανοιχτή πληγή. Το ΠΑΣΟΚ είναι σε εξαιρετική αδυναμία και με αντιφατική πολιτική, αδυνατεί και αρνείται να ασκήσει και τον τυπικό ακόμη ρόλο της αντιπολίτευσης.
Η κυβέρνηση επιλέγει να κάνει το θέμα της παιδείας προμετωπίδα της μεταρρυθμιστικής πρακτικής και φρασεολογίας. Χρησιμοποιεί το (ευνοϊκό γι’ αυτήν) θέμα των επεισοδίων. Συμπεριφέρθηκε σαν κοινός προβοκάτορας που, αφού προκάλεσε και διαφήμισε την τηλεοπτική εικόνα με τις μολότοφ, δημιούργησε αφορμή για την άμεση κατάθεση του νόμου-πλαισίου.
Ο Ρουσόπουλος την Πέμπτη, ο Παπαληγούρας την Παρασκευή, ο ίδιος ο Καραμανλής το Σάββατο 20/1, πληθώρα υπουργών και στελεχών της ΝΔ, ο Γιωργάκης με τον Πάγκαλο και όλος ο συρφετός των μεγαλοδημοσιογράφων δείχνουν ότι είναι κεντρική επιλογή του αστισμού να τελειώνουν με την παραφωνία.
Ο δικομματισμός κλιμακώνει συνολικά την επίθεσή του στην παιδεία. Και η αντιπολίτευση δεν έρχεται στο κεντρικό πολιτικό επίπεδο, αλλά στο επίπεδο του ίδιου του κινήματος και των χώρων που αντιστέκονται. Κατασυκοφαντείται το άσυλο, διασύρεται το Πανεπιστήμιο, κυβερνητικοί πραιτοριανοί των Πανεπιστημίων παίζουν το ρόλο του αυτόπτη μάρτυρα ανομίας, βίας και ακολασίας. Στόχος είναι να τελειώνει αυτή η κυβέρνηση, αλλά και κάθε κυβέρνηση, με την ανεξάρτητη και αυτόνομη μεταβλητή των κινημάτων, που τους δημιουργεί συχνά πυκνά προβλήματα. Και ο χώρος της εκπαίδευσης είναι ένας τέτοιος χώρος.
Εκπαίδευση και Αριστερά
Ο κεντρικός πολιτικός εκβιασμός που επιχειρεί η κυβέρνηση στο χώρο της παιδείας δεν απαντιέται από την Αριστερά.
Ο ΣΥΝ δέχεται πυρά ότι αποτελεί την πολιτική ομπρέλα των «κουκουλοφόρων» και πιέζεται από τα ΜΜΕ. Το ΚΚΕ εξακολουθεί να περιβάλλει με ασυλία την κυβέρνηση και, τη στιγμή που με πρωτοφανέρωτο κυνισμό και τσαμπουκά η κυβέρνηση λέει «θα τα περάσω όλα, κι αν δεν θέλετε, πάμε για εκλογές», το ΚΚΕ εξαγγέλλει τρίμηνη πολιτική καμπάνια για το θέμα της παιδείας όπου θα… αναδείξει τη σύνδεση των μεταρρυθμίσεων στην παιδεία με τις γενικότερες καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις.
Στο χώρο της εκπαίδευσης ζει και βασιλεύει ο κατακερματισμός, ο εμφύλιος, η άρνηση συγκέντρωσης δύναμης, η απουσία προθέσεων για μια μάχη που να κάνει πραγματική ζημιά στην κυβέρνηση. Το παλιό σύνθημα έλεγε «όταν οι άλλοι τα βρίσκουν στη Βουλή, η μόνη αντιπολίτευση είμαστε εμείς». Στην προκειμένη περίπτωση, άλλοι τα βρίσκουν στη Βουλή (ΠΑΣΟΚ) και άλλοι δεν οικοδομούν μέτωπο κόντρα στην κυβέρνηση (ΚΚΕ, ΣΥΝ). Η μόνη αντιπολίτευση είναι και σήμερα, όπως και το φθινόπωρο, όπως και το καλοκαίρι, το φοιτητικό και εκπαιδευτικό κίνημα. Η Αριστερά αρκείται στην αποσπασματική, μαχητική, πτωχή πλην τίμια δράση διαφόρων κινήσεων και παρεμβάσεων. Και υπεκφεύγει του αιτήματος: Να γίνει η παιδεία υπόθεση του λαϊκού κινήματος, να υπάρξει συμφωνία και σχέδιο για μια νέα μεγάλη έκρηξη.
Η εκπαίδευση αποτελεί χώρο όπου η κυβέρνηση θα μπορούσε να ηττηθεί. Και αυτό δεν συνιστά υποκειμενισμό. Μια ήττα της κυβέρνησης στο χώρο της εκπαίδευσης, ένα χαστούκι στο μεταρρυθμιστή Καραμανλή, μια άρνηση υποταγής στα σχέδια των δύο κομμάτων του δικομματισμού, μια ακύρωση των σχεδιασμών του νεοφιλελευθερισμού θα σήμαινε πολλά πράγματα, και όχι μόνο για την παιδεία. Θα αποτελούσε μια σημαντική ανάσα για όλο το λαϊκό κίνημα, για τους προοδευτικούς ανθρώπους, για την ίδια την Αριστερά. Ο χώρος της παιδείας έχει να προσφέρει παιδεία. Και στην προκειμένη περίπτωση, αυτό δεν αφορά μόνο στο τι γίνεται στην τάξη. Αφορά στο τι γίνεται στη ζωή.
Πέντε μύθοι για το ιδιωτικό Πανεπιστήμιο
Σταύρος Κωνσταντακόπουλος καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Το σενάριο είναι πλέον γνωστό. Στην αρχή μειώνουν την ήδη αναιμική χρηματοδότηση του δημόσιου τομέα. Μετά καταγγέλλουν τις ελλείψεις και τη δυσλειτουργία του. Και ύστερα τίθενται επικεφαλής της επιτροπής υποδοχής του ιδιωτικού τομέα. Μόνο που δεν αρκούνται στο καλοσώρισμά του, αλλά εκφωνούν λόγους εκθειαστικούς για το πόσο ανάγκη τελικά τον είχαμε και από πόσα δεινά θα μας σώσει. Με τον τρόπο αυτόν ενεργεί από την εποχή της Θάτσερ ο νεοφιλελευθερισμός σε παγκόσμια κλίμακα. Το σενάριο αφορά πολλές υπηρεσίες του δημόσιου τομέα: την ενέργεια, τις τηλεπικοινωνίες, τις μεταφορές, την υγεία και εσχάτως την παιδεία. Εδώ έχω πρόθεση να ασχοληθώ με τον εκθειαστικό λόγο που εκβάλλεται για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια και τους μύθους που αυτός εμπεριέχει.
1. Tα ιδιωτικά πανεπιστήμια είναι καλά.
Λάθος. Μόνον κάποια «ιδιωτικά» πανεπιστήμια της Αμερικής –αρκετά λιγότερο από το δέκα τοις εκατό– είναι «καλά». Τα υπόλοιπα στην Αμερική και, εκτός ελάχιστων εξαιρέσεων, τα ιδιωτικά πανεπιστήμια της Ευρώπης είναι μέτρια ή και κάτω του μετρίου.
Στην κορυφή των καλών πανεπιστημίων της Αμερικής βρίσκονται κάποια που ιδρύθηκαν πολύ παλιά (Χάρβαρντ 1636, Γέηλ 1701, Πρίνστον 1746). Τα πανεπιστήμια αυτά πράγματι τα ίδρυσαν ιδιώτες, αλλά σε μια εποχή που το αμερικανικό κράτος δεν μπορούσε να το κάνει, γιατί το κράτος αυτό με την έννοια της ισχυρής συγκεντρωτικής δομής, όπως τη γνωρίζουμε σήμερα, δεν υφίστατο. Η απουσία ισχυρών εχθρικών γειτονικών κρατών, η εκτόνωση των κοινωνικών εντάσεων μέσα από τη φυγή προς τη δύση, το εμπόριο σε μια πλούσια χώρα, που αποτελούσε από μόνο του ισχυρό παράγοντα κοινωνικής συνοχής, κ.ά. δεν απαιτούσαν την ύπαρξη ενός ισχυρού κεντρικού κράτους. Έπρεπε οι άνθρωποι, αφού το κράτος δεν μπορούσε να το κάνει, να φτιάξουν θεσμούς για να μορφώσουν τα παιδιά τους ή, αλλιώτικα εκφρασμένο, έπρεπε η άρχουσα τάξη της εποχής να αναπαράγει την ιδεολογία της. Ιδιώτες, λοιπόν, έφτιαξαν αρχικά τα πρώτα καλά πανεπιστήμια της Αμερικής, μόνον που τα πανεπιστήμια αυτά, στη συνέχεια, ισχυροποιήθηκαν και παραμένουν ισχυρά κυρίως μέσα από το δημόσιο χρήμα. Τα κρατικά κονδύλια για την έρευνα, σε τομείς όπως η υγεία ή ο στρατός, που διοχετεύονται κυρίως σε αυτά τα πανεπιστήμια είναι δημόσιο χρήμα. Οι υποτροφίες που καταβάλλουν οι ομόσπονδες πολιτείες στους φοιτητές τους είναι δημόσιο χρήμα. Οι φοροαπαλλαγές τις οποίες αποκομίζουν οι μεγάλοι δωρητές των πανεπιστημίων αυτών είναι δημόσιο χρήμα. Τελευταίο, αλλά όχι για το λόγο αυτόν λιγότερο σημαντικό, δημόσιο χρήμα είναι και οι φόροι που τα πανεπιστήμια αυτά δεν καταβάλλουν, εφόσον το σύνολο των εσόδων τους είναι αφορολόγητο.
Τα καλά αμερικάνικα πανεπιστήμια αποτελούν σίγουρα τους θεσμούς οι οποίοι συντελούν στην αναπαραγωγή των ελίτ της κοινωνίας αυτής. Εκείνο το οποίο δεν είναι σίγουρο είναι αν οι θεσμοί αυτοί είναι ιδιωτικού χαρακτήρα, όπως κηρύσσουν οι θιασώτες της αγοράς.
2. Ο ανταγωνισμός των ιδιωτικών πανεπιστημίων θα ωφελήσει τα δημόσια.
Το δημόσιο αγαθό της εκπαίδευσης δεν μπορεί να αποτελεί αντικείμενο ανταγωνισμού. Ποτέ στην ιστορία, εκτός από τους νεοφιλελεύθερους καιρούς μας, η εκπαίδευση δεν θεωρήθηκε εμπόρευμα, ώστε να υπάρχει ανταγωνισμός γύρω από αυτό. Οι άνθρωποι, των μεγάλων φιλελεύθερων στοχαστών συμπεριλαμβανομένων, μιλούσαν για διάλογο, συνεργασία, κριτική αποδοχή ή απόρριψη κ.ά., ποτέ όμως για ανταγωνισμό.
Η εκπαίδευση δεν είναι… φασολάκια. Εξάλλου, όλοι μας μπορούμε να διαπιστώσουμε πόσο προήγαγε το δημόσιο αγαθό της ενημέρωσης ο ανταγωνισμός των ιδιωτικών καναλιών.
3. Ας μην ασχολούμαστε με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια και ας επικεντρωθούμε στην αναβάθμιση των δημόσιων.
Η παραπάνω άποψη θέλει να παραβλέπει ότι, αν ιδρυθούν ιδιωτικά πανεπιστήμια, οι ιδιοκτήτες τους θα προσφύγουν στα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης απαιτώντας να μη χρηματοδοτούνται τα δημόσια ή να λαμβάνουν και αυτοί το ίδιο ποσό χρημάτων από το κράτος. Και επειδή τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης εμφορούνται στην παρούσα συγκυρία από νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις, είναι σίγουρο ότι θα τους δικαιώσουν για να μη νοθεύεται ο «ελεύθερος ανταγωνισμός». Η περίπτωση της Ολυμπιακής είναι άκρως διαφωτιστική.
