Να μην επιτρέψουμε τη λεηλασία της Αριστεράς, του Χρίστου Κατσούλα, υποψήφιου βουλευτή Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ

Το περιβάλλον μέσα στο οποίο διεξάγονται οι πρόωρες εκλογές της 4ης Οκτωβρίου σημαδεύεται από την πορεία της οικονομικής κρίσης και όλων των επακόλουθων που αυτή φέρνει σε οικονομικό, κοινωνικό, πολιτικό και πολιτισμικό επίπεδο. Η επίθεση που προετοιμάζεται στο όνομα των “διαρθρωτικών αλλαγών” και των εντολών της ΕΕ και του ΔΝΤ δεν αφήνει καμιά αμφιβολία και δεν επιτρέπει καμιά αυταπάτη για το τι θα πράξουν αυτοδύναμες, οριακά αυτοδύναμες ή κυβερνήσεις συνεργασίας κάθε λογής. Μπαίνουμε σε μια μεταβατική φάση αλλαγής συσχετισμών και αναταράξεων, δοκιμασίας συμμαχιών και λύσεων, που φόντο έχουν την επίθεση στους εργαζόμενους και την κερδοφορία των μονοπωλιακών κύκλων σε συνθήκες οξύτατου ανταγωνισμού και λόγω της κρίσης. Σε αυτό το περιβάλλον, μια Αριστερά ριζοσπαστική και αντισυστημική είναι μια παραφωνία και γι’ αυτό δέχτηκε ο ΣΥΡΙΖΑ τόσα πυρά και τόσες υπονομεύσεις εδώ και μήνες.

Το δίχρονο που πέρασε ήταν αρκετά πλούσιο σε γεγονότα-εξελίξεις-διεργασίες, που ακόμα δεν έχουν “χωνευτεί” και δεν έχουν βγει τα βασικά συμπεράσματα. Κι όμως, για την υπόθεση της ριζοσπαστικής Αριστεράς, μιας Αριστεράς που θα είχε ενωτικό και ριζοσπαστικό χαρακτήρα, που θα αφουγκραζόταν τις ανάγκες της κοινωνίας, που θα φιλοδοξούσε να παίξει έναν ενεργητικό και –γιατί όχι– πρωταγωνιστικό ρόλο, υπήρξαν πολλές ευκαιρίες, μεγάλες στιγμές, μεγάλα λάθη και, πρόσφατα, μια μεγάλη κρίση. Αυτά ζητούν μια ερμηνεία και ζητούν μια ορισμένη “τακτοποίηση”.

Η άνθηση αυτής της Αριστεράς, ο λόγος και η ζήτηση για ΣΥΡΙΖΑ έγινε δυνατή όταν υπήρξαν αποφάσεις, επιλογές και πρόσωπα που θέλησαν να εκφράσουν με δημιουργικό τρόπο μια ανάγκη την οποία έφερναν στην επιφάνεια μαζικά κινήματα αλλά και η αρνητική πείρα της σύγχρονης Αριστεράς στη Δυτική Ευρώπη. Η στήριξη και η συμμετοχή σε αγώνες και κινήματα λειτούργησε σαν καθαρτήριο από παλιότερες αμαρτίες, ξαναστήλωσε μια αξιοπιστία και, κυρίως, ξαναζέστανε τον κόσμο της Αριστεράς, που είχε αποστασιοποιηθεί, δημιούργησε μια ελπίδα πως κάτι άλλο και σημαντικό συμβαίνει.

