Απουσία πολιτικού στίγματος, του Κώστα Βεργόπουλου

Με τις πρόσφατες εκλογές, πανηγυρίζει δικαιολογημένα το ΠΑΣΟΚ για την επάνοδό του στην κυβέρνηση της χώρας, όμως πανηγυρίζουν επίσης, με το δικό τους τρόπο, οι εκδοχές της ελληνικής Αριστεράς, πιθανώς για το ότι τα ποσοστά τους δεν έπεσαν τόσο χαμηλά όσο φοβόντουσαν ότι θα πέσουν. Παρ’ όλα αυτά, η κάμψη των δυνάμεων της Αριστεράς στο σύνολό της παραμένει και, συνεπώς, θα είχε περισσότερο νόημα, και οπωσδήποτε περισσότερο ενδιαφέρον, εάν οι οργανώσεις της Αριστεράς ήταν σε θέση να εξηγήσουν την κάμψη και υποχώρηση, αντί να θριαμβολογούν για αμφίβολες “επιτυχίες”, πράγμα που κινδυνεύει να επισκιάσει και τα υπάρχοντα κρίσιμα και πραγματικά προβλήματα.

Το βασικό αυτό ερώτημα αποβαίνει ακόμη περισσότερο πιεστικό, αναγκαίο και απαράκαμπτο, εάν ληφθεί υπόψη ότι: η ελληνική κοινωνία πλήττεται σήμερα σαρωτικά από τη διεθνή οικονομική κρίση, ο κοινωνικός ιστός βρίσκεται σε πρωτοφανή αποδόμηση και αποσύνθεση, η τραγωδία του ελληνικού λαού και ιδίως του κόσμου της εργασίας βαθαίνει, όμως, παρόλα τα σημεία και τέρατα που έχουν εμφανισθεί και για τα οποία από πολλές δεκαετίες μιλούσε η Αριστερά, εν τούτοις η αξιοπιστία της τελευταίας δεν επαυξάνεται, αλλά κάμπτεται, ενώ ωφελημένη σε απίστευτο βαθμό βγαίνει η παράταξη που σε μεγάλο βαθμό έχει ιστορικά συμβάλει στη σημερινή κρίση και κοινωνική κατάρρευση.

Το μεν ΚΚ διακηρύσσει απερίσπαστο ότι το ΠΑΣΟΚ αποτελεί την άλλη πλευρά του ίδιου νομίσματος με τη ΝΔ, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ επαναπαύεται στην ιδέα ότι διαθέτει κατ’ αποκλειστικότητα την πολιτική εκπροσώπηση του κοινωνικού ριζοσπαστισμού, ώστε να τον χωρίζει “αγεφύρωτο χάσμα” από το σύνολο των λοιπών πολιτικών δυνάμεων. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, η πολιτική του “απαστράπτοντος απομονωτισμού” έχει θέσει στο περιθώριο των εξελίξεων τις δυνάμεις που θα μπορούσαν, σε σύμπραξη με άλλες, να επιφέρουν κάποιες αλλαγές, ανατροπές και πιθανώς ένα τελικό αντισυστημικό αποτέλεσμα στη χώρα μας. Η αντισυστημική ανατροπή, που επαγγέλλονται τελευταία οι εκπρόσωποι της ριζοσπαστικής Αριστεράς, θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί είτε με τη διαδικασία μετωπικής σύγκρουσης είτε με εκείνη της εγκατάστασης στο πολιτικό σύστημα με μέσο τη συγκρότηση συμμαχιών και σκοπό τη δημιουργία ρήξεων, ώστε να σπάσει η ενότητα του σήμερα κατισχύοντος πολιτικού συστήματος.

Όταν στην ελληνική κοινωνία υπάρχει οξύτατο πρόβλημα των νέων, των εργαζόμενων, του αγροτικού κόσμου, των επαρχιών, αυτονόητο είναι ότι η διαχείριση αυτού οφείλει ν’ αρχίσει να γίνεται στην υπάρχουσα ζωή και όχι σε κάποια μελλοντική. Η απόγνωση των λαϊκών τάξεων που αναζητούν ακόμη και την απλή δυνατότητα να επιβιώσουν δεν θα έπρεπε ν’ αντιμετωπίζεται υπό το πρίσμα της ιδεολογικής καθαρότητος και αδιαλλαξίας, που συνεχίζει, όπως και στο παρελθόν, να υποβιβάζει, να ειρωνεύεται και ν’ απορρίπτει ό,τι δεν της είναι πολιτικά αναγνωρίσιμο. Ριζοσπαστισμός δεν είναι η καθαρότητα της ιδεολογίας, αλλά η πρόταξη των πρακτικών αναγκών, έστω και υπό συνθήκες αναγκαστικής ιδεολογικής επιμειξίας. Σήμερα, η κοινωνία μεταβάλλεται με ταχύτατους ρυθμούς, ενώ οι ιδεολογίες έχουν αποκοπεί από την πραγματικότητα. Είτε υπό το καιροσκοπικό και κοινωνικά συνθηκολόγο όραμα του μεταμοντερνισμού, για το οποίο οι κοινωνικοί αγώνες αποτελούν ασυγχώρητο αρχαϊσμό, είτε υπό το γραφειοκρατικό όραμα του παρελθόντος, για το οποίο

ιδεολογική καθαρότητα σημαίνει καθυπόταξη των ποικίλων κοινωνικών δυνάμεων στην υποθετική ισχύ κάποιων ιερέων της πολιτικής “ορθοδοξίας”. Η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία έχει σήμερα καταρρεύσει και χρεοκοπήσει, όχι όμως επειδή δήθεν χρεοκόπησε η δυνατότητα μεταρρυθμιστικής πολιτικής, αλλά κυρίως διότι η σοσιαλδημοκρατία την εγκατέλειψε και επέλεξε με δική της ευθύνη τον σοσιαλφιλελευθερισμό, δηλαδή την πλήρη απουσία κοινωνικών μεταρρυθμίσεων και μάλιστα την προώθηση καταργητικών αντιμεταρρυθμίσεων, που έχουν βαρύτατα πλήξει το κοινωνικό κράτος και τις κοινωνικές κατακτήσεις των εργαζομένων. Ο χώρος των πραγματικών κοινωνικών μεταρρυθμίσεων παραμένει σήμερα ακάλυπτος. Εάν οι μεταρρυθμίσεις είναι πραγματικές, τότε και η συστημική μεταβολή δεν απομακρύνεται, αλλά επισπεύδεται. Η ελληνική ριζοσπαστική Αριστερά, ενώ είναι παρούσα και μάλιστα σε κρίσιμο βαθμό στις κοινωνικές κινητοποιήσεις, δεν έχει ακόμη κατορθώσει να διασφαλίσει διακριτό πολιτικό στίγμα ούτε στις κοινωνικές κινητοποιήσεις, αλλ’ ούτε και στον εαυτό της.

Κώστας Βεργόπουλος