Στη Χιλή, στη χώρα όπου στην περίοδο Πινοσέτ εφαρμόστηκαν όσο πουθενά αλλού οι νεοφιλελεύθερες επιταγές, υπάρχει συνταγματικός νόμος του 1990 ο οποίος επιτάσσει ότι το κράτος, για κάθε «πέσο» που δίνει στο δημόσιο πανεπιστήμιο, είναι υποχρεωμένο να χρηματοδοτεί και με ένα «πέσο» το ιδιωτικό. Το νεοφιλελεύθερο σκεπτικό πίσω από μια τέτοια πρακτική είναι, βεβαίως, η απαρέγκλιτη τήρηση των κανόνων του «ελεύθερου ανταγωνισμού».
Τα δημόσια πανεπιστήμια βρίσκονται στα πρόθυρα οικονομικής κατάρρευσης. Αν στερηθούν και άλλους πόρους, και το άκρως πιθανό σενάριο της προσφυγής των ιδιοκτητών ιδιωτικών πανεπιστημίων αναμφίβολα θα οδηγήσει σε ένα τέτοιο αποτέλεσμα, θα είναι υποχρεωμένα ή να κλείσουν ή να επιβάλλουν δίδακτρα. Την άνοιξη που μας πέρασε, σε πέντε ομόσπονδα κρατίδια της Γερμανίας, τα δημόσια πανεπιστήμια επέβαλαν δίδακτρα που κυμαίνονται από 500 έως και 1.500 ευρώ το εξάμηνο. Όλα αυτά σε μια χώρα όπου το 30% των φοιτητών ζει με λιγότερα από 600 ευρώ το μήνα. Το να αναρωτηθούμε πώς θα σπουδάζει πλέον αυτό το 30% –ένα ποσοστό που σχεδόν σίγουρα στην Ελλάδα είναι μεγαλύτερο– είναι ένα ερώτημα που μια Αριστερά, αντάξια του ονόματός της, είναι υποχρεωμένη να θέσει.
4. Τα ιδιωτικά πανεπιστήμια θα λύσουν το πρόβλημα της φοιτητικής μετανάστευσης.
Η πράγματι μεγάλη φοιτητική μετανάστευση της Ελλάδας είναι δύο ειδών. Το πρώτο είδος, το μειοψηφικό, το αποτελούν τα παιδιά των ελίτ, τα οποία σπουδάζουν στα φημισμένα ιδρύματα του εξωτερικού. Στη Γερμανία, κυρίως, στη διάρκεια του μεσοπολέμου, σε διαφοροποιημένους προορισμούς το μεταπόλεμο, στον αγγλοσαξονικό χώρο και κυρίως στην Αμερική1 τα τελευταία χρόνια, οι «κληρονόμοι» αλλάζουν χώρες σπουδών. Εκείνο το οποίο δεν αλλάζει είναι η συνήθεια τους να πραγματοποιούν τις μεταπτυχιακές τους τουλάχιστον σπουδές σε φημισμένα πανεπιστήμια της αλλοδαπής. Αυτή η τάση, όσα ιδιωτικά πανεπιστήμια κι αν ιδρυθούν στην Ελλάδα, δεν πρόκειται να ανακοπεί στο άμεσο ορατό μέλλον, γιατί ποτέ ο ιδιωτικός τομέας δεν θα πραγματοποιήσει, για ευνόητους λόγους, τις τεράστιες δαπάνες που απαιτούνται για να γίνουν τα πανεπιστήμια που θα ιδρύσει εφάμιλλα των φημισμένων ιδρυμάτων του εξωτερικού, που ανήκουν σε συντριπτικό ποσοστό στο δημόσιο τομέα.
Το δεύτερο είδος φοιτητικής μετανεύστης, το πλειοψηφικό, το αποτελούν κυρίως όσοι και όσες απέτυχαν στις εισαγωγικές εξετάσεις. Τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, αν θεσπίσουν ακαδημαϊκά κριτήρια εισαγωγής, δεν θα μπορούν να δεχτούν αυτά τα παιδιά. Αν δεν θεσπίσουν τέτοιου είδους κριτήρια και στηριχθούν σε αμιγώς χρηματοοικονομικούς λόγους, που είναι και η πιθανότερη εκδοχή, θα είναι ποιοτικά υποβαθμισμένα. Θέλουμε, άραγε, ποιοτικά υποβαθμισμένα πανεπιστημιακά ιδρύματα στη χώρα μας; Θέλουμε επιχειρήσεις που θα εμπορεύονται πτυχία;
5. Τα ιδιωτικά πανεπιστήμια θα λύσουν το πρόβλημα της ανεργίας των νέων.
Το πρόβλημα της ανεργίας των νέων στην Ελλάδα δεν είναι τόσο πρόβλημα προσφοράς όσο ζήτησης. Με άλλα λόγια, δεν είναι τα πανεπιστήμια αυτά τα οποία δεν παράγουν ανθρώπους για την αγορά εργασίας, αλλά η ίδια η ελληνική αγορά με τη χαμηλή βιομηχανική ανάπτυξη η οποία δεν τους έχει ανάγκη. Τα τελευταία στοιχεία δείχνουν ότι οι άνεργοι πτυχιούχοι των ΑΕΙ είναι περισσότεροι από τους άνεργους απόφοιτους Λυκείου και ακόμη περισσότεροι από τους άνεργους απόφοιτους Γυμνασίου.
Εξάλλου, το πανεπιστήμιο ούτε πρέπει ούτε μπορεί να παρακολουθεί τις διακυμάνσεις της αγοράς. Αν το πανεπιστήμιο έβγαζε ειδικούς στα βίντεο και στα κασετόφωνα, οι άνθρωποι αυτοί σήμερα θα ήσαν άνεργοι. Το δημόσιο πανεπιστήμιο όμως μόρφωσε ανθρώπους στη Φυσική, στη Μηχανική και στην Ακουστική, ανθρώπους ικανούς να παρακολουθήσουν τις τεχνολογικές εξελίξεις και να κατανοούν τη λειτουργία των DVDs και των CDs.
Ο μόνος λόγος τον οποίο δεν επικαλούνται συχνά οι θιασώτες του ιδιωτικού πανεπιστήμιου είναι το κέρδος. Και όμως, είναι ο μόνος ο οποίος πράγματι ισχύει. Πρόκειται για εξαιρετικά σοβαρό λόγο. Η μακροβιότητα και η αντοχή του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής μπορεί να το αποδείξει. Μόνον που εμάς, που πιστεύουμε στην κριτική σκέψη και που επιδιώκουμε πάνω απ’ όλα την ισότητα, ο λόγος αυτός δεν μας αφορά.
Δεν είναι, ασφαλώς, τυχαίο το γεγονός ότι τόσο ο Καραμανλής όσο και ο Παπανδρέου καθώς και οι περισσότεροι από το άμεσο περιβάλλον τους έχουν σπουδάσει στην Αμερική και, μάλιστα, στην περιοχή της Βοστόνης.
To πρόγραμμα ΠΟΣΔΕΠ, ΟΛΜΕ και φοιτητικών συλλόγων
Η ΠΟΣΔΕΠ αποφάσισε νέο γύρο απεργιακών κινητοποιήσεων, ξεκινώντας με 48ωρη στις 24-25/1. Η απεργία θα συνεχιστεί το τριήμερο 31/1 -2/2, ενώ προσανατολίζεται σε απεργία διαρκείας από τις 5 Φεβρουαρίου. Η OΛΜΕ έχει προτείνει δυο 24ωρες απεργίες, στις 15 και 27/1, ημέρες συζήτησης και ψήφισης της αναθεώρησης στη Βουλή. Συμμετέχει με τρίωρη στάση στις κινητοποιήσεις της Τετάρτης 24/1. Ακόμα εισηγείται Γενικές Συνελεύσεις των ΕΛΜΕ από 22/1 έως 2/2 και Γ.Σ. των Προέδρων των ΕΛΜΕ στις 3/2. Νέες Γενικές Συνελεύσεις των ΕΛΜΕ από 26/2 έως 2/3 και Γ.Σ. Προέδρων στις 3/3. Οι φοιτητικοί σύλλογοι καλούν σε παλλαϊκά – πανεκπαιδευτικά συλλαλητήρια στις 31/1. Σε κινητοποιήσεις στις 1-3/2 που πραγματοποιείται η Σύνοδος των Πρυτάνεων και σε μαζικές διαδηλώσεις και καταλήψεις στις 22-28/2 και το Μάρτη όταν αρχίζει στην Ολομέλεια της Βουλής η συζήτηση για την αναθεώρηση του άρθρου 16.
Το ξενόφερτο όραμα του δικομματισμoύ
Η αποκέντρωση, η «αυτόνομη» σχολική μονάδα και η διάλυση του δημόσιου σχολείου…
Χριστόφορος Σφακιανάκης 2o Ενιαίο Λύκειο Ιεράπετρας
Αντρέας Ιωαννίδης Ενιαίο Λύκειο Περάματος Ρεθύμνου
Μαίρη Σταθοπούλου ΕΠΑΛ Ελ. Βενιζέλος, Χανιά
Το επιχείρημα «έτσι γίνεται στο εξωτερικό» έχουμε βαρεθεί να το ακούμε. Για όλα τα θέματα, για όλα τα ζητήματα, αυτή η κουραστική, επαναλμβανόμενη ατάκα έρχεται σαν λύση για κάθε πρόβλημα. Ο χώρος της παιδείας δεν θα μπορούσε να μείνει εκτός. «Έτσι γίνεται στην Αγγλία», «το επιτυχημένο φινλανδικό μοντέλο» και ένα σωρό άλλες άσχετες συγκρίσεις επιστρατεύονται, χωρίς όμως να μιλούν για το γιατί. Η «ξενόφερτη» πολιτική του δικομματισμού εκπορεύεται από τις βασικές οδηγίες της ΕΕ (π.χ. Μπολόνια) και άλλων διεθνών οργανισμών (ΠΟΕ-συμφωνία GATΤ), χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν την επικροτούν οι ντόπιοι «υπεργολάβοι» της ιδιωτικής εκπαίδευσης, οι οποίοι περιμένουν με αγωνία (sic) την προώθηση των μεταρρυθμίσεων. Στην πρόσφατη σύνοδο του ΟΟΣΑ στην Αθήνα, απασχόλησε έντονα το ερώτημα: Ποιος θα πληρώνει την εκπαίδευση; Το κράτος δε γίνεται, πάνε αυτές οι εποχές. Άρα; Οι γονείς; Οι σπουδαστές; Χορηγοί; Νέες λογικές και εποχές για τις ευθύνες και τις υποχρεώσεις του κράτους απέναντι στον πολίτη. Ο καθένας μόνος του απέναντι στην αγορά. Αυτό είναι το σύνθημα της «ιδιωτικής κοινωνίας». Και το όχημα για να περάσει κάτι τέτοιο, εδώ και χρόνια, είναι η λεγόμενη αποκέντρωση ή, αλλιώς, «η αυτονομία της εκπαιδευτικής μονάδας».