Γιατί η ιστορία του ΣΥΡΙΖΑ σημαδεύεται από δύο ξεχωριστές περιόδους: το ΣΥΡΙΖΑ υπό την ηγεσία του Ν. Κωνσταντόπουλου, που αποτελούσε απλά ένα σχήμα πολιτικής διάσωσης του ΣΥΝ και τίποτα παραπάνω, και το ΣΥΡΙΖΑ υπό την ηγεσία του Αλαβάνου, όπου, χωρίς να ξεπεραστεί τελείως η ιδέα της εκλογικής ομπρέλας, μπήκαν οι όροι μιας αριστερόστροφης πορείας, δυνάμωσε η αντίληψη για την πολιτική και οργανωτική συγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ, καλύφθηκε σε ένα βαθμό το κενό αντιπολίτευσης με τη στάση που είχε απέναντι στην κυβέρνηση Καραμανλή και την υποστήριξη των αγώνων και με τη στάση που είχε στα μεγάλα κινήματα για το άρθρο 16 και το μπλοκάρισμα της συνταγματικής αναθεώρησης καθώς και στον ξεσηκωμό της νεολαίας το Δεκέμβρη του 2008. Εκείνος ο ΣΥΡΙΖΑ έδειξε πως μια διαφορετική Αριστερά –αντισυστημική, με πλειοψηφική απεύθυνση και μαζικά ακροατήρια– μπορούσε να υπάρξει.

Αυτή την προοπτική την καταπολέμησαν όσοι δεν ήθελαν να αλλάξουν τα πράγματα στην Αριστερά, όσοι κινδύνευαν από το περίεργο “χαρμάνι” ανθρώπων, οργανώσεων, εμπειριών, όσων χρησιμοποιούσαν την υπαρκτή Αριστερά σαν εκλογικό όχημα και στήριγμα αστικών διακυβερνήσεων, όσοι νοιάζονταν μόνο για το δικό τους “αμπέλι” χωρίς να δίνουν σημασία στο τι γίνεται συνολικότερα. Το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ χτυπήθηκε από δύο πλευρές: α) Από το αστικό σύστημα, γιατί δεν είχε ένα αποτυχημένο αριστερίστικο εγχείρημα μπροστά του, αλλά τη συγκρότηση μιας Αριστεράς με μαζικά και κινηματικά χαρακτηριστικά. Αυτό ήταν ιδιαίτερα επικίνδυνο, ειδικότερα την περίοδο της οξύτατης οικονομικής κρίσης, και έγινε πιο επικίνδυνο με τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ στην εξέγερση του Δεκέμβρη. Αυτός ο ΣΥΡΙΖΑ έπρεπε να εξαφανιστεί από την πολιτική κονίστρα. Το μήνυμα επαναλήφθηκε με την επίθεση που δέχθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ για τις επιλογές του στις ευρωεκλογές: “Φτάνει με αυτούς που αυθαδιάζουν” (ΚΟΕ), “Ο ΣΥΡΙΖΑ έφτασε στο τέλος του”. β) Από δυνάμεις εντός της Αριστεράς, που είτε ήθελαν-πίστεψαν μια ανεξάρτητη, μεγάλη και επικίνδυνη Αριστερά είτε ήθελαν τη συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ, από το ΚΚΕ, που λαχτάρησε και φοβήθηκε μήπως και το εγχείρημα πάρει άλλες διαστάσεις, από την ηγεσία του ΣΥΝ και τη νέα της ομάδα, που ευθυγραμμίστηκε στα μηνύματα και αρκέστηκε σε μια επικοινωνιακού τύπου πολιτική, χωρίς αιχμές, χωρίς νεύρο, άχρωμη και άοσμη, τελικά σε μια απολίτικη γενικόλογη συνθηματολογία.

Για να γίνει καθαρό το σημείο που θα διαχώριζε έναν πραγματικό ΣΥΡΙΖΑ απ’ όλα όσα μοιάζουν με ΣΥΡΙΖΑ, να υπογραμμίσουμε για άλλη μια φορά την άποψή μας:

Η Αριστερά πρέπει και θα μπορούσε να αναδειχθεί στις σημερινές συνθήκες (ήττας του σοσιαλισμού, χαμηλής συνείδησης και βαθμού οργάνωσης και ενότητας των εργαζομένων, δυσμενούς συσχετισμού δυνάμεων σε παγκόσμιο επίπεδο κ.λπ.) σε μοναδική και βασική αντιπολίτευση, στην πραγματική αντιπολίτευση απέναντι στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, τις άγριες συνταγές “θεραπείας της κρίσης”, στο δικομματισμό και σε κάθε αστικό συνασπισμό που θα προωθεί τις παραγγελιές ΕΕ, ΣΕΒ, τραπεζιτών, εφοπλιστών, μεγαλοεκδοτών κ.λπ. Αντιπολίτευση όχι στα λόγια αλλά στην πράξη, με την πολιτική της, τις αιχμές της, τις πρωτοβουλίες της, τα συνθήματά της, τη δράση της, τις συμμαχίες της, τα γεγονότα που θα δημιουργεί. Μια αντιπολίτευση που η συνολική κριτική της στο καπιταλιστικό σύστημα και στα αδιέξοδά του, η οπτική της και το όραμά της για το μέλλον οδηγεί σε έναν άλλο κόσμο. Αν μια Αριστερά δεν μπορεί να δημιουργήσει γεγονότα ή να εμποδίσει γεγονότα που προωθεί η αστική τάξη, αν δεν μπορεί και δεν πασχίζει να αλλάξει συσχετισμούς, αν δεν οικοδομεί σχέσεις με τον κόσμο που πλήττεται από τις αστικές πολιτικές, αν δεν έχει ένα άλλο όραμα και ένα σχέδιο για ένα διαφορετικό κόσμο, τι διάολο Αριστερά είναι; Μια ενωτική ριζοσπαστική Αριστερά, που με τον πλουραλισμό και τη διαφορετικότητα θα επιτρέπει κάθε φορά να αναδεικνύεται μια αντινεοφιλελεύθερη, αντικαπιταλιστική, κομμουνιστική συνισταμένη που να είναι ελκυστική, δημιουργική, προσγειωμένη, σεμνή και χρήσιμη.

Η Αριστερά πρωτίστως πρέπει να οικοδομεί. Να οικοδομεί σχέσεις, παρεμβάσεις, δεσμούς, δίκτυα, μορφές οργάνωσης-επικοινωνίας-αλληλεγγύης, αγώνες μικρούς και μεγάλους, πολιτισμό, δύναμη. Αυτό είναι το κύριο και το βασικό. Τα ποσοστά, οι έδρες και όσα κατατρώγουν το 95% και βάλε της δράσης της σημερινής Αριστεράς μπορούν να είναι το δευτερεύον, το παράγωγο και βοηθητικό της κύριας δουλειάς οικοδόμησης που περιγράφουμε.

Για να πλησιάσεις, με τρόπο αξιόπιστο, το “λαό της κρίσης”, όσους πλήττονται με τραγικό και οδυνηρό τρόπο από τις αστικές πολιτικές, οφείλεις να είσαι “καθαρός” στο πολιτικό στίγμα, χωρίς αμφισημίες και με ντόμπρα πολιτική στάση και λόγο.

Να δηλώνεις και να είσαι ανεξάρτητος από το δικομματισμό και τον αστικό κόσμο. Όποιος παρατηρήσει καλά την υπαρκτή Αριστερά (και το ΚΚΕ) θα δει ότι υπάρχουν ελλείμματα ανεξαρτησίας και κάθετης αντιπαράθεσης με το δικομματισμό από το ’74 μέχρι σήμερα.

Να δηλώνεις και να είσαι έξω από μορφές και σχέσεις που χαρακτηρίζουν το δικομματικό και αστικό κόσμο. Να φαίνεται και να υποδηλώνεται κάθε στιγμή η διαφορετικότητα και η ανταγωνιστικότητα που έχεις με την κατάσταση που αυτοί διαμορφώνουν. Να δείχνεις ότι είσαι από την άλλη όχθη και πασχίζεις με κάθε τρόπο να αναπτυχθεί μια μαζική κοινοβουλευτική και εξωκοινοβουλευτική δράση, που να ανατρέπει τις πολιτικές τους και να δημιουργεί νέα δεδομένα.

Να δηλώνεις και να είσαι αποφασιστικά στο πλευρό-δίπλα-μαζί με τους εργαζόμενους, αυτό να είναι το κύριο μέλημά σου και όλη η ενεργητικότητα να διοχετεύεται για να εκφράζονται οι ανάγκες, τα αιτήματα, τα βάσανα, η οργή των εργαζομένων.

