Εμπάργκο στα Κρατικά Βραβεία, της Μαρίας Ξυλούρη

Τη διάθεσή τους να απέχουν από τα Κρατικά Βραβεία Ποιότητας δηλώνουν διάφοροι Έλληνες κινηματογραφιστές, απειλώντας να αφήσουν το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης χωρίς ελληνικές ταινίες –και μάλιστα στην επετειακή 50ή διοργάνωση-, και καταγγέλλοντας “τις πρακτικές υπόγειων διαπραγματεύσεων ενός ΥΠΠΟ δίχως συνέπεια και όραμα”.

“Κάθε χρόνο” αναφέρουν, “εμείς, οι συντελεστές των ελληνικών κινηματογραφικών ταινιών, γινόμαστε θεατές της παρωδίας που ονομάζεται Κινηματογραφικά Βραβεία Ποιότητας. Κάθε χρόνο ακούγονται φωνές διαμαρτυρίας που καταγγέλλουν τα συγκεκριμένα βραβεία ως αναξιοκρατικά, ελλιπή και διαβλητά. Κάθε χρόνο, σε κάθε τελετή απονομής των βραβείων, ακούμε τις εξαγγελίες της πολιτείας για τη θέσπιση του νομικού πλαισίου που θα καθορίζει όλο το εύρος της ελληνικής κινηματογραφικής παραγωγής. Και κάθε χρόνο επιστρέφουμε από την τελετή απονομής με κυβερνητικές υποσχέσεις ανεξαρτήτως των χρωμάτων που εναλλάσσονται στην εξουσία”.

Η ομάδα των κινηματογραφιστών (η ονομασία της είναι Κινηματογραφιστές στην Ομίχλη) είχε δηλώσει την πρόθεση αυτή ήδη από τον Μάιο, με μια επιστολή που υπέγραφαν, τότε, 33 σκηνοθέτες και 9 παραγωγοί. Το αίτημά τους για τη σύνταξη νέου κινηματογραφικού νόμου –αναγκαίου, κατά γενική ομολογία, που όμως εκκρεμεί εδώ και έξι χρόνια– δεν εισακούστηκε. Mέσα στο καλοκαίρι προστέθηκαν και άλλοι σκηνοθέτες στην κίνηση και δηλώνουν αμετακίνητοι στο να μη στείλουν τις ταινίες τους στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, όχι μόνο φέτος, αλλά για όσο δεν υπάρχει κινηματογραφικός νόμος.

Με νέα επιστολή, οι συμμετέχοντες δηλώνουν ότι εμμένουν στην απόφασή τους για αποχή, αν και από την πλευρά της διεύθυνσης του Φεστιβάλ προβάλλεται ως επιχείρημα υπέρ της συμμετοχής τους ότι οι όποιες διεργασίες για κινηματογραφικό νόμο εκ των πραγμάτων παγώνουν λόγω της προεκλογικής περιόδου. Έτσι, από το Φεστιβάλ θ’ απουσιάσουν ταινίες όπως Η Σκόνη του Χρόνου, η Ψυχή Βαθιά, η Στρέλλα, η Ακαδημία Πλάτωνος, ο Κυνόδοντας, τα Τέσσερα Μαύρα Κοστούμια, ο Μαχαιροβγάλτης, αλλά ακόμα και κάποιες ταινίες που ξεχώρισαν εμπορικά τη χρονιά που πέρασε, από την τηλεοπτικής αισθητικής Σούλα Έλα Ξανά μέχρι το Bang Bank.

Οι Κινηματογραφιστές στην Ομίχλη αναφέρουν: “Λυπούμαστε:

Για τα βραδυκίνητα αντανακλαστικά της διοίκησης του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, που δεν αντιλήφθηκε έγκαιρα την αγωνία της συντριπτικής πλειοψηφίας του κινηματογραφικού κόσμου και την προσπάθειά του να εκσυγχρονίσει την ελληνική κινηματογραφία με προσωπικό κόστος.

Για την σιωπή και την αδράνεια, μέχρι και τους βυζαντινισμούς απέναντι στην κίνησή μας, μέρους των σωματείων του κινηματογραφικού χώρου. […]

Υποσχόμαστε στον υπουργό Πολιτισμού που θα προκύψει από τις επερχόμενες εκλογές, ότι θα τον επισκεφθούμε την πρώτη μέρα ανάληψης των καθηκόντων του και ότι δεν θα τον αφήσουμε ήσυχο να κόβει κορδέλες την στιγμή που ο Πολιτισμός πεθαίνει […] Θέλουμε ένα ΥΠΠΟ που να στηρίζει έμπρακτα την παραγωγή πολιτισμού με όραμα, συνέπεια και αποτελεσματικότητα”.