Τι λένε οι ίδιοι;
«Ο νομάρχης Πιερίας ξέρει πολύ καλύτερα τις ανάγκες των διδακτηρίων της περιοχής από κάποιον γραφειοκράτη του Υπουργείου Παιδείας και υπόκειται πολύ περισσότερο στην κρίση όσων «καταναλώνουν» (σ.σ.: τα εισαγωγικά δικά μας) υπηρεσίες Παιδείας. Κάποια στιγμή, θα πρέπει να συζητηθεί πώς θα γίνει να περάσει όλη η υπόθεση της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην αυτοχρηματοδοτούμενη (μέσω τοπικών φόρων) Τοπική Αυτοδιοίκηση, με το Υπουργείο Παιδείας να έχει συμβουλευτικό ρόλο και να εξασφαλίζει αδιάβλητες πανελλαδικές εξετάσεις για εισαγωγή στα ΤΕΙ – ΑΕΙ».
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 18/5/2003
«Όλα περνούν στην περιφέρεια, στο δήμο και στα σχολικά συμβούλια, οι διορισμοί των εκπαιδευτικών, η επεξεργασία του εκπαιδευτικού προγράμματος, οι διορισμοί του προσωπικού. Για όλα αυτά συγκροτούν ειδικά εκπαιδευτικά συμβούλια, που απαρτίζονται από εκπαιδευτικούς εκλεγμένους με καθολική ψηφοφορία, εκπροσώπους γονέων και μαθητών, εκλεγμένους εκπροσώπους παραγωγικών και κοινωνικών φορέων και εκπρόσωπο του Υπουργείου. Τα ειδικά εκπαιδευτικά συμβούλια, μετά από κοινωνική διαβούλευση, καθορίζουν μέρος του προγράμματος σπουδών, επιλέγουν και αξιολογούν το εκπαιδευτικό υλικό. Είναι υπεύθυνα για την ανάπτυξη διαδικασιών κοινωνικής λογοδοσίας…»
Συνέντευξη Τύπου 13/9/05 Δαμανάκη, Λοβέρδος, Ράπτη
«Αυτοδιαχείριση και αυτονομία στα ΑΕΙ και ΤΕΙ… θα ενθαρρύνουμε συμφωνίες με την Τοπική Αυτοδιοίκηση…»
Γ. Παπανδρέου, Οι δεσμεύσεις μας για την παιδεία, 15 Σημεία
Αποκέντρωση, ο πυρήνας των νεοφιλελεύθερων επιλογών
Μπορεί παλιότερα να υπήρχε ένα ρόλος της τοπικής αυτοδιοίκησης γύρω π.χ. από τα σχολικά κτίρια, και άλλες τέτοιου τύπου αρμοδιότητες, σήμερα όμως ο ίδιος ο θεσμός της τοπικής αυτοδιοίκησης καλείται να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στην ιδιωτικοποίηση της παιδείας, στη διαμόρφωση της παιδείας της αγοράς. Το έργο το ξεκίνησαν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ με τους περιβόητους νόμους Αρσένη, που πρώτοι έθεσαν με τέτοια σαφήνεια τα νέα καθήκοντα της τοπικής αυτοδιοίκησης στο χώρο της παιδείας, και το συνεχίζει με γρήγορα βήματα η κυβέρνηση της ΝΔ.
Η βασική πολιτική-μοχλός για κάτι τέτοιο είναι η περιβόητη αποκέντρωση. Το ΠΑΣΟΚ, ανάμεσα στ’ άλλα, εννοεί το αποκεντρωτικό μοντέλο ως «τη χρηματοδότηση σχολικών μονάδων μέχρι ένα ορισμένο οικονομικό επίπεδο (π.χ. αγορά εξοπλισμού κ.λπ. ), την επιλογή εκπαιδευτικού υλικού (επιλογή εγχειριδίων από εγκεκριμένο κατάλογο και ελεύθερη επιλογή για τη βιβλιοθήκη του σχολείου)». Οι τοπικές κοινωνίες, δηλαδή, αναλαμβάνουν τη χρηματοδότηση σημαντικών πλευρών της λειτουργίας των σχολείων γεγονός που, ουσιαστικά, σημαίνει τη δυνατότητα των γονιών να επιλέξουν το σχολείο των παιδιών τους. Όλες αυτές οι αλλαγές προϋποθέτουν την αξιολόγηση και την κατάταξη-κατηγοριοποίηση των σχολείων, προκειμένου να γίνουν οι επιλογές των γονιών. Αυτό εννοούν όταν λένε για διαδικασίες ανάπτυξης της κοινωνικής λογοδοσίας. Εννοούν την αξιολόγηση των σχολικών μονάδων και των εκπαιδευτικών, που θα ασκείται σε τοπικό επίπεδο έτσι ώστε ο έλεγχος να είναι πιο αυταρχικός και η χειραγώγηση του εκπαιδευτικού πιο αποτελεσματική.
Και, βέβαια, το αποτέλεσμα αυτών των αξιολογήσεων είναι η διαφορετική δυνατότητα των σχολείων να πάρουν χρήματα από τον κρατικό προϋπολογισμό. Πρόκειται για ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης, καθώς τα σχολεία θα αναγκαστούν να συμπεριφερθούν ως επιχειρηματίες στην «εκπαιδευτική αγορά» προκειμένου να κερδίσουν μαθητές. Πολύ απλά, τα σχολεία που δεν προσελκύουν μαθητές έχουν μοιραία χαμηλότερη χρηματοδότηση. Έτσι, μέσα από την πρωτοβάθμια και νομαρχιακή αυτοδιοίκηση, επιχειρείται η ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης και η ανάπτυξη επιχειρηματικής δραστηριότητας και στον τομέα αυτόν, σε όλα τα επίπεδα. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτές οι αλλαγές συμβαδίζουν με τις αντίστοιχες θεσμικές μεταρρυθμίσεις στην τοπική αυτοδιοίκηση και στη δυνατότητα δημιουργίας πανεπιστημίων μέσω ΝΠΔΔ, δηλαδή αποκέντρωση και στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση. Το παράδειγμα του Δήμου Αμαρουσίου και της προσπάθειας για δημιουργία επί της ουσίας ιδιωτικού πανεπιστημίου είναι εξάλλου πρόσφατο.
Στο πλαίσιο της αποκέντρωσης, είναι προφανές ότι ο εκπαιδευτικός καλείται να έχει ένα νέο ρόλο, και κυρίως αυτοί που ασκούν διοίκηση. Στην ουσία, θα μετατραπούν σε μάνατζερ-διαχειριστές που θα είναι υποχρεωμένοι να αναζητούν πηγές χρηματοδότησης για τη λειτουργία του σχολείου. Η παιδαγωγική και η διδακτική οφείλουν να υποταχθούν σε μια νέα αντίληψη που έχει σχέση περισσότερο με την επιχειρηματική λογική, αφού το σχολείο θα λειτουργεί με κριτήριο την εξεύρεση κονδυλίων και θα προσαρμόζει τη λειτουργία του σε αυτή την προοπτική.
Γι’ αυτό και όλη αυτή η φασαρία για τον κρατισμό από την κ. Γιαννάκου, τον Γ. Παπανδρέου και άλλους. Μόνο που από το λιγότερο κράτος πάμε στο κράτος-επιτελείο, στο κράτος οργανωτή και εγγυητή των όρων λειτουργίας της αγοράς. Το κράτος, στο πολυπόθητο και πολυδιαφημιζόμενο αποκεντρωμένο μοντέλο διοίκησης, κρατάει τον επιτελικό του ρόλο. Είναι αυτό που αποφασίζει για τους βασικούς προσανατολισμούς του εκπαιδευτικού συστήματος και χρησιμοποιεί το μακρύ του χέρι και εξάρτημα στις τοπικές κοινωνίες, το θεσμό της τοπικής αυτοδιοίκησης, για να μετακυλύει μεγάλο μέρος του οικονομικού κόστους από αυτές τις επιλογές στους ίδιους τους εργαζόμενους, για να απαλλάσσει τον κρατικό προϋπολογισμό από την ευθύνη της έστω ελλιπούς σημερινής χρηματοδότησης της εκπαίδευσης και για να μετφέρει την ευθύνη της λειτουργίας της στην τοπική αυτοδιοίκηση.
Το παράδειγμα του προϋπολογισμού του 2007 για την Παιδεία
Ο προϋπολογισμός είναι το όχημα για να προχωρήσει με γρήγορα βήματα το σχέδιο της αποκέντρωσης των σχολικών μονάδων, βασική προγραμματική συμφωνία ΝΔ και ΠΑΣΟΚ για τη δημιουργία του σχολείου του νεοφιλελευθερισμού. Δηλαδή, της μετακύλισης της ευθύνης και του κόστους της λειτουργίας των σχολείων από το κράτος και το Υπουργείο στο σχολείο, δηλαδή στο σύλλογο των εκπαιδευτικών και, βασικά, στους γονείς. Η μείωση των σχετικών κονδυλίων που διαθέτει η Τ.Α. κατά 50% σημαίνει μια βίαιη και αναγκαστική στροφή των καθηγητών και των γονιών για να βρουν λεφτά για το πετρέλαιο, για τη συντήρηση των εργαστηρίων, την καθαριότητα κ.ο.κ. Να σημειωθεί ότι και στο ΠΔΕ η μείωση είναι κάθετη. Σε επίπεδο νομών για την Πρωτοβάθμια και τη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση από 107,7 εκατομμύρια το 2004 σε 17,3 εκατομμύρια το 2006 (στοιχεία από ΙΣΤΑΜΕ).
Ο στραγγαλισμός της δημόσιας παιδείας μέσω της τοπικής αυτοδιοίκησης | |||
(σε εκ. ευρώ) | 2006 | 2007 | Μεταβολή |
Πιστώσεις για επιχορήγηση περιφερειών προς Νομ. Αυτοδ/ση για την εκπαίδευση | 113 | 92 | -18% |
Πιστώσεις νομαρχιών για την Πρωτοβάθμια εκπαίδευση | 45 | 4 | -91,1% |
Πιστώσεις νομαρχιών για τη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση | 48 | 10 | -79% |
Σύνολο | 206 | 106 | -49,5% |
Το αγγλοσαξονικό και το φινλανδικό μοντέλο
ΗΠΑ: No Child Left Behind
Το νομοθετικό διάταγμα (NCLP) της κυβέρνησης Μπους διακυρήσσει: «Κανένα παιδί να μη μείνει πίσω». Στις ΗΠΑ, που η «αποκέντρωση»-ιδιωτικοποίηση αποτελεί παλιά συνταγή, το διάταγμα υποσχόταν στους Αμερικάνους τη γεφύρωση των εκπαιδευτικών αντιθέσεων μεταξύ των μεσοαστικών προαστίων και των υποχρηματοδοτούμενων αστικών ή αγροτικών σχολείων. Αντίθετα, το διάταγμα ιδιωτικοποιεί περαιτέρω την εκπαίδευση απαλλάσσοντας την ομοσπονδιακή κυβέρνηση από το κόστος της και φορτώνοντάς το στα σχολικά συμβούλια. Το έλλειμμα της ομοσπονδιακής δαπάνης για τη χρηματοδότηση και αυτού ακόμα του NCLB υπολογίζεται στα 27 δισ. δολάρια, ενώ οι πολιτειακές κυβερνήσεις αναγκάζονται να καλύπτουν τη διαφορά από τους προϋπολογισμούς τους.
Αιχμή στο NCLB αποτελούν οι λεγόμενες τυποποιημένες εξετάσεις. Το σχολείο του NCLB, προκειμένου να χρηματοδοτηθεί, θα πρέπει να ανταποκριθεί σε ένα σύνολο εξετάσεων επίδοσης των μαθητών του, ενώ σε αντίθετη περίπτωση προβλέπονται ποινές. Το σχολικό συμβούλιο υποχρεώνεται να πάρει μέτρα με τις προσλήψεις/απολύσεις προσωπικού και την προσαρμογή του προγράμματος σπουδών στους εξεταστικούς στόχους. Έτσι, ο δάσκαλος, αντί να διδάσκει, προγυμνάζει σε αλλεπάλληλες γραπτές δοκιμασίες, οι ώρες διδασκαλίας φυσικών και κοινωνικών επιστημών –πόσο μάλλον τέχνης– περικόπτονται προς για χάρην των πιο «εξεταστικών» μαθημάτων, ενώ αντί για βιβλία οι σχολικές βιβλιοθήκες παρέχουν βοηθήματα για μαθητές-παπαγάλους.