Να δηλώνεις και να είσαι σε συνολική αντιπαράθεση με το έκτρωμα της κοινωνίας που δημιουργούν όλες οι δυνάμεις που είναι υπεύθυνες για την κρίση, τη φτώχεια, την πολιτιστική και περιβαλλοντική καταστροφή και να διατυπώνεις, έστω και ατελώς, το εφικτό ενός άλλου κόσμου.

Μας δόθηκαν πολλές ευκαιρίες το δίχρονο που πέρασε. Αυτό δείχνει πως υπάρχει τεράστια ανάγκη να εκφραστεί ένα μεγάλο μαζικό εγχείρημα της Αριστεράς. Είναι ώριμο και αναγκαίο. Όσα προσωρινά πισωγυρίσματα και να γίνουν, μπορεί κι αυτά να χρησιμεύσουν σαν “δάσκαλος από την ανάποδη” για τη συνέχιση της προσπάθειας. Δεν θα επιτρέψουμε να λεηλατήσουν και να περιθωριοποιήσουν την Αριστερά. Γνωρίζουμε πως η ίδια η Αριστερά αφέθηκε να λεηλατηθεί με τα λάθη και τη συμπεριφορά της, τις τελευταίες δεκαετίες: και μετά τη μεταπολίτευση, με ηττοπαθείς γραμμές (π.χ. ΕΑΔΕ), με τη μετατροπή της Αριστεράς σε ουραγό του ΠΑΣΟΚ, με τη συμμετοχή σε κυβερνητικά σχήματα (κυβέρνηση Τζανετάκη και οικουμενική), με την αμφιβόλου ποιότητας και σκοπιμότητας πρακτική στην τοπική αυτοδιοίκηση καθώς και με το πώς αντιμετώπιζε κάθε φορά το ζήτημα της δημοκρατίας και της συμμετοχής της ίδιας της βάσης της. Γι’ αυτό και σε κάθε νέο εγχείρημα, το ζήτημα της πολιτικής γραμμής και της ιδεολογικής κατεύθυνσης (σε ποιους απευθυνόμαστε και τι μέσα χρησιμοποιούμε) είναι βασικά για την αποτροπή της λεηλασίας της Αριστεράς.

Δεν θα τους επιτρέψουμε να λεηλατήσουν και να ξεδοντιάσουν την Αριστερά, εμφανίζοντας μια καρικατούρα Αριστεράς, χρήσιμης για τα οποιαδήποτε σενάρια του συστήματος. Θα συνεχίσουμε, με επιμονή, σταθερότητα και υπομονή, την προσπάθεια να οικοδομήσουμε μια Αριστερά χρήσιμη στο λαό και επικίνδυνη για το σύστημα.

Χρίστος Κατσούλας,
υποψήφιος βουλευτής Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ


Ο Χρίστος Κατσούλας είναι 33 ετών, γεννήθηκε στην Αθήνα, μεγάλωσε στην Πετρούπολη και κατοικεί στο Ίλιον. Σπούδασε μηχανικός ηλεκτρονικών υπολογιστών στο Πανεπιστήμιο Πατρών. Ήταν μέλος επί σειρά ετών του Δ.Σ. του φοιτητικού συλλόγου της σχολής του, με δραστηριότητα στο φοιτητικό κίνημα από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 (νόμοι Αρσένη, διαγωνισμός ΑΣΕΠ, αντιμεταρρυθμίσεις κυβερνήσεων Σημίτη). Έχει συνεχή παρουσία στους αγώνες της νεολαίας και ειδικά στο κίνημα για την υπεράσπιση του άρθρου 16. Πήρε μέρος στη συγκρότηση του Ελληνικού Κοινωνικού Φόρουμ και στο κίνημα ενάντια στην παγκοσμιοποίηση. Εργάζεται ως ωρομίσθιος εκπαιδευτικός, μερικά απασχολούμενος σε δημόσια σχολεία. Αρθρογραφεί στην εφημερίδα Αριστερά! και είναι στέλεχος της ΚΟΕ και μέλος της Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ.