Ο ευρωσκεπτικισμός κτυπά την πόρτα της Ελλάδας, του Μ.Σ.

Για πρώτη φορά τώρα το κέντρο βάρους αρχίζει να στρέφεται εναντίον της Ευρωπαϊκής Ένωσης: Το 57,7% της κοινής γνώμης εκφράζει πλέον αρνητική γνώμη για τις πολιτικές της ΕΕ

Ο ευρωπαϊσμός υπήρξε η σύγχρονη “μεγάλη ιδέα”, γύρω από την οποία η αστική τάξη έκτισε επί 3 δεκαετίες την ηγεμονία της και διατήρησε τον ενδιάμεσο χαρακτήρα της χώρας μας, εξασφαλίζοντας τεράστια κέρδη για τις πολυεθνικές και τα τμήματα της αστικής τάξης που συνδέθηκαν ή πήραν μέρος στο μεγάλο “πάρτι”. Ο εξευρωπαϊσμός της χώρας, σαν σύνθημα και διαδικασία, επέφερε όχι την αλλαγή των ποιοτικών χαρακτηριστικών του ελληνικού καπιταλισμού, αλλά οπωσδήποτε την ποσοτική αύξηση και την ενδυνάμωση των καπιταλιστικών παραγωγικών σχέσεων σε όλες τις σφαίρες της κοινωνίας. Έτσι, ένας ιδιότυπος βαλκανικός καπιταλισμός με σχετικά μεγάλο βαθμό ενσωμάτωσης στις ευρωπαϊκές δομές, και ευθυγραμμισμένος με τις ΝΑΤΟϊκές προδιαγραφές, αναπτύχθηκε. Και τώρα βρίσκεται κι αυτός σε κρίση. Σε βαθιά κρίση. Μοχλός για όλες τις επιθετικές πολιτικές της αναδιάρθρωσης αυτής, που είχε σαν πυρήνα την επιβολή της λιτότητας και των “νέων εργασιακών σχέσεων”, ήταν η σύνδεση με την ΕΕ και οι ντιρεκτίβες που οι Βρυξέλλες αποφάσιζαν. Τόσο ο σημιτικός “εκσυγχρονισμός” όσο και η καραμανλική “μεταρρύθμιση” δεν ήταν πολιτικές βελτίωσης και εξορθολογισμού πλευρών της καθυστέρησης στην Ελλάδα, αλλά, αντίθετα, εφαρμογές της επιθετικής αναδιάρθρωσης στη χώρα μας. Τα αποτελέσματα ήταν καταστροφικά: υπερχρέωση, αποβιομηχάνιση, καταστροφή της μικρομεσαίας αγροτιάς, νέες εργασιακές σχέσεις με μερική απασχόληση, ανεργία και ανατίναξη του ασφαλιστικού, απώλεια μηχανισμών εφαρμογής μιας όποιας οικονομικής πολιτικής, καθώς και απώλεια στοιχείων λαϊκής κυριαρχίας – αφού η κεντρική ευρωπαϊκή νομοθεσία και οι αποφάσεις της Κομισιόν σε πολλούς τομείς θεωρούνται υπεράνω της νομοθεσίας και των συνταγμάτων των εθνικών κρατών.

Με την είσοδο στην κρίση, ο ηγεμονικός “ευρωπαϊσμός”, η κυρίαρχη ιδεολογία, αρχίζει και χάνει τα ερείσματά του στα λαϊκά στρώματα. Αυτό έρχεται σαν αποτέλεσμα της απονομιμοποίησης των νεοφιλελεύθερων πολιτικών και της πείρας που έβγαλαν οι εργαζόμενοι από τις αστικές πολιτικές. Τα όσα έγιναν από το ξέσπασμα της κρίσης σε Ελλάδα και Ευρώπη (δηλαδή, το ότι έπεσαν τα δόγματα της αγοράς που “όλα τα εξυγιαίνει”, το ότι φάνηκε καθαρά πως λεφτά υπάρχουν αλλά πάνε στις τράπεζες, τους βιομηχάνους, τους εφοπλιστές κ.λπ.) έπαιξαν και παίζουν ενεργό ρόλο στη διαμόρφωση μιας νέας συνείδησης. Αυτές οι καθαρά ταξικές επιλογές, μαζί με το “ο σώζων εαυτόν σωθήτω” που υιοθέτησαν όλες οι ευρωπαϊκές χώρες απέναντι στην κρίση, οδηγεί, θέλοντας και μη τον κόσμο να αναρωτηθεί: τι είναι τέλος πάντων η ΕΕ, και γιατί να εξαρτώμεθα από αυτήν; Πιο απλά, ο καθένας πλέον καταλαβαίνει ότι το βιοτικό του επίπεδο απειλείται από πολιτικές και αποφάσεις που παίρνονται από την Κομισιόν. Αρχίζει να καταλαβαίνει ότι Μπαρόζο, Αλμούνια και Κομισιόν δουλεύουν για τους πλούσιους και μόνο, και αδιαφορούν, ή μάλλον κάνουν ότι μπορούν για να χειροτερεύσουν οι συνθήκες εργασίας και ζωής για τους εργαζόμενους. Επομένως, προκύπτει “ευρωσκεπτικισμός”.