Όλα αυτά συγκροτούν μια πρώτης τάξεως «μπίζνα» για εταιρίες κολοσσούς, που αναλαμβάνουν την υλικοτεχνική επάνδρωση των τυποποιημένων εξετάσεων, εκδίδουν σχολικά βοηθήματα και βαθμολογούν διαγωνίσματα, εξασφαλίζοντας τζίρο δισεκατομμυρίων.
Όταν, παρά τη λήψη μέτρων, το σχολείο αποτύχει να πιάσει τους στόχους, εντάσσεται στο καθεστώς της Προγραμματικής Βελτίωσης. Με την ένταξή του στο πρόγραμμα αυτό, το σχολείο δικαιούται επιπλέον πόρους, οι οποίοι, όμως, είτε δεν επαρκούν είτε δε λαμβάνονται ποτέ. Πλάι σ’ αυτό, τα βελτιωτικά μέτρα είναι τέτοια που το σχολείο αδυνατεί να ανταποκριθεί και ο κύκλος των αποτυχιών συνεχίζεται. Το NCLB αφήνει για το σχολείο της κρίσης δύο επιλογές: Η μία είναι η ανασύσταση, κατά την οποία όλο το προσωπικό μετατίθεται και διορίζονται νέοι υπάλληλοι. Η άλλη, να μετατραπεί σε μισθωμένο σχολείο, να παραδοθεί, δηλαδή, σε εγγυήτριες επιχειρήσεις, κοινώς να ιδιωτικοποιηθεί.
Το NCLB, τελικά, σημαίνει σύνδεση αξιολόγησης-χρηματοδότησης σχολικών μονάδων, κλείσιμο ή ιδιωτικοποιήσεις σχολείων και ενίσχυση των επιχειρήσεων, μαζικές κυρώσεις για μαθητές και εκπαιδευτικούς, ενίσχυση της εκπαιδευτικής υποβάθμισης για την περιφέρεια.
Οι αντιδράσεις απέναντι στο NCLB από διδασκαλικά σωματεία, οι δικαστικές προσφυγές από πολιτειακές κυβερνήσεις αλλά και οι επιτυχημένες και ελπιδοφόρες ακτιβίστικες ενέργειες ενάντια στις μισθώσεις έχουν ανοίξει το δίλημμα: «Μεταρρύθμιση ή ανατροπή του νόμου;» Όμως η ίδια η αντιδραστική φύση του νόμου δεν αφήνει περιθώρια για μεταρρυθμίσεις.
Αγγλία: Πολλές βαθμίδες, διαφορετικές δυνατότητες!
Αν θέλουμε να δούμε τις μελλοντικές επιπτώσεις από την εφαρμογή του νεοφιλελευθερισμού στην εκπαίδευση, δεν έχουμε παρά να ρίξουμε μια ματιά στην Αγγλία. Το εκπαιδευτικό σύστημα της Βρετανίας είναι ίσως το καλύτερο παράδειγμα για μελέτη σήμερα, προκειμένου να καταλάβουμε πού κατευθύνεται το αντίστοιχο ελληνικό. Αν και δεν είναι τόσο δημοφιλές στην κυβερνητική προπαγάνδα όσο το φινλανδικό και τα λοιπά σκανδιναβικά «μοντέλα», πρόκειται για το πιο προχωρημένο εκπαιδευτικό σύστημα όσον αφορά την έφοδο της αγοράς, την ιδιωτικοποίηση, την αποκέντρωση, την αξιολόγηση και όλες τις «καινοτομίες» που εξαγγέλλει το δικό μας υπουργείο.
Στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, οι πολλαπλές ταχύτητες είναι μια πραγματικότητα. Έχουν τη μορφή μιας πλειάδας τύπων σχολείων (ιδιωτικά, κρατικά, εσώκλειστων, θηλέων, αρρένων, θρησκευτικά, θεωρητικά, επαγγελματικά κ.λπ.) με διαφορετικά εκπαιδευτικά προγράμματα, πιστοποιητικά και απολυτήρια. Αυτό που δένει όλα αυτά τα σχολεία μεταξύ τους είναι κάποιοι ενιαίοι και αυστηροί απέναντι στο εκπαιδευτικό προσωπικό κώδικες εκπαιδευτικής λειτουργίας και πρακτικής και, βασικά, το σύστημα της αξιολόγησης, όπου συμπυκνώνονται αυτοί οι εκπαιδευτικοί κώδικες ως μετρήσιμα μεγέθη. Το καινούριο φρούτο είναι οι λεγόμενες «ακαδημίες», σχολεία που λειτουργούν με ευθύνη του δήμου και έχουν σπόνσορα, από τον οποίο αντλούν έσοδα. Αυτή η πιο πρόσφατη μορφή θυμίζει έντονα τις ελληνικές εξαγγελίες για αποκέντρωση, σύνδεση με την τοπική κοινωνία, αυτοχρηματοδότηση κ.λπ.
Τι επακόλουθα είχαν, όμως, αυτές οι πολιτικές στα αγγλικά σχολεία;
Κατ’ αρχάς, οι πολλαπλές ταχύτητες δεν αφορούν μόνο τα πολλά διαφορετικά σχολεία αλλά επίσης τα «καλά» και τα «κακά». Η αξιολόγηση των μαθητών, των εκπαιδευτικών και των σχολείων γίνεται βάσει της βαθμολογίας και της διαγωγής. Έτσι, λοιπόν, όπως μπορεί ένας εκπαιδευτικός να κριθεί και να απολυθεί, το ίδιο κι ένα σχολείο, που οι μαθητές του κατά μέσο όρο εμφανίζουν απόδοση σταθερά κάτω από ένα ελάχιστο όριο, μπορεί να κλείσει, αν η αλλαγή διεύθυνσης και κάποια έκτατκα μέτρα δεν αποδώσουν. Επίσης, η χρηματοδότησή τους από το κράτος καθορίζεται ανάλογα με την απόδοση του σχολείου και όχι, φυσικά, ανάλογα με τις ανάγκες τους με βάση κοινωνικά κριτήρια. Προκειμένου, λοιπόν, σχολεία κι εκπαιδευτικοί να επιτύχουν υψηλά σκορ στη λίστα των σχολείων που δημοσιεύεται κάθε χρόνο, ενθαρρύνουν, άμεσα ή έμμεσα, τους μαθητές τους να διαλέγουν τα εύκολα μαθήματα.
Ταυτόχρονα, η εργασιακή ανασφάλεια και η προσωρινότητα των θέσεων εργασίας έχει άμεσες συνέπειες και στην εκπαιδευτική διαδικασία. Δεν είναι ασυνήθιστα τα συμβόλαια περιορισμένου χρόνου, μικρότερου από το ακαδημαϊκό έτος, με αποτέλεσμα παιδιά να αλλάζουν δασκάλους και καθηγητές στο μέσο της χρονιάς, ενώ τα υποβαθμισμένα σχολεία αναγκάζονται να εισάγουν προσωρινούς εκπαιδευτικούς από άλλες αγγλόφωνες χώρες, προκειμένου να καλύψουν τις θέσεις τους.
Φινλανδία: Ταξικό σχολείο «αλά σκανδιναβικά»
Το περιβόητο «φινλανδικό μοντέλο» παρουσιάζεται από την κυβέρνηση της ΝΔ ως το ιδανικό πρότυπο για το εκπαιδευτικό σύστημα της Ελλάδας. Σαν πλεονεκτήματά του παρουσιάζονται η κορυφαία επίδοση των μαθητών της χώρας στις δοκιμασίες του PISA (Πρόγραμμα για τη Διεθνή Φοιτητική Αξιολόγηση). Σε συνδυασμό με την πολύ εκτεταμένη εφαρμογή της αξιολόγησης και της αποκέντρωσης, αποτελεί ένα ιδανικό υπόδειγμα σύμφωνα με τις εξαγγελίες της κυβέρνησης. Τι κρύβεται, όμως, πίσω από τη μαγική εικόνα του επιτυχημένου φινλανδικού μοντέλου;
Η αποκέντρωση στο εκπαιδευτικό σύστημα της Φινλανδίας άρχισε να προωθείται το 1988. Σταδιακά, μέσα στη δεκαετία του ’90 η αποκέντρωση άρχισε να συνδέεται με την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου και το ’96 τίθεται για πρώτη φορά το θέμα της χρηματοδότησης και ότι «οι θεσμοί που παρέχουν παιδεία» πρέπει να αναζητούν νέους πόρους για τη λειτουργία τους. Tο κεντρικό τρίπτυχο της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου, σύμφωνα με το φινλανδικό Υπουργείο Παιδείας, είναι «αποδοτικότητα, οικονομική υπευθυνότητα, αποτελεσματικότητα» και εξειδικεύεται σε κριτήρια όπως λειτουργία, ευελιξία και χρησιμότητα του σχολικού δικτύου στην επαγγελματική δομή της κοινωνίας, σύνδεση του σχολείου με την αγορά εργασίας και την ευρύτερη οικονομική ζωή, χρήση και κατανομή των πόρων κάθε σχολικής μονάδας, ορθολογική αξιοποίηση του εκπαιδευτικού προσωπικού, πορεία των αποφοίτων στη μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση, επίδοση των μαθητών στις εξετάσεις της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Έτσι προωθούνται αλλαγές στις εργασιακές συνθήκες των εκπαιδευτικών αλλά και στα αναλυτικά προγράμματα και στους παιδαγωγικούς σκοπούς του σχολείου. Οι κανονισμοί που διέπουν τις ώρες απασχόλησης του εκπαιδευτικού αποφασίζονται σε τοπικό επίπεδο και το παιδαγωγικό έργο αξιολογείται με βάση της επιταγές της «Λευκής Βίβλου για την εκπαίδευση και την κατάρτιση» (ΟΟΣΑ, 1995), δηλαδή ως προς τη σύνδεση με την τοπική οικονομία και την προώθηση της «εκμάθησης της μάθησης» ή, με απλά λόγια, με την ικανότητα του εκπαιδευτικού συστήματος να παρέχει δεξιότητες και όχι γνώσεις στους μαθητές. Δεν είναι τυχαίο ότι η Φινλανδία κατέχει «πρωτιές» όχι μόνο στο χώρο της παιδείας αλλά και στη μερική και ευέλικτη απασχόληση, όπως και στην ανεργία (9,1%).
Το φινλανδικό πρότυπο του νεοφιλελευθερισμού, αν και το ποσοστό του ΑΕΠ που δίνεται στην παιδεία είναι ακόμη υψηλό (5,7%), γεγονός που περισσότερο οφείλεται στην «παράδοση» των σκανδιναβικών χωρών στο κοινωνικό κράτος, διαφημίζεται και ξαναδιαφημίζεται με βάση το γεγονός των επιδόσεων των Φινλανδών μαθητών. Όλων των μαθητών; Και εδώ είναι μια κεντρική πλευρά που δεν μας λένε οι οπαδοί του μοντέλου αυτού. Το «επιτυχημένο» φινλανδικό σχολικό μοντέλο αφορά το 50% του μαθητικού πληθυσμού. Το υπόλοιπο 50% πετιέται από πολύ νωρίς στα αντίστοιχα φινλανδικά ΤΕΕ, και ούτε υψηλές επιδόσεις έχει ούτε κάποια προοπτική πέρα από το να αποτελέσει ένα ευλύγιστο εργατικό δυναμικό από πολύ νωρίς. Αλλά ακόμα και το «καλό» 50% κατηγοριοποιείται και ταξινομείται αναλόγως. Στα πλαίσια της αξιολόγησης και της επιλογής των σχολείων από τους γονείς, έχουν ιδρυθεί τα Πρότυπα σχολεία ή σχολεία Αριστείας, για τους μαθητές με υψηλές επιδόσεις. Ακόμη και το ίδιο το Υπουργείο Παιδείας της Φινλανδίας διαφημίζει στην ιστοσελίδα του τα «καλά» σχολεία του Ελσίνκι και αναφέρει και σαν «κακά» τα σχολεία διαφόρων μικρότερων πόλεων. Μήπως μας θυμίζει κάτι αυτό το διαρκώς αξιολογούμενο και έντονα ταξικά κατηγοριοποιημένο εκπαιδευτικό μοντέλο από όσα ακούμε από τους φοιτητές για τα «ανταγωνιστικά πανεπιστήμια»;
Εθνικό Συμβούλιο Διάλυσης της Παιδείας
Πλήρης ταύτιση του ΕΣΥΠ με τις απόψεις ΝΔ-ΠΑΣΟΚ
Βύρων Λάμπρου
Γραμματέας ΕΛΜΕ Καβάλας
Πριν από μερικούς μήνες, το Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας (ΕΣΥΠ) παρουσίασε μια έκθεση για τις αλλαγές που πρέπει να γίνουν στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Είναι το ίδιο όργανο που εισηγήθηκε τις προτάσεις που ταυτίστηκαν με το νέο νόμο-πλαίσιο για την ανώτατη εκπαίδευση, το γνωστό σχέδιο νόμου που ξεσήκωσε τον περσινό Μάη τους φοιτητές. Δεν ισχύει όμως το ίδιο και για το χώρο της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Η έκθεση αυτή δεν έχει απασχολήσει καθόλου τα σχολεία, δεν συνάντησε καμία ουσιαστική αντιπαράθεση από ΟΛΜΕ-ΔΟΕ. Έτσι, δεν είναι τυχαία η άνεση της Γιαννάκου να ζυμώνει διάφορες προτάσεις για τον τρόπο εισαγωγής στην ανώτατη εκπαίδευση, για την αξιολόγηση του μαθητή κ.ά. Ποια είναι τα βασικά σημεία αυτής της έκθεσης;
1. H συγκεντρωτική αποκέντρωση
Το κείμενο διαπερνά η έννοια της αποκέντρωσης κόντρα στο σημερινό συγκεντρωτικό σχολείο. Μέσα από το αποκεντρωμένο σχολείο, κράτος και υπουργείο δεν χάνουν τον έλεγχο. Με μια σειρά από μηχανισμούς (αξιολόγησης, επιμόρφωσης, παιδαγωγικής προσέγγισης, συγκέντρωσης στοιχείων σε θέματα προώθησης των τεχνολογιών κ.λπ.) είναι δυνατή η γρήγορη παρέμβαση. Ουσιαστικά, ο διοικητικός ρόλος παραχωρείται αλλού (στο ίδιο το σχολείο, στους δήμους, στις νομαρχίες, στις περιφέρειες) και ο έλεγχος του ΥΠΕΠΘ γίνεται ρυθμιστικός.
2. Η οικειοποίηση πρωτοποριακών παιδαγωγικών μεθόδων (καινοτομίες)
Γιατί τυποποιείται η διδασκαλία; Είμαστε εμείς υπεύθυνοι για το ότι το μάθημα γίνεται ανούσιο, βαρετό, χωρίς ενδιαφέρον; Είναι πράγματι οι εκπαιδευτικοί κατά της καινοτομίας, γιατί τους βγάζει από την «ησυχία» τους και το δημοσιουπαλληλισμό τους;
Προσπαθώντας να κάνουν το μάθημά τους, οι εκπαιδευτικοί έρχονται αντιμέτωποι με το σχολικό περιβάλλον της απαξίωσης της γνώσης και της χρησιμοθηρικής της χρήσης (χρήσιμο είναι ό,τι ζητάει η αγορά –αγγλικά, πληροφορική κ.λπ.– ή η συνηθισμένη έκφραση των μαθητών «πού θα μου χρησιμεύσουν τα Αρχαία και η Φυσική;»). Υπάρχει η υλική πραγματικότητα των σχολείων. Πόσες «καινοτομικές» ώρες μπορεί να αντέξει ένας μαθητής που τρέχει από το πρωί μέχρι το βράδυ; Η εντατικοποίηση και το κατέβασμα της ύλης δεν δρα ανασχετικά στον όποιον πειραματισμό; Πώς συμβαδίζει η καινοτομία με την επέκταση των αξιολογήσεων και την αύξηση των εξεταστικών διαδικασιών;
Οι «καινοτομίες» είναι το περιτύλιγμα για να κερδηθεί ο εκπαιδευτικός κόσμος και ιδίως εκείνος της εκπαιδευτικής Αριστεράς, που νιώθει μεγαλύτερη την πίεση της καθημερινότητας της τάξης. Η διαθεματικότητα, η διεπιστημονικότητα, οι νέες παιδαγωγικές μέθοδοι, η «ελευθερία» στην επιλογή των θεμάτων του 1/3 του αναλυτικού προγράμματος σπουδών, η συμμετοχή των μαθητών σε αυτή την επιλογή, η σύνδεση με τα τοπικά προβλήματα κ.λπ. αποτελούν το κερασάκι στην τούρτα της σύνδεσης του σχολείου με την τοπική αγορά, τους τοπικούς παράγοντες και κομματάρχες. Για μια ακόμα φορά, η απονεύρωση εννοιών και θέσεων του προοδευτικού κινήματος και των μεταβατικών κοινωνιών μεταβάλλονται σε προωθητικές δράσεις της αναδιαρθρωτικής κίνησης του κεφαλαίου.
Είναι σοβαρό λάθος η εκπαιδευτική Αριστερά να παραγνωρίζει αυτό το γεγονός και να αρκείται στην κριτική της για την κακή χρήση των προοδευτικών θέσεων από τον καπιταλισμό. Η αστική τάξη κρατάει το περιτύλιγμα, πετώντας στα σκουπίδια το περιεχόμενο. Την ενδιαφέρει να περάσει το νέο μορφωτικό περιεχόμενο με τους καλύτερους δυνατούς όρους και χρησιμοποιεί οτιδήποτε μπορεί να τη βοηθήσει. Από εκεί προέρχεται και η οικειοποίηση κάθε προοδευτικής πρακτικής και έννοιας. Απέναντι σε αυτή την πολιτική, απαιτείται μια συνολική κριτική που να αποδεικνύει πώς εντάσσονται αυτές οι δήθεν «καινοτομίες» στο στόχο για το αποκεντρωμένο σχολείο. Πως με τη χρήση τους το τελευταίο γίνεται περισσότερο ταξικό.
3. Η αξιολόγηση σχολείου, εκπαιδευτικού, μαθητή
Η αξιολόγηση έχει διαφορετική προσέγγιση από τις προηγούμενες μεταρρυθμίσεις. Επιδιώκεται να φανεί μια αποσύνδεση από τη μισθολογική εξέλιξη. Ότι αφορά, απλά και μόνο, την προσπάθεια να βελτιωθεί ο εκπαιδευτικός στην παιδαγωγική πράξη. Αποφεύγεται η δημιουργία ενός μηχανισμού που θα αξιολογεί, τη στιγμή που ζητείται η γενναία αύξηση των σχολικών συμβούλων. Οικειοποιείται ενστάσεις του εκπαιδευτικού κόσμου για την απουσία των σχολικών συμβούλων από την τάξη. Πολλαπλασιάζει τους ανθρώπους που θα κάνουν αξιολόγηση. Ο ίδιος ο εκπαιδευτικός έχει λόγο και μπορεί να αξιολογεί κάθε δραστηριότητα της σχολικής μονάδας.
Σε αυτό το σχολείο καθοριστικό ρόλο παίζει η αξιολόγηση. Αξιολόγηση εκπαιδευτικού, σχολικής μονάδας, εκπαιδευτικού έργου, μαθητή, αυτοαξιολόγηση, ετεροαξιολόγηση, εξετάσεις σε νομαρχιακό, περιφερειακό και πανελλαδικό επίπεδο, έλεγχος για την ανταπόκριση των εκπαιδευτικών στις καινοτομίες, στις νέες τεχνολογίες, ατομικοί φάκελοι καθηγητών και μαθητών. Η αξιολόγηση του μαθητή γίνεται πιο περίπλοκη και δεν αφορά μόνο το τι λέει και γράφει. Η συμπεριφορά του, οι δεξιότητές του, η εξέλιξη των επιδόσεών του αποτελούν μέρος της. Αξιολογούνται οι στόχοι που έθεσε ο μαθητής και το τι κάλυψε (το πλάνο του). Ο ίδιος ο μαθητής αυτοαξιολογείται. Μεγάλη βαρύτητα αποκτά η εργασία σε «διαθεματικό σχέδιο δράσης».
Όμως αυτό που ξεχωρίζει είναι η αξιολόγηση από την τοπική κοινωνία. Η τελευταία παρουσιάζεται ως ουδέτερος παρατηρητής που θα επιβλέπει τη σωστή λειτουργία του σχολείου. Η ουδετερότητα αυτή είναι ψεύτικη. Οι ίδιοι οι γονείς κατέχουν ταξική θέση. Όταν πρόκειται να υπερασπιστούν τα συμφέροντά τους (και των παιδιών τους) αδιαφορούν για δημοκρατίες και πλειοψηφίες. Αυτό φάνηκε με τους «αγανακτισμένους» γονείς την περίοδο των μαθητικών καταλήψεων.
Η επιμόρφωση έρχεται να εμπεδώσει στις συνειδήσεις των εκπαιδευτικών το νέο ρόλο τους και να καταστήσει την καινοτομία βασική επιλογή τους. Κυρίαρχη μορφή της η ενδοσχολική (παλιοί προς νέους, μόνιμοι προς εργαζόμενους με ελαστικές σχέσεις εργασίας). Μήπως θα πρέπει να μην αντιμετωπίζει το συνδικαλιστικό κίνημα τόσο «αγαθά» την επιμόρφωση και να αναδείξει την οργανική σχέση που έχει με την αξιολόγηση;
4. Δεξιότητες και απο-μόρφωση αντί για γνώση
Το σχολείο μοιάζει περισσότερο με μια επιχειρηματική μονάδα. Αρμοδιότητά του είναι να πιστοποιεί δεξιότητες και ικανότητες των μαθητών. Μέσα από έναν καταιγισμό πληροφοριών και υπερφόρτωση της ύλης, ο μαθητής θα πρέπει να μπορεί να ανταποκριθεί σε συγκεκριμένα καθήκοντα. Π.χ. τελειώνοντας το Λύκειο, θα πρέπει να γνωρίζει τις τεχνικές συγγραφής κειμένων για κάθε περίπτωση, από τη συγγραφή βιογραφικών μέχρι τη σύνταξη κειμένων ως σύμβουλος επιχείρησης και από το διαφημιστικό σποτ μέχρι την περίληψη κειμένου. Το δεδομένο της μη σταθερής εργασίας για το νέο εργαζόμενο προϋποθέτει γενικές δεξιότητες που θα μπορούν, μέσα από ταχύρρυθμες καταρτίσεις, να τον καταστήσουν ικανό να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας νέας δουλειάς.