Το ενδιαφέρον δεν είναι ότι στην ομάδα συμπεριλαμβάνονται μεγάλα και προβεβλημένα ονόματα, όπως ο Θόδωρος Αγγελόπουλος και ο Κώστας Γαβράς, αλλά ότι συμμετέχουν σκηνοθέτες της νεότερης γενιάς, από τους πιο ελπιδοφόρους, δημιουργοί ταινιών που με ελάχιστη ή και καθόλου στήριξη της πολιτείας έχουν καταφέρει να προκαλέσουν αίσθηση σε φεστιβάλ του εξωτερικού το τελευταίο διάστημα, δίνοντας ελπίδες ότι κάτι έχει αρχίσει να κινείται στο ελληνικό σινεμά: για παράδειγμα, ο Αλέξης Αλεξίου της Ιστορίας 52, και ο Γιώργος Λάνθιμος του Κυνόδοντα που εντυπωσίασε στο τελευταίο Φεστιβάλ των Καννών. Με δεδομένο το μπάχαλο στα περί της πολιτικής “πολιτισμού” στην Ελλάδα, αυτός είναι μάλλον κι ο μόνος τρόπος να κάνει ταινίες κανείς πια: παρακάμπτοντάς το αντί να υποτάσσεται στη μιζέρια του.


 

Τρεις μύθοι για το ελληνικό σινεμά

Σύμφωνα με τους Κινηματογραφιστές στην Ομίχλη υπάρχουν τρεις μύθοι για το ελληνικό σινεμά που θα πρέπει να ξεπεραστούν:

Μύθος πρώτος: “Ο κινηματογράφος στην Ελλάδα είναι κρατικοδίαιτος”.

Το ελληνικό κράτος εισπράττει περί τα 10.000.000 ευρώ ετησίως από τον ειδικό φόρο θεαμάτων (ποσό που διαφοροποιείται ανάλογα με τα συνολικά εισιτήρια του έτους), δηλαδή από την άμεση φορολόγηση του κοινού που παρακολουθεί τις ταινίες. Ο φόρος αυτός, σημειώνουν οι σκηνοθέτες, δημιουργήθηκε με βάση τον γαλλικό νόμο, για να χρηματοδοτεί τον ελληνικό κινηματογράφο, και σύμφωνα με το νόμο κατανέμεται: α) στους παραγωγούς, με βάση τα εισιτήρια των ταινιών τους. Για παράδειγμα, με βάση τα 2.500.000 εισιτήρια που έκοψαν οι ελληνικές ταινίες πέρυσι, στους παραγωγούς θα έπρεπε να αποδοθούν 2.000.000 ευρώ. Καταγγέλλεται, όμως, ότι από το 1988 που έχει ψηφιστεί ο νόμος, δεν έχουν αποδοθεί ποτέ στους παραγωγούς τα ποσά που τους αναλογούν, β) στις αίθουσες και τη διανομή (υπολογίζονται άλλα 2.000.000 ευρώ), γ) τα εναπομείναντα 6.000.000 ευρώ θα έπρεπε να κατανέμονται κατά 60% στο ΕΚΚ και κατά 40% στο ΥΠΠΟ, για κινηματογραφικές ανάγκες μόνο. Σύμφωνα με τις καταγγελίες, το ΕΚΚ λαμβάνει περί τα 3.000.000-3.500.000 ευρώ (το ποσό δηλαδή που επενδύεται κάθε χρόνο από την πολιτεία σε ταινίες μεγάλου μήκους).

Για τα υπόλοιπα 5.000.000 ευρώ διαβάζουμε στην ανακοίνωση:

“Μέρος αυτού του ποσού χρηματοδοτεί τα διάφορα φεστιβάλ, μικρά και μεγάλα, σωματεία και συλλόγους του χώρου, κάτι που προβλέπεται από το νόμο. Οι υπεύθυνοι για τα κινηματογραφικά θέματα στο ΥΠΠΟ δηλώνουν όμως, ότι το 10% του συνολικού ποσού, δηλαδή 1.000.000 ευρώ, πηγαίνει σε ένα σύλλογο-σωματείο ελεγκτών του υπουργείου Οικονομικών. Άλλοι δηλώνουν ότι, μέσω αυτού του φόρου, χρηματοδοτείται η μπάντα του Δήμου Αθηναίων και πιθανώς και άλλες μπάντες δήμων και κοινοτήτων… Καλούμε το υπουργείο Πολιτισμού να δημοσιοποιήσει τα επίσημα στοιχεία”.

