Βιογραφικό του Νίκου Μπελογιάννη

Ο Νίκος Μπελογιάννης γεννήθηκε στην Αμαλιάδα το 1915. Από μικρή ηλικία εντάχθηκε στο ΚΚΕ και φυλακίστηκε στην Ακροναυπλία στα χρόνια της δικτατορίας του Μεταξά. Το 1941 παραδόθηκε στις γερμανικές αρχές Κατοχής μαζί με άλλους αριστερούς κρατουμένους. Το 1943 κατάφερε να δραπετεύσει και εντάχθηκε στον ΕΛΑΣ στην Πελοπόννησο στο πλευρό του Άρη Βελουχιώτη.

Κατά τον Εμφύλιο πόλεμο που επακολούθησε ήταν Πολιτικός Επίτροπος της 10ης Μεραρχίας του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας και μετά την ήττα ήταν ένας από τους τελευταίους που εγκατέλειψαν τη χώρα το 1949.

Τον Ιούνιο του 1950 επέστρεψε κρυφά στην Ελλάδα με σκοπό να ξαναφτιάξει τις οργανώσεις του παράνομου τότε ΚΚΕ στην Αθήνα, που είχαν διαλυθεί από τις συλλήψεις πολλών στελεχών του.

 

Η δίκη και η εκτέλεση

Στις 20 Δεκέμβρη 1950 ο Μπελογιάννης συλλαμβάνεται μαζί με 92 ακόμα κομμουνιστές και στις 19 Οκτώβρη του 1951 παραπέμπονται σε δίκη στο Έκτακτο Στρατοδικείο της Αθήνας βάσει του Αναγκαστικού Νόμου 509/1947, γιατί επεδίωξαν «την διά βιαίων μέσων ανατροπήν του κρατούντος κοινωνικού καθεστώτος».

Στις 16 Νοεμβρίου 1951 το στρατοδικείο καταδικάζει τον Μπελογιάννη και άλλους 11 σε θάνατο. Ο Μπελογιάννης μεταφέρεται στις φυλακές της Κέρκυρας. Υπό την πίεση αυτού ενός διεθνούς κινήματος αλληλεγγύης, η κυβέρνηση Πλαστήρα αναγκάζεται να δηλώσει ότι η απόφαση δεν θα εκτελεστεί.

Ήδη όμως από τις 14 Νοεμβρίου, δύο μέρες πριν από το τέλος της πρώτης δίκης, και υπό την πίεση των Αμερικάνων, ανακαλύπτονται από την Ασφάλεια στη Γλυφάδα και την Καλλιθέα δύο ασύρματοι του ΚΚΕ και συλλαμβάνονται ο Ηλίας Αργυριάδης και ο Νίκος Καλούμενος, ενώ από τις 23 Οκτώβρη έχει συλληφθεί ο Δημήτρης Μπάτσης από την Ασφάλεια Πειραιά. Ο Δημήτρης Μπάτσης είναι συγγραφέας του μνημειώδους έργου, Η βαρειά βιομηχανία στην Ελλάδα, όπου συμπυκνώνονται οι βασικές επεξεργασίες των τεχνικών και των οικονομολόγων της Αριστεράς. Μαζί με το έργο του Ν.Μπελογιάννη, Το Ξένο κεφάλαιο στην Ελλάδα, αποτελούν τους δύο κύριους «πυλώνες» της σκέψης και της ανάλυσης της Αριστεράς για την ελληνική οικονομία και τη δυνατότητα ανεξάρτητης ανάπτυξης.

Στις 15 Φλεβάρη 1952 αρχίζει νέα δίκη του Μπελογιάννη και 28 ακόμα κομμουνιστών στο Α΄ Διαρκές Στρατοδικείο Αθηνών με βάση τον «παγωμένο» μεταξικό νόμο 375/936 περί κατασκοπείας, καθώς η κατηγορία της κατασκοπίας ήταν σχεδόν απίθανο να επιτρέψει την αμνήστευση. Σημειώνεται δε ότι εκείνη την περίοδο είχαν σταματήσει οι εκτελέσεις πολιτικών κρατουμένων.

Την 1η Μάρτη το στρατοδικείο καταδικάζει 8 κατηγορούμενους σε θάνατο (τους Ν.Μπελογιάννη, Δ.Μπάτσης, Η.Αργυριάδης, Ν.Καλούμενος, Τ.Λαζαρίδης, Χ.Τουλιάτος, Μ.Μπισμπιάνος, Έ.Ιωαννίδου). Ο Μπελογιάννης καταδικάζεται δις εις θάνατο. Στη διάρκεια και των δύο δικών η απολογία του Μπελογιάννη εξελίχθηκε σε δριμύ «κατηγορώ» και τον ανέδειξε σε σύμβολο αντίστασης.

Το ογκώδες διεθνές κίνημα διαμαρτυρίας, στο οποίο συμμετέχουν και μορφές όπως οι Ζαν Πωλ Σαρτρ, Ζαν Κοκτώ, Πωλ Ελυάρ, Λουί Αραγκόν, Τσάρλι Τσάπλιν κ.ά., απαιτεί τη ματαίωση της εκτέλεσης του Μπελογιάννη και των συντρόφων του.

Ωστόσο, ξημερώματα Κυριακής 30 Μάρτη του 1952 ανακοινώνεται στους τέσσερις κομμουνιστές Νίκο Μπελογιάννη, Δημήτρη Μπάτση, Νίκο Καλούμενο και Ηλία Αργυριάδη ότι η αίτηση χάριτος απορρίφθηκε και λίγο αργότερα –πριν καν χαράξει– μεταφέρονται στο Γουδί. Στις 4.12΄ τα χαράματα της Κυριακής –ώρα και μέρα που ούτε οι Γερμανοί έκαναν εκτελέσεις– οι τέσσερις κομμουνιστές εκτελούνται υπό το φως των προβολέων των στρατιωτικών καμιονιών.