5. Ένα σχολείο-ταξικό φίλτρο
Το σχολείο φροντιστηριοποιείται, γενικεύοντας την παραπαιδεία (αυτός είναι ο λόγος που οι συντάκτες του κειμένου δηλώνουν αδυναμία να αντιμετωπίσουν το τέρας της παραπαιδείας, σημειώνοντας μάλιστα ότι αυτή πιθανόν να ενισχυθεί). Η δυνατότητα κριτικής σκέψης, μέσα από την εντατικοποίηση των σπουδών, αντικειμενικά θα περιορίζεται σε μια μειοψηφία, τη μελλοντική ελίτ.
Σε ένα τέτοιο σχολείο απαιτείται η κατηγοριοποίηση των νέων από νωρίς (η ταξική θέση του καθενός ορίζει και τις δεξιότητες που θα αποκτήσει). Η μαζική στροφή προς την ΤΕΕ είναι βασικός όρος. Με την ενίσχυση μηχανισμών (σχολικός επαγγελματικός προσανατολισμός, αύξηση εξετάσεων στο Γυμνάσιο) αλλά κυρίως με την αποδοχή από τους ίδιους τους νέους της αντίληψης ότι «δεν παίρνουν τα γράμματα» θα επιχειρηθεί να πεταχτεί το 50% έξω από το Λύκειο. Η συμπόρευση με τις ευρωπαϊκές ντιρεκτίβες θεωρείται δεδομένη, και το μόνο που απομένει είναι να πειστεί η ελληνική κοινωνία, με το καλό ή με το στανιό.
Τέλος, με την «αυτονομία του Λυκείου» επιδιώκεται να δοθεί μια απάντηση στην αποτυχία όλων των συστημάτων προαγωγής στα πανεπιστήμια, που έχουν δοκιμαστεί τα τελευταία 45 χρόνια, να αντιμετωπίσουν την παραπαιδεία και την υπερφόρτωση της ύλης. Ουσιαστικά, όμως, αυξάνουν τις εξετάσεις, δυσκολεύοντας την είσοδο στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και σπρώχνουν ένα σημαντικό δυναμικό προς τα ιδιωτικά πανεπιστήμια και κολέγια.
Το σχολείο που περιγράφεται μέσα από την πρόταση των «σοφών» του ΕΣΥΠ αναγνωρίζει την υποχρηματοδότηση της εκπαίδευσης ως παράγοντα που θα το διαπερνά. Γνωρίζουν ότι αρκετά από αυτά που αναφέρουν δεν θα γίνουν πράξη. Προφανώς, συμπλέοντας με τις «φρέσκιες» ιδέες του νεοφιλελευθερισμού, η αγορά θα λύσει το πρόβλημα. Δηλαδή, η μείωση του κρατικού προϋπολογισμού θα ενισχύσει τη στροφή του σχολείου προς τη νέα του μορφή, του σχολείου-επιχείρησης.
Η συγκεκριμένη έκθεση του ΕΣΥΠ είναι επικίνδυνη. Καταρχήν για το σχολείο που θέλει να προωθήσει αλλά, κυρίως, γιατί εκμεταλλεύεται υπαρκτές αδυναμίες και χρονίζοντα προβλήματα, όχι για να τα λύσει αλλά για να αποπροσανατολίσει τον κόσμο της εκπαίδευσης και να προχωρήσουν τα νεοφιλελεύθερα σχέδια του δικομματισμού. Η αποτυχία των συστημάτων εισαγωγής στην Τριτοβάθμια, ο ασφυκτικός συγκεντρωτισμός του κράτους, η αδιαφορία και η ρουτίνα μέσα στα σχολεία, η παραπαιδεία, η παπαγαλία και, τα τελευταία χρόνια, η δημιουργία μιας γενιάς λειτουργικά αναλφάβητης είναι υπαρκτά προβλήματα. Και είναι και μεγάλα προβλήματα. Όμως το Υπουργείο και το ΕΣΥΠ δεν μπορούν να πείσουν κανέναν ότι δήθεν θέλουν να τα λύσουν. Αν θέλει να αντιμετωπίσει προβλήματα, δύο κινήσεις θα προσέφεραν πολλά. Πρώτον να αυξήσει τη χρηματοδότηση εδώ και τώρα και, δεύτερον, να μειώσει τις εξετάσεις. Το ότι γίνεται το ανάποδο λέει πολλά, και πρέπει να καθορίσει και τις στοχεύσεις και τη γραμμή αντιπαράθεσης του συνδικαλιστικού κινήματος.
Η συγκεκριμένη έκθεση του ΕΣΥΠ είναι επικίνδυνη. Καταρχήν για το σχολείο που θέλει να προωθήσει αλλά, κυρίως, γιατί εκμεταλλεύεται υπαρκτές αδυναμίες και χρονίζοντα προβλήματα, όχι για να τα λύσει αλλά για να αποπροσανατολίσει τον κόσμο της εκπαίδευσης και να προχωρήσουν τα νεοφιλελεύθερα σχέδια του δικομματισμού.
ΣΧΟΛΙΑ
Άλλαξέ το!
Όταν η υποχρηματοδότηση από το κράτος καταντάει τα σχολεία σε τρώγλες, όταν οι μαθητές στοιβάζονται σαν σαρδέλες σε αίθουσες για τους μισούς, όταν η μία τάξη γίνεται δύο με μια γυψοσανίδα να την κόβει στη μέση και οι σοβάδες εγκαταλείπουν τους τοίχους πάνω απ’ τα κεφάλια αμέριμνων δασκάλων και παιδιών… «άλλαξέ το». Ένα τηλεφώνημα στο ALPHA TV, κι αν είσαι τυχερός, η ομώνυμη εκπομπή και ο ευφυής παραγωγός της θα «το αλλάξουν» για σένα. Με ένα τηλεφώνημα στην εκπομπή από μέλη του συλλόγου διδασκόντων Λυκείου στα Χανιά, άλλαξε το σχολείο. Η εκπομπή έχτισε, σοβάντισε, έβαψε… «νοικοκύρεψε». Ανέξοδα; Οι κάμερες ήταν, φυσικά, εκεί για να καταγράψουν την έκπληξη και τη συγκίνηση καθηγητών και μαθητών, και η προβολή έγινε σε ώρα υψηλής τηλεθέασης. Πικρό μάθημα για όλους. Εκεί που το κράτος στερεί, η ιδιωτική πρωτοβουλία θριαμβεύει. Οι σχολικοί σύλλογοι, χρόνια τώρα, εκπαιδεύονται στην αναζήτηση χορηγών και πιστωτών, μα το χειρότερο δεν το είδαμε ακόμα. Εκτός κι αν κάτι πραγματικά αλλάξει.
Είσαι με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια; Πάρε 1.500 ευρώ!
Στα Λύκεια έφτασε πρόσφατα ανακοίνωση του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθήνας, και με την υπογραφή του ΥΠΕΠΘ, για μαθητικό διαγωνισμό στις 11 Μάρτη με θέμα την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων και πώς αυτά θα συμβάλλουν στην οικονομική και κοινωνική εξέλιξη κ.ο.κ. Το «δώρο» στους μαθητές που θα γράψουν «καλές εκθέσεις» θα είναι ως 1.500 ευρώ!!! Πέρυσι διαγωνισμός για την αξία της ιδιωτικής ασφάλισης, τώρα αυτό, μήπως χρειάζεται μια πιο σθεναρή αντίδραση από το συνδικαλιστικό κίνημα;
Ελεύθερος χώρος – ελεύθερος χρόνος
– Το 39% των σχολικών μονάδων δεν έχει καν χώρο συγκέντρωσης.
– Το προαύλιο κρίνεται επαρκές στο 57% των σχολείων.
– Το 70% των μαθητών διαθέτει μισή ώρα έως και λίγες ώρες καθημερινά, ενώ 20% λέει ότι έχει ελεύθερα μόνο τα σαββατοκύριακα.
[από έρευνα του ΕΚΚΕ για τη ζωή των μαθητών στην Αθήνα]
Και μετά ψάχνουμε γιατί υπάρχει τόση βία στους μαθητές…
«Γιατί εργάζεστε για βιοποριστικούς λόγους;»
Βγήκε εγκύκλιος του ΥΠΕΠΘ που «περιορίζει» τις μετεγγραφές σε δημόσια νυχτερινά ΤΕΕ, ιδιαίτερα στα μέσα της χρονιάς, για να μη γίνεται κατάχρηση των ευνοϊκών ρυθμίσεων της εισαγωγής με ποσόστωση στη Γ’βάθμια. Οι Προϊστάμενοι των Διευθύνσεων πρέπει πλέον να ζητούν από τους μαθητές που θέλουν να πάνε σε νυχτερινό ΤΕΕ δικαιολογητικά, τα οποία να αιτιολογούν γιατί «πρέπει να δουλέψουν για βιοποριστικούς λόγους». Τι δικαιολογητικά, άραγε; Εκκαθαριστικό εφορείας ή μήπως «δήλωση» ότι δε βγαίνει το μηνιάτικο της οικογένειας; Τόσο κόπτονται πια μήπως και περάσει σε κάποιο περιφερειακό ΤΕΙ κανένας «υποψήφιος» πελάτης ιδιωτικού ΙΕΚ; Με τα ιδιωτικά νυχτερινά, άραγε, τι θα γίνει; Δεν πρέπει να ξεσηκωθούν που τους «περιορίζουν» την πελατεία;
Φροντιστήρια – Ιδιωτικά σχολεία
Μια ιστορία σε «ξένη γλώσσα»
Από την ίδρυση της Ομοσπονδίας Ιδιοκτητών Φροντιστηρίων Ξένων Γλωσσών το 1989, ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος (στην ουσία Αττικής) εντάχθηκε στη δύναμη της Ομοσπονδίας. Επομένως, την επωνυμία PALSO, που ανήκει στην Ομοσπονδία, τη χρησιμοποιούσαν όλοι οι Σύλλογοι που ανήκαν σε αυτήν και, φυσικά, και ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος. Το σήμα μπήκε σε όλα τα φροντιστήρια που ήταν μέλη του Συνδέσμου. Το καλοκαίρι του 2003, επήλθε διάσπαση και ο Σύνδεσμος Ιδιοκτητών διαγράφηκε από την Ομοσπονδία. Η ονομασία PALSO ανήκει, ως εκ τούτου, στην Ομοσπονδία. Ο Σύνδεσμος έπειτα –που έγινε Σύνδεσμος Ν. Αττικής– δημιούργησε ένα «δικό του» σωματείο εργαζομένων σε Κέντρα Ξένων Γλωσσών, με το οποίο και υπογράφει από τότε μια ΣΣΕ που ορίζει σαφώς κατώτερα όρια στους μισθούς των εργαζομένων από τη ΣΣΕ που υπογράφει των Σωματείο Βύρωνας (Πανελλήνιος Σύλλογος καθηγητών Ξένων Γλωσσών Φροντιστηρίων και Σχολών Ελλάδας) που υπάγεται στην Ομοσπονδία Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Λειτουργών Ελλάδος (ΟΙΕΛΕ). Η ΟΙΕΛΕ ζήτησε πρόσφατα, και μετά από πολλές πιέσεις, με αίτησή της προς τον ΟΜΕΔ, την παροχή υπηρεσιών διαιτησίας για την επίλυση της συλλογικής διαφοράς εργασίας που δημιουργήθηκε μεταξύ αυτής και των δύο ως άνω εργοδοτικών οργανώσεων. Η απόφαση βγήκε ως ΔΑ 49/2006 «Για τους όρους αμοιβής και εργασίας των καθηγητών ξένων γλωσσών που εργάζονται στα Κέντρα ξένων γλωσσών όλης της χώρας με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας» και δημοσιεύεται στο Δελτίο Εργατικής Νομοθεσίας Τόμος 62/2006 Τεύχος 1481 σελ. 1417-1419. Αυτή η ΔΑ ενέχει πλέον ισχύ ΣΣΕ και ορίζει κατεξοχήν ως νόμιμες τις προβλέψεις της ΣΣΕ που υπογράφεται ανάμεσα στην Ομοσπονδία και το Σύλλογο του Βύρωνα.