Μύθος δεύτερος: “Ο ελληνικός κινηματογράφος στερείται εμπορικής και καλλιτεχνικής αξίας”.

“Πέρσι οι ελληνικές ταινίες έκοψαν 2.500.000 εισιτήρια, νούμερο που αντιστοιχεί στο 20% των πανελλαδικά συνολικών εισιτηρίων της χρονιάς και έδωσαν δουλειά σε μεγάλο αριθμό εργαζομένων σε όλο το φάσμα της κινηματογραφικής παραγωγής και διανομής. Με άλλα λόγια οι ταινίες αυτές δημιούργησαν κύκλο εργασιών που ξεπερνάει τα 25.000.000 ευρώ.

Το ελληνικό κράτος έχει επιπλέον έσοδα από τις δραστηριότητες αυτές μέσω του ΦΠΑ, τουλάχιστον 5.000.000 ευρώ ετησίως. Το ποσό αυτό είναι πολύ μεγαλύτερο από αυτό που διατίθεται στο ΕΚΚ για την ανάπτυξη της κινηματογραφικής παραγωγής, επομένως για την πολιτεία αυτή η δραστηριότητα είναι κερδοφόρα”. […] Ως προς το καλλιτεχνικό μέρος, δίνονται σαν παραδείγματα οι περιπτώσεις νέων κινηματογραφιστών (Κούτρας, Οικονομίδης, Αλεξίου, Γιάνναρης κ.ά.), των οποίων οι ταινίες συμμετέχουν και βραβεύονται σε διεθνή φεστιβάλ: “Ποιο είναι το συνολικό ποσό με το οποίο η πολιτεία χρηματοδότησε την παραγωγή, μέσω του ΕΚΚ, όλων αυτών των ταινιών μαζί; Το συγκλονιστικό ποσό του 1.000.000 ευρώ! Ποσό που αντιστοιχεί στο 40% του κόστους μιας και μόνον μιας low budget ευρωπαϊκής ταινίας”.

Μύθος τρίτος: “Η ΕΡΤ σέβεται το νόμο του 1,5%”.

“Ο πρόεδρος της ΕΡΤ κάθε χρονιά μάς δηλώνει με υπερηφάνεια στην Τελετή Απονομής των Κρατικών Βραβείων, ότι η ΕΡΤ είναι η μόνη που σέβεται το 1.5% και ότι το “αποδεικνύει στην πράξη στηρίζοντας τον ελληνικό κινηματογράφο”. Αυτό δεν ισχύει: Η ΕΡΤ με βάση την απλή αριθμητική που προκύπτει από τον κύκλο εργασιών της θα έπρεπε να επενδύει στα πλαίσια αυτού του νόμου 5.000.000 ευρώ, ενώ στην πραγματικότητα επενδύει 750.000-1.000.000 ευρώ. Και σαν να μην έφτανε αυτό, κατήργησε τελείως την επιτροπή του 1,5%, η οποία με τα χίλια ζόρια, μόλις πριν από λίγες ημέρες επανασυστάθηκε για να μοιράσει τα “ψίχουλα” στις υπεράριθμες πλέον συσσωρευμένες προτάσεις. Επιπλέον, η ΕΡΤ δεν μας αποκαλύπτει πόσα χρήματα και από πόσα χρόνια, χρωστάει στο ΕΚΚ για τα προγράμματα που από κοινού υλοποιούν”.

Από τα ονόματα που στηρίζουν αναφέρουμε ενδεικτικά:

Θόδωρος Αγγελόπουλος (σκηνοθέτης), Αλέξανδρος Αλεξίου (σκηνοθέτης), Θάνος Αναστόπουλος (σκηνοθέτης –παραγωγός), Τάκης Βερέμης (παραγωγός), Αλέξανδρος Βούλγαρης (σκηνοθέτης), Παντελής Βούλγαρης (σκηνοθέτης), Κώστας Γαβράς (σκηνοθέτης), Σωτήρης Γκορίτσας (σκηνοθέτης), Νίκος Γραμματικός (σκηνοθέτης) Κατερίνα Ευαγγελάκου (σκηνοθέτρια)Στέλλα Θεοδωράκη (σκηνοθέτρια – παραγωγός) Γιώργος Λάνθιμος (σκηνοθέτης), Βαρδής Μαρινάκης (σκηνοθέτης), Γιάννης Οικονομίδης (σκηνοθέτης), Νίκος Παναγιωτόπουλος (σκηνοθέτης), Λευτέρης Χαρίτος (σκηνοθέτης)

Μαρία Ξυλούρη