Αλλά ας περάσουμε από τη γενικολογία σε συγκεκριμένα στοιχεία, που αποκάλυψε η Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία στις 17/5. Καταγράφουμε τα συμπεράσματα σχετικά με τη μεταβολή της ελληνικής κοινωνίας απέναντι στις πολιτικές της ΕΕ:

“Μια άλλη σημαντική μεταβολή της ελληνικής κοινωνίας καταγράφεται όσον αφορά τη στάση απέναντι στις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης: Παρά το γεγονός ότι κινείται σταθερά, σε “φιλοευρωπαϊκές” γραμμές, αρχίζει να αναπτύσσεται μια ισχυρή επικριτική στάση απέναντι σε συγκεκριμένες επιλογές που ασκούνται από την ΕΕ (πολιτικές για την ανεργία, για τα εισοδήματα και το ασφαλιστικό, για τη διαφάνεια του κράτους, για την ακρίβεια κ.λπ.).

Πρώτη φορά τώρα το κέντρο βάρους αρχίζει να στρέφεται εναντίον της ΕΕ, με το 57,7% της κοινής γνώμης να έχει και συνεκτικά αρνητική γνώμη και μόλις το 42,3% θετική. Ιδιαίτερη επίδραση στην αλλαγή αυτή έχει επιφέρει η άποψη ότι η είσοδος του ευρώ δεν έχει βοηθήσει στη βελτίωση των προσωπικών οικονομικών.

Ο πολιτικός και πολιτισμικός φιλοευρωπαϊσμός της ελληνικής κοινωνίας, που αναπτυσσόταν ιστορικά στη βάση της προσδοκίας της οικονομικής ανάπτυξης και δευτερογενώς στο αίσθημα ασφάλειας, παραχωρεί τη θέση του σε μια περισσότερο “ρεαλιστική” και “αντικειμενική” τοποθέτηση. Μια στάση που συγκροτείται με βάση τα ωφελήματα ή μη που παράγουν οι ευρωπαϊκές πολιτικές.

Ταυτόχρονα, ο βαθμός ενημέρωσης και ενδιαφέροντος για τις εξελίξεις σχετικά με την Ευρώπη και τη θεσμική της λειτουργία βρίσκονται σε εξαιρετικά χαμηλό επίπεδο. Συνεπώς, η τάση αποξένωσης από την Ευρώπη και την ΕΕ εμφανίζεται “ολοκληρωμένη”.

Η διάσταση αυτή θα βαρύνει στην επιλογή της ψήφου στις ευρωεκλογές, παρά το γεγονός ότι τα ευρωπαϊκά ζητήματα μόνον δευτερευόντως προσδιορίζουν εκλογική στάση. Ενδέχεται, όμως, να αποτελέσει έναν επιπλέον λόγο αποδοκιμασίας της κυβέρνησης, η οποία εκ των πραγμάτων αποτελεί βασικό υποστηρικτή και δίαυλο εφαρμογής των πολιτικών της ΕΕ. Πιθανόν επίσης να αποτρέψει μερίδα εκλογέων να στραφούν στο ΠΑΣΟΚ λόγω ενός ασαφούς “φιλοευρωπαϊκού” στίγματος που δείχνει. Και ίσως ενισχύσει δυνάμεις που τοποθετούνται επικριτικά απέναντι στην ΕΕ.”

Μ.Σ.