Όταν οι συνδικαλιστικές ηγεσίες πριονίζουν το κλαδί που καθόμαστε
Οι θέσεις που εξέφρασε η ΟΙΕΛΕ διά στόματος του προέδρου της κ. Κουρουτού για το άρθρο 16 αποτελούν θλιβερή συνέχεια του κατήφορου στον οποίο οδηγεί τον κλάδο τον ιδιωτικών εκπαιδευτικών η συνδικαλιστική ηγεσία του. Πρόσφατο επεισόδιο η στάση της στη μεγάλη απεργία των δασκάλων, που περιορίστηκε σε ολιγόωρες στάσεις και στη νουθεσία των εκπαιδευτικών που διαμαρτυρήθηκαν για τη στάση της ομοσπονδίας μέσα από επιστολές καταγγελίας που στάλθηκαν από τη σχολή Μωραΐτη και την Εράσμειο. Τώρα οι παρατάξεις της Ενότητας και της ΔΑΚΕ λένε ένα μεγάλο «ΝΑΙ» στην αναθεώρηση του άρθρου 16.
Η ανακοίνωση που βγήκε προς τα έξω υιοθετεί όλα τα βασικά επιχειρήματα του δικομματισμού, καταλήγοντας στο οξύμωρο: «Η ΟΙΕΛΕ καταρχήν δεν αντιτίθεται στην ίδρυση μη κρατικών Πανεπιστημίων, αρκεί αυτή να πληροί τις προδιαγραφές που απαιτούνται ώστε η εκπαίδευση να αποτελεί δημόσιο αγαθό και όχι εμπόρευμα το οποίο θα ανταλλάσσεται στη λογική ενός αγοραίου “δούναι και λαβείν”». Για άλλη μια φορά, η ΟΙΕΛΕ κλείνει το μάτι στο Υπουργείο, ανεμίζοντας από την άλλη στους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς κάποιες ευνοϊκές ρυθμίσεις που ανταλλάχτηκαν με πολιτική στήριξη στη λογική ακριβώς αυτή του «δούναι και λαβείν». Μόνη ελπίδα των ιδιωτικών εκπαιδευτικών ήταν και παραμένει η ουσιαστική ένταξή τους στο πανεκπαιδευτικό μέτωπο ενάντια στις νεοφιλελεύθερες αναδιαρθρώσεις.
Δράσεις-δραστηριότητες
Στο Ρέθυμνο, ενάντια στην αναθεώρηση του άρθρου 16
Στο Ρέθυμνο, μετά την επιτυχημένη διαδήλωση στις 10/1, η επιτροπή δράσης ενάντια στην αναθεώρηση του άρθρου 16 συνεχίζει την παρέμβασή της στην πόλη με διάφορες μορφές. Την Τετάρτη 17/1 έγινε συζήτηση στο νοσοκομείο στην οποία συμμετείχαν όλοι οι εργαζόμενοι και μέλη της επιτροπής με πλούσιο διάλογο. Ανάλογες παρεμβάσεις προγραμματίζονται και σε άλλους εργασιακούς χώρους. Το Σάββατο 20/1 η επιτροπή συναντήθηκε με το βουλευτή Ρεθύμνου του ΠΑΣΟΚ, ο οποίος ξεκαθάρισε ότι είναι υπέρ της αναθεώρησης, ενώ ταυτόχρονα γινόταν χάπενινγκ στη λαϊκή. Φοιτητές, κυρίως, αλλά και εργαζόμενοι της επιτροπής στήσαμε τραπεζάκι με πανό και ντουντούκα και πουλούσαμε πτυχία του «Capital University», μοιράζαμε προκηρύξεις και συζητούσαμε με τον κόσμο. Το ραντεβού ανανεώθηκε για την επόμενη εβδομάδα…
Κάτι κινείται και στην Αίγινα
Από τις μέρες της απεργίας των δασκάλων, στην Αίγινα, που ανήκει στην ΕΛΜΕ Πειραιά αλλά είναι πιο απομακρυσμένη, βρέθηκαν δάσκαλοί του συλλόγου Αργοσαρωνικού και καθηγητές με διάθεση για δράση. Δεν είναι δεδομένες αυτές οι διαδικασίες και είναι σημαντικές όταν γίνονται με επιμονή και σταθερότητα. Η πρώτη δράση, λοιπόν, αυτής της άτυπης εκπαιδευτικής συνάντησης στην Αίγινα θα πραγματοποιηθεί με αφορμή την κίνηση ενάντια στην αναθεώρηση του άρθρου 16, στις 4 Φεβρουαρίου, στο Δημοτικό Θέατρο Αίγινας, όπου θα γίνει εκδήλωση με καλεσμένους από ΟΛΜΕ, ΔΟΕ και ΠΟΣΔΕΠ καθώς και φοιτητές. Θα ακολουθήσει συναυλία με τοπικό μουσικό σχήμα και… έπεται συνέχεια.
Διευρυμένη επιτροπή στον Πειραιά
Ύστερα από συσκέψεις φορέων και συλλογικοτήτων, δημιουργήθηκε η Παμπειραϊκή Επιτροπή ενάντια στην αναθεώρηση του άρθρου 16. Την Επιτροπή στηρίζουν η ΕΛΜΕ Πειραιά, η Ομοσπονδία Ενώσεων Γονέων Πειραιά, σύλλογοι δασκάλων, συνδικαλιστικά σχήματα της εκπαίδευσης, δημοτικές κινήσεις από τον Πειραιά, τη Νίκαια, τον Κορυδαλλό, το Κερατσίνι και αρκετοί ακόμα φορείς. Στον εορτασμό των Θεοφανείων στο λιμάνι του Πειραιά πραγματοποιήθηκε παρέμβαση –μαζί με το Ελληνικό Κοινωνικό Φόρουμ– με πανό, συνθήματα και μοίρασμα υλικού ενάντια στην αναθεώρηση του άρθρου 16, ενώ την Τρίτη 9/1 έγινε συγκέντρωση στην πλατεία Κοραή και διαδήλωση στους κεντρικούς δρόμους.
Εκδήλωση στη Νίκαια
Την Τετάρτη 7 Φλεβάρη, η Δημοτική Παρέμβαση «Νίκαια, μια πόλη για όλους» καλεί σε κεντρική εκδήλωση με θέμα την αναθεώρηση του άρθρου 16 και την ανάγκη μπλοκαρίσματός της. Η εκδήλωση θα γίνει στο Δημαρχείο της Νίκαιας, στις 7.30 μ.μ.
Μαθαίνουν τα παιδιά μας γράμματα;
Χριστίνα Μπάρτσα, Εκπαιδευτικός
Η εκπαίδευση σαν κομμάτι του εποικοδομήματος στοχεύει στη διαμόρφωση ανθρώπων που να έχουν την ιδεολογία και τα χαρακτηριστικά που απαιτεί η καπιταλιστική παραγωγή. Σήμερα, λοιπόν, η καπιταλιστική παραγωγή υπηρετείται καλύτερα από εργαζόμενους ευέλικτους, απασχολήσιμους, που θα μεταπηδούν από την ανεργία στην υποαπασχόληση και αντίστροφα, που το όποιο πτυχίο ή τα όποια προσόντα έχουν θα έχουν πρόσκαιρη μόνο ή και καθόλου αξία και θα πρέπει να καταρτίζονται και να επανακαταρτίζονται εφ’ όρου ζωής. Παράλληλα, οι νέες γενιές πρέπει να διαμορφωθούν χωρίς κριτική σκέψη, χωρίς αμφισβήτηση, λειτουργικά αναλφάβητοι, «ιδεώδεις υποταχτικοί» που θα αποδέχονται τη νεοταξική βαρβαρότητα σαν κάτι το φυσικό, θα τους φταίει το «κακό το ριζικό» τους και θα ευχαριστούν την τύχη ή το θεό αν το ριζικό τους είναι λίγο καλύτερο από του διπλανού.
Τέτοιους αυριανούς εργαζόμενους και πολίτες επιχειρεί να διαμορφώσει το εκπαιδευτικό σύστημα τις δύο τελευταίες δεκαετίες περίπου, κατεύθυνση που άρχισε να υλοποιείται σιγά σιγά με αλλαγές στα ωρολόγια και αναλυτικά προγράμματα, στα βιβλία, στη διδακτέα ύλη, στους τρόπους διδασκαλίας και εξέτασης, με εισαγωγή νέων μαθημάτων. Οι νόμοι Αρσένη επιτάχυναν αυτή τη διαδικασία, που επιταχύνεται ακόμα περισσότερο με την πρόσφατη συμπίεση της διδακτέας ύλης και τα νέα σχολικά βιβλία. Διαδικασία που ήδη έχει αποδώσει καρπούς για την αστική τάξη πραγμάτων και που αν δεν ακυρωθεί ή δεν ανακοπεί από ένα πανεκπαιδευτικό και λαϊκό κίνημα θα έχει συντριπτικά αποτελέσματα σε βάρος του λαού και της νεολαίας.
Ουσιαστικά σήμερα τα παιδιά «δεν μαθαίνουν γράμματα». Η μεγάλη πλειοψηφία των μαθητών δυσκολεύεται να κατανοήσει ένα απλό κείμενο εφημερίδας, δεν αποκτά μαθηματική σκέψη, δεν έχει στοιχειώδεις γνώσεις ιστορίας ή γεωγραφίας, δεν γνωρίζει βασικές έννοιες, δυσκολεύεται στο γραπτό λόγο.
Από τα πρώτα τους σχολικά βήματα οι μαθητές υφίστανται λοβοτομή. Η σκέψη και το πνεύμα τους περιορίζονται, μπαίνουν σε κουτάκια, τυποποιούνται. Βιβλία κακογραμμένα, με όρους και έννοιες άγνωστες και δυσνόητες για μικρά παιδιά, χωρίς συνοχή στην ύλη που περιέχουν, που οδηγούν το μαθητή να παπαγαλίσει αυτό που διαβάζει –εφόσον δεν το κατανοεί– για να το ξεχάσει τις επόμενες μέρες. Βιβλία που η γλώσσα τους θυμίζει την «ξύλινη» –και ενίοτε ασυνάρτητη– γλώσσα των πολιτικών στα τηλεοπτικά παράθυρα. Δεν λοβοτομείται το μυαλό ενός παιδιού οχτώ χρονών όταν, για παράδειγμα, πρέπει να «μάθει» τι είναι τα «δημοτικά τέλη», η «κρατική επιχορήγηση» και τα «έσοδα από ακίνητη περιουσία» ενός δήμου;
Με τα πολυσυζητημένα νέα βιβλία γίνεται μια τέτοια εντατικοποίηση και συμπίεση της ύλης προς τα κάτω, ώστε είναι αδύνατο να ανταποκριθεί η συντριπτική πλειοψηφία των μαθητών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα Μαθηματικά, όπου στην Α’ Δημοτικού τα παιδιά πρέπει να μάθουν να κάνουν πράξεις μέχρι το 100 και, μάλιστα, με κρατούμενο, στη Β’ Δημοτικού τα παιδιά διδάσκονται να λύνουν προβλήματα αριθμητικής, συμμετρικά σχήματα, επίπεδα και στερεά γεωμετρικά σχήματα, την προπαίδεια, να μετρούν με το χάρακα και να υπολογίζουν το μήκος τεθλασμένων γραμμών ή την περίμετρο πολυγώνων και μάλιστα σε χιλιοστά, ενώ στη Δ’ μαθαίνουν να κάνουν ραβδογράμματα, σημειογράμματα και πάσης φύσεως διαγράμματα.
Κι αυτά με το επιχείρημα πως η γνώση και η τεχνολογία τρέχουν και δεν πρέπει η εκπαίδευση να μένει πίσω, κι ακόμα πως δεν πειράζει αν δεν καταφέρουν να μάθουν τα παιδιά αυτά που διδάσκονται, γιατί θα τα ξανασυναντήσουν και στις επόμενες τάξεις και κάποτε θα τα μάθουν. Όμως το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι πως η συντριπτική πλειοψηφία τελικά δεν θα τα μάθει ποτέ, και τελειώνοντας το σχολείο δεν θα μπορούν να λύσουν ένα απλό πρόβλημα αριθμητικής και θα χρειάζονται κομπιουτεράκι για την πιο στοιχειώδη αριθμητική πράξη.
Στο μάθημα των θρησκευτικών «η γνώση και η τεχνολογία» σταμάτησαν «το τρέξιμο» στην εποχή της 4ης Αυγούστου ή στα κατηχητικά της χούντας. Και παράλληλα με το ότι ο μαθητής πρέπει να απαντήσει, για παράδειγμα, γιατί «πρέπει να αφήσει τη ζεστασιά του κρεβατιού του και να πάει στην κυριακάτικη λειτουργία» ή «πώς καταλαβαίνει ότι ο Χριστός τον αγαπάει», πρέπει να «μάθει» τι είναι η «αρτοκλασία», η «ιερή ακολουθία», το «τρισάγιο», ο «εθναπόστολος», ο «σαραντισμός» και άλλα τέτοια που για το παιδί του Δημοτικού είναι «κινέζικα».
Οι μαθητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης πρέπει να γνωρίσουν τους «αδιαμφισβήτητους» νόμους της αγοράς και των επιχειρήσεων. Οι «Αρχές Οικονομίας» εννοείται ότι είναι αρχές της καπιταλιστικής οικονομίας. Αντίστοιχα, στην Κοινωνιολογία, στα Στοιχεία Δικαίου, στην Ιστορία, οι μαθητές «εκπαιδεύονται» στις κυρίαρχες αστικές αντιλήψεις και ιδεολογία. Η «Διοίκηση Επιχειρήσεων» αποτελεί μάθημα πανελλαδικά εξεταζόμενο (και ο μαθητής που δεν θα ξέρει π.χ. τις ποινές που μπορεί να επιβάλει ο διευθυντής στον εργαζόμενο, δεν θα πάρει καλό βαθμό). Οι λέξεις «αγορά», «κέρδος», «επιχείρηση», «ανταγωνιστικότητα», «διευθυντής» κ.λπ. συναντιούνται κατά κόρον σε σχολικά βιβλία που το αντικείμενό τους είναι –ή φαίνεται ότι είναι– άσχετο μ’ αυτά. Πολλά Αρχαία και πολλή Πληροφορική. Λιγότερο θετικές επιστήμες, κι αυτές με «εκσυγχρονισμένα» βιβλία, ύλη και διδασκαλία που για τους μαθητές είναι απωθητικά και δυσνόητα. Για παράδειγμα, λιγότερη Γεωμετρία, μάθημα που βάζει το μυαλό «να δουλέψει», και περισσότερο Στατιστική και Πιθανότητες.
Στα δώδεκα χρόνια της εκπαίδευσης οι μαθητές βομβαρδίζονται με ένα πλήθος «ατάκτως ερριμένων» πληροφοριών –και όχι γνώσεων– που αδυνατούν να συγκρατήσουν και να αφομοιώσουν, με αποτέλεσμα να εγκαταλείπουν κάθε προσπάθεια, να χάνουν κάθε ενδιαφέρον για το σχολείο, να θεωρούν ότι η γνώση, η μόρφωση είναι αυτός ο αχταρμάς των πληροφοριών που τους είναι αδιάφορα, ή να θεωρούν τον εαυτό τους ανίκανο που δεν μπορεί να ανταποκριθεί.
Η μόρφωση των παιδιών του λαού ήταν πάντα ένα ζήτημα διεκδίκησης και αγώνων του λαϊκού κινήματος. Η αριστερή και γενικότερα η προοδευτική διανόηση είχε δώσει μάχες και είχε συμβάλει στην αναμόρφωση του εκπαιδευτικού συστήματος. Όμως, από τη δεκαετία του ’60 και μετά, δεν υπάρχει μια ουσιαστική αριστερή κριτική στα προγράμματα και στα περιεχόμενα της εκπαίδευσης.
Ωστόσο, το τελευταίο διάστημα, αυτή η επιχείρηση αποβλάκωσης της νεολαίας αποκαλύπτεται όλο και περισσότερο. Η απεργία των δασκάλων πέτυχε να κάνει θέμα συζήτησης σε πολύ κόσμο το τι διδάσκονται τα παιδιά στο σχολείο. Μαθητές, εκπαιδευτικοί, εργαζόμενοι, πρέπει να συντονίσουν τους αγώνες τους για να ανακοπεί αυτή η επιχείρηση. Η μόρφωση της νεολαίας είναι ένα ζήτημα που πρέπει να προτάσσεται από όσους παλεύουν για έναν καλύτερο κόσμο. Γιατί ο αυριανός κόσμος θα χτιστεί από τις αυριανές γενιές.
Η μόρφωση των παιδιών του λαού ήταν πάντα ένα ζήτημα διεκδίκησης και αγώνων του λαϊκού κινήματος. Η αριστερή και γενικότερα η προοδευτική διανόηση είχε δώσει μάχες και είχε συμβάλει στην αναμόρφωση του εκπαιδευτικού συστήματος. Όμως, από τη δεκαετία του ’60 και μετά, δεν υπάρχει μια ουσιαστική αριστερή κριτική στα προγράμματα και στα περιεχόμενα της εκπαίδευσης.
Περί μεταρρύθμισης…
Δημήτρης Μητρόπουλος, Ένωση Εργαζομένων, Αθήνα
Η κυβέρνηση, το Υπουργείο και ο δικομματισμός θέλουν να μας πείσουν ότι είναι δυνάμεις που θέλουν αλλαγές, ανατροπές, να χτυπήσουν «τα κακώς κείμενα». Και ότι, από την αντίθετη πλευρά, οι εκπαιδευτικοί, οι φοιτητές, οι μαθητές είναι συντηρητικοί, αντιδρούν από φόβο στο καινούριο κ.λπ. Έχουμε φτάσει στον παραλογισμό να χρησιμοποιεί την έννοια «μεταρρύθμιση» η (αντιδραστική) αστική τάξη και να παρουσιάζονται αντι-μεταρρυθμιστές η Αριστερά και το λαϊκό κίνημα.
Η αντιπαράθεση αυτή είχε γίνει και πολλές δεκαετίες πριν, με ανάποδους ρόλους. Βασικός εκφραστής της πλευράς της μεταρρύθμισης, για περίπου τρεις δεκαετίες, ήταν ο Δ. Γληνός.
• Τα τρία χρόνια της διακυβέρνησης Βενιζέλου (1917-1920), ο Γληνός, μαζί με τους Δελμούζο και Τριανταφυλλίδη, αγωνίζεται για την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Η μεταρρύθμιση συναντά αντιδράσεις ακόμη και μέσα στη βενιζελική παράταξη. Στις εκλογές του 1920, τα φιλομοναρχικά κόμματα παίρνουν την πλειοψηφία και καταργούν τη μεταρρύθμιση του 1917. Τα αναγνωστικά της μεταρρύθμισης χαρακτηρίζονται αντεθνικά και καίγονται.
• Το Μάρτη του 1927, πλήρης αντίθεση Δελμούζου-Γληνού. Ο Δελμούζος υποστήριζε ότι ο Όμιλος όφειλε να παραμείνει καθαρά εκπαιδευτικό σωματείο, μακριά από την πολιτική, ενώ ο Γληνός ότι έπρεπε να λάβει σαφή πολιτικό προσανατολισμό, αφού: «Κάθε σημαντική κοινωνική μεταρρύθμιση, άρα και η εκπαιδευτική, γίνεται με μέσο την πάλη των κοινωνικών τάξεων. Η ελληνική αστική τάξη ή καταπολεμεί άμεσα ή δεν επιδιώκει ειλικρινά μια ουσιαστική λαϊκή εκπαιδευτική μεταρρύθμιση». Το κείμενο της πλειοψηφίας που έχει γραφτεί από τον ίδιο τον Γληνό ξεκαθαρίζει ότι: «Η απλή μεθοδολογική μεταρρύθμιση, δηλαδή η εισαγωγή των μεθόδων του σχολείου εργασίας, αίτημα που το διατυπώνουν και οι καθαρευουσιάνοι παιδαγωγοί, δε φτάνει, κι αν ακόμα είναι συνδυασμένη με τη γλωσσική μεταρρύθμιση, για να δώσει ουσιαστικό χαρακτήρα στη λαϊκή εκπαιδευτική μεταρρύθμιση». Ήδη από το 1926, μέσα από τον «Εκπαιδευτικό Όμιλο» σημειώνει: «Η λαϊκή εκπαιδευτική μεταρρύθμιση δεν μπορεί να έχει άλλο κοινωνικό φορέα και πρόμαχο παρά τις κοινωνικές εκείνες τάξεις, που σαν αδικημένες αγωνίζονται να λυτρωθούν και να κατακτήσουν τα δικαιώματά τους».
Πόσο χρήσιμα είναι τα παραπάνω για να προβληματιστούμε στο πώς θα οικοδομηθεί ένα εκπαιδευτικό κίνημα που θα αντιστρέψει και θα αποκαλύψει τους πραγματικούς ρόλους; Που θα αναδείξει την «αδιαφορία» της κυβέρνησης για μια ουσιαστική λαϊκή εκπαιδευτική μεταρρύθμιση; Μπορούμε να δούμε αναλογίες του τότε με το συνδικαλιστικό κίνημα του σήμερα; Αντί για καταγγελία και αποκάλυψη του αντι-μεταρρυθμιστικού ρόλου της αστικής τάξης, διάλογος και κλίμα «συνεννόησης» με το Υπουργείο για τις «αναγκαίες» μεταρρυθμίσεις. Αντί να τεθεί στο επίκεντρο το ζήτημα τι σημαίνει μόρφωση σήμερα (π.χ. βιβλία), προτείνουμε μια κατεβασιά «αιτημάτων» για όλα και για τίποτα. Τον Δελμούζο του 1927 μπορεί κανείς να τον αναγνωρίσει στο σήμερα. Τον Γληνό;
Έφυγε από τη ζωή τα ξημερώματα της Τετάρτης 6 Νοεμβρίου, ο φίλος και σύντροφός μας… Διαβάστε περισσότερα
Ο Γιάννης Χοντζέας γεννήθηκε στην Κορώνη της Μεσσηνίας το 1930. Σε ηλικία μόλις 11 χρονών… Διαβάστε περισσότερα
«Θα βαδίσουμε μέχρι τέλους το μονοπάτι της αντίστασης, ακόμα κι αν σκοτωθούμε όλοι, ακόμα κι… Διαβάστε περισσότερα
Ανακοίνωση της ΚΟΕ για τις προσεχείς ευρωεκλογές Η Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά τις ιδρυτικές της διακηρύξεις… Διαβάστε περισσότερα
- 1 - Η τάση προς τον πόλεμο δυναμώνει και τα επίκεντρά του διευρύνονται: είναι… Διαβάστε περισσότερα
Η τριπλή απαγόρευση που επέβαλε η γερμανική ομοσπονδιακή κυβέρνηση μεταξύ άλλων στον Γιάνη Βαρουφάκη, επικεφαλής… Διαβάστε περισσότερα